ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ
Θεατρικό
Σύδνεϋ 1998
©Πιπίνα Δ. Έλλη (Pipina D. Elles)
Έκδοση από την συγγραφέα, Πιπίνα Δ. Έλλη
Στον Γιώργο μου με αγάπη
………………………………..
ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ
Πρόσωπα:
Διονύσης: Σύζυγος της Φρόσως, 45 χρόνων
Φρόσω: Σύζυγος του Διονύση, 40 χρόνων
Μέλπω: Αδελφή της Φρόσως, 38 χρόνων
Μανώλης: Σύζυγος της Μέλπως, 45 χρόνων
Ντίνος: Γιος του Διονύση και της Φρόσως, φοιτητής, 20 χρόνων
Τζιούλη: Κόρη του Διονύση και της Φρόσως, 18 χρόνων
Μάκης: Γιος του Μανώλη και της Μέλπως, φοιτητής, 20 χρόνων
Κάρεν: Γκαρσόνα, περίπου 20 χρόνων
ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ
Εικόνα πρώτη
Ανοίγει η εξωτερική πόρτα. Μπαίνει η Φρόσω ταραγμένη. Κλείνοντας την πόρτα, φωνάζει.
Φρόσω: Μέλπω!.. Μέλπω… Πού είσαι καλέ;
Μέλπω: Εδώ είμαι κορίτσι μου!.. Εδώ είμαι!.. Πώς φωνάζεις έτσι;
Έρχεται η Μέλπω σκουπίζοντας τα χέρια της. Φαίνεται ανήσυχη.
Φρόσω: Μέλπω μου πού να στα λέω!..
Μέλπω: Τι συμβαίνει βρε Φρόσω επιτέλους; Με τρέλανες!..
Φρόσω: Άστα, άστα!.. Μήπως ξέρω κι από πού ν’ αρχίσω;
Μέλπω: Τα παιδιά είναι καλά;
Φρόσω: Τα… παιδιά; Καλά είναι… Καλά.
Μέλπω: Κι ο Διονύσης;
Φρόσω: Αχ!.. Ο Διονύσης!.. Αυτός… αυτός… ο… ο…
Μέλπω: Τι; Τι τρέχει; Έπαθε τίποτα ο γαμπρός μου;
Ενώ η Μέλπω περιμένει με αγωνία, η Φρόσω καταρρέει σε μια πολυθρόνα, κρύβοντας το πρόσωπό της στα χέρια της. Η Μέλπω φοβισμένη γονατίζει μπροστά της και τη ρωτά ανήσυχη, πιάνοντάς της τα χέρια.
Μέλπω: Φρόσω μου!.. Ηρέμησε!.. Πες μου… τι συμβαίνει;
Φρόσω: Μην ανησυχείς! Δηλαδή… εντάξει! Δεν έπαθε τίποτα ο γαμπρός σου!.. Δηλαδή, αυτός δεν έπαθε τίποτα. Έπαθα όμως εγώ εξ αιτίας του! Τι κάθομαι και λέω; Είμαι… είμαι έξω φρενών! Μα τι μου φταις κι εσύ; Οφείλω να σου ζητήσω συγγνώμη που σε τρόμαξα.
Η Μέλπω γελά με ανακούφιση. Ακούγεται αυστηρή.
Μέλπω: Σε καλό σου Φρόσω! Με κατατρόμαξες βρε κορίτσι μου! Έτσι κάνει ο κόσμος; Μιλάς με υπονοούμενα. Είπα κι εγώ, τι κακό άραγε να μας βρήκε πρωί-πρωί;
Φρόσω: Μέλπω… μη θυμώνεις μαζί μου! Θα καταλάβεις, όταν σου εξηγήσω.
Μέλπω: Έλα λοιπόν, προτού να χάσω την υπομονή μου! Σ’ ακούω.
Φρόσω: Δηλαδή… πώς να στο πω; Να… ξέρεις; Νομίζω… Νομίζω… πως ο Διονύσης με απατάει!.. Όχι! Θά ‘πρεπε μάλλον να πω, πως είμαι σίγουρη.
Μέλπω: Α!.. Αυτό ήταν όλο; Φρόσω μου, θα είδες κάποιον εφιάλτη στον ύπνο σου. Τ’ είναι αυτά που κάθεσαι και λες; Ό Διονύσης; Όχι δα!.. Υπερβάλλεις. Πώς είναι δυνατόν; Μήπως είναι Πρωταπριλιά αδερφή μου και δε τό ‘ξερα;
Η Μέλπω χαμογελά καλοκάγαθα.
Φρόσω: Γέλα!.. Γέλα εσύ!.. Νομίζεις οτι τα λέω αυτά, για να περάσουμε την ώρα μας! Μ’ απατάει, σου λέω! Ε, βέβαια, πώς να καταλάβεις! Δε σού ‘τυχε!
Μέλπω: Μπα Θεός φυλάξοι, δάγκωσε τη γλώσσα σου καλέ! Τ’ είναι αυτά που λες; Να χτυπήσω ξύλο!
Η Μέλπω χτυπάει το βραχίονα του καθίσματος τρεις φορές, με κλειστή τη δεξιά παλάμη της. Σηκώνεται, κάνει μερικά βήματα με γυρισμένη την πλάτη της στη Φρόσω, που την παρακολουθεί. Η Μέλπω σταματά και γυρνώντας προς τη Φρόσω λέει φανερά απογοητευμένη.
Μέλπω: Φρόσω δε μπορώ να πιστέψω κάτι τέτοιο. Ο Διονύσης, αυτή η ψυχή, απατάει εσένα; Καλέ, μήπως βρήκες γυναικεία τρίχα στο σακάκι του και τον υποψιάζεσαι;
Η Μέλπω φαίνεται να σκέφτεται μια στιγμή.
Μέλπω: Βάζω στοίχημα ότι αυτό είναι. Το βρήκα!.. Δεν έχω δίκιο;
Γελάει για να μαλακώσει τη Φρόσω, που σχεδόν θυμωμένη ξεσπάει.
Φρόσω: Μη λες ανοησίες! Δε με πιστεύεις λοιπόν! Χαριτολογείς, ενώ εγώ βράζω!
Μέλπω: Μα, είναι σοβαρά πράγματα αυτά Φρόσω μου; Ωραία!.. Κι από πότε παρακαλώ αυτοί οι νεωτερισμοί στο Διονύση; Από χτές τ’ απόγευμα, που ειδωθήκαμε, μέχρι σήμερα έγιναν όλα αυτά;
Φρόσω: Όχι ακριβώς. Πάει λίγος καιρός. Τώρα όμως είμαι σίγουρη. Τον είδα με τα ίδια μου τα μάτια. Τον έπιασα, που λένε…
Μέλπω: Σοβαρά; Πότε, πού, με ποιά;
Η Μέλπω κυττάζει ανήσυχα τη Φρόσω που την αγνοεί συνεχίζοντας τα παράπονά της.
Φρόσω: Την πρώτη φορά που άρχισα να τον υποψιάζομαι σοβαρά, ήταν όταν μπροστά μου, αδιαφορώντας για την παρουσία μου, γλάρωσε κυριολεκτικά κυττώντας μια κοπελιά στην ηλικία των παιδιών μας. Τι να σου πω; Ήταν η αποθράσυνση στο μεγαλείο της. Υπήρχαν βέβαια, όπως είπα, κι άλλα παρόμοια επεισόδια τους τελευταίους μήνες, μόνο που εγώ δεν έδινα σημασία.
Μέλπω: Κι έτσι λοιπόν, πείστηκες!..
Φρόσω: Σου είπα: μου έδωσε περισσότερες από μια αιτίες so far, για να πιστεύω στην μουρνταριά του!
Μέλπω: Όλα ακούγονται επιπόλαια κι ασυνάρτητα. Πες μου τουλάχιστον τα πράγματα με τη σειρά, για να καταλάβω κι εγώ πώς έφτασες σ’ αυτό το συμπέρασμα! Κατηγορείς τον άντρα σου, με αόριστα επιχειρήματα, για τα συμπεράσματά σου.
Φρόσω: Από πού ν’ αρχίσω; Μα το θεό, ντρέπομαι να μιλάω για ηλίθια πράγματα!
Μέλπω: Για τ’ όνομα του Θεού Φρόσω! Είμαστε μεγάλες γυναίκες. Δε χρειάζονται σεμνοτυφίες. Δεν είμαι δα και ξένη! Ίσως και να μπορέσω να βοηθήσω σε κάτι.
Φρόσω: Συγγνώμη Μέλπω μου, έχεις δίκιο. Άσε τα παραπάνω… ας αρχίσω από κάτι πρόσφατο… από εχτές για παράδειγμα. Εχτές λοιπόν, καθώς βγαίναμε από το σπίτι για νά ‘ρθουμε εδώ, πέρναγε μια νεαρή, απ’ αυτές που αποκαλούν… “κορίτσαρους” ή… δεν ξέρω τι άλλο. Ήταν ομολογουμένως μια χαριτωμένη νεαρή κοπέλα, στην ηλικία των παιδιών μας. Πόδια χυτά, λαιμός κύκνου, μακρύ μαλλί ξανθό… και ντύσιμο… μάλλον τολμηρό: Μίνι… μέχρι τη γραμμή του… Καταλαβαίνεις!..
Μέλπω: Πώς, πώς καταλαβαίνω…
Φρόσω: Και μπλουζάκι π’ άφηνε να φαίνεται ολίγον τη μέση… ολίγον ομφαλό… καταλαβαίνεις! Κι από ντεκολτέ… μάτια νά ‘χουν τ’ αρσενικά, για να φυσομανούν, σαν τους ισπανικούς ταύρους στην αρένα, όταν θωρρούν την κόκκινη κάπα!..
Μέλπω: Μπράβο!.. Κι εσύ απ’ ότι βλέπω, δεν πας πίσω σε παρατηρητικότητα! Λοιπόν; Και τι σχέση έχουν όλα αυτά με το πρόβλημά σου;
Φρόσω: Πώς… πώς δεν έχουν; Έχουν και παραέχουν. Γιατί ο Διονύσης, κύτταξε το κοριτσόπουλο κι αναστέναξε. Μόνο που δε σφύριξε από το θαυμασμό του. Αν δεν ήμουν παρούσα, ίσως και να μή δίσταζε.
