Copyright: Δρ Πιπίνα Δ. Έλλη (Dr Pipina D. Elles of Flinders University, Adelaide, S.A.), Απόσπασμα από την Διδακτορική μου Διατριβή: Η Γυναίκα στα Θεατρικά Έργα του Ν. Καζαντζάκη, (σ. 176)
α’. Η γυναίκα στον φυσικό ρόλο της μάνας
Η γυναίκα υπήρξε τα μέγιστα ευνοούμενη από την φύση. Η μητρότητα, πέρα από το γεγονός ότι αποτελεί μηχανισμό προσφοράς στην διαιώνιση ή διάσωση του ανθρώπου στον πλανήτη, είναι ευλογία. Και ο άντρας, παρά την κτητική φύση του και ανεξάρτητα από την κοινωνική-οικονομική θέση του, αναγνωρίζει την ουσία της μητρότητας και τις υποχρεώσεις του στην φυσική σύντροφό του και τους απογόνους τους.
Στην ελληνοχριστιανική κοινωνία και άσχετα με την κοινωνική-οικονομική θέση της, η μάνα, θεωρείται άγια και συχνά ταυτίζεται με την Παναγία. Απλή γυναίκα ήταν η Μαρία η οποία ευλογήθηκε με την γέννηση του Χριστού, ή η Μάγια, η μητέρα του Βούδα, που τον γέννησε κάτω από μια συκιά, όταν ανασηκωμένη στα νύχια, επιχείρησε να κόψει ένα ανθισμένο κλαδί της: “έπεσε, απάνω στους ανθούς, σαν κάρβουνο / αναμμένο!” λέει για τον νεογέννητο Βούδα, ο Καζαντζάκης[1]. Χαρακτηρίζεται για την υπομονή της στην δοκιμασία της εγκυμοσύνης και του τοκετού, ενώ η αγάπη της για τα παιδιά της είναι παροιμιώδης. Την συνοδεύει ιστορικό συνεχούς αγώνα για την ανατροφή και την μόρφωση των παιδιών της και η ενσικτώδης προστατευτική τάση της προς αυτά, δεν απαλείφεται, παρά με τον θάνατό της.
Στο έργο του Καζαντζάκη, οι απλές γυναίκες-μάνες κατέχουν ξεχωριστή θέση. Πλαισιώνονται με ποικιλία ιδιοτήτων και χαρακτηρισμών σε σχέση με την μητρότητα. Στο Καποδίστριας, χαίρουν σεβασμού διότι διάγουν την περίοδο κύησης με σύνεση, για την προστασία και σωστή ανάπτυξη του εμβρύου, προς όφελος της πατρίδας: “Άγιες εσείς, γλυκές γυναίκες της Ελλάδας! / Μεσολογγίτισσες, Σουλιώτισσες, με μαύρα / σφιχτά τσεμπέρια στα μαλλιά, χαροκαμένες!” αναφωνεί ο Καποδίστριας, και εννοεί τις μέλλουσες μάνες, που θα αναθρέψουν “υγιούς”, “πολύ καλύτερούς μας”, όπως τονίζει[2]. Αποδεικνύεται ότι ο πρόγονος και ο απόγονος, είναι από τα πλέον ζωτικά θέματα που απασχόλησαν τον Καζαντζάκη, και παρόμοια στο Αναφορά στον Γκρέκο [3] και σε άλλα έργα του, όπως στην τραγωδία Ν. Φωκάς[4] ή στα βιβλία του Καπετάν Μιχάλης[5], και πάλι στο Αναφορά στον Γκρέκο[6] και ιδιαίτερα στην Ασκητική[7]. Ο απόγονος διαιωνίζει την ψυχή του γένους, αποτελεί την συνέχεια του και στον σπουδαίο αυτό ρόλο συνοδεύεται από την ευχή να γίνει καλύτερος των γονιών[8] του και των προγόνων του εν γένει, και ιδιαίτερα ο Κρητικός, όπως λέει ο παππούς του Θρασάκι, στο έργο του Καζαντζάκη Καπετάν Μιχάλης, ‘‘έχει το νου του και στην Κρήτη’’[9] .
