Δύο βιβλία ποίησης, Πρώτο: Μαύρο – Άσπρο, Άσπρο – Μαύρο : Δεύτερο:              1.Θυμάμαι… 2.Πέρασα κι εγώ από εκεί… (I’ve been there too…) 3.«Μη μου τους κύκλους τάραττε!»

 

Πιπίνα Δ. Ιωσηφίδου-Έλλη (Pipina D. Elles): Δύο βιβλία ποίησης : Σύδνεϋ 2011

Βιβλίο Πρώτο: Μαύρο – Άσπρο, Άσπρο – Μαύρο

Βιβλίο Δεύτερο: 1.Θυμάμαι… 2.Πέρασα κι εγώ από εκεί… (I’ve been there too…) 3.«Μη μου τους κύκλους τάραττε!»

Aφιερωμένο, “στους ανθρώπους απανταχού… «όσοι πιστοί προσέλθετε!» “

Copyright: Πιπίνα Δ. Ιωσηφίδου-Έλλη (Elles)

Επιμέλεια: Π. Δ. Ιωσηφίδου-Έλλη (Elles)

ISBN  978-0-9804894-9-1

*******

Βιβλίο Πρώτο : Μαύρο – Άσπρο , Άσπρο – Μαύρο

*******  

Μαύρο – Άσπρο , Άσπρο – Μαύρο

Μην το ψάχνεις καλή μου!

Μαύρο – Άσπρο, Άσπρο-Μαύρο.

Δεν πρόκειται για δύο χρώματα

απλά ουδέτερα, δύο παρουσίες

δύο διαφορετικές συλλήψεις

ή δύο αντίθετες αντιλήψεις!

Μέσα από την απόλυτη

διαφορετικότητά τους

ξεπηδά το τρελό συμπέρασμα:

αποτελούν τις δύο όψεις

του αυτού νομίσματος.

Μία αντίφαση τελικά

απλή και μάλλον στεγνή

στην ωμότητά της:

την ουδετερότητα

των συστατικών της.

Αλλά και πάλι

τα πράγματα δεν είναι

τόσο απλά, όσο φαίνονται

και είναι το μόνο βέβαιο

ότι Μαύρο-Άσπρο

ή Άσπρο-Μαύρο

ως μέρη του λόγου: λέξεις-επίθετα

καλύπτουν ένα ευρύ πεδίο

ουσιαστικών φαινομένων.

Και αν ως επίθετα κατέχουν

μία δυναμική

ως ουσιαστικοποιημένες λέξεις

εντείνουν τον δυναμισμό τους

ευρύτερα από ότι μπορεί

να συλλάβει ο ανθρώπινος νους!

Σκεφτείτε  λίγο το έμβρυο

στον σκοτεινό ωκεανό της μήτρας

και ύστερα ω! του θαύματος

να λούζεται στο φως της γέννησης!

 

Κατ’ αρχήν μπορούν

να χρωματίσουν τη διάθεση

-πέρα από ένα κομμάτι

άσπρο χαρτί-

όπου  το χέρι μπορεί

να χαράξει με μαύρο, σχήματα

γραμμές, γράμματα, λέξεις

που εκφράζουν διάφορες έννοιες

δημιουργούν διάφορες εντυπώσεις

προσφέρουν ευχαρίστηση

ή και μία  νηφάλια διάθεση

αν θέλετε

ή  ίσως και να εμπνέουν  

ένα… είδος επανάστασης

ή και να προκαλέσουν δυσαρέσκεια!

Συμπεραίνουμε ότι μπορούν

να εξελιχθούν σε θαυματοποιά στοιχεία

ζημιογόνα ή μη!

 

Το Άσπρο δεν είναι τυχαίο.

Αποκαλείται «χρώμα»

αν και άχρωμο

παρόμοια με το Μαύρο! 

Το Άσπρο το διαμορφώνει

με πολλή καλλιτεχνία

και η «χλωρίνη»

όταν την απλώσεις πάνω σε χρώμα

χαρτιού ή σε ύφασμα…

ή και σε άλλη ύλη.

Καταλύει, καίει  ουσιαστικά,

το χρώμα

καταλύοντας επίσης και την ύλη

που το κουβαλά.

Εκτελώντας τα χρώματα

δημιουργεί μία  παραφωνία

Άσπρου, επομένως όχι απόλυτου!

 

Παρά την ουδετερότητά του

το Άσπρο

αποτελεί μία παρουσία

αισθητική.

Άσπρα ή λευκά είναι πολλά

από τα άνθη: οι γαρδένιες

κάποια γαρύφαλλα ή  τριαντάφυλλα

αλλά και κρίνα και άλλα

ίσως λιγότερο εντυπωσιακά:

οι λευκές μαργαρίτες

ή τα λευκά χρυσάνθεμα. 

Αν και το λευκό των ανθέων

θεωρείται ψυχρό

-θυμίζουν συχνά χιόνι ή πάγο-

ευχαριστεί την όραση.

Είναι γιατί κάποτε το Άσπρο-λευκό

έτσι άσπιλο όπως φαντάζει

εκπέμπει μία παράξενη

μία φωτεινή ίσως έλξη

μία ηρεμία που προτρέπει

στη σοβαρότητα της αξιοπρέπειας.    

Αν και συχνά

το άρωμα κάποιων από αυτά τα άνθη

είναι σημαντικότερο από το Άσπρο τους

και ίσως σε αυτό να οφείλεται  

η  εκλογή τους, τελικά!

Επίσης ο άνθρωπος επέλεξε

το άχρωμο, το  ψυχρό Άσπρο

για να χρωματίσει την αγνότητα

της διάθεσης άρρενος ή θήλεος:

Ένα κατάλευκο νυφικό…

ένα άσπρο κοστούμι…

ένας άγγελος στα κατάλευκα!

 

Την έποψη της νηφάλιας αγνότητας

συχνά την πλησιάζει

στην ηρεμία  της, η θάλασσα

όταν το γαλάζιο της

ξεθωριάζει κυριολεκτικά στο πάλλευκο

φως του ήλιου!

Όταν σαπουνοειδής ο αφρός της

στεφανώνει το κυμματώδες κορμί της.

Η ηρεμία της  αυτή

-παρόμοια με άλλων ζωντανών-

είναι συνήθως προσωρινή.

Όταν βαριέται το αιθέριο της χρώμα

καταφεύγει για ύπνο στις αμμουδιές

εκεί, όπου κείνται θαμμένα ή γυμνά

στα νάζια του καιρού

κατάλευκα θρυμματισμένα όστρακα

αναμεμειγμένα με τα βότσαλα

που η ίδια τα τσακίζει αφρίζοντας

με μία αθεράπευτη λύσσα

που είναι συχνότερη

από την γαλήνη της

και απόλυτα καταστρεπτική!