Μέλπω: Σε παρακαλώ Φρόσω! Με ξέρεις να δουλεύομαι; Ποιος καλέ κυττάζει τα κοριτσόπουλα; Ο γαμπρός μου ο Διονύσης; Αυτός ο χαμηλοβλεπούσος; Έλεος βρε αδερφή, έλεος! Τον ταλαίπωρο! Τέλος πάντων, συνέχισε.
Φρόσω: Τον “ταλαίπωρο”, λέει!..
Μέλπω: Ναι, αμέ; Έχω δίκιο! Έλα Χριστέ και Παναγιά, πρωί-πρωί με τις υποψίες σου!
Φρόσω: Εσύ τις λες πρωινές υποψίες, αλλά εγώ, είμαι σίγουρη για την αλλαγμένη συμπεριφορά του Διονύση. Εγώ ζω μαζί του. Δε με ξεγελά λοιπόν το ένστικτο μου.
Μέλπω: Να με συγχωρείς αδερφή μου, αλλά με τέτοια κριτήρια… νομίζω πως δεν είναι σωστό να κρίνουμε έναν σύζυγο ως… you know! Εξ άλλου μάτια είναι αυτά. Δεν ορίζονται!.. Τα δικά σου τα ορίζει κανείς; Μπορεί η διαίσθησή σου να στηρίζεται σ’ άλλα ερεθίσματα!.. Το έψαξες το πράγμα προτού καταλήξεις σ’ αυτό το συμπέρασμα; Και μη μου πεις ναι, γιατί αν κρίνω από τις παρατηρήσεις σου, λυπάμαι αλλά νομίζω πως όσα είπες δεν αποτελούν στοιχεία απόδειξης της ενοχής του Διονύση. Ίσως ο άνθρωπος να είναι θύμα συμπτώσεων και μόνο.
Η Φρόσω σηκώνεται. Βηματίζει εκνευρισμένη.
Φρόσω: Δε με καταλαβαίνεις Μέλπω, φιλοσοφείς. Δε με καταλαβαίνεις!.. Τον είδα με τα μάτια μου σου λέω. Είδα την έκφρασή του. Διάβασα στα μάτια του έναν… έναν… πώς να το πω; Ένα χυδαίο, θά ‘λεγα, πόθο. Με ξάφνιασε στην αρχή, μετά θύμωσα. Αλλά δεν το κρύβω, με τρόμαξε η συμπεριφορά του. Με κυρίεψαν μαύρες προαισθήσεις! Ούτε καν με κατάλαβε, όταν του μίλησα. Στη ζωή μου, τό ‘νιωσα: τον είχαν μαγέψει τα “ζαχαρωτά” της μικρής. Όταν τού ‘σφιξα στο μπράτσο, τινάχτηκε λες και ξύπναγε από…, κάποιο… κάποιο μαγικό όνειρο. Μπροστά στα μάτια μου… ο χυδαίος! Κι εσύ με ρωτάς αν τό ‘ψαξα το “πράγμα”!
Μέλπω: Έστω! Κι αν ακόμη υποθέσουμε πως τα πράγματα έχουν όπως τα λες. Δηλαδή κι αν ακόμη κυττάζει καμιά μικρή περαστική. Θυμάσαι το λαϊκό: “φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο”; Άλλωστε έτσι είναι οι άντρες: αθεράπευτοι θαυμαστές του ωραίου φύλου!.. Μήπως κι εμείς, σαν όλες τις γυναίκες, δεν αντιμετωπίσαμε τα βλέμματα των αντρών; Πάρε παράδειγμα από τον εαυτό σου: λίγοι άντρες, ακόμη και τώρα, σε τρων με τα μάτια τους στο διάβα σου; Είσαι όμορφη γυναίκα, ερωτεύσιμη. Λοιπόν τι πάει να πει αυτό; ‘Οτι απατούν τις γυναίκες τους, μαζί σου; Άλλωστε, γιατί ανησυχείς; Ο Διονύσης σ’ αγαπάει! Είναι κάτι που δεν κρύβεται!
Η Μέλπω προσέχει τη Φρόσω. Εκείνη σιωπηλή σκέφτεται.
Μέλπω: Και δε μου λες: σκέφτηκες ποτέ, πώς μπορεί με τη σειρά του να αισθάνεται ο άντρας σου, όταν σε κυττούν ωρισμένοι; Μην πας μακρυά… εννοώ μερικούς-μερικούς από το δικό μας κύκλο.
Φρόσω: Ναι αλλά εγώ δε δίνω σημασία σε κανέναν. Αγαπώ και σέβομαι τον άντρα μου. Είναι φανερό! Αλλά τέλος πάντων. Βιάστηκες ν’ αθωώσεις το γαμπρό σου, γιατί δεν ξέρεις και τα υπόλοιπα.
Μέλπω: Υπάρχει και συνέχεια;
Φρόσω: Χμ!.. Τι νομίζεις; Έτσι απλά είναι τα πράγματα, black and white; Για να μην τα πολυλογώ… αφού είχε πλέον ξυπνήσει, από το στιγμιαίο ερωτικό του όνειρο, κυττάζοντας την κοπελιά, αναστέναξε, με κύτταξε και είπε λυπημένα: “θυμάσαι Φροσάκι μου, πόσο λεπτούλα και χαριτωμένη ήσουν;” Του απάντησα:
“Δηλαδή, τώρα τι είμαι;” Και αυτός αναιδέστατα μου απάντησε: “Γι αυτά θα μιλάμε τώρα παιδί μου;” Εξαγριωμένη τότε εγώ είπα: “Να μη μιλάμε Διονύση μου, αλλά να μην κυττάμε κιόλας!..” “Τι να μην κυττάμε;” Ρώτησε δήθεν απορημένα. “You know… the bαbe… που μόλις πέρασε!” Απάντησα πικαρισμένη. “Α!.. Δεν κύτταγα κανένα babe… Το δρόμο κύτταγα… Το χώμα που πατούσε!..” Ακούς; Ακούς εκεί ο θρασύτατος γαμπρός σου; Ο -πώς τον είπες;- άκου λέει, ο χαμηλοβλεπούσος!..
H Mέλπω χαμογελά, ησυχασμένη.
Μέλπω: Έλα τώρα ηρέμησε, ηρέμησε σε παρακαλώ!.. Δίνεις μεγάλη σημασία σε ασήμαντα πράγματα. Αλήθεια σου λέω. Είμαι σίγουρη, απ’ όλα αυτά, πως άδικα στεναχωρήθηκες. Ο Διονύσης σ’ αγαπάει. Όλοι το βλέπουν και το μελετάνε. Κι όχι χωρίς κάποια ζήλεια! Αλλά δε σε καταλαβαίνω. Γιατί δίνεις τόση μεγάλη σημασία σ’ αυτό το επεισόδιο και μάλιστα εκ των υστέρων; Πώς και δεν είπες τίποτα εχτές;
Φρόσω: Τι ήθελες να πω μπροστά στους άντρες μας;
Μέλπω: Έχεις δίκιο!
Φρόσω: Θα σου εξηγήσω όμως τώρα, γιατί τα φαινόμενα δεν απατούν!.. Άκου. Χτες βράδυ, ο αγαπητός μου σύζυγος, ήρθε μετά τα μεσάνυχτα στο σπίτι. Να πάρω τα πράγματα με τη σειρά. Όταν φύγαμε από ‘δω χτες βράδυ, -θυμάσαι την ώρα; ήταν περίπου εννέα το βράδυ- είπε πως έπρεπε να πάει πίσω στο μαγαζί για να συναντήσει κάποιον παραγγελιοδόχο για business. Παραξενεύτηκα και ρώτησα με το δίκιο μου: πώς και τέτοια ώρα; και γιατί δεν είχε πει τίποτα γι αυτό το ραντεβού; Απάντησε, πως του διέφυγε τελείως. Είπε ακόμη πως ήταν a special case. O παραγγελιοδόχος του, καθώς δικαιολογήθηκε, έφευγε επειγόντως στην Ευρώπη κι έπρεπε να συναντηθούν. Έφυγε λοιπόν.
Η Φρόσω σταματά μια στιγμή.
Φρόσω: Για να μην τα πολυλογώ, τον περίμενα. Δε μπορούσα να κοιμηθώ. Επέστρεψε πολύ αργά, μετά τα μεσάνυχτα. Είπε πως ήταν έξω με τον παραγγελιοδόχο και κάποιους άλλους, άγνωστους σ’ εμένα φίλους. Πελάτες του, είπε!.. Πίνανε, λέει, καφέ στου Λάζου στις 12 midnight!.. Κατάλαβες τώρα; Δεν ήθελα να σου το πω. Ντρεπόμουν! Αλλά τι να κάνω; Μ’ ανάγκασες με την επιμονή σου.
Μέλπω: Έλα Φρόσω μου, στην αδερφή σου τα λες. Δεν τα λες σε ξένον άνθρωπο. Αλλά please, μη βάζεις στο μυαλό σου τέτοια πράγματα! Άδικα δηλητηριάζεις την ψυχή σου. Πρέπει κάπου να υπάρχει κάποια εμπιστοσύνη στο αντρόγυνο. Δε νομίζεις;
Φρόσω: Πολύ θα τό ‘θελα, αλλά καθώς καταλαβαίνεις, πολλά μπορούν να συμβούν, καθώς μεγαλώνει κανείς. Το σώμα μας δεν αλλοιώνεται μόνον εξωτερικά αλλά και εσωτερικά. Κι αλοίμονο αλλοιώνονται και τα κύτταρα του μυαλού, κι επομένως κάποιες ιδέες κολλάνε ή ξεκολλάνε. Όπως τύχει!.. Ίσως πάλι -αντίθετα με τη φυσική φθορά- αναζωπυρώνονται κάποια κρυμμένα πάθη, κάποια μυστικά όνειρα και φαντασιώσεις… Κίνητρο: το εν όψει γήρας!
