Πιπίνα Δ. Έλλη
Θέατρο 2010
ΜΙΑ ΤΡΥΠΑ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ
Μονόπρακτο
******************************************************************************
Πρόσωπα
Ματίνα: σαράντα πέντε ετών, χήρα
Λαρίσσα: δεκατριών χρονών, κορίτσι, ανιψιά της Ματίνας
Τάσος: σαράντα χρονών, χωρισμένος, πατέρας της Λαρίσσας και αδερφός της Ματίνας
Ζάντρα: πρώην σύζυγος του Τάσου και μητέρα της Λαρίσσας
Μένιος: ο άντρας της Ζάντρας
Καίτη συμμαθήτρια της Λαρίσσας
Ντίνος συμμαθητής της Λαρίσσας
Αντιγόνη μητέρα της Καίτης
Νοσοκόμος Α’
Αστυνόμος
………………………………………………………………………………………………………………………….
Σκηνή πρώτη
Η Ματίνα και η Λαρίσσα κάθονται στην μικρή κουζινο-τραπεζαρία και μιλάνε με σχετική ένταση.
Ματίνα: Δεν έχεις εκλογές κορίτσι μου. Να μάθεις λοιπόν να την αποφεύγεις.
Λαρίσσα: Μα…
Ματίνα: Όχι «μα»! Να μάθεις. Ξέρω τι συμβαίνει. Τα γνωρίζω όλα τα καμώματά σας, της… άσε…, και τα δικά σου! Οι άλλοι μαθητές σας βλέπουν, οι γονείς τους σας βλέπουν και η γλώσσα πάει ροδάνι. Είναι από ανησυχία, είναι από περιέργεια δεν το ξέρω. Τα λόγια τους έφτασαν στ’ αυτιά μου και…
Λαρίσσα: Τα ξέρει και ο μπαμπάς μου;
Ματίνα: Εσύ τι λες;
Η Λαρίσσα την κοιτάζει στεναχωρημένη.
Λαρίσσα: Τι να κάνω; Ούτε και να την χαιρετάω όταν με χαιρετάει;
Ματίνα: Τι να κάνουμε, η καλημέρα είναι του Θεού, δε λέω… Αλλά όχι πολλά μαζί της. Αν πρέπει… ν’ αλλάζεις ακόμα και δρόμο. Γιατί πίσω από τα φανερά υπάρχουν και τα δύσκολα…
Λαρίσσα: (αναστατωμένη, με φωνή που τρέμει και έτοιμη να κλάψει) Μα θεία μου, γιατί μου μιλάς έτσι; «ν’ αλλάζω δρόμο!» Ξέχασες πως είναι η μητέρα μου; Ξέρεις πως μου έλειψε. Είναι κακό να θέλω να την γνωρίσω;
Ματίνα: Εσένα σου έλειψε, εκείνης όμως δεν της έλειψες! Γιατί αν πραγματικά ήθελε να σε γνωρίσει, θα ερχόταν σε επαφή μαζί μας και δε θα έκανε κρυφο-δουλειές. Το θεωρείς έντιμο αυτό; (Φανερά συγχυσμένη η Ματίνα, σταματάει, κοιτάζει το ταβάνι, κάνει το σταυρό της και λέει:) Αχ Θεέ μου! πώς μιλάω έτσι σ’ ένα παιδί δεκατριών χρονών;
Η Λαρίσσα φανερά απόμακρη κοιτάζει τα ακροδάχτυλά της με σκυμμένο κεφάλι. Τα πλέκει και επιμένει να τα κοιτάζει με περιέργεια.
Ματίνα: Λοιπόν;
Λαρίσσα: Λοιπόν; (σκέφτεται λίγο) Ε… εντάξει!
Ματίνα: Τι εντάξει;
Λαρίσσα: (Έντονα) Εντάξει… θα κάνω αυτό που θέλεις!
Ματίνα: Καταλαβαίνεις και συμφωνείς ή απλά κοιτάς να ξεμπερδέψεις μαζί μου;
Λαρίσσα: Όχι θεία μου… συμφωνώ… αν και δεν καταλαβαίνω πολλά πράγματα.
Ματίνα: Να θυμάσαι πάντα ότι σ’ αγαπούμε πολύ ο πατέρας σου κι εγώ για να θέλουμε να σε στεναχωρούμε. Είναι μόνο για το καλό σου!
Λαρίσσα: Μπορώ να φύγω τώρα;
Ματίνα: Ναι, και να θυμάσαι αυτά που είπαμε. Έτσι;
Λαρίσσα: Ναι θεία!
Η Λαρίσσα φεύγει, η Ματίνα πιάνει το τηλέφωνο και αφού πληκτρολογεί έναν αριθμό, μιλάει σε κάποιον.
Ματίνα: Τάσο, μιλήσαμε. Της είπα. Θέλει όμως λίγο παρακολούθηση το πράγμα. Το παιδί μας είναι καλό, αλλά εκείνη είναι χαμένη. Δεν ξέρουμε όμως τι θα κάνει η άλλη, για να συνεχίσει να τη βλέπει.
Τάσος: Δεν πρέπει να τη συναντά καθόλου. Σ’ αυτό επιμένω.
Ματίνα: Με το μαλακό Τάσο μου. Το παιδί πρέπει να καταλάβει. Αλλιώς θα έχουμε προβλήματα.
Τάσος: Πρέπει να φοβάται σου λέω. Καλύτερα να φοβάται αυτή παρά εμείς. Φύλαγε τα ρούχα σου να έχεις τα μισά.
Ματίνα: Οφείλουμε να μιλήσουμε στη Μελίσσα ανοιχτά, χωρίς προσχήματα. Να καταλάβει, αλλιώς μπορεί και να μας θεωρήσει εχθρούς της, και να καταφύγει στην Ζάντρα, που θα την καταστρέψει αναμφίβολα. Απορώ που επανήλθε ύστερα από τόσα χρόνια. Κάτι έχει στο μυαλό της.
Τάσος: Ανησυχώ πολύ για την ακεραιότητα του παιδιού. Κάτι έχει στο μυαλό της η Ζάντρα.
Ματίνα: Θα σκεφτούμε και θα ενεργήσουμε όσο πιο γρήγορα μπορούμε. Η Ζάντρα δεν έχει πολύ μυαλό. Είναι επιπόλαια και αυτό είναι κάτι που δεν αλλάζει δυστυχώς.
Τάσος: Εντάξει κλείνω τώρα. Θα τα πούμε από κοντά.
Η Ματίνα σηκώνεται, προχωρά, πλησιάζει μία ντουλάπα από όπου τραβά το βάζο του καφέ και τη ζάχαρη. Ενεργοποιεί το ηλεκτρικό δοχείο νερού και ετοιμάζει σε ένα μεγάλο φλιτζάνι το μείγμα για τον καφέ της. Κουνάει το κεφάλι της και μουρμουρίζει.
Ματίνα: Δες που μπλέξαμε πάλι με την Ζάντρα! Κάτι μού ‘λεγε πάντα μέσα μου πως θα ξαναφανεί και θα επιχειρήσει κάτι με το παιδί. Καημένε Τάσο! Δεν το είχες ψάξει καλά. Την πήρες γιατί ήταν χαριτωμένη, την επιπολαιότητα που της χρεώνεις σήμερα, ούτε καν την είχες πιάσει… Τι να κάνω τώρα εγώ η κακομοίρα; Στην ηλικία μου μία χαρά έχω μόνο: αυτό το παιδί! Εγώ έγινα μάνα του και όμως… Έτσι είναι, έτσι είναι!
Σκηνή δεύτερη
Καίτη: (συμμαθήτρια της Λαρίσσας την πλησιάζει χαμογελώντας) Γεια σου Λαρίσσα!
Λαρίσσα: Γεια σου, τι κάνεις;
Μαθήτρια: Καλά κι εσύ;
Λαρίσσα: Καλά καλά
Καίτη: (την κοιτάζει περίεργα) Όλα καλά λοιπόν.
Λαρίσσα: Ναι… γιατί; (δεν περιμένει απάντηση και συνεχίζει ενώ ταυτόχρονα αρχίζει να απομακρύνεται φανερά κατειλημμένη από άγχος:) Πρέπει να πηγαίνω! Γεια σου!
Καίτη: (αμήχανη την κοιτάζει που απομακρύνεται:) Γεια σου!
Ντίνος: (φωνάζει από μακριά:) Καίτη, στάσου!