Στο Σόδομα και Γόμορρα[10] η ανάγκη της μητρότητας, ραδιουργεί. Οι θυγατέρες του Λωτ κατευθυνόμενες από την φυσική για την γυναίκα, ανάγκη, κάποια στιγμή πετυχαίνουν, ώστε ακόμα και ο θεόσταλτος στην Γη, Άγγελος, να ασπαστεί την γήϊνη ζωή[11] και να απαρνηθεί τον Θεό[12]. Υπογραμμίζεται ωστόσο ότι οι επιδράσεις της μητρότηταςενεργούν θετικά στις πρωτόγονες νέες, αφού κάποια στιγμή, ως μελλοντικές μητέρες πλέον, αναθεωρούν τις προτιμήσεις τους και την συμπεριφορά τους. Η μητρότητα, μεταμορφώνει τις ταπεινές αδυναμίες τους σε ποιότητες και από το επίπεδο της ενστικτώδους ευφορίας, μετατοπίζονται στην συνειδητοποίηση της ευθύνης για την νέα ζωή που ανασταίνεται στο σώμα τους. Ως μητέρες, συνειδητοποιούν τον ρόλο της παρουσίας του θείου, τις ραγδαίες εξελίξεις της κοινωνίας τους και καταλαμβάνονται από αγωνία για το μέλλον: “Α’ Κόρη: Θεέ μου, συγχώρεσέ με! Ήμαρτον! Ήμαρτον! Τώρα / το βλέπω πως είναι αλήθεια, υπάρχεις! / Σώσε το γιο μου!”[13] Παρόμοια στην τραγωδία Κ. ο Παλαιολόγος,όπουοι μάνες διακατέχονται από αγωνία και άγχος, βλέποντας να διαγράφεται φρικτό το τέλος της Βασιλεύουσας και ταυτόχρονα το δικό τους. Η ζωή τους επιφυλάσσει αξεπέραστες πίκρες, όπως τον χωρισμό από τα παιδιά τους ή τοναφανισμό τους. Εν όψει μιας τέτοιας φριχτής εκδοχής, προ-θρηνούν για τα παιδιά τους, ενώ ο βασιλιάς με συμβουλές επιχειρεί να ανυψώσει το φρόνημά τους,ώστε να βοηθήσουν, την Βασιλεύουσα[14], να σταθεί ως σύμβολο, όρθια και περήφανη, μέχρι το τέλος.
Ο Καζαντζάκης που έζησε στην Τουρκοκρατούμενη πατρίδα του την Κρήτη, αίρει την στάση των γυναικών σε περίοδο πολέμου[15], και μάλιστα στην Ενετοκρατούμενη Κρήτη. Στο δράμα Έως πότε, οι γυναίκες παρουσιάζονται καταβεβλημένες από την συνεχή αγωνία του πολέμου, τον αφανισμό των αντρών και των παιδιών τους[16]. Εντός αυτού του πολεμικού κλίματος και με την γνώση ότι το δίκαιο του δυνατού[17] αποτελεί καθεστώς, η απροστάτευτη μάνα αντιμετωπίζει με σθένος την εξουσία[18], την τραχύτητα και την περιφρόνηση εναντίον της, για χάρη του παιδιού που της απέμεινε, από την εξαμελή οικογένειά της. Οι αντιδράσεις της τιμωρούνται με την απομάκρυνση του παιδιού της, στις γαλέρες.
Η δύναμη της μητρικής αγάπης δοκιμάζεται εκ νέου στο Τραγωδία μονόπρακτη. Πρόκειται για μία υπερβολική περίπτωση αγάπης, που ξεπερνά τα φυσικά ανθρώπινα όρια και νικά τον θάνατο. Ο Καζαντζάκης πλέκει το ιστορικό μητέρας η οποία αγωνίζεται να εισχωρήσει στον χώρο των ετοιμοθανάτων, για να συναντήσει το νεκρό κοριτσάκι της, με την ελπίδα ότι ο δυνατός δεσμός τους και η ανάγκη τους να ανταμώσουν και πέρα από την διάσταση της ζωής, είναι πραγματοποιήσιμη. Τελικά η αγάπη της μητέρας νικά τον θάνατο[19]. Ο Καζαντζάκης με τις τραγωδίες Έως πότε; και Τραγωδία μονόπρακτη εξυμνεί τη δύναμη της μητρικής αγάπης.