Μέλπω: Λες; Δηλαδή να πιστέψω πως όχι μόνο ανησυχείς που μεγαλώνεις εσύ -γιατί αυτό αρχίζω να υποψιάζομαι προσωπικά σαν αίτιο της συμπεριφοράς σου- αλλά ότι επιπλέον υποψιάζεσαι και τον μεγαλύτερό σου σε χρόνια Διονύση, ότι δηλαδή προσπαθεί λόγω ηλικίας να προλάβει να γεμίσει κάποια αισθηματικά κενά.
Φρόσω: Α… Τώρα κατάλαβα! Δηλαδή, έτσι ερμηνεύεις εσύ την ανησυχία μου για τον άντρα μου; Ότι περνάω κρίση λόγω ηλικίας; Μάλιστα!..
Μέλπω: Πώς αλλιώς θα μπορούσα να ερμηνέψω τη συμπεριφορά σου; Με σοκάρεις μ’ όλα όσα μου λες. Σε βάρεσε το πολύ το διάβασμα στο κεφάλι Φρόσω μου. Ψυχολογία από ‘δω, κοινωνιολογία από ‘κει… Τι θαρρείς;
Φρόσω: Ας είναι Μέλπω μου, δεν πειράζει! Δε μπορεί να συμφωνούμε και σ’ όλα! Άσχετα όμως με όσα είπαμε, τελικά… εγώ παραμένω πιστή στις δικές μου απόψεις. Πρώτον: δεν περνάω κρίση ηλικίας και δεύτερο: ναι, οτι στον άνθρωπο αναζωπυρώνονται εν όψει του επερχόμενου γήρατος, κάποιες ανεκπλήρωτες ίσως επιθυμίες, και τρέχει, ο Διονύσης στην προκειμένη περίπτωση, να τις πραγματοποιήσει, πριν ίσως -κατά τη γνώμη του βέβαια- να είναι αργά!.. Συμπέρασμα; Αφού λοιπόν κυττάζει τα κοριτσόπουλα μπροστά μου με τέτοιο τρόπο, φαντάσου τι μπορεί να κάνει πίσω από την πλάτη μου! Αφίξεις στο σπίτι μετά τα μεσάνυχτα, έτσι ξαφνικά, είναι bad news!..
Η Μέλπω την ακούει με ανοιχτό το στόμα.
Μέλπω: Ε λοιπόν, τι να σου πω! Με κατέπληξες με τη θεωρία σου. Τύφλα νά ‘χουν οι ψυχολόγοι παιδί μου! Η αλήθεια είναι ότι, αν και ισχυρογνώμων, συνήθως είσαι σωστή στις παρατηρήσεις σου. Ελπίζω όμως, αυτή τη φορά τουλάχιστο, να μην έχεις δίκιο!
Η Φρόσω κουνάει το κεφάλι. Είναι κουρασμένη. Εκείνη τη στιγμή χτυπά η πόρτα. Ανοίγει η Μέλπω και εμφανίζεται ο Διονύσης.
Διονύσης: Αγαπητές μου κυρίες, σας χαιρετώ!..
Η Φρόσω ειρωνικά.
Φρόσω: “Κατά φωνή και… σάτυρος!” Γεια σου και σένα. Πώς κι από δω; Πώς τό ‘ξερες ότι ήμουν στης Μέλπως;
Διονύσης: Το ήξερα. Έχω… μαντικές ικανότητες βέβαια. Ήρθα λοιπόν να βρω τη γυναικούλα μου!
Φρόσω: “Εμένα μου λες; Τι να σου κάνω; Έννοια σου όμως!”
Μέλπω: Μπράβο Διονύση!.. Αν ήξερες πόσο καλά έκανες! “Κι έχει και πολύ καλή διάθεση ο αγαπητός!”
Διονύσης: Αγαπητή μου κουνιάδα, πώς είσαι;
Μέλπω: Εγώ, καλά είμαι. Τα νέα σου Διονύση μου.
Διονύσης: Τα νέα μου! Δουλειά-σπίτι, σπίτι-δουλειά. Δουλειά ίσον δουλεία, ατυχώς, καθώς το λέει κι η ίδια η λέξη.
Μέλπω: Έτσι λοιπόν Διονυσάκη. Δουλειά-σκλαβιά… Αρχίζω, θαρρώ, να καταλαβαίνω κάπως τη ζωή σου γαμπρέ μου
Διονύσης: Πού είναι ο μπατζανάκης μου ο Μανώλης;
Μέλπω: Δε θ’ αργήσει. Πήγε να φέρει μερικές μπύρες… Αλλά δε μας είπες ακόμη τα νέα σου.
Διονύσης: Συγγνώμη; Ποια νέα μου;
Μέλπω: Α!.. Βέβαια… μας είπες: Δουλειά-σκλαβιά… ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων.
Αλλά, Διονύση μου, δεν κάνεις και κανένα διάλλειμα από τη δουλειά σου;
Διονύσης: Ε… πώς… πώς… κάνω! Καμιά φορά, πετάγομαι στο coffee shop του Λάζου, απέναντι, ξέρεις, στη γωνία. Παίρνω κανένα καφεδάκι, έτσι για να τονώνεται κι η καρδιά.
Μέλπω: Ξέρω… Ξέρω… Άκουσα πως ο Λάζος φτιάχνει καλούς καφέδες!.. Και καλά γλυκά… αν δεν κάνω λάθος. Έχει και σερβιτόρες; Ξέρω μία εκεί μέσα. Αν θυμάμαι καλά τη λένε Κάρεν. Συμμαθήτρια των παιδιών μας στο High school. Κι όμορφη κοπέλα, έτσι;
Διονύσης: Ναι, βέβαια, την Κάρεν… Είναι μια μικρή 19-20 χρόνων. Μπορεί και να είναι, πιο μικρή από τα παιδιά μας. Δηλαδή το γνωρίζω το κορίτσι, όπως κάθε άλλος πελάτης. Σερβίρει εκειδά. Αυτά!
Ο Διονύσης φαίνεται λιγάκι νευρικός από τη συζήτηση. Οι γυναίκες το βλέπουν.
Φρόσω: Κοριτσάκι βέβαια 19 χρονών, και όχι γυναίκα σχεδόν σαράντα χρονών σαν κι εμένα.
Διονύσης: Για μια στιγμή παίδες! Τι; Τι συμβαίνει; Κάπου το πάτε εσείς οι δυο. Correct ; Φιρί-φιρί, να με στριμώξετε, ε; Γιατί βρε μαφιόζες!..
Φρόσω: Μην έχεις και τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου! Γιατί να θέλουμε να σε “στριμώξουμε”; Έκανες τίποτα που δεν πρέπει να το μάθουμε;
Μέλπω: Δε βαρυέσαι καϋμένε… Καλά είναι τα κοριτσάκια του κόσμου, έτσι… για την ποικιλία, και προπάντων των οφθαλμών!.. Εξάλλου -αλοίμονο, τι στο καλό-γυναίκες είμαστε, προσωπική πείρα έχουμε, κόρες έχουμε, και επομένως, όλο και μαθαίνουμε… Και τώρα που το σκέφτομαι, ο Θεός να φυλάει τ’ αγγελούδια μας από αθώους ώριμους, σαν την αφεντιά σου!.. Θεός να τις φυλάει, προπάντων από τους σαραπεντάρηδες!..
Διονύσης: Μα τ’ είναι αυτά που λες Μέλπω μου; Είναι σοβαρά πράγματα αυτά κουνιαδούλα μου; Κι εσύ Φρόσω; Δε με υπερασπίζεις; Α… α!… Όλα κι όλα κορίτσια. Αλήθεια δε σας καταλαβαίνω απόψε, μιλάτε με γρίφους. Δηλαδή δεν τό ‘πιασα ακόμη καλά-καλά το υπονοούμενο.
Μέλπω: Εμείς, γαμπρούλη μου, δεν υπονοούμε, φιλοσοφούμε κάποιες καταστάσεις. Κατάλαβες;
Φρόσω: Και προσπαθούμε να διαπιστώσουμε κάποιες άλλες! Έτσι δεν είναι Μέλπω;
Μέλπω: Ναι βέβαια!
Διονύσης: Δηλαδή… υπάρχει κάτι για το οποίο κατηγορήθηκα ερήμην; Γιατί το μαρτυρικό σου ύφος γυναίκα, με κάνει τώρα να υποψιάζομαι.
Φρόσω: Α μπα!.. Μην υποψιάζεσαι άδικα!.. Δεν τρέχει τίποτα!.. Μιλάμε…
Το μίζερο ύφος της Φρόσως δεν κρύβεται.
Διονύσης: Φροσάκι, μήπως ζηλεύεις που πάω στου Λάζου;
Φρόσω:.………..
Διονύσης: Δεν είναι δυνατόν! Ή είναι; Αυτό είναι λοιπόν!.. Βρε Φροσάκι, εσύ να ζηλεύεις εμένα; Απίστευτο!.. Γιατί; Πώς; Δεν καταλαβαίνω.
Μέλπω: Σιγά βρε Δον-Ζουάν!.. Μήπως και θέλεις συγχαρητήρια για τη μιζέρια της; Για κύττα πράγματα!.. Αλήθεια, εσείς οι άντρες κάποτε μπορείτε να γίνετε τύραννοι… κι εμείς οι ανόητες, τέλειες μαζωχίστριες!..
Διονύσης: Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω πώς καταλήξαμε σ’ αυτή τη συζήτηση, και το χειρότερο, πώς είναι δυνατόν να δημιουργείται πρόβλημα, επειδή πηγαίνω και πίνω ένα καφέ για να ξεκουραστώ. Φαντάσου δηλαδή τι θα γίνονταν αν με πιάνατε να κυττάζω κανένα θηλυκό… Την Κάρεν να πούμε! Ε… Όχι δεν είναι δυνατόν! Αυτό είναι;
Γελάει νευρικά. Η Φρόσω χαμογελά με πικρία καθώς μουρμουρίζει.
Φρόσω: “Βρε το σάτυρο”!
Μέλπω: Καλά θα κάνεις να καθησυχάσεις τη Φρόσω Διονύσιε, γιατί αν αρχίσει, δεν τη σταματάς!