Η Καίτη περιμένει ένα λεπτό. Ο Ντίνος βιάζεται κοντά της.
Ντίνος: Γεια σου!
Καίτη: Γεια σου… Ντίνο!
Ντίνος: Τι έπαθε αυτή;
Καίτη: Χμ; Δεν ξέρω.
Ντίνος: Κι εσύ… λες και δεν περίμενες να με δεις…
Καίτη: Αναρωτιέμαι για την Λαρίσσα, ξέρεις.
Ο Ντίνος της προτείνει τσιγάρο.
Καίτη: Δε νομίζεις ότι το παρακάνεις;
Ντίνος: Γιατί; απαγορεύεται;
Καίτη: Είναι σα να γράφεις στα παλιά σου τα παπούτσια τον καθηγητή που περιδιαβάζει στην αυλή του σχολείου…
Ντίνος: Είμαι δεκατεσσάρων χρονών ξέρεις…
Καίτη: Μιλάς λες κι είσαι τριαντάρης. Να ήταν και καλό για την υγεία σου, θα έλεγα, εντάξει. Θα σου ταχτοποιήσει τους πνεύμονές σου. Το ξέρουν οι δικοί σου αυτό που κάνεις;
Ντίνος: Έλα τώρα, τι κάνω; Δε βλέπεις πως είναι της μόδας;
Καίτη: Βρες άλλες δικαιολογίες Ντίνο. Είσαι ένας νεαρός μαθητής του Γυμνασίου που προσπαθεί να φανεί ανεξάρτητος και… πιο άντρας, αν μπορεί ποτέ να ισχυριστεί κανείς ότι το τσιγάρο είναι ένδειξη ανδρισμού!
Ντίνος: Νά ‘τα μας! Έλα τώρα παιδί μου! Άσε τα μαθήματα! Μα όλες οι γυναίκες ίδιες είσαστε τελικά: πολύ περίεργα όντα!
Καίτη: Εντάξει… Γεια σου λοιπόν και ελπίζω να ικανοποιήθηκες με όλα αυτά!
Η Καίτη απομακρύνεται βιαστικά, αφήνοντας τον Ντίνο ν’ αναρωτιέται.
Ντίνος: Τι σου είναι το θηλυκό γένος! Από αλλού κινήσαμε κι αλλού καταλήξαμε.
Λαρίσσα: Γεια σου Ντίνο!
Ντίνος: Α, η Λαρίσσα! Από πού ξεφύτρωσες εσύ; Δεν είχες φύγει βιαστικά από το σχολείο; Ξαναγύρισες! Τα νέα σου!
Λαρίσσα: Βγήκα μια στιγμή και γύρισα. Αυτό είναι όλο.
Ντίνος: Ραντεβουδάκι; ραντεβουδάκι;
Λαρίσσα: (κοκκινίζοντας) Σε παρακαλώ!
Ντίνος: Εντάξει καταλαβαίνω.
Λαρίσσα: Δε νομίζω… αλλά άστο.
Ντίνος: Ναι… ας μη χαλάμε τις καρδιές μας με λεπτομέρειες.
Λαρίσσα: Μα κάνεις λάθος Ντίνο! Δεν πρόκειται για ραντεβού… μίλησα για λίγο με μια φίλη της θείας μου.
Ντίνος: Πολύ κρυφό έτσι;
Λαρίσσα: Δεν ξέρω τι εννοείς Ντίνο, όμως πρέπει να πηγαίνω. Πάω να πάρω την τσάντα μου. Θ’ αργήσω να πάω στο σπίτι μου, αν καθίσω λίγο ακόμα μαζί σου. Γεια σου λοιπόν!
Ντίνος: (γελώντας πάντα πονηρά) Γεια, γεια… (γελάει και συμπληρώνει μιλώντας μόνος του) «Πρέπει να δω ποιον συναντά, επιτέλους».
Σκηνή τρίτη
Καίτη: Ναι μαμά! Την είδα σου λέω κι άλλες φορές, να συναντά μία κυρία της ηλικίας σου και να μιλάνε προσεκτικά, λες και φοβούνται κάτι… κάποιον.. δεν ξέρω. Άκουσε να σου πω για να καταλάβεις: πρόσφατα, μια-δυο μέρες πριν, μιλούσα με τον Ντίνο -τον ξέρεις- στο σχολείο και για την παράξενη συμπεριφορά της Λαρίσσας. Μου είπε ότι τον παραξενεύει η προσεκτική συμπεριφορά της Λαρίσσας και τα σύντομα σκασιαρχεία της στο τέλος της τάξης. Είπε λοιπόν ότι τελικά την παρακολούθησε και ότι την είδε να συναντιέται με μια άγνωστη. Ήταν ολοφάνερο, ότι την περίμενε. ………………………………………………………………………………………………………………………….
Ντίνος: «Απόρησα γιατί περίμενα να δω ένα αγόρι στην θέση της γυναίκας. Μίλησαν για λίγη ώρα και λίγο πριν χωρίσουν φιλήθηκαν και ενώ η Λαρίσσα βιάστηκε πίσω στο σχολείο, η κυρία απομακρύνθηκε γρήγορα από τον τόπο συνάντησης. Αλήθεια τι κρύβουν; Ρώτησα την Λαρίσσα και είπε ότι είναι φίλη της θείας της». Η αλήθεια μαμά είναι ότι η Λαρίσσα έχει αλλάξει πολύ τελευταία. Είναι φοβισμένη. Κάποια παιδιά είπαν ότι μπορεί να είναι η μάνα της. Εκείνη την ημέρα καθώς συζητούσαμε, πέσαμε πάνω τους. Προφανώς είχαν αλλάξει την ώρα της συνάντησής τους ίσως και εξαιτίας μας. «Σωπάστε καλέ!» είπα τρομαγμένη. Περάσαμε ωστόσο δίπλα τους λέγοντας μια καλησπέρα. Η Λαρίσσα κατακοκκίνισε, αλλά μας χαιρέτησε, καθώς και η άγνωστη.»
………………………………………………………………………………………………………………………….
Αντιγόνη: Κακό αυτό. Ποια είναι άραγε η κυρία που συναντάει; Να μην μπλεχτεί το κοριτσάκι σε κάποια βρωμο – δουλειά. Ποιον μπορείς να εμπιστευτείς αυτές τις μέρες. Πρέπει να τηλεφωνήσω στην Ματίνα. Ευτυχώς που έχω κάποια σχέση μαζί της, αρκετή για να δικαιολογήσω την επέμβασή μου στην υπόθεση. Πρέπει, πρέπει να της μιλήσω. Οι κρυφές δουλειές είναι πάντα ύποπτες. Αν ήταν κάτι σωστό η γυναίκα αυτή θα πήγαινε στο σπίτι τους. Μπορείς να μου την περιγράψεις αυτή την κυρία;
Καίτη: Ναι… νομίζω ότι μπορώ να μιλήσω κάπως γενικά για την εμφάνισή της: είναι ξανθιά, μετρίου αναστήματος, αδύνατη μάλλον, και… έχει ανοιχτόχρωμα μάτια.
Αντιγόνη: Χμ!.. Εντάξει. Θα μιλήσω με την Ματίνα.
Σκηνή τέταρτη
Ματίνα: Ευχαριστώ Αντιγόνη. Ναι, ναι, αναμφίβολα… Ευχαριστώ πολύ.
Η Ματίνα είναι προβληματισμένη. Η Αντιγόνη δεν είναι η πρώτη μητέρα που την ειδοποιεί για την Λαρίσσα και τις συναντήσεις της με την άγνωστη.
Ματίνα: Πρέπει να κάνω πολλά περισσότερα αυτή τη φορά. Δεν με ακούει η μικρή. Οι προειδοποιήσεις μου δεν έπιασαν τόπο. Δοκιμάζει, έχει περιέργεια, κυρίως όμως πόνο… κι εκείνη που λέει ότι είναι μάνα της και την αγαπάει, δεν της λέει την αλήθεια. Πρέπει να φανώ αποφασιστική για το καλό της.
Φωνάζει την Λαρίσσα. Τώρα Ματίνα και Λαρίσσα κάθονται στην μικρή κουζινο-τραπεζαρία και μιλάνε με σχετική ένταση.
Ματίνα: Δεν έχεις εκλογές κορίτσι μου. Να μάθεις λοιπόν να την αποφεύγεις.