Τέτοιες στιγμές, θαρρείς το υγρό θήλυ

τα γλύφει αχόρταγα -αν και τεμπέλικα,

νωχελικά μάλλον-, ερωτικά, ναζιάρικα

σαν την ερωμένη που δε χορταίνει

τον μαζωχιστή εραστή της, τελικά

έτσι όπως το επιβάλλει η φύση. 

 

Μαύρο… βουτηγμένο

στην ουδετερότητα του παρεξηγημένου

άλλοτε μισητό κι άλλοτε στοιχείο βασικό

στη δημιουργία αναρρίθμητων αποχρώσεων

σε παλλέτα εμπνευσμένου καλλιτέχνη.

Άλλοτε  πάλι, ως Μαύρο σε σατέν

που γλυστρά σε ανάγλυφο

κατάλευκο κορμί

δημιουργεί  μία ονειρώδη αντίθεση

στα μάτια του εραστή

και υποδαυλίζει το πάθος…

Μαύρο σε εσάρπα γούνας

δημιούργημα στο έρεβος

της φαντασίας, μάστορα

από δέρμα θύματος της πανίδας

-όπου όλα θεωρούνται κυνήγι-

ζεσταίνει θηλυκούς

στρογγυλούς ώμους.

Αν και στο φως της ημέρας

και μάλλον συχνά

οι άνθρωποι αδίστακτα αναπαράγουν

το σκοτάδι του θανάτου

με ριπές κυνηγετικού όπλου!    

 

Μαύρο, σοβαρό, τολμηρό

και το χρώμα λιμουζίνας

μονοπωλεί την εκκεντρικότητα

και προκαλεί τη γνώμη θεατή.

Στο παιχνίδι της δύναμης

αντιμετωπίζει ματιές ζήλειας

μίσους ή  εχθρότητας, αγέρωχα.

Οδηγός της, ένας εκπρόσωπος

θάρρους-θράσους

σε πολιτεία αιχμάλωτη 

στην ασυδωσία και στη λάσπη.

Εδώ βασιλεύει μόνιμα το άδικο

ο πλούτος μοιράζεται άνισα

οι καταραμένοι σκοτώνονται

για το ψωμί τους

και οι καλοπληρωμένοι

προστατεύονται και ευλογούνται!

Ζήτω ο πουλημένος πολιτικός

ο αχόρταγος πλεονέκτης!

Μαύρο της πίσσας το σκοτάδι

καταμεσίς ημέρας

όταν ακούγεται απανωτή

εκπυρσοκρότηση.

Ψελίζουν φοβισμένοι οι πολίτες:

«κάποιοι πυροβολούν!..

ποιοι πυροβολούν;

ποιους άραγε πυροβολούν;»

 

Στη ζωή τη  μαγεύτρα, ανέκαθεν  

άδικη και ψεύτρα

που βασανίζει τον κόσμο της ψυχής

το Άσπρο-Μαύρο ή Μαύρο-Άσπρο

εκπροσωπούν κάποιες βασικές πτυχές

της ύπαρξης:  ευτυχία – μαυρίλα

δυστυχία – ικανοποίηση.

Διπλώνονται κι αναδιπλώνονται

το ένα παίρνει τη θέση του άλλου

απρόσμενα, με ορμή, βία ή πάθος

έτσι αυθόρμητα, ανερμήνευτα.

Κυβερνούν θαρρείς, τον άνθρωπο,

γεννούν συναισθήματα

απέχθειας ή  έλξης, οργής ή γαλήνης

που αλληλοσυμπληρώνονται

μπερδεύονται στο θυμοειδές

έτσι όπως συμβαίνει

με τα ουδέτερα α-χρώματα

και τα χρώματα!

 

Ο σύγχρονος  άνθρωπος είναι

έρμαιο της κοινωνίας του

που αδιάντροπη αποδέχεται

την απολυταρχία του σκότους.

Έτσι και ενώ –αφενός-

τονίζεται η σωστή παιδεία

αφετέρου, ασκείται πίεση

μία υποκριτική στάση

απέναντι στους νέους

με την πρόφαση του δικαίου

μιας πατρίδας!

Το σκοτεινό κράτος τους στρατεύει

τους εκπαιδεύει

με εντατική πλύση εγκεφάλου

τους καθιστά απάνθρωπους

και τέλος τους στέλνει

στα πεδία της μάχης να σκοτώσουν

τον όποιο συνάνθρωπο

τον καλούμενο «εχθρό»

ή να σκοτωθούν!

Ουαί, ουαί, γραμματείς

και φαρισαίοι!

 

Ο Χάρος είναι ένας:

σκληρός, σκοτεινός

που ξέρει πώς να θερίζει

και πώς να μεταμορφώνει το στίβο

της ανηλέητης σύγκρισης:

Δαβίδ – Γολιάθ, σε κρανίου τόπο!

 

Πάντα κάποιοι προσπαθούν

να χαλιναγωγήσουν το παιδί,

τον έφηβο ή και τον ώριμο άνθρωπο.

Με ύφος σοβαρό, παραπλανητικό επιδιώκουν

να του επιβάλλουν τα θέλω τους

να τιθασσεύσουν  τις εκρήξεις του

να περιορίσουν τις αντιδράσεις του

να τον κάνουν ά-λογο

υποτακτικό για ζέψιμο

στο ηνί του δικού τους χωραφιού

για τη σπορά του θανάτου!

Τι παραλογία!

Φορώντάς του παρωπίδες

επεκτείνουν το σκοτάδι του.

Ο ήλιος δεν μπορεί να τις διαπεράσει

για να εμπνεύσει την αντίδραση

τη μεγάλη επανάσταση!

Εκατομμύρια άνθρωποι στενάζουν

κάτω από ανυπόφορη  πίεση!

Αν αμφιβάλλετε,

ανοίξτε τα μάτια σας

κοιτάξτε γύρω σας.

Ω! Μα και βέβαια θα υπάρχουν εκείνοι

που δεν αντέχουν το όποιο σκοτάδι

τον όποιο δεσμό, την όποια κατοχή…

που παλεύουν για την  κατάλυσή τους

με όποιο κόστος ή όποια θυσία

που καλοδέχονται αγόγγυστα

και τον αφανισμό, όταν χτυπάει.

Στόχος τους η αντικατάσταση

του σκότους-Μαύρου

με το πάλλευκο-Άσπρο φως

του ήλιου της καλωσύνης

της νοημοσύνης, της αγάπης,

της γενναιοδωρίας, της ευγένειας…

Γιατί είναι αλήθεια

πως μόνο έτσι συρρικνώνεται

το σκοτάδι της υποδούλωσης

της όποιας κατοχής!  

Ναι, έτσι! Το κατορθώνει η σύμπνοια

των ταμμένων αυταπαρνηστών!

Το κατάλευκο, το θαυμάσιο Φως

– εκτυφλωτική καθαρτήρια φλόγα-

κουβαλά τους σπόρους αισιοδοξίας 

ανάβει εντός τους

τη φλόγα της επανάστασης

τον κατά μέτωπο αγώνα:

η παράταξή τους αντιπαρατίθεται

στις δυνάμεις σκοτεινού καθεστώτος.