Διονύσης: Εγώ ένας καθώς πρέπει οικογενειάρχης επιχειρηματίας, να κατηγορούμαι πώς κυττάζω τις γκαρσόνες; Κυρίες μου, σας παρακαλώ!.. Φρόσω μου, στη ζωή σου που λατρεύω, μη βάζεις ανόητες ιδέες στο μυαλό σου. Μπροστά σε σένα και τα παιδιά μας, δε μετράει τίποτα άλλο. Στ’ ορκίζομαι!
Μέλπω: Γαμπρούλη μου, όταν ορκίζεσαι να ορκίζεσαι στη δική σου ζωούλα μόνο, που την αγαπάς πιότερο και καλύτερα!..
Φρόσω: Ε βέβαια, γιατί να ορκιστεί στη ζωούλα του, αφού τη χρειάζεται για να μουρνταρεύει!
Διονύσης: Πω, πω, Φροσάκι!.. Τι πράγματα είναι αυτά; Εγώ που σ’ έχω κορώνα και τιμή μου; Ποιος δεν το ξέρει αυτό;
Μέλπω: Αυτό ήταν αλήθεια μέχρι στιγμής τουλάχιστο… Παραπέρα, εσύ ξέρεις και μόνο!
Διονύσης: Δε σού ‘δειξα την αγάπη μου, και εμπράκτως που λένε; Θυμάσαι την έκπληξη που σου έκανα στην τελευταία επέτειο του γάμου μας; Εικοσιένα χρόνια συμβίωσης, λίγο τό ‘χεις;
Φρόσω: Βέβαια, παλιώσαμε! Καιρός για φρεσκαρίσματα! Χρειάζεται νέο αίμα για το μπόλιασμα της αιώνιας νεότητας!
Μπαίνει απ’ έξω ο Μανώλης. Τους χαιρετά και αυτοί ανταποδίδουν το χαιρετισμό του.
Μανώλης: Γεια σας! Τι βλέπω; Οικογενειακό συμβούλιο έχουμε;
Μέλπω: Γεια σου, καλώς τον. Καλά το είπες. Οικογενειακό συμβούλιο! Δεν είναι βέβαια τίποτε το ασυνήθιστο!
Φρόσω: Μανώλη, προσπαθούμε να ξεδιαλύνουμε ένα μυστήριο!
Μανώλης: Πεθαίνω για τέτοια! Ακούω λοιπόν.
Διονύσης: Ναι βέβαια. Ήρθες πράγματι στην ώρα μπατζανάκη μου!.. Θα σου δοθεί κι εσένα η ευκαιρία να γνωρίσεις ένα κρυφό ταλέντο που διαθέτουν οι γυναίκες μας: το ανακριτικό!
Μανώλης: Δηλαδή… ήρθα πάνω στη στιγμή που εκδικάζεται κάποια υπόθεση;
Μέλπω: Μη βιάζεσαι, μόλις ήρθες. Παρακολούθα μόνο!
Μανώλης: “Ποίος” δικάζεται;
Ο Μανώλης τους κυττάζει όλους με φανερή περιέργεια και κέφι. Σε λίγο λέει.
Μανώλης: Μάλιστα!.. Νομίζω πως κατάλαβα!
Φρόσω: There you are! Καλά λοιπόν λένε πως οι άντρες είναι superior beings!
Μανώλης: Α!.. κουνιαδούλα μου διαφωνώ. Οι γυναίκες παιδί μου, είναι άπιαστες! Πατούν εδώ και βρίσκονται πέρα!..
Μέλπω: Νά ’τος κι δικός μου!.. Ο μεγαλύτερος γαλιφιάρης που υπάρχει!..
Διονύσης: Μπατζανάκη μου, καλά που ήρθες! Λίγο πριν, ήταν έτοιμες να με περάσουν από στρατοδικείο! Το καταλαβαίνεις;
Μανώλης: Η γυναίκα σου ίσως, όχι όμως κι η δική μου!
Διονύσης: Εντάξει. Η γυναίκα μου, αλλά με τη βοήθεια της δικής σου.
Μανώλης: Έλα, εντάξει αδερφέ, μπόρα ήταν και πέρασε. Κορίτσια πέστε κάτι λοιπόν.
Μέλπω: Μη στεναχωριέσαι αγάπη μου, δεν τρέχει τίποτα!..
Φρόσω: Σωστά. Τέλος πάντων πρέπει να φεύγω. Αρκετά σε ζάλισα με τα προβλήματά μου Μέλπω!
Μέλπω: Φρόσω! Περίμενε!.. Περίμενε σταλιά κορίτσι μου! Τι δηλαδή, τώρα που ήρθε ο Μανώλης θα φύγετε εσείς; Δεν πάει! Καθίστε για λίγο. Μια που είμαστε όλοι μαζί, να πιούμε και κάτι! Με την κουβέντα… ξεχαστήκαμε!
Φρόσω: Άλλη φορά Μέλπω μου. Κάθε μέρα εδώ είμαστε. Αν δεν έρθουμε εμείς, ελάτε εσείς. Τι διαφορά κάνει; Ίσως άλλωστε να σε δω αύριο.
Μανώλης: Έλα τώρα Φροσάκη, κάθισε. Τι δηλαδή, ήρθαν τ’ άγρια να διώξουν τα ήμερα που λένε; Μέλπω πες κάτι!..
Μέλπω: Άσε, άσε Μανώλη… Αφού η Φρόσω θέλει να φύγει.
Φρόσω: Μη στεναχωριέσαι Μανώλη, θα τα πούμε soon. Γεια σας λοιπόν!..
Μέλπω: Γεια σου κορίτσι μου, και μη στεναχωριέσαι γι ασήμαντα πράγματα. Promise;
Φρόσω: I promise.
Διονύσης: Γεια σας παιδιά, και συγγνώμη αν σας στεναχωρήσαμε ε;
Μέλπω: Πρόσεχέ την Διονύση. Μη της κάνεις, έστω κι άθελά σου, πόλεμο νεύρων.
Διονύσης: Μα τι λες τώρα Μέλπω μου; Εγώ ο κακομοίρης ούτε που έχω ιδέα γιατί η Φρόσω ξαφνικά άρχισε να σκέφτεται έτσι.
Ο Μανώλης πλευρίζει το Διονύση και πονηρά τον ρωτάει.
Μανώλης: Ρε μπαγάσα, είναι δυνατόν αυτό που υποψιάζομαι;
Διονύσης: Μπατζανάκη μου, βαλτός είσαι; Τι κάθεσαι και λες; Θέλεις να τινάξεις το σπίτι μου στον αέρα; Άσε, θα τα πούμε κάποια στιγμή εμείς. Άκου λέει, με την γκαρσόνα.
Μανώλης: Μάλιστα, τώρα κατάλαβα. Σου κόλλησαν και γκόμενα! Επικίνδυνα θηλυκά, οι γυναίκες μας! Πολύ ενδιαφέρον, πολύ ενδιαφέρον!..
Διονύσης: Όχι δα, όχι δα!.. Πρόσεχε τα λόγια σου αδερφέ! Κυττάς να με κάψεις;
Ο Μανώλης γελάει και πάλι πονηρά.
Διονύσης: Γέλα, γέλα!.. Με δουλεύεις κι εσύ τώρα! Εντάξει μπατζανάκη, δεν πειράζει.
Μανώλης: Καθαρός ουρανός, αστραπή δε φοβάται, μπατζανάκη μου. Αν είσαι αθώος, δεν πρέπει να σε πειράζουν τ’ αστεία μου.
Ο Μανώλης γελάει καλόκαρδα. Καληνυχτίζονται. Η Μέλπω κι ο Μανώλης κλείνουν την πόρτα.
Μέλπω: Ευδιάθετο σε βλέπω αγόρι μου. Μήπως σε γαργάλισε κι εσένα η περίπτωση “Διονύσης”;
Μανώλης: Μέλπω, δε νομίζεις οτι αρκετά ως εδώ; Τι συμβαίνει επιτέλους;
Μέλπω: Κάτσε να φτιάξω έναν καφέ, γιατί η Φρόσω με βάρυνε πολύ με τις ανησυχίες της. Η Φρόσω, from all people! Δε λέω, μπορεί και νά ‘χει κάπου δίκιο, όμως νομίζω οτι υπερβάλλει. Με παρέσυρε, πολύ φοβάμαι, στο δικό της mood.
Μανώλης: Κατάλαβα!.. Άντε φτιάξε εκείνο τον καφέ να ζήσεις, μήπως και με τη συζήτηση, συνέλθουμε από το… shock! Πανάθεμα κι αν καταλαβαίνω περί τίνος πρόκειται. Καλύτερα που δεν ήμουν εδώ! Βλέπω όμως πως ξαφνικά ανησυχείς για τη Φρόσω. Αλλά έχεις κι εσύ τα δικά σου: τον άντρα σου, και τα παιδιά σου. Συμφωνείς;
Μέλπω: Το ξέρω! Το ξέρω Μανώλη μου. Αλλά ανησυχώ για τη Φρόσω.
Μανώλης: Αν θες ν’ ανησυχείς, ανησύχησε. Ο Μάκης πού είναι;
Μέλπω: Πρέπει νά ‘ναι στο δωμάτιό του.
Μανώλης: Κι η Μαίρη;
Μέλπω: Well, η Μαίρη, πήγε στην Annie. Θα τη, φέρει η ίδια αργότερα στο σπίτι, με το αυτοκίνητο των γονιών της.
Μανώλης: Ωραία! Ο Μάκης όμως που ήταν εδώ, ελπίζω να μη κατάλαβε τους διαπληκτισμούς σας, και κυρίως της Φρόσως με τον Διονύση. Μάκη!.. Μάκη!..
Δεν απαντά κανείς. Ο Μανώλης έρχεται μπροστά στην πόρτα και τη χτυπά. Δεν ακούγεται απάντηση από μέσα. Την ανοίγει προσεχτικά. Ύστερα την κλείνει, και λέει σιγανά.
Μανώλης: Μπα; Κοιμάται! Είναι δυνατόν από τόσο νωρίς; Δε θυμάμαι να έχει πάει άλλη φορά για ύπνο, τέτοια ώρα!