Λαρίσσα: Μα…
Ματίνα: Όχι «μα»! Να μάθεις. Ξέρω τι συμβαίνει. Τα γνωρίζω όλα τα καμώματά σας, της… άσε…, και τα δικά σου! Οι άλλοι μαθητές σας βλέπουν, οι γονείς τους σας βλέπουν και η γλώσσα πάει ροδάνι. Είναι από ανησυχία, είναι από περιέργεια δεν το ξέρω. Τα λόγια τους έφτασαν στ’ αυτιά μου και…
Λαρίσσα: Τα ξέρει και ο μπαμπάς μου;
Ματίνα: Εσύ τι λες;
Η Λαρίσσα την κοιτάζει στεναχωρημένη.
Λαρίσσα: Τι να κάνω; Ούτε και να την χαιρετάω όταν με χαιρετάει;
Ματίνα: Τι να κάνουμε, η καλημέρα είναι του Θεού, δε λέω… Αλλά όχι πολλά μαζί της. Αν πρέπει… ν’ αλλάζεις ακόμα και δρόμο. Γιατί πίσω από τα φανερά υπάρχουν και τα δύσκολα, τα κρυφά.
Λαρίσσα: (αναστατωμένη, με φωνή που τρέμει και έτοιμη να κλάψει) Μα θεία μου, γιατί μου μιλάς έτσι; «ν’ αλλάζω δρόμο!» Ξέχασες πως είναι η μητέρα μου; Ξέρεις πως μου έλειψε. Είναι κακό να θέλω να την γνωρίσω;
Ματίνα: Εσένα σου έλειψε, εκείνης όμως δεν της έλειψες! Γιατί αν ήθελε πραγματικά να σε γνωρίσει θα ερχόταν σε επαφή μαζί μας και δε θα έκανε κρυφο-δουλειές. Το θεωρείς έντιμο αυτό; (Φανερά συγχυσμένη η Ματίνα, σταματάει, κοιτάζει το ταβάνι, κάνει το σταυρό της και λέει:) Αχ Θεέ μου! πώς μιλάω έτσι σ’ ένα παιδί δεκατριών χρονών;
Η Λαρίσσα φανερά απόμακρη κοιτάζει τα ακροδάχτυλά της με σκυμμένο κεφάλι. Τα πλέκει και επιμένει να τα κοιτάζει με περιέργεια.
Ματίνα: Λοιπόν;
Λαρίσσα: Λοιπόν; (σκέφτεται λίγο) Ε… εντάξει!
Ματίνα: Τι εντάξει;
Μελίσσα: (Έντονα) Εντάξει… θα κάνω αυτό που θέλεις!
Ματίνα: Καταλαβαίνεις και συμφωνείς ή απλά κοιτάς να ξεμπερδέψεις μαζί μου;
Λαρίσσα: Όχι θεία μου… συμφωνώ… αν και δεν καταλαβαίνω πολλά πράγματα.
Ματίνα: Να θυμάσαι πάντα ότι σ’ αγαπούμε πολύ ο πατέρας σου κι εγώ για να θέλουμε να σε στεναχωρούμε. Είναι μόνο για το καλό σου!
Λαρίσσα: Μπορώ να φύγω τώρα;
Ματίνα: Ναι, και να θυμάσαι αυτά που είπαμε. Έτσι;
Λαρίσσα: Ναι θεία!
Η Λαρίσσα φεύγει, η Ματίνα πιάνει το τηλέφωνο και αφού πληκτρολογεί έναν αριθμό, μιλάει σε κάποιον.
Ματίνα: Τάσο, μιλήσαμε. Της είπα. Θέλει όμως λίγο παρακολούθηση το πράγμα. Το παιδί μας είναι καλό, αλλά εκείνη είναι χαμένη. Δεν ξέρουμε όμως τι θα κάνει η άλλη, για να συνεχίσει να την βλέπει.
Τάσος: Δεν πρέπει να την συναντά καθόλου. Σ’ αυτό επιμένω.
Ματίνα: Με το μαλακό Τάσο μου. Το παιδί πρέπει να καταλάβει. Αλλιώς θα έχουμε προβλήματα.
Τάσος: Πρέπει να φοβάται σου λέω. Καλύτερα να φοβάται αυτή παρά εμείς. Φύλαγε τα ρούχα σου να έχεις τα μισά.
Ματίνα: Οφείλουμε να μιλήσουμε στην Λαρίσσα ανοιχτά, χωρίς προσχήματα. Να καταλάβει, αλλιώς μπορεί και να μας θεωρήσει εχθρούς της, και να καταφύγει στην Ζάντρα, που θα την καταστρέψει αναμφίβολα. Απορώ που επανήλθε ύστερα από τόσα χρόνια. Κάτι έχει στο μυαλό της.
Τάσος: Ανησυχώ πολύ για την ακεραιότητα του παιδιού. Κάτι έχει στο μυαλό της η Ζάντρα.
Ματίνα: Θα σκεφτούμε και θα ενεργήσουμε όσο πιο γρήγορα μπορούμε. Η Ζάντρα δεν έχει πολύ μυαλό. Είναι επιπόλαια και αυτό είναι κάτι που δεν αλλάζει δυστυχώς.
Τάσος: Εντάξει κλείνω τώρα. Θα τα πούμε από κοντά.
Η Ματίνα σηκώνεται, προχωρά, πλησιάζει μία ντουλάπα από όπου τραβά το βάζο του καφέ και τη ζάχαρη. Ενεργοποιεί το ηλεκτρικό δοχείο νερού και ετοιμάζει σε ένα μεγάλο φλιτζάνι το μείγμα για τον καφέ της. Κουνάει το κεφάλι της και μουρμουρίζει.
Ματίνα: Δες που μπλέξαμε πάλι με τη Ζάντρα! Κάτι μού ‘λεγε πάντα μέσα μου πως θα ξαναφανεί και θα επιχειρήσει κάτι με το παιδί. Καημένε Τάσο! Δεν το είχες ψάξει καλά. Την πήρες γιατί ήταν χαριτωμένη, την επιπολαιότητα που της χρεώνεις σήμερα, ούτε καν την είχες πιάσει… Τι να κάνω τώρα εγώ η κακομοίρα; Στην ηλικία μου μία χαρά έχω μόνο: αυτό το παιδί! Εγώ έγινα μάνα του κι όμως… Έτσι είναι… έτσι είναι!
Σκηνή πέμπτη
Λαρίσσα: Ζάντρα, δε μου αρέσει να συναντιόμαστε σαν ένοχες, λες κι αυτό που κάνουμε είναι κακό, ή ότι συναντιόμαστε για να κάνουμε κάτι κακό. Αν το μάθει η θεία Ματίνα θα στεναχωρηθεί πολύ γι’ αυτή την συμπεριφορά μου.
Ζάντρα: Ποτέ δεν της άρεσα…
Η Ζάντρα γελάει σαν τρελή, ενώ η Μελίσσα την παρακολουθεί παραξενεμένη.
Λαρίσσα: Δεν ξέρω γιατί μιλάς έτσι αλλά θα πρέπει να ξέρεις ότι ο πατέρας μου και η θεία Ματίνα είναι καλοί άνθρωποι, με μεγάλη καρδιά. Αν είναι σωστό να βλεπόμαστε αφού είσαι η μητέρα μου, τότε το λιγότερο που μπορείς να κάνεις είναι να επιδιώξεις να έρθεις σπίτι μας και να μιλήσεις με την οικογένειά μου.
Ζάντρα: Κάνε λίγη υπομονή. Όλα θα γίνουν. Σιγά-σιγά όλα θα μπούνε στη θέση τους. Γνωρίζω καλά και τον πατέρα σου και την Ματίνα.
Σα να μιλάει μόνη της
Ζάντρα: Τον αγάπησα τον Τάσο. Ξέρω τι άνθρωπος είναι. Αυστηρός. Δε θα με συγχωρήσει για το κακό που σας έκανα.
Λαρίσσα: Ο πατέρας μου είναι καλός άνθρωπος και δίκαιος. Δε θέλεις να με καταλάβεις. Τον αγαπάω… και αγαπώ και την θεία Ματίνα, γιατί μ’ αγαπάει. Είναι η μητέρα που δεν είχα για δέκα χρόνια. Με μεγάλωσε, καταλαβαίνεις; Έδωσε την ζωή της για μένα.
Η Ζάντρα δε θέλει ν’ ακούσει άλλα.
Ζάντρα: Καλά-καλά φύγε τώρα… και πρόσεχε.
Η Λαρίσσα διστάζει. Η Ζάντρα την αγκαλιάζει και τη φιλάει.