 

Μαύρες γραμμές στο λευκό

και το χέρι μου χαρίζει

σχήματα παράξενα

ασυναίσθητα όπως η ψυχή

υπαγορεύει, όπως ορίζει το μυαλό.  

Η όραση  που τ’αντικρύζει

αναρωτιέται πώς κι από πού

κινούνε όλ’ αυτά!

Η πηγή τους, ονειρώδης

η έμπνευση της στιγμής  

τότε που η ψυχή ερεθίζεται

και αφυπνίζοντας το Νου

τον κατευθύνει

κι εκείνος με τη σειρά του

κατευθύνει τα νεύρα

στον αρμό… στα δάχτυλα…

και τα καθοδηγεί με σφρίγος

και με πάθος!

Μια ζωή γεμάτη μαύρα σκίτσα

σε κατάλευκο φόντο

απλότητας, θέλησης και επιθυμίας

υπακοής στο θυμοειδές!

 

Άρεσε πολύ ο ασπρόμαυρος κινηματογράφος. 

Οι εικόνες του απλές, απέριττες

δεν κούραζαν την όραση

με ατέλειωτο χρώμα. 

Οι γραμμές κοφτές

οι αποχρώσεις γκρίζου

αποδεκτές πάνω σε λευκό φόντο

και σε ρόλο αξιολογικό.

 

Το Μαύρο γοητεύει με τον τρόπο του.

Ίσως ακόμη το μαύρο ενός προσώπου

είναι πιο ανθρώπινο από εκείνο του λευκού.

Ποιος αξιολογεί τις πραγματικές διαφορές

όταν σταματά στο χρώμα μόνο;

Όπως οι λευκοί παρόμοια και οι μαύροι

έχουν τα «μαύρα πρόβατά» τους

που ζημιώνουν και ταλαιπωρούν

και ξεπουλούν τους δικούς τους

όταν πωλούνται στη δύναμη. 

Όλα έχουν την τιμή τους

χωρίς ωστόσο, όλα, να εξαγοράζονται.

 

«Δόξα Σοι τω Θεώ!»

η φύση έχει τη δική της νομοτέλεια.

Τι κήπος,  Θεέ μου!

Τι ηλιόλουστα χρυσάνθεμα!

Και δίπλα του ορθώνεται πανύψηλος

ένας πανέμορφος φάρος

κτισμένος με κόκκινα τούβλα.

Εύχομαι στον φωτεινό ουρανό

και στην ακριβή μου θάλασσα! 

Μα την αλήθεια αξίζει να ζει κανείς

για μια τέτοια ομορφιά

για την μεγαλειώδη πρόνοια

των ανθρώπων

να φωτίζουν τις κακοτοπιές

να σώζουν το σκάφη

από το τσάκισμά τους

στους αδυσώπητους βράχους

που πάνω τους λειτουργεί

πανέμορφος φάρος!

Και όμως εκείθε κυριαρχεί το Μαύρο

το σκοτάδι… πάντα ένοχο!

Νιώσε την πνοή σα γίνεται δύσπνοια

και το μακρύ χέρι σα σφίγγει το λαιμό

εκείνων που αγωνίζονται

για μια μπουκιά ψωμί

για μια σταγόνα νερό!

Αν τη γη της Γουατεμάλας την πέρασαν

οι πληρωμένοι της δύναμης 

στους μεγαλοκαρχαρίες του κεφαλαίου

αν έτσι τα μικροανθρωπάκια έχασαν

το ελάχιστο μερίδιό τους

στη γη των πατέρων τους

και το μακρύ χέρι των δυνατών

σφίγγει το λαιμό των παιδιών τους

και τα σκοτώνει ταΐζοντάς τα

καλαμπόκι και φασόλια

που τ’ αγοράζει η μάνα

μόνο όταν έχει, και μόνο όταν μπορεί

αν το μακρύ χέρι του σκοτεινού κεφαλαίου

σκορπά το πένθος στη ζωή των φτωχών

στην αδικημένη Γουατεμάλα

πώς να απολαύσει κανείς

τον πανέμορφο κήπο

με τα ηλιόλουστα χρυσάνθεμα

τον πανέμορφο γαλανό ουρανό

της αισιοδοξίας

και πώς να χαρεί τον πανέμορφο φάρο

όταν το φως του αδυνατεί να φωτίσει

τις δικές τους κακοτοπιές

και να τους γλυτώσει από

το βέβαιο πνιγμό τους;

Κοίταξε, πώς η χαριτωμένη φύση

εξελίσσεται σε  ειρωνικό χαμόγελο

που φτύνει τα πρόσωπα

των ανθρώπων της ένδειας!

Μάτια για την ομορφιά του Θεού

διαθέτουν εκείνοι που έχουν

το στομάχι τους γεμάτο

το κρεβάτι τους καλοστρωμένο

και τη στέγη τους ασφαλισμένη

από τα θηρία που κυκλοφορούν

Stop talking… keep walking!

Την σκέφτηκα καλά ετούτη

την συνηθισμένη, αυστηρή συμβουλή…

Δεν πρόκειται για λόγο στην τύχη,

αλλά για αυστηρή οδηγία

με συνέπειες κάποτε!

 

Συχνά οι άνθρωποι που βαριούνται

την πολυλογία, την συζήτηση…

την φωνή που ακούνε

είναι οι μπουχτισμένοι ως τον λαιμό!

Η επιτακτική μάλλον οδηγία

η όχι ευγενική ή φιλική

και… η όπως κι αν ακούγεται…

κάποτε σερβίρεται με χαμόγελο

που πιέζει, σφίγγει τα χείλη! 

 

Υπακούμε ή βαριόμαστε εκείνον

που δεν θέλει να ακούει

παρά απλά να βαδίζει στο δρόμο του

της ζωής μόνος μάλλον

αφού για να δέχεται την συντροφιά ενός

οφείλει να ακούει…

Λεπτομέρεια που στην ουσία

δεν είναι παρά αλήθεια –γυμνή-

εκείνου που διατάζει… ή ορίζει…

και που δύσκολο να το καταχωρίσεις

σε άλλα όρια χαρακτηρισμού…

Πρόκειται περί διαταγής

του ενός κουρασμένου, αλαζονικού

ίσως και εγωιστή στην τελική

μπουχτισμένου από τα προσωπικά του !

 

Προχωρά λοιπόν στην ζωή

σαν μουλωχτό ποτάμι

ώσπου, κάποια στιγμή,

ο ακούων τον αφορισμό του….

και μπουχτισμένος από την πίεση

του δείνα…

δίνει μια κλωτσιά

και τα αναποδογυρίζει όλα!

Δεν τον  νοιάζει πια

τι λέει ή τι θα πει ο σπουδαίος ή μη

συμπορευόμενός του…

ή όποιος επιτέλους θέλει

να επιβάλλει στον άλλον

να το «βουλώνει»,

να χάνει την φωνή του

στην όποια πορεία του!