Κλείνει, και έρχεται στην Μέλπω που ετοιμάζει καφέ.
Μέλπω: Είπες οτι κοιμάται;
Μανώλης: Κοιμάται λέει; Δε σου φαίνεται πολύ ασυνήθιστο; Ή κουράστηκε από τη μελέτη, ή τον στείλατε για ύπνο εσείς, με την γκρίνια σας!
Μέλπω: Έλα τώρα καλέ! Τα παραλές!.. Έτοιμος είσαι να κατηγορήσεις και κάποιον. Μιλούσαμε ήσυχα και πολιτισμένα. Ήταν περισσότερο μια γενική συζήτηση. Δεν κάναμε καυγά. Αλοίμονο! Βέβαια η Φρόσω απηύθυνε σφοδρό κατηγορητήριο κατά του Διονύση, αλλά ήταν παράπονο μάλλον, παρά οργή.
Μανώλης: Να το πιστέψω; Εγώ υποψιάζομαι ότι ήταν επίθεση: two, against one. Απαράδεκτα πράγματα! Ε ρε Αυστραλία, πώς δυνάμωσες τις γυναίκες μας!
Μέλπω: Όχι δα! Ο Διονύσης ήρθε πολύ πιο αργότερα αγαπητέ μου. Αλλά τι να πούμε τώρα; Ποιον θα υποστηρίξεις, αν όχι, το δικό σου φύλο!
Μανώλης: Τώρα μάλιστα! Δηλαδή τι θέλεις να πεις; Δε συμβαίνει κάτι το ανάλογο και μ’ εσάς τις γυναίκες; Εδώ ήμουν και πρόλαβα μερικά νόστιμα από την πολιτισμένη “συζήτησή σας”! Solidarity μια φορά! Θα μου πεις εμένα, οτι δε δέχτηκε ο φουκαράς ο Διονύσης, επίθεση!..
Μέλπω: Άκου αγάπη… τη βαρέθηκα αυτή τη συζήτηση. Ούτως ή άλλως, εσείς οι άντρες, θέλετε νά ‘χετε την τελευταία λέξη… γιατί αλλιώς, σας θίγεται, το… κατά παράδοση, superiority complex!
Μανώλης: There she goes! Έφυγαν οι άλλοι δύο, και συνεχίζουμε εμείς την υπόθεση!.. Θυμάσαι τι σου είπα, όταν έφυγαν από ‘δω η Φρόσω κι ο Διονύσης; Άσε λοιπόν, να μη το παρακάνουμε, γιατί θα με στείλεις πολύ νωρίτερα, απ’ ότι σκοπεύω, για ύπνο!
Μέλπω: Εντάξει, εντάξει!.. Γκρινιάρη!
Εικόνα δεύτερη
Στην καφετερία του Λάζου, έρχεται ο Διονύσης, περιποιημένος κρατώντας πίσω από την πλάτη του ένα κόκκινο τριαντάφυλλο σε διαφάνεια. Κάθεται σε γωνιακό τραπέζι. Μια νέα γκαρσόνα με μίνι μαύρη φουστίτσα και εφαρμοστό άσπρο μπλουζάκι, έρχεται κρατώντας ένα σημειωματάριο και στυλό.
Κάρεν: Hello Dennis.
Διονύσης: Hello beautiful!..
Κάρεν: Τι μπορώ να σου προσφέρω dear;
Διονύσης: Εσένα κορίτσι μου θέλω, έτσι σα γοργόνα σε ποτήρι σαμπάνιας!..
Κάρεν: I beg your pardon?
Διονύσης: Τι να σου πω γλύκα μου; Όταν είσαι εσύ κοντά μου, δε θέλω τίποτ’ άλλο!
Η Κάρεν χαμογελά, χωρίς να πολυκαταλαβαίνει.
Κάρεν: Δε θ’ αργήσω Dennis. Είναι σχεδόν 5.30 μ.μ. Αλλά ενόσω περιμένεις, ίσως θα μπορούσες να πάρεις κάτι. Έναν καφέ;
Διονύσης: Εντάξει λοιπόν, έναν καφέ.
Ο Διονύσης μονολογεί κυττάζοντας την Κάρεν.
Διονύσης: “Μα το θεό, αυτό το κορίτσι είναι σκέτη κούκλα. Και τι φιγούρα!.. Δε βλέπω τη στιγμή που θά ‘μαστε μόνοι, αυτή κι εγώ… κι ας γίνουν όλα στάχτη!”
Η Κάρεν φέρνει τον καφέ του σχεδόν αμέσως.
Κάρεν: Σε 15 λεπτά θα μπορέσουμε να συναντηθούμε έξω από το μαγαζί, Dennis, όπως είπαμε.
Διονύσης: Ότι πεις εσύ κοριτσάκι μου!
Διονύσης: “Τι τύχη βουνό!.. Δηλαδή όχι έτσι απλά τύχη, γιατί εδώ που τα λέμε δεν είμαι και τόσο συνηθισμένος άνθρωπος! Και νέος είμαι ακόμη, και γοητεία έχω, και λεφτά έχω, και… Όταν ήμουν στην Ελλάδα έβλεπα καμιά φορά στα κινηματογραφικά επίκαιρα στα διεθνή καλλιστεία, πλάσματα σαν την Κάρεν, και νεαρός καθώς ήμουν το σκεφτόμουν: “Πω, πω, τι κοπελλάρες κι οι Αυστραλέζες!” Όταν όμως ήρθα στην Αυστραλία, παράξενο θα μπορούσε να πει κανείς, γιατί παρ’ όλο που ήμουν δίπλα σε ωραίες γυναίκες όλη μέρα, μ’ είχε τόσο απορροφήσει ο δημιουργικός οίστρος, που δεν τις πρόσεχα και πολύ. Τώρα που το σκέφτομαι, σίγουρα, έτσι νά ‘κανα, θά ‘πεφταν στην αγκαλιά μου δυο-δυο! Δε βαρυέσαι… Πάν’ τα χρόνια εκείνα! Οι συμπατριώτες μου, λέγαν τότε για τις Αυστραλέζες οτι είναι κρυοπλάσματα… όπως όλοι οι Αγγλοσάξωνες. Μερικοί τις παντρεύτηκαν όμως! Βλέπεις, πολλοί από εμάς ήταν τότε νεοφερμένοι. Κι εγώ ένας απ’ αυτούς. Είχαμε κι ακόμη έχουμε άλλα χούγια, εμείς οι Έλληνες. Είμαστε λέει, μεσογειακοί τύποι, θερμόαιμοι, αισθηματικοί, και πάνω απ’ όλα πολύ ταλαιπωρημένοι και φτωχοί… Εντάξει. Άλλαξαν όμως κάποια πράγματα. Η Κάρεν “κρύα”; Τι λέτε καλέ! Η κοπέλα είναι “μπουκιά και σχώριο”, που λεν και στην πατρίδα.”
Ο Διονύσης την παρακολουθεί με υπνωτισμένο ύφος.
Διονύσης: “Κι έχει φλόγα μέσα της η κοπέλα. Τώρα βέβαια πού να ξέρει κανείς; Μπορεί στις φλέβες της να τρέχει και τσιγγάνικο αίμα… ερωτιάρικο! Και το σπουδαιότερο απ’ όλα είναι, οτι δε σε πονοκεφαλιάζει με ερωτήσεις. Δεν την ενδιαφέρει την κοπέλα αδερφέ, αν είμαι παντρεμένος, αν έχω παιδιά… Ενδιαφέρεται μόνο για το άτομό μου. Βέβαια κι εγώ, είμαι πολύ κύριος απέναντί της. Ασφαλώς!.. Κι εγώ δεν κάνω ερωτήσεις. Είμαι πολύ διακριτικός απέναντί της. Δεν τη στενοχωρώ με τσιγκουνιές. Όπου θέλει, κι ότι θέλει!.. Την πάω λοιπόν στο πιο πολυτελές restaurant, δίπλα στο νερό -βλέπεις την τραβάει η θάλασσα- και πολύ φυσικά, βέβαια, αφού το κορίτσι συγγενεύει με τις νεράϊδες. Τρώμε τα θαλασσινά μας και πίνουμε το κρασάκι μας -chardonnay παρακαλώ- κυττάμε ο ένας τον άλλον στα μάτια κι απολαμβάνουμε την ευτυχία μας… Κάποια στιγμή βέβαια, θα της προσφέρω κι ένα, κάπως σημαντικό, δωράκι… Αλοίμονο! Τ’ αξίζει η κοπελιά!”
Εκεί που μονολογεί, ξαφνικά βλέπει από το γυαλί της πόρτας, τη Μέλπω και τον Μανώλη, που ετοιμάζονται να μπουν. Κι ενώ αυτοί μπαίνουν, αυτός σκύβει και χώνει το κεφάλι του κάτω από το τραπέζι, προσποιούμενος ότι ψάχνει. Η Κάρεν που τον έχει στο μεταξύ δει να σκύβει, έρχεται κοντά του και τον ρωτά.
Κάρεν: Τι συμβαίνει Dennis; Έχασες τίποτα;
Διονύσης: Σιωπή, κορίτσι μου, δεν είμαι εδώ. Δε με ξέρεις. Κατάλαβες;
Κάρεν: Μα εγώ σε ξέρω καλά Dennis!
Διονύσης: Φύγε, φύγε τώρα, σου λέω! Έχεις πελάτες, δεν τους βλέπεις;
Η Κάρεν φεύγει ενοχλημένη. Σύντομα, φροντίζει τους πελάτες, δηλαδή τη Μέλπω και το Μανώλη. Η σκηνή όμως γύρω από το τραπέζι του Διονύση, καθώς έμπαιναν, έχει ήδη τραβήξει την προσοχή της Μέλπως, που δεν ξεκολλά τα μάτια της από το άτομο, που ακόμη είναι χωμένο κάτω από το τραπέζι.
Μέλπω: Μανώλη, αυτός εκεί που ψάχνει κάτω από το τραπέζι, μοιάζει του Διονύση.