Σκηνή έκτη
Μένιος: Τι έγινε με τη μικρή; Πως πάει η σχέση;
Ζάντρα: Είναι πολύ δύσκολη. Κολλημένη στον πατέρα της και στην θεία της.
Μένιος: Διάβολε! Μάνα της είσαι. Δεν μπορείς να την πείσεις για τα αισθήματά σου; Πώς θα γίνει το πράγμα; Αν θέλεις τις δόσεις σου… πρέπει να κάνεις τα αδύνατα δυνατά να την καταφέρεις να σε ακολουθήσει.
Ζάντρα: Ναι Μένιο, το ξέρω και προσπαθώ. Μη νομίζεις ότι ενεργώ διαφορετικά από την συμφωνία μας!
Ο Μένιος την πλησιάζει χαμογελώντας… την πιάνει από τους ώμους και τη σηκώνει. Την αγκαλιάζει. Εκείνη τρέμει.
Μένιος: Έλα, ξέρεις πόσο σ’ αγαπάω. Είσαι πάντα το κορίτσι που θυσίασε ακόμα και την κόρη της για μένα. Δεν το ξεχνώ. Όμως η μικρή μας χρειάζεται. Πώς θα αποσπάσουμε τα χρήματα που χρειαζόμαστε χωρίς αυτήν. Θα την έχεις μαζί σου, θα την βλέπεις καθημερινά, θα την χαίρεσαι και κανένας δε θα ξέρει ότι κρύβεστε και περισσότερο από όλους η κόρη σου. Μόλις την καταφέρεις να σε ακολουθήσει θα φύγετε από εδώ μακριά. Ποιος άλλωστε μπορεί να παρεξηγήσει μια μητέρα με το παιδί της; Αλλά το δύσκολο είναι να την πείσεις να σε ακολουθήσει και επίσης να την κάνεις να το χωνέψει πως ό,τι κάνεις είναι για το καλό της.
Ζάντρα: (με αρρωστημένο ύφος) Ναι Μένιο, θα προσπαθήσω… Νομίζω ότι δε θ’ αργήσω να τα καταφέρω.
Σκηνή έβδομη
Ματίνα: Άργησες Λαρίσσα!
Λαρίσσα: Το ξέρω. Αργήσαμε λιγάκι να βγούμε από την αίθουσα.
Ματίνα: Να σε πιστέψω;
Λαρίσσα: (κοκκινίζοντας) Τι να πω θεία;
Η Λαρίσσα βγαίνει κάποια στιγμή από την κουζινοτραπεζαρία και η Ματίνα μιλά στον εαυτό της:
Ματίνα: «Έμαθες να κρύβεσαι κοριτσάκι, και τι να κάνω; Όλοι έχουν τα δικαιώματά τους: εσύ, ο πατέρας σου, η μάνα σου. Μόνο εγώ δεν έχω… η θεία σου. Καρφώθηκα στο ρόλο ετούτο, κι όχι τυχαία. Ούτε να σε μαλώνω μπορώ κακόμοιρο! Δε μου πάει το στόμα. και ποιος ξέρει πού θα καταλήξει ετούτη η ιστορία των συναντήσεών σου με τη Ζάντρα».
Μπαίνει ο Τάσος στην κουζινο-τραπεζαρία και η Λαρίσσα, ακολουθεί.
Τάσος: Μόνη σου μιλάς Ματίνα;
Ματίνα: Ε… κάτι δικά μου… σκέφτομαι… (απευθύνεται στη Μελίσσα) Έλα κορίτσι μου, πήγαινε να αλλάξεις και να ετοιμάσουμε για το δείπνο.
Λαρίσσα: Ναι θεία αμέσως.
Φεύγει η Λαρίσσα.
Ματίνα: Εσύ πότε ήρθες; Ούτε που άκουσα την πόρτα ν’ ανοίγει.
Τάσος: Πώς να μ’ ακούσεις; Ήρθα από την πίσω πόρτα. (πηγαίνει κοντά της και της μιλά εμπιστευτικά) Άκουσε: παρακολούθησα την μικρή, και δεν ήθελα να γίνω αντιληπτός.
Η Ματίνα δαγκώνεται. Δεν μιλά.
Τάσος: Πες κάτι! Ξέρω ότι διαφωνείς. Άκουσε: Η Ζάντρα είναι μπλεγμένη με έναν κακοποιό. Δεν θα την αφήσω να καταστρέψει το παιδί μου.
Ματίνα: Τάσο μου, μάνα της είναι. Πώς θα μπορέσει να κάνει κάτι τέτοιο; Ίσως να μετάνιωσε και θέλει να επανασυνδεθεί με το παιδί… με σένα. Άλλωστε έχει νομικά δικαιώματα, αν το επιδιώξει αυτό και πιστεύω θα της επιτραπεί να βλέπει την μικρή ή και να την παίρνει και μαζί της, όπως συμβαίνει με τα χωρισμένα αντρόγυνα όταν έχουν παιδιά.
Τάσος: Ναι αλλά εμείς δεν είμαστε απλά χωρισμένοι. Η κυρία αυτή εγκατέλειψε την οικογενειακή στέγη εγκαταλείποντας μαζί και το παιδί της, για να φύγει μ’ άλλον άντρα. Και τι άντρα! Έναν αλητήριο, έναν σεσημασμένο ναρκομανή, κι ας το ήξερε. Είχε δοκιμάσει το φρούτο από πριν… κι έτσι την βόλευε να φύγει. Πού άντρα, πού σπίτι; Τίποτα δεν υπολόγισε. Όλα μπορούν να της συγχωρεθούν, αλλά η εγκατάλειψη ενός νήπιου είναι ασυχώρετη. Άραγε, είναι άρρωστη η γυναίκα! Και τώρα, βάζω στοίχημα ότι υπάρχει άλλος λόγος πίσω από την προσπάθειά της να τραβήξει το παιδί κοντά της. Αυτό είναι που με σφάζει. Δεν το λυπάται, μόνο και που του κατέστρεψε την ηρεμία του. Παλιοθήλυκο! Αν την είχα εδώ μπροστά μου θα την έπνιγα μα τω Θεώ.
Ματίνα: Σιώπα Τάσο μου, να χαρείς! Θα σ’ ακούσει το παιδί!
Τάσος: Διαφωνείς με αυτά που λέω;
Ματίνα: Τάσο μου, μάνα της είναι. Έχει νομικά δικαιώματα στο παιδί.
Τάσο: Κάνεις λάθος. Το εγκατέλειψε το παιδί. Το δικαστήριο δε θα της επιτρέψει ποτέ την κηδεμονία του. Και ξέρεις γιατί; Γιατί ζει με αυτόν τον παράνομο, τον ναρκομανή και δεν αμφιβάλλω ότι είναι ναρκομανής και η ίδια. Έπρεπε να τη δεις, τα χάλια της έχει.
Ματίνα: Καταλαβαίνω την οργή σου και τους φόβους σου, γιατί τα παρόμοια αισθάνομαι κι εγώ…
Τάσος: Τότε τι κάθεσαι και μου λες; Αν τολμήσει να κάνει κάτι «νομικά», θα με βρει μπροστά της. Αλλά δε θα τολμήσει το ξέρω αυτό. Έχει έναν χάλια φίλο… τα είπαμε… Αυτό φτάνει…
Ματίνα: Τα ξέρω όλ’ αυτά και είμαι πάντα μαζί σου αδελφέ μου.
Τάσος: Τι θα πει στον εισαγγελέα: «κύριε Εισαγγελέα μου τ’ αγαπάω το παιδί μου και το θέλω κοντά μου»; Έτσι νομίζεις γίνονται αυτά; «Πώς κυρία μου Ζάντρα; Έτσι το παίρνεις το παιδάκι από έναν νοικοκύρη, έναν έντιμο πατέρα που κάνει τα πάντα για το παιδί του και το βάζεις σε οίκο ανοχής;
Ματίνα: Σιώπα για τ’ όνομα του θεού Τάσο μου! Θα μας μισήσει το κοριτσάκι μας έτσι που μιλάμε και τότε ίσως αποφασίσει να το σκάσει με την Ζάντρα, κι ας είναι όποια κι αν είναι! Δεν ξέρει τίποτα απ’ όλα αυτά, ούτε και μπορεί… δεν μπορεί να καταλάβει στην ηλικία της…
Τάσος: Ναι καλά! Δεν της αρέσαμε της κυρίας Ζάντρας γιατί είχαμε ηθικούς κανόνες -όπως οι περισσότεροι έντιμοι οικογενειάρχες- και με το που τους πήρε χαμπάρι, επαναστάτησε και τό ‘σκασε με τον παλιάνθρωπο τον Μένιο!