Το δικαίωμα του ομιλείν ή του ακούειν

η ελευθερία να ενεργεί όπως θεωρεί

ότι οφείλει

παραμένει αδιαπραγμάτευτο!

 

Stop talking… keep walking!

Την σκέφτηκα καλά ετούτη

την συνηθισμένη, αυστηρή συμβουλή…

Δεν πρόκειται για λόγο στην τύχη,

αλλά για αυστηρή οδηγία

με συνέπειες κάποτε!

 

Συχνά οι άνθρωποι που βαριούνται

την πολυλογία, την συζήτηση…

την φωνή που ακούνε

είναι οι μπουχτισμένοι ως τον λαιμό!

Η επιτακτική μάλλον οδηγία

η όχι ευγενική ή φιλική

και… η όπως κι αν ακούγεται…

κάποτε σερβίρεται με χαμόγελο

που πιέζει, σφίγγει τα χείλη! 

 

Υπακούμε ή βαριόμαστε εκείνον

που δεν θέλει να ακούει

παρά απλά να βαδίζει στο δρόμο του

της ζωής μόνος μάλλον

αφού για να δέχεται την συντροφιά ενός

οφείλει να ακούει…

Λεπτομέρεια που στην ουσία

δεν είναι παρά αλήθεια –γυμνή-

εκείνου που διατάζει… ή ορίζει…

και που δύσκολο να το καταχωρίσεις

σε άλλα όρια χαρακτηρισμού…

Πρόκειται περί διαταγής

του ενός κουρασμένου, αλαζονικού

ίσως και εγωιστή στην τελική

μπουχτισμένου από τα προσωπικά του !

 

Προχωρά λοιπόν στην ζωή

σαν μουλωχτό ποτάμι

ώσπου, κάποια στιγμή,

ο ακούων τον αφορισμό του….

και μπουχτισμένος από την πίεση

του δείνα…

δίνει μια κλωτσιά

και τα αναποδογυρίζει όλα!

Δεν τον  νοιάζει πια

τι λέει ή τι θα πει ο σπουδαίος ή μη

συμπορευόμενός του…

ή όποιος επιτέλους θέλει

να επιβάλλει στον άλλον

να το «βουλώνει»,

να χάνει την φωνή του

στην όποια πορεία του!

Το δικαίωμα του ομιλείν ή του ακούειν

η ελευθερία να ενεργεί όπως θεωρεί

ότι οφείλει

παραμένει αδιαπραγμάτευτο!

στην έρημη από ανθρώπους, κοινωνία.

Η διαρκής μετατόπιση

του Σκοτεινού-Μαύρου

ή του Λευκού -Αθώου

δεν είναι παρά ακρότητα εναλλαγής

τελικά, ώθηση-εξώθηση στα Άκρα

με ορμή που φουρτουνιάζει τα σωθικά

και σπρώχνει τον εγκέφαλο τόσο

που πλησιάζει στο κρίσιμο σημείο

στη στιγμή της έκριξης…

Τότε λοιπόν το σώμα μουδιάζει

παύει  να ζει γιατί  δεν αντέχει

την ένταση του Μαύρου-Άσπρου

της πολλής δυστυχίας

ή της πολλής ευτυχίας!..

Και όμως, πάλι βρίσκουμε τη δύναμη

και δραπετεύουμε, εκούσια,

απομακρυνόμαστε από αυτό

το φάσμα της τραγικότητας

τρέχουμε από την δύστηνη άκρη

για να γλυτώσουμε από τις συνέπειες 

της σκοτεινής δύναμης

που μας συντρέχει άπονα.

Η παραφωνία του δισοίωνου

Μαύρου – Άσπρου

της αντίθεσης, οι δύο όψεις του ενός

καλείται ισορροπία τελικά. 

Εδώ στηρίζονται αδυναμίες-δυνάμεις

εδώ και οι αιτίες καλού-κακού

εδώ η γαλήνη και η τρικυμία

εδώ ανάμεσά τους κείται

ο ομφαλός, το μάτι του τυφώνα!

 

Όχι… δεν υπάρχει διέξοδος

στην εποχή μας, αγαπητοί!

Το διαπιστώνουμε καθημερινά

Ζούμε σε καζάνι ατμού

με σκουριασμένες βαλβίδες

ανακούφισης…    

Παρακολουθούμε  εναγώνια

τις εξελίξεις, σφυγομετρούμε

τις αντοχές και απελπιζόμαστε.

Ούτε ο Χριστός, μήτε ο Βούδας

έχουν συνταγές διεξόδου

από την ωρολογιακή βόμβα

όπου το  τικ-τακ μετρά

την κάθε στιγμή και μας φέρνει

όλο και πιο κοντά

σε απελπιστικές λύσεις!

Όπλα μαζικής εξολόθρευσης

συσπειρώνονται στο όνομα

του σκοτεινού, του αδυσώπητου

και οι δυνάμεις του φωτός

σμικρύνονται, συρρικνώνονται  

πλησιάζοντας την μαύρη τρύπα

της αφάνειας.

Ναι, εδώ, αναμφίβολα, κυριαρχεί

το Μαύρο!

Το σκοτάδι του στηρίζεται 

στην πλεονεξία, στη δολιοφθορά  

και στην κακία σεσημασμένης

μειονότητας του πλανήτη, εκείνων  

που έχουν εφεύρει με τη δύναμη

του κλεμένου από τους λαούς

πλούτου τους

μακάβριους τρόπους να εξαπατούν

και να αδικούν τα σύνολα τους!

Με τις  επιχειρήσεις τους

ή συντεχνίες του διαβόλου 

δολοπλοκούν 

και είναι πλέον πασιφανές

πως στόχος τους  είναι η συγκάλυψη

της αλήθειας και της διαφάνειας 

η υποδούλωση των λαών της Υφηλίου

για την εξυπηρέτηση

των προσωπικών τους συμφερόντων. 

Μην εκπλαγείτε αν ακούσετε

για ένα νέο τρομοκρατικό χτύπημα!

Τώρα που οι λαοί  εξεγείρονται

κατά του κεφαλαίου ίσως και να

ήρθε ξανά η στιγμή για ένα νέο

ίσως ακόμη πιο τρομοκρατικό χτύπημα

από εκείνο που γνώρισε 

η παγκόσμια κοινότητα

τον Σεπτέμβρη του 2002.

 

Ο Θεός, όπου κι αν είναι

όποια μορφή κι αν φέρει,

ας βοηθήσει να μην χαθεί

ο υπέροχος πλανήτης μας

έτσι ανόσια!

Να στεγνώσει τα χέρια εκείνων

που επιβουλεύονται την ανεξαρτησία

και την λιγοστή ευημερία μας

αγαθά που απέκτησαν οι κοινωνίες

θεμιτά και με αιματηρούς αγώνες. 

