Πέρασα κι εγώ από εκεί…

 

ποίηση….

(I’ve been there too…)                                

Πομπηία  3/10/2010 

………………………………

Ο  Δυνάστης του τόπου,

αέναα την κίνηση επιβλέπει.

Το υπολογίσιμο ύψος του

– αν και μειωμένο τώρα πια-

βοηθά στην, αφ’ υψηλού επίβλεψη

της χώρας στα ριζά του!

Τα σπλάχνα του αναδεύονται

–επίμονη φουσκοθαλασσιά

που αέναα ορίζεται από ακατάλυτο πάθος!-

Κι αν ακόμα προβλέπονται οι προθέσεις του,

άγνωστο πώς θα διαθέσει

τη φλογάτη λάσπη του,

το πύρινο μείγμα, αιώνια

θαμμένων δυνάμεων

που ψάχνουν ακατάπαυστα για διέξοδο

παρόμοια με τον ατμό καζανιού ταχύτητας!

Ο κοιμισμένος Δράκος!

Ο κοιμισμένος Δυνάστης!

Και πώς να προβλέψουν οι θνητοί;

Είμαι εδώ, τώρα πια,  κοιτάζω ένα γύρω

με περισυλλογή.

τις συνέπειες της αφύπνισής του

της επόμενης κίνησής του;

Το Δυνάστη ατενίζω με δέος

με μαγνητίζει η σφίγγα του.

Τον παρακολουθώ αδιάντροπα.

Άλλοτε τον λοξοκοιτάζω

με φόβο όντος που αντιμετωπίζει Δράκοντα

που ξέρει να συγκρατεί τους βρυχηθμούς του,

της οργής!

Τον φωτογραφίζω άλλες τόσες.

Αισθάνομαι ασήμαντος…

Εκείνος συγκατανεύει:

« είμαι μία χθαμαλή ύπαρξη!»

Άκου τι συνέβη, τότε πού έλειπαν

«τα μέσα και τα έξω»! 

Ο Jupiter, αστραπόβροντας  βασιλιάς

δεν τόλμησε να επέμβει.

Γνώριζε την αδυναμία του, να τον ζέψει.

Το βλέμμα του της αστραπής

το χέρι του, κεραυνού

μετέωρα σταθήκαν, σαν ξέρασε

τα σωθικά του ο Δράκος

θάβοντας την προστατευόμενη του

τη χαϊδεμένη Πολιτεία.

Και ο Νους-Minerva, απέτυχε

στους υπολογισμούς της.

Υπάρχουν και  σ τ ο ι χ  ε ι ά 

που δ ε  δ α μ ά ζ ο ν τ α ι!   

Αιχμάλωτοι του Δυνάστη οι πολίτες

είχαν συνηθίσει στις εκπλήξεις του

κι όμως δε  φαντάζονταν τέτοιο τέλος!

Τρέμανε σαν έτρεμε και τον τρανό Θεό

που είχαν πλάσει, ικετεύανε, θυσίες

του προσφέρανε…

Να σεβαστεί  το συμβόλαιο της προστασίας τους

μαζί του εδώ και τώρα

σώνει και καλά, παρακαλούσαν  τρέμοντας

για τη σκέπη του από τη μάνητα

του πανύψηλου Δυνάστη!

Βρέθηκα λοιπόν εδώ μια μέρα του Οκτώβρη

και τόλμησα!

Τον κοίταξα όπως παρουσιάζεται:

Όρος, Βουνό, Montagna

ξανά και πάλι, με θάρρος ανθρώπου

που έχει επίγνωση

του απειροελάχιστου της παρουσίας του

στο Σύμπαν.

Στέναζα, κυκλωμένη από τα λείψανα

της πολιτείας!

Με ψυχοπλακώνουν γκριζαρισμένα

τοίχοι κι οροφές

κι ας χαίρονται οι δρόμοι οι πλακόστρωτοι

τη ζέστη της ζωής

κι ας ροφούν μ’ απληστία των βημάτων

την αφή!

Ανταποδίδουν τη ματιά μου

–τ’ ανασταίνει η παρουσία μου!

Ετούτα -που μόνο άψυχα δεν είναι-

απόδειξη τρανή

της μάνητας της φύσης

–της μάνας στο παιδί είναι!

Ανάμεσά τους ζωντανεύουν σκιές

αλλοτινής δόξας

π’αναρωτιούνται «πώς και γιατί;»

κόπιασαν οι απόγονοι

ν’ αλαφρύνουνε από το βάρος

της στάχτης την Πομπηία!

Να ανασηκώσουν μέτρα της

ν’ αναστήσουν τη νέκρα της

κι η γη ξανά τον ήλιο να χαρεί!