Ο Τάσος τρέμει από τον θυμό του. Η Ματίνα προσπαθεί να τον ηρεμήσει.
Ματίνα: Έλα Τάσο μου… Δε σου κάνει καλό να το σκέφτεσαι έτσι το πράγμα!
Τάσος: Και πώς πρέπει να το σκέφτομαι; Τι πρέπει να κάνω; Διαζύγιο πήρα! Τι άλλο μπορούσα να κάνω για να προστατέψω εμάς όλους;
Ματίνα: Να μιλήσεις στην Ζάντρα και να βολιδοσκοπήσεις τους σκοπούς της. Ταυτόχρονα να μιλήσεις και στο παιδί με μειλίχιο τρόπο. Έτσι ώστε να μην οξυνθούν οι σχέσεις μας και συγκριθούν κάποια στιγμή με την συμπεριφορά της ασθενικής Ζάντρας. Να μη δημιουργηθεί πρόβλημα και το παιδί στραφεί εναντίον μας.
Τάσος: Δεν ξέρω τι λες, ξέρω μονάχα πως αυτή τη δουλειά θα την κάνω μόνος μου. Εσύ η αδερφή μου, είσαι η καλύτερη μάνα του παιδιού μου και είσαι, γιατί το κοριτσάκι μας εξελίχθηκε σε καλό, υπάκουο, ευγενικό και εργατικό παιδί.
Ματίνα: Πάντα έχεις δίκιο εσύ Τάσο… Προχώρα σταθερά προς την κατεύθυνση που διάλεξες. Να θυμάσαι όμως πως η μάνα όποια κι αν είναι, ότι κι αν είναι, αγαπάει το παιδί της. Καλά ήταν να μην την είχες πάρει γυναίκα σου… Λάθος εκλογή Τάσο μου. Δεν ταιριάζατε αλήθεια. Η Ζάντρα δεν ήταν φτιαγμένη για συζυγική συμβίωση, ζέψιμο… όχι… Τέλος πάντων, τώρα να δούμε τι θα κάνουμε…
Η Λαρίσσα ακούει τη συζήτησή τους αθελά της.
Λαρίσσα: Πάλι για την Ζάντρα μιλάνε, την μάνα μου. Δεν την ξέρουν, ούτε την πραγματικότητα… ούτε και την σχέση μας. Κάποια στιγμή πρέπει όλα να δουν το φως. Δεν έχουν ιδέα για την Ζάντρα και την πραγματικότητα… Είμαι ίσως μικρή, αλλά όχι τόσο μικρή ώστε να μην καταλαβαίνω. Πώς ο πατέρας μου δεν μπόρεσε να δει;
………………………………………………………………………………………
«Ζάντρα: Τον αγάπησα τον πατέρα σου. Έκανα ένα λάθος. Αν και το μετάνιωσα, δεν μπορώ να πλησιάσω τον Τάσο ούτε και να του μιλήσω. Φοβάμαι. Ανέκαθεν ήταν αυστηρός! Δεν τον μισώ… τον αγαπάω… γι’ αυτό μου φτάνει που βλεπόμαστε έστω και κλεφτά…
Λαρίσσα: Γιατί το έκανες αυτό Ζάντρα;
Ζάντρα: Ποιο απ’ όλα;
Λαρίσσα: Να… άφησες τον μπαμπά! Και…
Η Ζάντρα με την ακατανόητη συμπεριφορά της εκπλήσσει τη μικρή.
Ζάντρα: Ήμουν κούφια και ανόητη. Μετάνιωσα, αλλά ήταν πλέον αργά!
Λαρίσσα: Και τι θα γίνει τώρα; Πρέπει να δεις τον μπαμπά μου. Να τους εξηγήσεις, να του πεις ότι μου είπες κι εμένα: ότι λυπάσαι για όλα, ότι μετάνιωσες και ότι τον αγαπάς, του ζητάς συγγνώμη… και ότι θέλεις να είμαστε όλοι μαζί…
Ζάντρα: Τα σκέφτηκα όλ’ αυτά, αλλά να… δεν μπορώ και να ταπεινωθώ! Τον φοβάμαι τον Τάσο!
Λαρίσσα: Μα γιατί, τι σου έκανε; Ο μπαμπάς μου είναι καλός άνθρωπος!
Ζάντρα: Τι μου έκανε; Τίποτα, αλλά να τώρα… φοβάμαι τα χειρότερα!
Η Λαρίσσα αγχώνεται.
Λαρίσσα: Ο μπαμπάς μου δεν είναι αγροίκος, αλλά δίκαιος και καλός! Κάντο λοιπόν για χάρη μου.
Ζάντρα: Εντάξει. Άσε να το σκεφτώ λιγάκι.
Αγκαλιάζει την Λαρίσσα που είναι κάπως επιφυλακτική απέναντί της και τη φιλά στα μαλλιά.
Ζάντρα: Αχ τι έκανα! Να μεγαλώνεις μακριά μου, να κουβαλάω την απέχθεια του Τάσου και επιπλέον να σε κάνω να υποφέρεις με το άρρωστο πια παιχνίδι των μυστικών μας συναντήσεων… (κλείνει τα μάτια και ψιθυρίζει) Αχ, παιδί μου!
Λαρίσσα: Έλα Ζάντρα, μην κάνεις έτσι, θ’ αρρωστήσεις και θα ‘ναι χειρότερα, ξέρεις. Πρέπει να φύγω για να μην αργήσω πάλι και η Ματίνα αρχίσει να με ρωτάει για τα ‘γιατί’ και ‘τα πώς’. Η αλήθεια είναι ότι η Ματίνα δε με μαλώνει, θέλει μονάχα να μην αργώ για να μη στεναχωριέται ο μπαμπάς μου. Θέλω να ξέρεις ότι τον αγαπώ πολύ τον πατέρα μου. Ξέρει ότι συναντιόμαστε και φοβάται… Έλα, γεια σου…
Ζάντρα: Εντάξει θα σε δω μεθαύριο…
Λαρίσσα: Γιατί όχι αύριο;
Ζάντρα: Έχω κάποια δουλειά…
Λαρίσσα: Εντάξει, μεθαύριο μετά από το σχολείο, εδώ πάλι.
Απομακρύνονται από το σημείο συνάντησής τους και προς διαφορετική κατεύθυνση»
………………………………………………………………………………………………………
Τάσος: Για έλα εδώ Λαρίσσα! Ακούω ότι έρχεσαι κάπως αργά από το σχολείο. Συμβαίνει κάτι που πρέπει να το ξέρω;
Λαρίσσα: Ναι μπαμπά. Βλέπω την Ζάντρα στα γρήγορα. Θα σου το έλεγα κάποια στιγμή. Δε θα σου το κρατούσα μυστικό, να το ξέρεις.
Ο Τάσος κοκκινίζει.
Τάσος: Δεν είσαι ευτυχισμένη μαζί μου, θέλεις τον απαγορευμένο καρπό!
Λαρίσσα: Τον απαγορευμένο καρπό! Μπαμπά, ξέχασες ότι η Ζάντρα είναι η μαμά μου; Και να ξέρεις μπαμπά, ότι είναι τόσο μεγάλο το κακό που είστε χωρισμένοι, που περισσεύει να μου λες ότι δεν πρέπει να την συναντώ. Είμαστε τόσες ώρες μαζί ενώ με την Ζάντρα το πολύ-πολύ δεκαπέντε λεπτά κι αυτό όχι και κάθε μέρα. Και δεν είναι κρίμα καλέ μπαμπά η μαμά μου; Εσύ που είσαι τόσο γενναιόδωρος, γιατί δεν μπορείς να την συγχωρήσεις;
Τάσος: Δε θα ήθελα να σε στεναχωρήσω παιδί μου, αλλά η Ζάντρα μας εγκατέλειψε κι όχι εμείς την Ζάντρα. Μας εγκατέλειψε, εμένα που την αγαπούσα κι εσένα το μωρό της, μόλις τριών χρόνων. Ξέρεις πολλές μάνες να εγκαταλείπουν τα αγγελουδάκια τους, για έναν άντρα; Το έκανε για έναν ξένο, έναν αλήτη. Συγγνώμη παιδί μου, αλλ’ αυτό δεν μπορώ να της το συγχωρέσω… Πήραμε διαζύγιο βέβαια… Ο νόμος υποστήριξε εμένα. Εξάλλου αυτή δεν ενδιαφερόταν για εμας!