Και αν στο πάλλευκο Φως του Σύμπαντος

στηρίζεται η ελάχιστη

εναπομείνουσα καλωσύνη,

το Φως αυτό που αείποτε προσπαθεί

να διαλύσει το σκοτάδι,

ναι, υποβάλλεται σε ολική έκλιψη

από το σκοτάδι του Μαύρου!

Αράχνιασαν οι χιλιάδες θεωρίες

αράχνιασαν οι άπειρες ελπίδες

και οι οργανωμένες δυνάμεις

του Σκότους αποθρασύνθηκαν ξανά

και επανδρώνουν με έμψυχες μηχανές

με άκαρδα όντα

τις μηχανές τους, ιπτάμενες ή μη.

Και ενώ πασχίζει το φως  να λυτρωθεί

επέρχεται η  ολική έκλειψή του!

…………………………………………….

Δε θα φτάσουμε ποτέ

στον ονειρεμένο παράδεισο της ειρήνης

της ευτυχίας, της απόλυτης υπόληψης.

στο  ουτοπικό πεδίο της απόλυτης επικράτησης 

του ήλιου του Νοητού

φωτός του ακατάλυτου…

Το αιώνια τραγικό παιχνίδι

του Μαύρου – Άσπρου

επιφανειοποιείται σε πλήρη κλίμακα

Οι σκοτεινές δυνάμεις πλησιάζουν

στην πλήρη κατάληψη.

Ένα μόνο θαύμα μπορεί

να καταλύσει την σκοτοδίνη

που δημιουργεί, που επιβάλλει το Μαύρο.

Ίσως η  παρουσία παιδιού

του αθώου Σύμπαντος 

ίσως ένα επόμενο «μπουμ»,  ήλιου νοητού!

Τότε ίσως να καταρρεύσει η Βαβέλ

των Σκοτεινών Δυνάμεων

ίσως  η παρουσία του ενός

να ενδυναμώσει το φως το  ανέσπερο

να αποκαλύψει τα σκοτεινά  τρωτά

της πορείας του Μαύρου, του Σκότους

και να βοηθήσει ώστε να διανθίσει

μέσα από τη φωτιά που εξαγνίζει τα πάντα

το πυρ, το αείζωτο, η ανεκτίμητη διαφάνεια

ο αληθινός Θεός, ο Ήλιος!

…………………………………………………………

Κάποιοι από εμάς χρόνια πολλά

ονειρεύονται λύσεις και επιλύσεις…

Κι ακόμη ψάχνουμε για την έξοδο.

Να δραπετεύσουμε ευχηθήκαμε

γιατί το θέλουμε.

Να τρέξουμε προς την άλλη ατραπό  

εκείνη που θα μας φέρει

στην κάποια λύση, επιτέλους

στον κατευνασμό του πάθους

στην ισορροπία  των δύο δυνάμεων

-του Μαύρου και του Άσπρου-

για ν’ αναπνεύσουμε, για να μην πνιγούμε…

Καταχθόνια τα δεσμά του Μαύρου

μας σφίγγουν, μας πνίγουν

νιώθουμε τις φλέβες του λαιμού

να συμπιέζονται

το αίμα τους ν’ ανεβαίνει

στον εγκέφαλο

την καρδιά να σφυροκοπά 

στο αμμόνι της υπέρτατης πίεσης 

και τα μηννύγγια να  ουρλιάζουν

για βοήθεια!

Μια σκέψη μόνη λοιπόν: η απόδραση

μία απόφαση μόνη: η κυριαρχία

στο δρομολογημένο άγχος

με την υπέρτατη προσπάθεια του νου

να επιβληθεί του πανικού.

Οι  Μεγάλοι Αγώνες επιβραβεύονται

και να που επιτέλους αισιόδοξη σύλληψη

γεννά σπίθα αχτίδας φωτεινής

που γλυστρά και διαπερνά

το σκοτάδι της απαισιοδοξίας.

Ο φοβερός πόλεμος κόβεται  

θαρρείς και με μαχαίρι

τα γρανάζια του συστήματος

επαναλειτουργούν πλησιάζοντας

τους κανονικούς του ρυθμούς

τους ρυθμούς του ισοζυγίου

στην υπεροχή του ενός ή του άλλου  

του Άσπρου ή του Μαύρου

του φωτός της νηνεμίας

ή του Μαύρου της αγωνίας. 

Σώζουμε εαυτούς από εγκεφαλικό

σώζουμε εαυτούς από το σκοτάδι

από την κατάληψη του Μαύρου…

Δόξα σοι τω Θεώ είμαστε ακόμα εδώ!

Πετύχαμε την προσφυγή μας στο Άσπρο

στο λευκό φως της καθαρότητας

και την απαλλαγή από το σκοτάδι. 

Το θαύμα, η δύναμη του μυαλού  

γιγάντεψε την απόφαση 

ν’ αντιπαλέψουμε εμείς, οι Ζωηφόροι  

του λευκού φωτός

τους Μαύρους ιππότες

 και όσο πάει!..

 

Σε αγαπούμε ζωή γι’ αυτό

τολμούμε και ξεχωρίζουμε

τις αντιφάσεις και τασσόμαστε

να παλέψουμε τις αντιξοότητες.

Η αγάπη μας για σένα

φορτίζει τις μπαταρίες του Νου

για τη συνέχιση του αγώνα

του θεμιτού, του εμβαπτισμένου

στις δυνάμεις του Άσπρου

που το εκπροσωπεί το πάλλευκο  φώς.

Μια φλογερή  επιθυμία

σπέρνει σπόρους αισιοδοξίας

καταλύει τις Δυνάμεις του Μαύρου

το συρρικνώνει σε κουκίδα

ασήμαντη, ευτελή. 

Δεν ξεχνούμε ωστόσο ποτέ

ότι αέναα παραφυλάει

συσκοτισμένο από την ίδια του

τη σύσταση

παθογενές από τα σκοτεινά

μόριά του

κι αδύναμο από το μέγεθος

της διάστασης

που μάταια προσπαθεί να καταλάβει:

το χώρο τον άμετρο

της ψυχής και της διάνοιας

όπου φιλοξενείται το φως το αείζωτο!

 

Τα κύτταρά μας έχουν ανανεωθεί

μέσα από το αναβάπτισμά τους 

στο φως το λευκό, το απέριττο.

Μια νέα ορμή  καθοδηγεί

την ύπαρξή μας

που ξεπερνά τα όρια

της θνησιμότητας

που ενώνεται με τη δύναμη

του Σύμπαντος… 

Πρόκειται για τα μόρια

του σώματός μας

και της ύπαρξής μας

που ξεφεύγουν

από το σωμάτινο περίβλημά τους

καθώς συντροφεύουν 

με τη δύναμή τους, της νόησης

τα φωτεινά σωματίδια  του Σύμπαντος

μικροί ήλιοι αισιοδοξίας 

φωτός λαμπρού Άσπρου-Λευκού.

 

Πετυχαίνουμε, το Μαύρο συρρικνώνεται

καταλύεται, χάνεται από τη ζωή μας…

Εδώ πια κυριαρχεί το Άσπρο-λευκό

κρίνα και ρόδα μυρωδάτα

σπέρνουν την ομορφιά της γαλήνης

της υπαρξιστικής ηρεμίας!