Μανώλης: Κύττα τη δουλειά σου. Ο Διονύσης λέει!.. Πάψε κι εσύ επιτέλους με το Διονύση! Από μέρες τώρα, μόνο Διονύση σκέφτεσαι, μόνο για Διονύση ακούω! Τώρα τον φαντάζεσαι και κάτω από το τραπέζι!.. Για μαζέψου και λιγάκι, και κύττα τη δουλειά σου!.. Έγινες πολύ αδιάκριτη! Κάτσε εκεί που κάθεσαι. Μ’ ακούς; Παράγγειλε τι χρειάζεσαι. Εγώ θα πάω μια στιγμή γι’ ανάγκη μου.
Ενώ ο Μανώλης κατευθύνεται στις τουαλέτες, η Μέλπω κατευθύνεται προς το τραπέζι του Διονύση.
Μέλπω: “Τι λες καλέ; Αυτός είναι ο Διονύσης και βάζω στοίχημα”. Hello dear!.. Διονύση! Τι κάνεις love εκεί κάτω; Έχασες τίποτα;
Ο Διονύσης προσποιείται τον έκπληκτο καθώς βγάζει το κεφάλι του από κάτω από το τραπέζι.
Διονύσης: “My God, δε γλυτώνω απ’ αυτόν τον κέρβερο!” Well, well, well!.. Η Μέλπω!.. Πώς κι από ‘δω κουνιαδούλα μου;
Μέλπω: Τι πώς κι από δω; Ήρθαμε με το Μανώλη να ψωνίσουμε. Πρώτη φορά είναι;
Διονύσης: Με το Μανώλη είπες; Και πού πήγε;
Μέλπω: Στην τουαλέτα. Μήπως τον… χρειάζεσαι;
Διονύσης: Τι ερώτηση! Βέβαια, για να του πω την καλησπέρα μου! Γιατί άλλο;
Μέλπω: Ξέρω κι εγώ; Εσύ… πώς κι είσαι τόση ώρα χωμένος κάτω απ’ αυτό το “χρήσιμο” αυτό τραπέζι; Μήπως… υπάρχει… κάποιος ιδιαίτερος λόγος;
Ο Διονύσης μπερδεύει τα λόγια του από την ταραχή του.
Διονύσης: Κάτω από το τραπέζι!.. Καλά το λες!.. Αλήθεια είμαι κάτω από ένα τραπέζι… Ένα τραπέζι!.. Για φαντάσου!..
Μέλπω: Τι ανοησίες είναι αυτές που αραδιάζεις Διονύση; Επαναλαμβάνεις τα λόγια μου αντί να απαντήσεις.
Η Μέλπω μιλά με συγκρατημένο θυμό.
Διονύσης: Βρε τη Μέλπω!.. Ναι… για φαντάσου… μ’ έπιασε λέει κάτω από το τραπέζι… Και πού παρακαλώ; Στου Λάζου!.. Δες κάτι γελοία πράγματα!.. Κάτι διαβολικές συμπτώσεις! “Και μη χειρότερα! Φαντάσου τα επακόλουθα Διονύση!.. Χαράς ευαγγέλια!..”
Μέλπω: Καλέ τι καμώματα είν’ αυτά; Τι μουρμουράς εκειδά; Λοιπόν; Δε θα σηκωθείς από κει κάτω; Ή μήπως έχεις κι έχεις κολλήσει με glue. Ε;
Η Μέλπω σκύβει για να δει, καθώς ο Διονύσης ετοιμάζεται να σκύψει πάλι κάτω από το τραπέζι. Τα πρόσωπά τους βρίσκονται αντιμέτωπα. Ο Διονύσης είναι τώρα θυμωμένος.
Διονύσης: “Τι αδιάκριτη! Έτσι μού ‘ρχεται να τη φασκελώσω!” Θα με βοηθήσεις λοιπόν να βρω αυτό που ψάχνω ;
Μέλπω: Α! Τώρα κατάλαβα… Έχασες κάτι, και το ψάχνεις… Μίλα λοιπόν! Κι εγώ η ανόητη νόμισα πως κρυβόσουν! Άσε να ψάξω κι εγώ μαζί σου. Πού το ξέρεις; Μπορεί νά ‘χω περισσότερη τύχη από σένα.
Πριν προλάβει όμως η Μέλπω να σκύψει περισσότερο, ο Διονύσης σηκώνεται με κόπο, κάτω από τα ερευνητικά και γεμάτα μομφή, μάτια της Μέλπως.
Διονύσης: Και βέβαια κάτι έχασα!.. Για ποιον άλλο λόγο θά ‘μουν χωμένος κάτω από το τραπέζι, κοτζάμ Διονύσης!.. Νόμισες ότι κρυβόμουν; Από ποιον παρακαλώ και γιατί;
Μέλπω: Πολύ σωστά. Αυτό να μου πεις!.. Ακόμα όμως δε μου είπες, τι τελικά έχασες κάτω από το… αχανές αυτό τραπέζι, κι έψαχνες να το βρεις!..
Διονύσης: Γιατί ρωτάς; Έχω μήπως υποχρέωση να σ’ απαντήσω και δεν το ξέρω; Κι από πότε έγινες ο ανακριτής μου; Ή μήπως είσαι κατάσκοπος; Τέλος πάντων όμως, επειδή ξέρω πόσο ενδιαφέρεσαι για την υγεία μου, θα σου πω: μού ‘πεσαν δύο-τρία δολάρια κι αποφάσισα ότι δεν πρέπει να τα μαζέψει κι αυτά ο Λάζος!.. Αρκετά του δίνω για τους καφέδες μου!
Μέλπω: Έχεις δίκιο όπως πάντα! Τελικά τα βρήκες;
Διονύσης: Ε… ναι βέβαια, βέβαια τα βρήκα!.. Μ’ αυτά θα πληρώσω τον καφέ μου.
Πλησιάζει η Κάρεν.
Κάρεν: Βρήκες αυτό που έχασες Dennis;
Διονύσης: Βέβαια, βέβαια!..
Μέλπω: Και βέβαια αγαπητή μου!.. Αυτός πιάνει πουλιά στον αέρα!
Κάρεν: Ποια είναι η κυρία, Dennis;
Μέλπω: Εξήγησε Διονύση στην κοπέλα, ποια είμαι;
Διονύσης: Είναι… η αδερφή της γυναίκας μου…
Κάρεν: Pleased to meet you dear!
Μέλπω: Κι εγώ χρυσό μου κορίτσι, κι εγώ!.. Έχω ακούσει τόσα για σένα! Πόσο καλή είσαι στη δουλειά σου… και τα παρόμοια!..
Κάρεν: Thank you for your comments, mam!..
H Κάρεν απομακρύνεται.
Μέλπω: Καλό κορίτσι το καϋμένο!.. Φαίνεται μάλιστα ότι σε γνωρίζει πολύ καλά. Έτσι δεν είναι;
Διονύσης: Αφού δουλεύει εδώ, επόμενο είναι. Έρχομαι βέβαια συχνά. Αγοράζω γλυκά και για το σπίτι -όπως έχω σκοπό να κάνω κι απόψε- μετά απ’ τον καφέ.
Μέλπω: Καταλαβαίνω. Παράξενο όμως, αυτό που είπες για τα γλυκά. Απ’ ότι γνωρίζω, η αδερφή μου, τ’ αποφεύγει σα νά ‘ναι φαρμάκι.
Διονύσης: Εντάξει. Κάποτε όμως τραβιoύνται κι αυτά. Έτσι… είναι παιδί μου. Γλυκαίνουν κάπως τη ζωή μας. Άλλωστε μου αρέσει να κάνω εκπλήξεις στο Φροσάκι!..
Μέλπω: Το έχω διαπιστώσει αυτό!.. “Μερικές από αυτές, που ίσως να της επιφυλάσσεις, ελπίζω ούτε καν να τις φανταστεί. Κι αν είναι έτσι, θα είναι για το καλό και των δυο σας!..”
Διονύσης: Έχουμε και παιδιά Μέλπω. Να μην τα τρώμε κι όλα μόνοι μας! Ή αν εμείς δε θέλουμε κάτι, γιατί να το στερούμε από τα βλαστάρια μας;
Μέλπω: Διονύση… τι να σου πω!.. Με τέτοιο ταλέντο στο debate, απορώ πώς και δεν έγινες πολιτικός!.. Σίγουρα θα κέρδιζες μια… κάποια… έδρα!
Διονύσης: Αλήθεια!.. Δε μου πέρασε ποτέ από το νου! Θα το πω το καλαμπούρι σου και στη Φρόσω.
Μέλπω: Μην προσπαθήσεις, δεν είναι αστείο.
Διονύσης: Πόσο αυστηρή είσαι μαζί μου αυτές τις μέρες Μελπωμένη μου
Μέλπω: Μην κάνεις τον κακομοίρη γαμπρέ μου. Ξέρεις εσύ…
Ο Μανώλης που είχε εν τω μεταξύ επιστρέψει στο μπαρ σερβιρίσματος, πλησίασε με τα πακέτα στα χέρια. Τους κυττάζει και τους δύο ερευνητικά.
Μανώλης: Well, well! Είχε δίκιο η Μέλπω. Εσύ ήσουν λοιπόν ο γονατισμένος κάτω από το τραπέζι;
Διονύσης: Έτσι αποδείχτηκε. Μού ‘χαν πέσει μερικά κέρματα κάτω από το τραπέζι και τά ‘ψαχνα!
Μανώλης: Τα βρήκες τουλάχιστο;
Διονύσης: Ναι, εντάξει!
Μανώλης: Μου φαίνεστε κάπως παράξενοι. Ελπίζω να μη φιλονικείτε πάλι, εσείς οι δύο!
Διονύσης: Κάθε άλλο μπατζανάκη μου, κάθε άλλο!.. Γιατί τι έχουμε να μοιράσουμε; Καθείστε να σας κεράσω ένα γλυκό βρε παιδιά!
Μέλπω: Τι λες; Έτσι ξαφνικά; Για τι πράγμα γιορτάζουμε; Για τα ευρεθέντα, μόλις, κάτω από το τραπέζι, δολάρια;
Διονύσης: Κύττα τη Μέλπω, κάτι αστεία που πετάει τώρα τελευταία! Όλο ειρωνεία είναι!