Μα είναι Τύχη, Βουνό!..

Πόνεσα για το ζήλο τους, της αιωνιότητας! 

Άνθρωποι! Άνθρωποι!

Είχαν ζήσει στη φύση και κανάκευαν

την αιωνιότητα!

Και ω! του οικτρού πάθους, η διαιώνισή τους

-φύσης θέλημα-

επετεύχθη, με το πιο φρικώδες τέλος!

Λάθος φιλοδοξία!

Περπατώ ανάμεσά τους, προσέχω

μήπως  σκοντάψω πάνω τους.

Λειασμένες πέτρες διατηρούνται

διατηρώντας το οδόστρωμα

κι εγώ χαϊδεύω με τη ματιά, τα σημάδια

της ρόδας ‘πάνω τους

-ανύπαρκτου, φανταστικού

πάντα χαριτωμένου, κάρου.

Ψάχνω με αγωνία για τα  ίχνη

των πατημάτων τους.

Έστω κι αόρατα, είναι ίχνη αθάνατα

για μένα, για σένα

για τον προσκυνητή του πάθους

της ακατοίκητης Πολιτείας.

Ταράχτηκα με τα γύψινα εκμαγεία 

π’  αντίκρισα! Στοχάσου:

τη δοθείσα στιγμή οι ολοζώντανοι,

σε Κόλαση βρεθήκαν

προδομένοι από τα θεία

-ολόρθοι μάρτυρες της ειμαρμένης-

για ν’ αναστηθούν στο Νου των παθιασμένων

με την ιστορία!

Γύψινα εκμαγεία άλλοτε ερωτευμένων

ή και ανέραστων

ευτυχισμένων ή δυστυχισμένων

ζωντανών όμως ανθρώπων !

Δέστε τους… κλάψτε τους…

γύψινα εκμαγεία, τώρα πια!

Πέρασα κι εγώ απ’  εδώ κι ήτανε μέρα ‘λιόλουστη,

λαμπρή.

Μία λύπη τράνευε την αδυναμία μας

του ανθρώπου!

Η σκέψη του τέλους πού ‘ρχεται αδέκαστο

και σ’ άπειρες μορφές!

Κάποιοι κι αν φεύγουν όρθιοι

σαν τα δέντρα… επίσης φεύγουν!..

Το παιχνίδι της μαυλίστρας της ζωής

–το αμείλικτο- το γνωρίζω

των κανόνων της κατέχω τη συνείδηση:

παραμένω Ον of limits, κι ας με παραπλανά

η αισιοδοξία!

Δεν τόλμησα, παρά τη φωτογράφιση

-επιμνημόσυνη  πράξη-

για μένα, τους αγαπημένους, τους άλλους

αν κι όλα είναι μάταια!

Ακόμα και οι μνήμες, μελέτης πένθους πεθαίνουν!

Πέρασα κι εγώ από εκεί

 κι απέβην πάθους μάρτυρας!

Θνητοί εμείς, μάταια παλεύουμε

για τις ανάγκες τις θνητές!

Ασπάστηκα το πάθος της Πόλης

που μακελεύτηκε το 79 μ.Χ.

Τρεις  του Οκτώβρη και αίσιον έτος, 2010…

πέρασα κι εγώ από εκεί 

κι απέβην πάθους μάρτυρας!

Περαστικός σ’ εκατομμύρια περαστικών…

και παίρνω όρκο πως βλέμμα του Δία εστιάζεται βαρύ

στην πονηρή κορφή του Δυνάστη

με μια αιώνια απορία!

Και  το όνομα του Αμείλικτου Δυνάστη:

ΒΕΖΟΥΒΙΟΣ!

2 σκέψεις πάνω στὸ “Πέρασα κι εγώ από εκεί…

  1. Περπάτησα μαζί σας στους πλακόστρωτους δρόμους της άλλοτε όμορφης και ζωντανής πόλης ,και ένοιωσα συναισθήματα δέους και λύπης . Η ποιητική ξενάγησή σας Κυρία Πιπίνα μου με παρέσυρε και με μετέφερε στο 79 μ.Χ. Σας ευχαριστώ.

    Μοῦ ἀρέσει

Ἀπαντῆστε

Συμπληρῶστε κατωτέρω τὰ στοιχεῖα σας ἢ πατῆστε σὲ ἕνα εἰκονίδιο γιὰ νὰ συνδεθῆτε.

Λογότυπος τοῦ WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ WordPress.com. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Φωτογραφία στὸ Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ Facebook. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Σύνδεση μὲ τὸ %s σὲ ἐξέλιξη...