Είμαστε σώοι και ελεύθεροι!

**********

Βιβλίο Δεύτερο : 1.Θυμάμαι… , 2.Πέρασα κι εγώ από εκεί… (I’ve been there too…), 3.«Μη μου τους κύκλους τάραττε! 

*****

 1. Θυμάμαι…

(Σύδνεϋ, Οκτώβριος 2011)

Τα χέρια σου, θυμάμαι!

Ναι, είχαν ψυχή δική τους

έτσι όπως κινιούνταν ολοζώντανα

τριγύρω μου

όταν αναδεύανε πέρα-δώθε

στο πρόσωπό μου ένα περιοδικό.

Δεν μ’άφηνε να κοιμηθώ

η ζέστη του καλοκαιριού!

Δεμένα με το μυαλό σου 

και με την καρδιά  σου

τα χέρια σου της καλλιτεχνίας

πλέκανε τη μεταξωτή κλωστή

σε αρχοντική, δαντέλλα.

Κι εκείνη γεμάτη φινέτσα

γλυστρούσε αργά

στην καθαρή ποδιά σου

και μ’ έκανε να τη

θέλω ολοδικιά μου:

«Μαμά!.. θα μου πλέξεις

κι εμένα την ίδια;»

«Όλα δικά σας, μάτια μου!»

Έλεγες, έτσι απλά…

και μ’ έκανες

να ντρέπομαι για 

την εγωϊστική επιθυμία μου. 

 

Τα χέρια σου τα άγια,

δεν ξέρανε αργία.

Ακούραστα, το σπίτι συγυρίζανε

βιάζονταν στο μαγείρεμα

καθώς οι ώρες τρέχανε

και ο πατέρας θά ‘ρχονταν

σαν κάθε μεσημέρι.

Η οικογενειακή ζωή 

είναι απαιτητική

και η ομηρία σου, της μάνας, 

συνεχιζόταν στην περιπέτειά της…

Σαν είχαμε αποφάγει

κι έτρεχες για το πλύσιμο

των πιάτων… 

τα προκομμένα χέρια σου

πιστά σ΄ακολουθούσαν

τα έρμα!

 

Τα χέρια σου

τα πονεμένα χέρια σου

αγόγγυστα  παρήγαγαν έργο θείο.

Τα βούταγες στην ξύλινη τη σκάφη

και πάλευαν για ώρες

το λερωμένο ρούχο.

Έτριβαν τους λεκέδες

ή λουλάκιαζαν

τ’ ασπρόρουχα…

Το καζάνι που κόχλαζε

στημένο σε τρίγωνη πυροστιά

σ’ έκανε να ιδρώνεις

το πρόσωπο να σκουπίζεις

της μέσης σου την κούραση

να ισιώνεις, με βαθύ αναστεναγμό!

Μετά τον κάματο της μπουγάδας

σκούπιζες τα βασανισμένα χέρια

και σαν καθόσουν πια

τα εξέταζες με περιέργεια

γύριζες τη βέρα σου αργά

νωχελικά, θαρρείς

στο παράμεσο δάχτυλο

του δεξιού σου

και έλεγες χαμογελώντας

μ’ έναν  ακατανόητο συμβιβασμό:

«κοίταξέ τα πώς ζάρωσαν!

Τα μούλιασε το νερό 

το σαπούνι… η αλλυσίβα».

Το μαλακό χρυσό

της βέρας σου, θαρρείς

και θά έλυωνε κάποια στιγμή

στα όμορφα τα χέρια σου…

κι όμως εσύ, γλυκειά μου μαμά

έφυγες πιο γρήγορα απ’ εκείνο!

 

Με τα όμορφα τα χέρια σου

τα γεμάτα τρυφεράδα

έπλεκες τις πλεξούδες μου

και σα με χάιδευες

στο μάγουλο βιαστικά

ήξερα πως είχες τελειώσει:

«Έτοιμη!» έλεγες, μετά.

Τα χέρια σου τα γενναιόδωρα

ήξεραν πώς να μοιράζουν

το χρόνο σου καθημερινά

προς μύριες κατευθύνσεις…

Όταν στο γόνατό μου

μαλάκωνες το τραύμα

το πότιζες με το βότανο

της αγάπης σου

έπλεκες με την ψυχή σου

στίχους παρηγοριάς

και με φιλούσες.

Κι ήταν το φίλημά σου

γλυκύτατος επίλογος

και αλήθεια, τόσο συχνός!

Έτσι καθώς έκλεινε το όποιο

περιστατικό κοντά σου

απόβαινε υπόθεση γενναιότητας

είδος αλτρουισμού εκ μέρους σου

στο παιδικό μου νου! 

Ήσουν η ηρωΐδα μου!

Θυμάμαι τον ατέλειωτο χρόνο

που διέθετες για όλους μας. 

Θυμάμαι τη βοήθειά σου

στην ορθογραφία…

Κρατούσες με υπομονή

το αναγνωστικό μου

και αφού βεβαιωνόσουν

ότι την ήξερα, την έγραφα

κι εσύ τη διόρθωνες.

Ήσουν πάντα πρόθυμη

με την  αναγνώριση λέξεων

ή την εκμάθηση απαγγελίας

ποιήματος.

Κρατούσες τη γραμματική μου

και έκλινα τα ουσιαστικά…

Τελείωνα «το διάβασμα»

είχα καιρό ελεύθερο

κι ήμουν ανήσυχη;

Τότε απλά μου σύστηνες  

«να ζωγραφίσουμε παρέα».

Με βοηθούσες με τα χρώματα

ξεχώριζες τα μολύβια 

που χρειαζόμαστε

και σχεδιάζαμε 

στην ιχνογραφία μου.

Τα χρόνια κυλούσαν

με γοργούς ρυθμούς.

Τα χέρια σου αείποτε υπήρξαν

πολύτιμα  δώρα

στους αγαπημένους σου.

…………………………………

Κάποιες στιγμές φαινόσουνα

απόμακρη.

Σε κουράζαμε ψυχικά

και παραπονιόσουν

σα να παραμιλούσες

για τις συμπεριφορές μας…

Τότε με παρακαλούσες

να μιλήσω της μικρής μας…

Και ο μικρός μας

ήταν γεμάτος ζαβολιές…

Ήμουνα το πρωτότοκό σου

Κι αυτό κουβάλαγε κάποιες

προσδοκίες σου, δίκαια ή άδικα.

Με συμβούλευες να σ’ ακούω

«Είναι για το καλό σου», τόνιζες

Κι εγώ σε πίστευα, σε υπάκουα…

«Αχ, θα με φάτε!» έλεγες

με την συμβατικότητα να σχεδιάζει

ένα χαμόγελο στα χείλια σου

λες και αστειευόσουν…

Πόσο σ’ αγαπούσα, μαμά!