Μέλπω: Εσύ τα λες αστεία όλα αυτά; Εγώ νομίζω Διονύση μου, ότι θα πρέπει να σοβαρευτείς, κι αντί να ψάχνεις κάτω από τα τραπέζια του Λάζου, σκορπισμένα δολάρια, να σιγουρευτείς για τις αντιδράσεις της Φρόσως. Γιατί αν μαζευτούν και πολλά, κάποια μέρα θα σου δώσει τα παπούτσια στο χέρι!.. Σ’ αγαπάει, σε τιμάει, αλλά μην την πληγώσεις. Δε θα στο συγχωρήσει!.. Άκου με που σου λέω. Είναι πολύ περήφανος άνθρωπος η αδερφή μου, και βάζει την αξιοπρέπειά της πάνω απ’ όλα. Κι εγώ την αποπήρα τη Φρόσω την τελευταία φορά που μου παραπονέθηκε για την κάποια συμπεριφορά σου. Δεν είναι δική μου δουλειά να ανακατεύομαι, αλλά σας αγαπώ και τους δυο ίδια, και δε θέλω να σας δω πονεμένους και πικραμένους.
Διονύσης: Μα τι κάθεσαι και λες τώρα Μέλπω μου; Σοβαρολογείς; Πάει! Εσύ παιδί μου έφερες τον καταποντισμό! Όχι κι έτσι κορίτσι μου. Δεν έκανα τίποτα κατηγορητέο. Πίστεψέ με. “Είπαμε μόνο για desert, όχι όμως να μας κοστίσει και την οικογενειακή μας γαλήνη! Αυτή θα με κάψει. Πρόσεχέ την Διονύση. Είναι κατάσκοπος, της δικής σου. Σίγουρα πράγματα!”
Mανώλης: Well… Καλό θα είναι να ακούμε κάπου-κάπου και τις γυναίκες, μας, μπατζανάκη!..
Ο Μανώλης πλησιάζει το Διονύση, ενώ η Μέλπω ψάχνει την τσάντα της, και του λέει εμπιστευτικά στ’ αυτί.
Μανώλης: Και μεταξύ μας Διονύση, καλό είναι το desert, όχι όμως και σε αντάλλαγμα με το main course. Tην οικογένειά σου, την οικογένειά σου πρώτα!.. Έτσι είναι my friend… Και πού ‘σαι Διονύση, ούτε ψήλος στον κόρφο σου mate!..
Διονύσης: Μάγος είσαι; Κι εγώ που πίστευα πως είσαι σύμμαχός μου!..
Ο Μανώλης μιλάει τώρα κανονικά, μπροστά στη Μέλπω που τους παρακολουθεί, με αυστηρό ύφος.
Μανώλης: Διονύση, θα σου δώσω μια μόνο συμβουλή: μην τα βάζεις με τις γυναίκες!.. Πάνε εκείνοι οι καιροί my friend, που ο άντρας έκανε του κεφαλιού του. Σήμερα οι γυναίκες πήραν την απάνω βόλτα. Μας επιβλέπουν, εγκρίνουν ή απορρίπτουν τα πραττόμενα μας. Οι γυναίκες δεν είναι σήμερα το αναγκαίο κακό. Αν δεν τις θέμε εμείς, δεν τους κοστίζει και πολύ. Μας αφήνουν και κάνουν τη ζωή τους κι αυτές, όπως κι εμείς. Κι εδώ που τα λέμε, οι γυναίκες μας η δική σου και η δική μου, είναι γυναίκες με τα όλα τους. Όμορφες, άμεμπτες σύζυγοι και μητέρες, νοικοκυρές και με το παραπάνω! Τι άλλο θέλεις; Και τις αγαπάμε και μας αγαπάν. Έτσι τουλάχιστο θέλω να πιστεύω, εγώ προσωπικά.
Διονύσης: Εγώ να τα βάλω με τις γυναίκες; Τι λες τώρα μπατζανάκη μου; Φαίνομαι για τέτοιος τύπος; Κάθε άλλο! Εγώ συμφωνώ απόλυτα με τα λεγόμενά σου!
Μέλπω: Νομίζω πως είπαμε αρκετά. Ο καθένας, είναι καραβοκύρης στο ταξίδι της ζωής του, και αφού -hopefully- ξέρει τις κακοτοπιές, ξέρει και πώς ν’ αρμενίσει μακριά τους!..
Διονύσης: Ωραία τα λες Μέλπω μου!.. Μπράβο! Εγώ είμαι ο νοικοκύρης, ο καραβοκύρης, και στο μαγαζί μου μπαινοβγαίνουν άντρες και γυναίκες και κανείς ποτέ δεν είπε κάτι εναντίον μου. Δεν είναι αυτό απόδειξη της άμεμπτης διαγωγής μου απέναντι στο στεφάνι μου;
Η Μέλπω αγνοεί τα λεγόμενα του Διονύση.
Μέλπω: ΄Ελα λοιπόν γαμπρέ μου να φύγουμε παρέα, αφού δεν καθόμαστε και μιλάμε εδώ τόσην ώρα όρθιοι.
Η Μέλπω υψώνει τη φωνή της επιδεικτικά, κυττάζοντας προς το μέρος της Κάρεν
Μέλπω: You’re coming with us, are you not you dear;
Διονύσης: No dear, how could I? Δεν αγόρασα ακόμη τα πράγματα που θέλω!
Μέλπω: Μάλιστα. Κατάλαβα, κατάλαβα!
Ο Διονύσης κυττάζει τη Μέλπω πειραγμένος. Αυτή κουνάει το κεφάλι της, ενώ ο Μανώλης του κλίνει το μάτι.
Μανώλης: Άσε τον άνθρωπο παιδί μου!.. Μόνος του ήρθε στου Λάζου, και μόνος του θα φύγει. Νταντάδες του είμαστε να τον συνοδέψουμε στο σπίτι του; Και το αυτοκίνητό του; Θα το κολλήσουμε στο δικό μας tow-bar;
Μέλπω: Σίγουρα δε θα πας χαμένος Διονύση, έχεις συνήγορο το Μανωλάκη μου!..
Ο Μανώλης τραβά την Μέλπω από το μπράτσο.
Μανώλης: Άντε ξεκίνα!.. Έχουμε κι άλλες δουλειές!.. Γεια σου Διονύση. Χαιρετισμούς στο σπίτι.
Διονύσης: Γεια σας… αnd drive carefully. “Bloody hell! Αυτή παιδί μου δεν τρώγεται. Πώς έγινε έτσι; Μια χαρά κοπέλα ήταν πριν. Πω, πω! Σε λυπάμαι φουκαρά Μανώλη!.. Τουλάχιστο η δική μου -αν και αδερφές- δεν έχει το στόμα της!”
Καθώς προχωρούν ο Μανώλης μαλώνει τη Μέλπω, που ακούει σιωπηλή.
Μανώλης: Δεν τρώγεσαι, το ξέρεις; Δεν ακούς και κάνεις του κεφαλιού σου! Δε σου είπα να μην ασχολείσαι με τον Διονύση; Δεν έχεις χριστιανή μου άλλο τίποτα να κάνεις; Αδιάκριτη!
Φεύγουν. Ο Διονύσης φαίνεται κουρασμένος. Φτιάχνεται λίγο. Παίρνει το κόκκινο τριαντάφυλλο από την καρέκλα, και τραβά προς την πόρτα, μονολογώντας.
Διονύσης: “Πω, πω, πω τυχερός που ήμουν!.. Ε και νά ‘βλεπε η Μελπωμένη το κόκκινο τριαντάφυλλο!.. Αλοίμονό μου!.. Ολόκληρος ο Ειρηνικός δε θ’ απόσβηνε τα πυρά της. Θα μ’ έκαιγε! Σίγουρα, αν όχι μ’ όλα τ’ άλλα, με το κόκκινο τριαντάφυλλο όμως, θα με σταύρωνε!
Εμφανίζεται δίπλα του η Κάρεν.
Κάρεν: Here I am!..
Διονύσης: Ναι βρε κοριτσάκι μου!.. Καλώς το μου, καλώς το!..
Στην πόρτα μπροστά προτείνει στην Κάρεν το κόκκινο τριαντάφυλλο.
Κάρεν: Για μένα; Oh!.. What can I say Dennis? Thank you very much!
Διονύσης: Πάρτο κορίτσι μου χαλάλι σου!.. Και ζητώ συγγνώμη για όσα έγιναν πριν, μέσα στο μαγαζί.
Κάρεν: Δεν πειράζει. Εγώ το ξέχασα κιόλας. Relations… Spies… would I say?
Διονύσης: Για σένα κορίτσι μου, θα τ’ ανεχτώ όλα!.. Είσαι πολύ όμορφη! Τούτο το τριαντάφυλλο μαραίνεται μπροστά σου!
Κάρεν: Oh!.. Είσαι τόσο ρομαντικός Dennis!.. Μου αρέσεις πολύ!..
Ο Διονύσης της φιλά το χέρι και χωρίς άλλη λέξη, την τραβά κοντά του με πάθος.
Κάρεν: Ξέχασες πού είμαστε Διονύση; Αν μας δει ο κυρ-Λάζος;
Διονύσης: I don’t care!
Εικόνα τρίτη
Διονύσης: Πού ‘ναι η μάνα σου Ντίνο;
Ντίνος: Η μάνα μου εδώ είναι. Αλλά η γυναίκα σου!..
Διονύσης: Τι εννοείς… παιδί μου;
Ντίνος: Τίποτα… Τίποτα… Δηλαδή τι να σου πω dad; Είναι κλεισμένη στο δωμάτιό σας. Είπε… να μην την ενοχλήσει κανένας… μα κανένας. Δηλαδή…
Διονύσης: Μπα; Κι από πότε ανέλαβες εσύ καθήκοντα “λακέ”;
Ντίνος: Τι εννοείς πατέρα;
Διονύσης: Έγινες όργανο της μάνας σου εναντίον του πατέρα σου; Κι από πότε γίνονται αυτά τα πράγματα εδώ μέσα;
Ντίνος: Έλα τώρα πατέρα. Tι όργανο έγινα; Δεν καταλαβαίνω τι μου λες! Πού να ξέρω εγώ; Εσύ και η μαμά, έχετε τα δικά σας!..