Λαρίσσα: Όμως σου υπόσχομαι μπαμπά πως η Ζάντρα άλλαξε. Λέει πως σ’ αγαπάει και ότι θα ήθελε να τρέξει για να σου ζητήσει συγγνώμη, αλλά να… σε φοβάται.
Τάσος: Τι ειρωνεία! Φοβάται ο λύκος το πρόβατο; Δε θέλω να συζητάω με το παιδί μου που είναι μόνο δεκατριών, για τέτοια πράγματα. Ξέρεις πόσα χρόνια έκανε να σε δει; δέκα ολόκληρα χρόνια! Τι έγινε στο μεσοδιάστημα; έπαθε αμνησία; (γελάει ειρωνικά) Ε, όχι… φαίνεται της έδωσε τα παπούτσια στο χέρι ο… Τι θα πρέπει να κάνουμε εμείς τώρα; Να συγχωρέσουμε την επανάστασή της, της ενηλίκου που ωρίμασε τελικά –αν ωρίμασε και δεν συμβαίνει κάτι τι, ύπουλο!…
Η Λαρίσσα τον κοιτάζει λυπημένη. Ο Τάσος πονάει βλέποντάς την έτσι. Σηκώνεται και την παίρνει από το χέρι και πάνε στον καναπέ. Δεν αφήνει το χέρι της ενώ της μιλάει.
Τάσος: Άκουσε Λαρίσσα μου. Το Δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεσή μας, μας παραχώρησε όλα τα δικαιώματα που έχουμε. Πέρασαν τόσα χρόνια από τότε. Δεν είναι τουλάχιστον περίεργο το ότι εμφανίζεται ξαφνικά, ενώ ζει στην ίδια πόλη μ’ εμάς και επιδιώκει μία όλο και περισσότερο στενότερη σχέση;
Λαρίσσα: Είπε ότι συνέβησαν πολλά στη ζωή της. Ότι ήταν πολύ άτυχη.
Τάσος: Τι να πει; Από λόγια είναι η πρώτη!
Λαρίσσα: Είπε ότι κάποτε βρέθηκε σε μια φωτιά.
Τάσος: Μάλιστα!
Μελίσσα: Είδα ένα μεγάλο σημάδι στο μπράτσο της. Την ρώτησα να μάθω.
Τάσος: Και;
Λαρίσσα: Έίπε ότι βρέθηκε σε μια φωτιά ύστερα που χωρίσατε.
Τάσος: Και λοιπόν; Κάνει ότι μπορεί για να συγκινήσει, η …
Λαρίσσα: Δεν ξέρω τίποτα άλλο μπαμπά!
Τάσος: Θα σου πω εγώ: Ο φίλος της μεθούσε και έπαιρνε ναρκωτικά. Αυτός έβαλε φωτιά στο μαγαζί μπροστά από το σπίτι, για να πάρει την αποζημίωση από την ασφάλεια.
Λαρίσσα: Εσύ πώς τα ξέρεις όλ’ αυτά μπαμπά; Αφού λες ότι δεν ήξερες ούτε πού βρισκόταν!
Τάσος: Από τις εφημερίδες. Είναι κακός άνθρωπος, ‘μούτρο’, όπως λένε, αλλά είδες; δεν τον άφησε.
Λαρίσσα: Λέει ότι αυτός ανέκαθεν την απειλεί, πως αν τολμήσει κάτι τέτοιο θα της κάνει μεγάλο κακό.
Τάσος: Μάλιστα! Και τελικά… τα κατάφερε και έτσι τώρα ζητάει να επανέλθουν όλα στη θέση τους όπως πριν 10 χρόνια! Ε, όχι! αυτό δεν μπορεί να γίνει.
Ο Τάσος πιάνει το κεφάλι του. Η Λαρίσσα τον παρακολουθεί ανήσυχη.
Τάσος: Ματίνα, για έλα λίγο εδώ σε παρακαλώ!
Ματίνα: (Τρέχοντας) Ναι Τάσο μου!
Τάσος: Η Λαρίσσα θα πάει για ύπνο…
Το κοριτσάκι σηκώνεται ανόρεχτα, αμίλητο. Η Ματίνα τον παρακολουθεί με την αυστηρότητα ζωγραφισμένη στο πρόσωπο. Δεν κάθεται μαζί του, παρά ακολουθεί τη μικρή στο δωμάτιό της. Κλείνει πίσω της την πόρτα.
Ματίνα: Έλα Λαρίσσα μου… Αχ, δεν αντέχω άλλο!
Πλησιάζει τη Λαρίσσα που έχει καθίσει στο κρεβάτι της και αφού κάθεται δίπλα της, περνάει το μπράτσο της στους ώμους της με τρυφερότητα. Η Μελίσσα είναι σιωπηλή, δεν αντιδρά.
Ματίνα: Μάτια μου… ξέρεις πόσο σε αγαπάμε. Έτσι; Νομίζω λοιπόν πως εσύ κι εγώ πρέπει να μιλήσουμε σα γυναίκες. Θέλω να ξέρεις πως δε θέλω να σε στεναχωρώ μήτε στιγμή, αλλά το κάνω. Ούτε και θέλω να κατηγορώ τη μητέρα σου, που καταλαβαίνω ότι καίγεσαι να τη γνωρίσεις καλύτερα.
Λαρίσσα: Αυτό είναι αλήθεια θεία Ματίνα.
Ματίνα: Δεν την έζησες, δεν την γνωρίζεις κι όμως τώρα ύστερα από δέκα συναπτά χρόνια, που μας κόστισαν, μας πόνεσαν και περισσότερο εσένα, έρχεται -αφού πρώτα έχει ψάξει- σε βρίσκει και κατορθώνει να σε πείσει, ότι πέρα από το γεγονός ότι είναι η φυσική σου μητέρα -δυστυχώς αυτό μόνο είναι- σε αγαπάει, κι εσύ, όπως είναι φυσικό, την πιστεύεις. Την πίστεψες πολύ εύκολα παιδί μου, γιατί ήθελες, και είναι το μόνο φυσικό. Όμως…
Λαρίσσα: Μα είναι η μητέρα μου Ματίνα! Μου έδειξε την ταυτότητά της, την άδεια οδήγησης, το Medicare card, φωτογραφία μου στο αμαξάκι μου με τον μπαμπά και μαζί της –την έχουμε, είμαι βέβαια ότι κάπου την είδα αυτή τη φωτογραφία.
Ματίνα: Στοιχηματίζω ότι σου ζήτησε να μην αποκαλύψεις σε κανένα για τις συναντήσεις σας. Αυτό, όπως καταλαβαίνεις, είναι ένα κακό από μόνο του…
Λαρίσσα: Μα θείτσα μου…
Ματίνα: Άκουσέ με μάτια μου, σου το είπα ήδη ότι σε καταλαβαίνω! Όμως για να είμαστε δίκαιοι, σωστοί άνθρωποι πρέπει να πούμε ότι ο πατέρας σου σου είπε όλη την αλήθεια. Μπορεί η Ζάντρα να μην είναι κακός άνθρωπος, αποδείχτηκε όμως αδύνατη, άβουλη, σε σημείο να εγκαταλείψει το σπλάχνο της, τον άντρα της, το σπιτικό της. Όλα για έναν ξένο, που όπως αποδείχτηκε υπήρξε και η καταστροφή της τελικά. Ο Τάσος όμως, δεν κοίταξε άλλο θηλυκό παιδί μου. Εσύ είσαι η γυναίκα της ζωής του κι εσένα θέλει να σε δει να εξελίσσεσαι σε αξιόλογη νέα γυναίκα. Όσο για μένα προτίμησα να σε μεγαλώσω, να γίνω η μάνα που δεν είχες και να σου αφιερώσω τη ζωή μου… Είσαι το αστέρι μου και η ευτυχία σου είναι και δική μου. Είσαι το παιδί μου κι ας μην σε γέννησα.
Τα μάτια της Ματίνας υγραίνονται. Είναι πολύ συγκινημένη. Η Λαρίσσα την αγκαλιάζει και τη φιλάει.