 

Ο πατέρας ήταν κομμάτι αψύς 

κι εσύ γυναίκα

που τα χέρια της αξιώθηκαν

να μαλάζουν τους μικρούς

ή τους μεγάλους πόνους,

να στρογγυλεύουν τις αντιξοότητες

που υψώνουν χωρίσματα

κάποτε ανυπέρβλητα…

Τα θαυματουργά χέρια σου

δεμένα με την καρδιά σου

μυημένα στη μαγεία

του ανεπαίσθητου χαδιού

του κρυμμένου πίσω

απ’ τις μαλακές κινήσεις

που μόνο μία άλλη ψυχή

εξίσου ευαίσθητη με τη δική σου

μπορούσε να το νιώσει.

Η ομορφιά των χεριών σου

καθρέφτης της γενναιοδωρίας σου

σημάδεψε για πάντα

την ψυχή μου!

Πόσο σε θυμάμαι…

θυμάμαι τα μάτια σου

γεμάτα καρτερία και ελπίδα

για το μέλλον.

Χαίρομαι αλήθεια

που σε θυμάμαι τόσο καθαρά

που θυμάμαι τα χέρια σου

λες κι είναι μπροστά μου

το ντροπαλό σου χαμόγελο

την ήρεμη καλωσύνη σου

τη λαχτάρα σου για όλους μας

γλυκειά μου μαμά!

Το στερημένο σου το ξένο!

******* 

Πέρασα κι εγώ από εκεί… (I’ve been there too…) 

Πομπηία  3/10/2010  

Ο  Δυνάστης του τόπου,

αέναα την κίνηση επιβλέπει.

Το υπολογίσιμο ύψος του

– αν και μειωμένο τώρα πια-

βοηθά στην, αφ’ υψηλού επίβλεψη

της χώρας στα ριζά του!

Τα σπλάχνα του αναδεύονται

–επίμονη φουσκοθαλασσιά

που αέναα ορίζεται από ακατάλυτο πάθος!-

Κι αν ακόμα προβλέπονται οι προθέσεις του,

άγνωστο πώς θα διαθέσει

τη φλογάτη λάσπη του,

το πύρινο μείγμα, αιώνια

θαμμένων δυνάμεων

που ψάχνουν ακατάπαυστα για διέξοδο

παρόμοια με τον ατμό καζανιού ταχύτητας! 

Ο κοιμισμένος Δράκος!

Ο κοιμισμένος Δυνάστης!

Και πώς να προβλέψουν οι θνητοί;

Είμαι εδώ, τώρα πια,  κοιτάζω ένα γύρω

με περισυλλογή.

τις συνέπειες της αφύπνισής του

της επόμενης κίνησής του;

Το Δυνάστη ατενίζω με δέος

με μαγνητίζει η σφίγγα του.

Τον παρακολουθώ αδιάντροπα.

Άλλοτε τον λοξοκοιτάζω

με φόβο όντος που αντιμετωπίζει Δράκοντα

που ξέρει να συγκρατεί τους βρυχηθμούς του,

της οργής!

Τον φωτογραφίζω άλλες τόσες.

Αισθάνομαι ασήμαντος…

Εκείνος συγκατανεύει:

« είμαι μία χθαμαλή ύπαρξη!»

Άκου τι συνέβη, τότε πού έλειπαν

«τα μέσα και τα έξω»! 

Ο Jupiter, αστραπόβροντας  βασιλιάς

δεν τόλμησε να επέμβει.

Γνώριζε την αδυναμία του, να τον ζέψει.

Το βλέμμα του της αστραπής

το χέρι του, κεραυνού

μετέωρα σταθήκαν, σαν ξέρασε

τα σωθικά του ο Δράκος

θάβοντας την προστατευόμενη του

τη χαϊδεμένη Πολιτεία.

Και ο Νους-Minerva, απέτυχε

στους υπολογισμούς της.

Υπάρχουν και  σ τ ο ι χ  ε ι ά 

που δ ε  δ α μ ά ζ ο ν τ α ι!  

Αιχμάλωτοι του Δυνάστη οι πολίτες

είχαν συνηθίσει στις εκπλήξεις του

κι όμως δε  φαντάζονταν τέτοιο τέλος! 

Τρέμανε σαν έτρεμε και τον τρανό Θεό

που είχαν πλάσει, ικετεύανε, θυσίες του προσφέρανε…

Να σεβαστεί  το συμβόλαιο της προστασίας τους

μαζί του εδώ και τώρα

σώνει και καλά, παρακαλούσαν  τρέμοντας

για τη σκέπη του από τη μάνητα

του πανύψηλου Δυνάστη!

Βρέθηκα λοιπόν εδώ μια μέρα του Οκτώβρη

και τόλμησα!

Τον κοίταξα όπως παρουσιάζεται:

Όρος, Βουνό, Montagna

ξανά και πάλι, με θάρρος ανθρώπου

που έχει επίγνωση

του απειροελάχιστου της παρουσίας του

στο Σύμπαν. 

Στέναζα, κυκλωμένη από τα λείψανα

της πολιτείας!

Με ψυχοπλακώνουν γκριζαρισμένα

τοίχοι κι οροφές

κι ας χαίρονται οι δρόμοι οι πλακόστρωτοι

τη ζέστη της ζωής 

κι ας ροφούν μ’ απληστία των βημάτων

την αφή! 

Ανταποδίδουν τη ματιά μου

–τ’ ανασταίνει η παρουσία μου!

Ετούτα -που μόνο άψυχα δεν είναι- απόδειξη τρανή

της μάνητας της φύσης

–της μάνας στο παιδί είναι!

Ανάμεσά τους ζωντανεύουν σκιές

αλλοτινής δόξας

π’αναρωτιούνται «πώς και γιατί;»

κόπιασαν οι απόγονοι 

ν’ αλαφρύνουνε από το βάρος της στάχτης

την Πομπηία!

Να ανασηκώσουν μέτρα της

ν’ αναστήσουν τη νέκρα της 

κι η γη ξανά τον ήλιο να χαρεί!

Μα είναι Τύχη, Βουνό!..

Πόνεσα για το ζήλο τους, της αιωνιότητας! 

Άνθρωποι! Άνθρωποι!

Είχαν ζήσει στη φύση και κανάκευαν

την αιωνιότητα!

Και ω! του οικτρού πάθους, η διαιώνισή τους

-φύσης θέλημα-

επετεύχθη, με το πιο φρικώδες τέλος! 

Λάθος φιλοδοξία!

Περπατώ ανάμεσά τους, προσέχω

μήπως  σκοντάψω πάνω τους.

Λειασμένες πέτρες διατηρούνται

διατηρώντας το οδόστρωμα

κι εγώ χαϊδεύω με τη ματιά, τα σημάδια

της ρόδας ‘πάνω τους

-ανύπαρκτου, φανταστικού

πάντα χαριτωμένου, κάρου.

Ψάχνω με αγωνία για τα  ίχνη των πατημάτων τους.