Και ενώ η μητρότητα μαλακώνει, εξευγενίζει, συμπληρώνει την γυναίκα ως άτομο, στο δράμα Ξημερώνει, ο Καζαντζάκης, παρουσιάζει μία ενδιαφέρουσα, αν όχι σπάνια, διάσταση της μάνας, ετούτη της Λαλώς, όπου η προσωπική ανάγκη (η σφοδρή αγάπη της για έναν ξένο) σαρώνει την συνείδηση της, της μητέρας, και τίθεται αρνητικά έναντι του παιδιού της. Οι δηλώσεις και οι απαιτήσεις της για τον σεβασμό του παιδιού της στο πρόσωπό της, ηχούν ως υπερβολικά εγωκεντρικές από την ηρωίδα, η οποία αδιαφορώντας για την οικογένειά της, εγκαταλείπεται στην ερωτική απελπισία.
[1] Ν. Καζαντζάκης, Βούδας, σ. 540.
[2] Ν. Καζαντζάκης, Ι. Καποδίστριας, ο.π., σ. 27.
[3] Ο Καζαντζάκης ως Κρητικός, αφιερώνει το Βιβλίο του Αναφορά στον Γκρέκο στον σημαντικό πρόγονό του Δ. Θεοτοκόπουλο ή Ελ Γκρέκο. Εδώ δηλώνει και την πεποίθησή του για τους νέους, συμπεριλαμβανόμενου και του εαυτού του, σε σχέση με τους προγόνους, θέτοντας το ακόλουθο ερωτηματικό: “Πώς να γίνουμε κι εμείς άξιοι των προγόνων, πώς να τη συνεχίσουμε, χωρίς να την ντροπιάσουμε, την παράδοση της ράτσας μας;” Ν. Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο, ο.π., σ. 174.
[4] Στην τραγωδία ετούτη, η Θεοφανώ που εξακολουθεί να ελπίζει, εύχεται ο γιος να είναι καλύτερος από τον πατέρα του, Ν. Καζαντζάκης, Ν.Φωκάς, ο.π., σ. 398.
[5] Ο Καζαντζάκης αποκαλύπτει την πίστη του για την μεγάλη σημασία του απόγονου και στο Καπετάν Μιχάλης, όταν βάζει τον παππού να μιλάει στον εγγονό του, το Θρασάκι, τον γιο του Καπετάν Μιχάλη και να λέει:‘‘-Έχε την ευκή μου· εσύ θα γίνεις πιο καλός κι από τον κύρη σου· τι μου γουρλώνεις τα μάτια; Έτσι πρέπει μαθές· αλίμονο αν ο γιος δε βγει καλύτερος από το γονιό του· ο κόσμος θα χάνουνταν. Έβαλε τη χερούκλα του απάνω από το κεφάλι του εγγονού: -Να μας ξεπεράσεις όλους εγγονέ, είπε. Εμείς οι Κρητικοί, πρέπει να ξέρεις, δεν είμαστε σαν τους άλλους ανθρώπους, έχουμε δουλειά διπλή’’ (σ. 390). Το Θρασάκι μεγαλώνει για να γίνει αντάξιο του Καπετάν Μιχάλη: ‘Γεια σου μωρέ Θρασάκι, έτσι σε θέλω, να δέρνεις!” (σ. 397), Ν. Καζαντζάκης, Καπετάν Μιχάλης, ο.π.
[6] Στον πρόλογο του έργου του, Αναφορά στον Γκρέκο, ο Καζαντζάκης, περιγράφει μία περίοδο εναγώνιας αναμονής, αόρατης παντοδύναμης παρουσίας, που θα τον βοηθήσει να ακολουθήσει μία πορεία ανάλογη με τις προσωπικές του ανάγκες. Κι ενώ περίμενε τον “Γεχωβά”, όπως λέει, παρουσιάστηκε κάποιος άλλος: “Μα δεν ήταν ο Γεχωβάς, δεν ήταν ο Γεχωβάς, ήσουν εσύ, Παππού, από το αγαπημένο χώμα της Κρήτης, και στέκουσουν μπροστά μου, άρχοντας αυστηρός.” Ο “Παππούς” δεν είναι άλλος από τον Δ. Θεοτοκόπουλο, τον παγκόσμια αναγνωρισμένο πρόγονό του, τον Ελ Γκρέκο, που ο Καζαντζάκης τον αποκαλεί Παππού, τον σέβεται και τον θαυμάζει. Στην συνέχεια του ζητά να του δώσει μία προσταγή: “ –Παππού αγαπημένε, είπα, δώσ’ μου μια προσταγή.” Η τελική εντολή του Γρέκο “-Φτάσε όπου δεν μπορείς!” συμβολίζει την υιοθέτηση της προσπάθειας από τον ποιητή, να ξεπεράσει τον εαυτό του, Ν. Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο, ο.π., σ. 22.