Λαρίσσα: Αχ, θείτσα μου σ’ αγαπάω καλύτερα κι από μάνα μου, να το ξέρεις…
Ματίνα: Το ξέρω, το ξέρω. Όμως δεν ήμουν εγώ και ο πατέρας σου που θεωρήσαμε τη Ζάντρα ακατάλληλη για το καλό σου. Το δικαστήριο τα ζύγισε από δω, τα ζύγισε από εκεί κι αποφάσισε ομόφωνα ότι χάνει κάθε δικαίωμα να σε έχει. Έπαιρνε επιβλαβείς ουσίες (κομπιάζει)… και συζούσε μ’ ένα ξένο, έχοντας εγκαταλείψει τα πάντα πίσω της. Αυτή ήταν που δήλωσε στο δικαστήριο ότι αν ξαναζούσε την ίδια περίοδο θα έπραττε ακριβώς ότι είχε ήδη πράξει.
Λαρίσσα: Μα θείτσα μου λέει ότι άλλαξε…
Ματίνα: Άλλαξε! Όχι δα! Τώρα έρχεται πίσω και κάνει κρυφοδουλειές γιατί είναι βέβαιο ότι τίποτα δεν άλλαξε στη ζωή της… θα δεις… Θα φανεί το πράγμα. Αλήθεια λυπάμαι πολύ που η μητέρα σου δεν είναι αυτό, που θα έπρεπε να είναι. Δε θέλω να την στερηθείς όμως το δικαστήριο θα της το απαγορέψει κάθε επαφή μαζί σου αν πληροφορηθεί για τις ενέργειές της. Δε νομίζω ότι άλλαξε κάτι στη ζωή της.
Λαρίσσα: Άλλαξε, άλλαξε θείτσα μου. Το είπε πολύ σοβαρά!
Η Ματίνα κουνάει το κεφάλι της, με λύπη. Δε μιλάει.
Λαρίσσα: Το είπε πολλές φορές… είπε και για τον μπαμπά, και για σένα… τα καλύτερα λόγια.
Ματίνα: Άκουσε Λαρίσσα μου, έχω μια σκέψη.
Λαρίσσα: (αγωνιά) Θείτσα μου!
Ματίνα: Όταν ξαναδείς την Ζάντρα, πες της ότι θέλω να την συναντήσω μαζί σου. Θέλω να την δω, να της μιλήσω, να δω πώς είναι ύστερα από τόσα χρόνια.
Λαρίσσα: Εντάξει Θείτσα μου, ελπίζω να δεχτεί… και γιατί όχι… αν μ’ αγαπάει όπως λέει, θα μου κάνει το χατίρι… δε νομίζεις…
Ματίνα: είναι για καλό… αυτό ξέρω εγώ.
Σκηνή όγδοη
Ζάντρα: Γεια σου αγάπη μου…
Λαρίσσα: Γεια σου Ζάντρα… Ζάντρα…
Ζάντρα: Μελίσσα μου… σε βλέπω σκεφτική… συμβαίνει κάτι;
Λαρίσσα: Να… η θεία μου η Ματίνα μου ζήτησε να σου πω ότι θέλει να σε δει και να μιλήσετε.
Ζάντρα: (αναστατωμένη) Ναι… αν πρέπει… Γιατί όχι;
Λαρίσσα: (ευχαριστημένη) Σ’ ευχαριστώ Ζάντρα! Είναι πολύ σπουδαίο να μιλήσετε με τη θεία μου, ξέρεις. Θα μπορούσαμε να συναντηθούμε μαζί της σήμερα, τώρα;
Ζάντρα: (πανικόβλητη) Τώρα; αυτή τη στιγμή;
Λαρίσσα: (με άγχος) Ναι, τώρα, τι πειράζει; Η θεία μου είναι απέναντι στο πάρκο, δύο λεπτά μακριά μας… με περιμένει. Μας περιμένει…
Ζάντρα: (κατακόκκινη) Καλά… αφού πρέπει…
Διασχίζουν το δρόμο για να περάσουν απέναντι στο πάρκο, η Λαρίσσα μπροστά, η Ζάντρα πίσω, στεναχωρημένη, αγχωμένη. Βλέπουν την Ματίνα που περιμένει σε ένα παγκάκι του πάρκου, μπροστά σχεδόν και σε μικρή απόσταση από το δρόμο. Εκείνη σηκώνεται μόλις έχουν πλησιάσει. Χαιρετιούνται απλά, σα να μη συμβαίνει τίποτα. Η Ματίνα έχει καρφώσει τα μάτια της στα μάτια της Ζάντρας, αναστατωμένη. Εκείνη χαμηλώνει το βλέμμα της φοβισμένη.
Ματίνα: Κάθισε Ζάντρα. Πώς είσαι λοιπόν;
Ζάντρα: Καλά κι εσύ;
Ματίνα: Καλά είμαι. Εργάζεσαι κάπου εδώ κοντά;
Ζάντρα: Όχι αυτή τη στιγμή. Εργαζόμουν σε μία καφετερία αλλά έκλεισε το μαγαζί, και…
Ματίνα: Εδώ κοντά;
Ζάντρα: Όχι… στην πόλη…
Ματίνα: Έχεις άντρα, παιδιά;
Ζάντρα: Όχι βέβαια! (είπε ζωηρά)
Ματίνα: Πού ήσουν όλον αυτόν τον καιρό;
Ζάντρα: Εδώ στο Σύδνεϋ, πού αλλού; Ζω στα Δυτικά προάστια.
Ματίνα: Νοικιάζεις;
Ζάντρα: Ναι.
Η Λαρίσσα που παρακολουθεί με αγωνία αυτή την συζήτηση, προαισθάνεται ότι η συμπεριφορά της Ζάντρας συνεπάγεται εξελίξεις.
Ματίνα: Πώς βολεύεσαι χωρίς εργασία αυτή την περίοδο;
Ζάντρα: Ε… παίρνω το επίδομα ανεργίας για λίγο… ώσπου να βρω κάτι.
Τώρα τα χέρια της τρέμουν. Αρχίζει και ιδρώνει. Η Λαρίσσα την κοιτάζει ερωτηματικά και η Ματίνα ανησυχεί.
Ματίνα: Σου συμβαίνει κάτι; Μήπως είσαι άρρωστη;
Ζάντρα: (σκέφτεται δυνατά) Πρέπει να φύγω… Ξέρετε… πρέπει να πηγαίνω τώρα…
Ματίνα: Δε φαίνεσαι πολύ καλά… Εδώ πιο κάτω μέσα στο πάρκο υπάρχει ένα καλό Coffee Shop. Πάμε να πιούμε έναν καφέ και ένα νερό για να συνέλθεις κι ύστερα φεύγεις.
Ζάντρα: Δεν μπορώ… πρέπει να πηγαίνω… έχω ραντεβού με την κομμώτριά μου.
Λαρίσσα: Ζάντρα, εσύ έχασες το χρώμα σου… δεν είσαι καλά. Πάμε να πιεις κάτι για να συνέλθεις. Να πάρε το τηλέφωνο της θειας μου και μίλησέ της.
Παίρνει το τηλέφωνο της Ματίνας και της το προτείνει.
Ζάντρα: Όχι… δεν μπορώ… μη με πιέζετε… πρέπει να φύγω…
Λαρίσσα: Μα δεν είμαστε εδώ ούτε ένα εικοσάλεπτο Ζάντρα!
Ζάντρα: Δε γίνεται…
Τρέμει σα να κρυώνει. Τα μάτια της φαίνονται παράξενα και το στόμα της χάσκει.
Ματίνα: (επίμονα) Έχει δίκιο το κοριτσάκι σου, Ζάντρα! Μήπως είσαι άρρωστη; Θέλεις βοήθεια, χρειάζεσαι κάτι;
Ζάντρα: Όχι, όχι, εκνευρισμένη είμαι!
Ματίνα: Γιατί; Σε ενοχλούμε μήπως;
Ζάντρα: Αφήστε με…
Στην προσπάθειά της να σηκωθεί σωριάζεται στο κάθισμα. Έχει χάσει τις αισθήσεις της. Η Λαρίσσα βγάζει μία κραυγή φόβου και η Ματίνα τηλεφωνεί στο Α’ Βοηθειών. Δεν αργεί το ασθενοφόρο.
Νοσοκόμος Α’: (ρωτάει τη Ματίνα και τη Λαρίσσα) Γνωστή σας η… κυρία;
Ματίνα: Όχι ακριβώς, τη γνωρίσαμε εδώ στο πάρκο. Τι νομίζετε ότι της συμβαίνει;
Ο Νοσοκόμος κουνάει το κεφάλι του περίεργα. Εκείνη τη στιγμή έρχεται και η αστυνομία.