Έστω κι αόρατα, είναι ίχνη αθάνατα

για μένα, για σένα

για τον προσκυνητή του πάθους

της ακατοίκητης Πολιτείας.

Ταράχτηκα με τα γύψινα εκμαγεία 

π’  αντίκρισα! Στοχάσου:

τη δοθείσα στιγμή οι ολοζώντανοι, σε Κόλαση

βρεθήκαν, προδομένοι από τα θεία 

-ολόρθοι μάρτυρες της ειμαρμένης-

για ν’ αναστηθούν στο Νου των παθιασμένων

με την ιστορία! 

Γύψινα εκμαγεία άλλοτε ερωτευμένων

ή και ανέραστων

ευτυχισμένων ή δυστυχισμένων

ζωντανών όμως ανθρώπων !

Δέστε τους… κλάψτε τους…

γύψινα εκμαγεία, τώρα πια!

Πέρασα κι εγώ απ’  εδώ κι ήτανε μέρα ‘λιόλουστη,

λαμπρή.

Μία λύπη τράνευε την αδυναμία μας

του ανθρώπου!

Η σκέψη του τέλους πού ‘ρχεται αδέκαστο

και σ’ άπειρες μορφές! 

Κάποιοι κι αν φεύγουν όρθιοι

σαν τα δέντρα… επίσης φεύγουν!..

Το παιχνίδι της μαυλίστρας της ζωής

–το αμείλικτο- το γνωρίζω

των κανόνων της κατέχω τη συνείδηση:

παραμένω Ον of limits, κι ας με παραπλανά

η αισιοδοξία!

Δεν τόλμησα, παρά τη φωτογράφιση

-επιμνημόσυνη  πράξη-

για μένα, τους αγαπημένους, τους άλλους

αν κι όλα είναι μάταια!

Ακόμα και οι μνήμες, μελέτης πένθους πεθαίνουν!

Πέρασα κι εγώ από εκεί

 κι απέβην πάθους μάρτυρας!

Θνητοί εμείς, μάταια παλεύουμε

για τις ανάγκες τις θνητές!

Ασπάστηκα το πάθος της Πόλης

που μακελεύτηκε το 79 μ.Χ.

Τρεις  του Οκτώβρη και αίσιον έτος, 2010…

πέρασα κι εγώ από εκεί 

κι απέβην πάθους μάρτυρας!

Περαστικός σ’ εκατομμύρια περαστικών…

και παίρνω όρκο πως βλέμμα του Δία εστιάζεται βαρύ

στην πονηρή κορφή του Δυνάστη

με μια αιώνια απορία!

Και  το όνομα του Αμείλικτου Δυνάστη:

ΒΕΖΟΥΒΙΟΣ!

*****

3.«Μη μου τους κύκλους τάραττε!»

(Σύδνεϋ, Οκτώβριος 2011)

Μπήκες στο χώρο μου απρόσκλητος

κι όμως αιτείς και απαιτείς

με θάρρος-θράσος ιδιοκτήτη

με θάρρος-θράσος δυνάστη!

Δεν με σεβάστηκες

και δε μ’ υπολόγισες

και τέλος μού ‘στειλες μήνυμα:

«μέριασε βράχε να διαβώ!»

Εξεπλάγην!

Στην αρχή το θεώρησα αστείο.

Όταν όμως το καλοσκέφτηκα

άλλαξα γνώμη.

Συνέβη κάτι πολύ ενδιαφέρον:

το μήνυμά σου με κολάκεψε!

Αν με θεωρείς βράχο

τότε σημαίνει ότι μπορώ…

Δεν το είχα συνειδητοποιήσει

ότι  θεωρούμαι από κάποιους

από σένα, «Βράχος!»  

Δεν είχα καν συνειδητοποιήσει

ότι εσύ ο «μπαμπούλας»

θα μ’ αποκαλούσες «Βράχο»!

Άραγε σημαίνει, αυτό

που τώρα πια πιστεύω;

Μήπως όχι μόνο με θεωρείς

υπολογήσιμο εμπόδιο…

αλλά και το πιστεύεις;

Κι αν έχουν έτσι τα πράγματα

τότε… οφείλω να σταθώ

στο «ύψος» μου

και να μην επιτρέψω

την πίεσή σου πάνω μου;

Να μην ενδώσω

στη θέλησή σου

ή στην πραγματοποίηση

των ανόσιων  σχεδίων σου;

Τα σκέφτηκα όλ’ αυτά καλά

και θαρρώ πώς κάπως έτσι

οφείλουν  να εξελιχτούν

τα πράγματα.

Τώρα που με όπλισες με γνώση

άγνωστη ώς τώρα,

και με ενδυναμώνεις άθελά σου

αντιστρέφονται οι όροι ανάμεσά μας!

Η γνώμη σου -αντιπάλου μου-

είναι άκρως υπολογίσημη.

Αισθάνομαι ήδη

μία πρωτόγνωρη ενεργετικότητα

μία δύναμη να θέλω

να κρατήσω τον τίτλο του «βράχου»

που μου απένειμες

τον τίτλο που ενδυνάμωσε

τις πεποιθήσεις μου…

που με σπρώχνει να πω:

Αρκετά, ως εδώ ήταν φίλε!

«Μη μου τους κύκλους τάραττε!»

Κι αν επιμένεις…   έχω έτοιμη

και την πιο θαρραλέα απάντηση:

«Μολών Λαβέ!»

Έχει σημασία τώρα πια να δω

πώς θ’ αντέξει ο εγωϊσμός σου

όταν τσακιστεί πάνω στο «βράχο»

στη θέλησή μου ασφαλώς

που θέριεψε η θρασύτητά σου!

Κι όλα αυτά, ακόμα

κι αν με τη λέξη βράχος

εννοούσες απλά

ότι αποτελώ «εμπόδιο»

στα σχέδιά σου!

ΤΕΛΟΣ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η συγγραφέας Πιπίνα Δ. Ιωσηφίδου – Έλλη (Elles)

(στην ένθετη φωτογραφία), ζει και γράφει

στο Σύδνεϋ της Αυστραλίας.

 

Ασχολείται με όλα τα είδη της Λογοτεχνίας

και ως μεταπτυχιούχος φιλόλογος γράφει επίσης

κριτικές μελέτες.

 

Ζωγραφίζει επίσης ή σκιτσάρει και το αντικείμενο της Τέχνης της, είναι αντίστοιχο  με τα εκάστοτε

ενδιαφέροντά της.

 

 

 

Email:  pipinaelles@hotmail.com

 

Ἀπαντῆστε

Συμπληρῶστε κατωτέρω τὰ στοιχεῖα σας ἢ πατῆστε σὲ ἕνα εἰκονίδιο γιὰ νὰ συνδεθῆτε.

Λογότυπος τοῦ WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ WordPress.com. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Εἰκόνα Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ Twitter. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Φωτογραφία στὸ Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ Facebook. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Σύνδεση μὲ τὸ %s σὲ ἐξέλιξη...