[7] “Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει”, Ν. Καζαντζάκης Ασκητική, ο.π., σσ. 40-41.
[8] “[…] αλίμονο αν ο γιος δε βγει καλύτερος από το γονιό του· ο κόσμος θα χάνουνταν.” Ν. Καζαντζάκης, Καπετάν Μιχάλης , ο.π., σ. 390.
[9] Αυτόθι, σ. 390.
[10] Επαναλαμβάνεται το μοτίβο της πράξης της Εύας, Ν. Καζαντζάκης, Σόδομα και Γόμορρα, ο.π., σσ. 355, 356.
[11] Ο Λωτ πιστεύει ότι και ο Θεός θα μπορούσε να ζαλιστεί “από τη γλύκα της γης”, ότι θα αναγκαζόταν να ενεργεί όπως οι θνητοί: να πιει κρασί, να φιλήσει γυναίκα, οπόταν δε θα ήθελε να επιστρέψει στον ουρανό, Ν. Καζαντζάκης, Σόδομα και Γόμορρα, ο.π., σσ. 356-357.
[12] “Δώσε!” λέει και απλώνει τα χέρια, αυτόθι, σσ. 358-362.
[13] Ν. Καζαντζάκης, Σόδομα και Γόμορρα, ο.π., σσ. 429 και 433.
[14] Χωρίς ταπεινωτικές εκφράσεις και εκδηλώσεις, ενδεικτικά δειλίας έναντι του εχθρού, Ν. Καζαντζάκης, Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος, ο.π., σσ. 542-543.
[15] Ο Καζαντζάκης πραγματεύεται με επιτυχία την αγωνία της γυναίκας έναντι του συνεχούς πολέμου, παρόμοια όπως συμβαίνει στην Λυσιστράτη του Αριστοφάνη, Aristophanes, The Lysistrata, transl. by Benjamin Bickley, The Great Books of the W.World, Vol. 5, Univ. of Chicago, Encyclopaedia Britannica Inc., 26thPrint, 1984.
[16] Ν. Καζαντζάκης, Έως πότε; o.π., σ. 214.
[17] Αυτόθι, σ. 224. Στο Έργα και Ημέραι, του Ησίοδου, υπογραμμίζεται το φαινόμενο του δικαίου των δυνατών, με την παραβολή του γερακιού και του αηδονιού, Ησίοδος, Έργα και Ημέραι, στιχ. 202- 212, Ησιόδου Άπαντα, Αρχαίο Κείμενον, εισαγωγή, μετάφρ., Σχόλια: Παναγή Λεκατσά, Εκδοτικός Οίκος, Ι. & Π.Ζαχαροπούλου, Αθήναι, 1939, σσ.20-21). Επίσης στο Το κοινωνικό συμβόλαιο του Ζαν Ζακ Ρουσσώ, κεφ. 3: “Περί του δικαίου του ισχυροτέρου”, Μετάφρ. Δ.Π.Κωστελένος, Παγκόσμια Λογοτεχνία, σσ. 24-25.
[18] Η μάρτυρας-μητέρα αντιμετωπίζει ολομόναχη την σκληρή πραγματικότητα του πένθους που της επέβαλε ο πόλεμος και οι συνεπειές του. Παλεύει να κρατήσει ό,τι της έχει απομείνει: το δεκαεξάχρονο παιδί της. Αντιστέκεται όσο μπορεί στη δύναμη και στην υποκρισία του αλύγιστου Δούκα και του περιβάλλοντός του και εκείνος ως εξουσία, την τιμωρεί παραδίνοντας τον γιο της στις γαλέρες, Ν.Καζαντζάκης, Έως πότε; ο.π., σσ. 223-224.
[19] Η ευχή πραγματοποιείται με την δύναμη της αγάπης. Οι δύο υπάρξεις ευτυχισμένες από την ένωσή τους ηρεμούν και κάθονται σε καναπέ όπως ίσως συνήθιζαν σε φωτεινότερες ημέρες, Ν. Καζαντζάκης, Τραγωδία μονόπρακτη, σ. 108.