Αστυνόμος: Γεια σας παιδιά.
Οι δύο νοσοκόμοι τον χαιρετούν.
Αστυνόμος: Τι έχουμε εδώ;
Νοσοκόμος Α’: Υπόθεση… ναρκωτικών, φοβάμαι.
Αστυνόμος: Γνωστή, γνωστή;
Νοσοκόμος Α’: Ναι… δεν ξέρω πώς βρέθηκε εδώ… δύο τρείς φορές –πρόσφατα-, την βρήκαμε μέσα ή έξω από νυκτερινά κέντρα, σε άλλη περιοχή.
Η Λαρίσσα παρακολουθεί τρομοκρατημένη, σφιγμένη στο πλευρό της Ματίνας, που παρακολουθεί λυπημένη τη διαδικασία της ετοιμασίας για την αποχώρηση του ασθενοφόρου. Ο Αστυνομικός γράφει κάποια πράγματα και αποχωρεί χαιρετώντας τους δύο Νοσοκόμους.
Αστυνόμος: Ευχαριστώ παιδιά για την πληροφόρηση.
Οι δύο νοσοκόμοι δεν αργούν να αποχωρήσουν με τη Ζάντρα πάντα μέσα στο ασθενοφόρο, και με κατεύθυνση το πλησιέστερο νοσοκομείο. Η Ματίνα μιλάει στην Λαρίσσα που κλαίει βουβά και τρέμει από το σοκ της φριχτής αποκάλυψης.
Ματίνα: Λυπάμαι μάτια μου, που έπρεπε να πιεις το πικρό ποτήρι της φριχτής πραγματικότητας, του κόσμου στον οποίο ανήκει η Ζάντρα. Θέλω να ξέρεις ότι ήλπιζα κάτι διαφορετικό από όλα αυτά που μαρτυρήσαμε σήμερα. Ίσως και να είναι ευλογία Θεού αυτή η αποκάλυψη τελικά και πάντα σε σχέση με την σωτηρία σου, παιδί μου. Είσαι μικρή και αθώα και δεν μπορείς να γνωρίζεις τι κρύβει μέσα του ο άνθρωπος, ακόμη και όταν πρόκειται για την ίδια την μητέρα σου. Μπορεί να πει κανείς ότι αιτία της συμπεριφοράς της εξαρχής, υπήρξε η χρήση ναρκωτικών. Άνθρωποι σαν την Ζάντρα δε ζουν πολύ και τραβούν στον γκρεμό τους ανθρώπους που αγαπούν. Δοξάζω τον θεό που δεν πρόλαβε να σε μπλέξει κι εσένα!
Σκηνή ένατη
Μένιος: Όχι μόνο δεν ακολούθησες τις συμβουλές μου, αλλά έκανες και την τρελή, για να αποφύγεις τις υποχρεώσεις σου απέναντί μου. Από σήμερα αλλάζει ο συνεταιρισμός μας. Την θέση σου δίπλα μου θα την πάρει η Λίζα κι εσύ την δική της. Δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα περισσότερο…
Ζάντρα: Δεν μπορείς να μου το κάνεις αυτό.
Μένιος: (ειρωνικά) Γιατί;
Ζάντρα: Κατέστρεψα το σπίτι μου για σένα, έγινα ρεμάλι με τα ναρκωτικά και τώρα θέλεις να με καταστρέψεις ολοσχερώς γιατί δεν έλαβα μέρος στο βρώμικο παιχνίδι εναντίον των ανθρώπων που κοίταξαν ως τα σήμερα το παιδί μου;
Μένιος: Βούλωσέ το επιτέλους! Σε ανέχτηκα τόσα χρόνια… Μου χρωστάς ακούς; Μου χρωστάς!
Ο Μένιος χτυπάει τη γροθιά του θυμωμένος στον τοίχο που αδύνατος καθώς είναι τρυπάει. Εκείνη τον κοιτάζει φοβισμένη. Ο Μένιος που βλέπει τον φόβο της, γελάει σαρκαστικά. Τότε κάτι αλλάζει. Η Ζάντρα ηρεμεί και ψύχραιμη ανοίγει και ψάχνει, μία στιγμή μόνο, την τσάντα της και ύστερα σε ανύποπτο χρόνο τεντώνει το μπράτσο της με το οπλισμένο χέρι. Δεν παίρνει παρά μια ελάχιστη στιγμή: Σημαδεύει τον Μένιο που παρακολουθεί τις κινήσεις της άλαλος, παράλυτος. Ακούγονται απανωτοί πυροβολισμοί. Ο Μένιος πέφτει στο πάτωμα νεκρός. Η Ζάντρα ήρεμη όσο ποτέ πριν, πλησιάζει στο τηλέφωνο και τηλεφωνεί.
Ζάντρα: Εμπρός… Μόλις εκτέλεσα τον εκβιαστή μου… Λέγομαι Ζάντρα …
Σκηνή δέκατη
Τάσος: Γεια σου Ματίνα. Η Λαρίσσα είναι εδώ;
Ματίνα: Ναι αμέ! Από εκείνη την ημέρα που πήραν τη Ζάντρα με το Πρώτων Βοηθειών όχι μόνο έρχεται ενωρίς αλλά είναι και πολύ ήρεμη.
Τάσος: Ευτυχώς! Διάβασα κάτι αποτρόπαιο στην σημερινή εφημερίδα και βούλιαξε η καρδιά μου. Η Ζάντρα δεν πρόλαβε να βγει από τον Νοσοκομείο απεξάρτησης από τα ναρκωτικά… και πάνω σε ένα βίαιο καβγά με τον φίλο της, τον σκότωσε σε αυτοάμυνα προς τις απειλές του. Άκου και το χειρότερο: Αυτός έκανε εκβιασμούς για να βγάζει χρήματα και επίσης ήταν ανακατεμένος με την παιδεραστία. Ακούς; Πω, πω!.. τι να σου πω με πιάνει πανικός, κρυάδα στους σπόνδυλους και που το σκέφτομαι μόνο. Το παιδί μας μόλις που γλύτωσε από τα χέρια τους… εγκληματικά μυαλά.
Ματίνα: Θεέ μου, πώς να προστατέψουμε το παιδί μας απ’ αυτό το κακό; Πώς να της εξηγήσουμε; Πρόκειται για την μητέρα της.
Μπαίνει η Λαρίσσα χλωμή και με μάτια θολά από το κλάμα.
Λαρίσσα: Τα άκουσα όλα μπαμπά και θεία Ματίνα. Αλλά μη φοβάστε, είμαι αρκετά μεγάλη για να ξεχωρίζω το καλό από το κακό.
Ο Τάσσος και η Ματίνα με μάτια υγρά και με ανοιχτές αγκαλιές τρέχουν προς το μέρος της.
Τάσσος: Έλα Λαρίσσα μου. Ο Θεός σε φύλαξε, μας φύλαξε όλους από την καταστροφή. Η Ζάντρα ήταν χαμένη από τότε. Είχε διαλέξει έναν άλλον δρόμο, παράξενο γιατί. Είπε ότι είχε αγαπήσει παράφορα και δεν μπορούσε να ζήσει μαζί μας. Όπως βλέπεις είχε διαλέξει τον στραβό δρόμο. Μακριά από εμάς παιδί μου! Λυπάμαι που δεν έχεις την μητέρα που θα έπρεπε να έχεις, που άξιζες να έχεις, όπως όλα τα παιδιά του κόσμου, αλλά είσαι ευλογημένη που έχεις την θεία Ματίνα και έναν πατέρα που σε λατρεύει κυριολεκτικά. Νέος μπορεί να είμαι ακόμα, αλλά ύστερα από το ζεμάτισμα που πήρα, δεν έχω σκοπό να αλλάξω τη ζωή μας.
Η Λαρίσσα τους αγκαλιάζει και χαμογελάει.
Λαρίσσα: Πιστεύω ότι είμαι το πιο τυχερό κορίτσι του κόσμου!
Τέλος
Pipina D. Iosifidou-Elles
37 Bray Street,
DUNDAS NSW 2117
Tel: 02 96384444
email: pipinaelles@hotmail.com
Two Books
- poetry (in Greek and English)
Titles:
- Naked Silence
- Foreigners in Every Land
- Theatre 2009 (Translation from Greek)
Four one Act plays
- Unexpected