Διονύσης: Καλά, καλά, πήγαινε τώρα. Και πού ‘σαι, να κυττάς τη δουλειά σου και να μην πολυανακατεύεσαι. Άκου: “εσύ κι η μαμά έχετε τα δικά σας”! Άντε μπράβο!.. Άκου να δεις πράγματα!.. Μας δουλεύουν κι οι πιτσιρικάδες τώρα.
Ντίνος: O.K. Dad, I was only trying to help!.. “Τι σου φταίω εγώ mate, αν είσαι in trouble, with mum!”
Διονύσης: Τι είπες; Δεν τ’ άρπαξα το τελευταίο.
Ντίνος: Nothing dad!.. I swear, nothing!.. “God!.. Why don’t you leave me alone?”
Διονύσης: Άκου νεαρέ, και άκου καλά: Άσε τις αγγλικούρες στην άκρη, και πρόσεχε πώς μου μιλάς!.. Άκου θράσος!.. Μια λέξη εγώ, δέκα αυτός και πίσω κι απ’ την πλάτη μου. Άει στο καλό όλοι σας!.. Άει στο καλό!.. Κάνε λέει παιδιά… για να σε κριτικάρουν. Ε, όχι κι έτσι αδερφέ, οχι κι έτσι πια!
Φεύγει ο Διονύσης από τη σκηνή και ο Ντίνος μονολογεί.
Ντίνος: “He treats me like shit!.. Mum is right for once. Δε φτάνει που μας έφερε σ’ αυτό τον κόσμο χωρίς να μας ρωτήσει, του χρωστάμε λέει κι από πάνω. If it was’nt for mum, θα τού ‘λεγα εγώ! Την αγαπώ τη μάνα μου και δε μου αρέσει να στεναχωριέται.”
Ο Ντίνος αναλογίζεται μονολογώντας.
Ντίνος: “Πριν λίγο καιρό όμως, τώρα που το καλοσκέφτομαι, ο πατέρας μου ήταν more considered, more friendly, more discreet. Τώρα, κάτι άλλαξε, κάτι συμβαίνει. Κι εγώ τι φταίω δηλαδή; Εγώ έχω τη δική μου ζωή, τα δικά μου προβλήματα: τη μελέτη μου, το κορίτσι μου, την αδερφή μου… Ε… βέβαια έχω κι αυτό το βάσανο!… “Να προσέχεις τη Τζιούλη μας Ντινάκο!..”, με συμβουλεύει η μαμά. “Ντίνο, έχεις υποχρέωση απέναντι στην αδερφή σου!..”, δηλώνει ο μπαμπάς. Κι αυτοί τι κάνουν παρακαλώ; Έχουν τόσο καιρό στα χέρια τους, που βρίσκουν αιτίες και αφορμές και τον σπαταλάν με τις γκρίνιες τους. Αν όμως ήμουν στην Ελλάδα, σιγά και θα είχα τέτοιες αγγαρείες. Εδώ παιδί μου, επικρατεί μεσαίωνας στην ελληνική οικογένεια. Οι γονείς μας νομίζουν ότι ζούμε στη ζούγκλα!.. Καλά, δε λέω!.. Έχουμε και μερικά καλά. σαν Έλληνες. Την κουλτούρα μας να πούμε: το χασαποσέρβικο, τα σουβλάκια, τα Χριστουγεννιάτικα παρτάκια, το Πάσχα με τη σούβλα!.. Εντάξει τα πάω. Αλλά πολλά restrictions pal, πολλές συμβουλές… Δε βαρυέσαι… Κάτι θα ξεδώσει!.. Θα βρεθεί και μια λύση για το πρόβλημα της μαμάς. Και θα ησυχάσω κι εγώ!.. I hope!..”
Ακούγεται ο Διονύσης να φωνάζει. Ο Ντίνος φεύγει γρήγορα.
Διονύσης: Φρόσω, Φρόσω!.. Πού κρύβεσαι παιδί μου;
Χτυπά την πόρτα.
Διονύσης: Έλα κορίτσι μου!.. Δε θα φάμε απόψε; “Κατάλαβα, τα πρόλαβε η άλλη!.. Αδερφική ή μάλλον γυναικεία αλληλεγγύη.”
Χτυπάει το τηλέφωνο. Το απαντά ο Διονύσης.
Διονύσης: Hello, who is it; Α!.. Το Μελπάκι μας!.. Τα πρόλαβες όλα! Έτσι; Όλα!.. Τι δεν καταλαβαίνεις… Ότι βοηθάς, βοηθάς… Καλό το δούλεμα!.. Καλό κουνιαδούλα μου!.. Έλα τώρα, μη μου λες τίποτα… Μην ορκίζεσαι παιδί μου και κολάζεσαι!.. Εντάξει, εντάξει… Θα πάω να τη φωνάξω… “Αν βέβαια καταδεχτεί να με ακούσει!..”
Εμφανίζεται η Φρόσω. Ο Διονύσης της προτείνει το τηλέφωνο.
Διονύσης: Η Μέλπω στο τηλέφωνο.
Φρόσω: Μέλπω γεια σου. Τι κάνεις; Α… ναι. Καλά-καλά! Μείνε ήσυχη γι αυτό. Όχι καλέ, το ξέρω σου λέω… Εντάξει, γεια σου.
Διονύσης: Φροσάκι μου, γιατί όλα αυτά τα παράξενα στο σπίτι μας; Ξέρεις πόση ώρα χτυπάω;
Φρόσω: Με συγχωρείς, δε σ’ άκουσα. Ήμουν στο shower.
Διονύσης: Και δε μου λες, από πότε καταργήθηκαν οι χαιρετισμοί εδώ μέσα;
Φρόσω: Α!.. Συγγνώμη… Το ξέχασα. Καλησπέρα.
Η Φρόσω κάνει να φύγει.
Διονύσης: Για πού τό ‘βαλες; Δεν τελείωσα ακόμη. Κι ο Ντίνος… Από πότε τα παιδιά μας ανάλαβαν την υπεράσπισή σου εναντίον μου;
Φρόσω: Τι εννοείς; Δεν ξέρω για τι πράγμα μιλάς! Πρέπει να είναι δική σου ιδέα, αγαπητέ μου σύζυγε. Αναμφίβολα, όσα είπες είναι στην ιδέα σου!.. Αυτό δα μου έλειπε, ν’ ανακατέψω και τα παιδιά μας στα δικά μας προβλήματα!..
Διονύσης: Ποια προβλήματα Φρόσω μου; Ποια προβλήματα πανάθεμά ’τα; Αυτά που δημιουργεί η φαντασία σου; Γιατί είσαι αβέβαια για τον εαυτό σου;
Φρόσω: Α έτσι λοιπόν!.. Τα καμώματά σου δηλαδή, είναι δημιούργημα της φαντασίας μου, επειδή είμαι insecure!..
Διονύσης: Βέβαια!.. Ποια καμώματα; Εγώ είμαι ένας άμεμπτος σύζυγος. Πας μετά στη Μέλπω, και της παραπονιέσαι, κι η Μέλπω τα βάζει μαζί μου. Ποια είναι τέλος πάντων η Μέλπω; Ο χωροφύλακάς σου;
Φρόσω: Άσε τη Μέλπω έξω από τα δικά μας!..
Διονύσης: Εγώ, σίγουρα την αφήνω απ’ έξω. Έλα όμως που αυτή χώνεται παντού; “Η Μέλπω είναι ταλαντούχα ντεντέκτιβ, απ’ ότι βλέπω κι απ’ ότι ακούω.”
Φρόσω: Δε ξέρω τι μουρμουράς… Ούτε κι έχει καμμία σημασία!..
Διονύσης: Αν δεν έχει καμμία σημασία για σένα τι σκέφτεται ο άντρας σου, τότε τι κάνω εγώ εδώ μέσα;
Φρόσω: Πολύ καλή ερώτηση. Το ίδιο πράγμα σκέφτηκα κι εγώ πολλές φορές τώρα τελευταία, για διαφορετικούς όμως λόγους!..
Διονύσης: Τώρα μάλιστα!.. Μία σου και μία μου πού λένε. Αλλά για εξηγήσου. Ακούγεται πολύ ενδιαφέρον. Ποιοι είναι αυτοί οι διαφορετικοί λόγοι;
Φρόσω: Με συγχωρείς αγαπητέ μου, αλλά δεν είμαι εδώ για να σε διασκεδάσω.
Η Φρόσω κινά να φύγει, αλλά ο Διονύσης την ακινητεί, πιάνοντάς την βίαια από το μπράτσο και φωνάζοντας.
Διονύσης: Στάσου πανάθεμά σε! Που πας; Τι έχουμε επιτέλους εδώ μέσα; Ανταρσία; Δε θα μου μιλάς έτσι εμένα, ούτε κι η αδερφή σου η Μέλπω! Μ’ ακούς;
Η Φρόσω κάνοντας ένα μορφασμό πόνου, κλείνει τα μάτια της. Ο Διονύσης, χαλαρώνει τη χειρολαβή του και την αφήνει. Κάνει ένα δύο βήματα με σφιγμένες τις παλάμες του σε γροθιά. Μαλακώνει με προσπάθεια τη φωνή του.
Διονύσης: Μια στιγμή Φρόσω, μια στιγμή!.. Ας αφήσουμε τους διαπληκτισμούς που δεν οδηγούν πουθενά. Απαιτώ εξηγήσεις. Δε μπορεί να μου φέρνεσαι σα νά ‘μαι κανένας αλήτης μέσα στην ίδια μου την οικογένεια.
Φρόσω: Απαιτείς!.. Ας γελάσω! Τι ωραία το τοποθετείς!.. Βέβαια είσαι τ΄αφεντικό εδώ μέσα. Έτσι δεν είναι; The breadwinner! Εγώ τι είμαι παρά η διακοσμητική σύζυγος του γνωστού μεγαλέμπορα Διονύση!..
Διονύσης: Πώς τολμάς; Μα όχι… Δε θα ξαναθυμώσω μαζί σου για την παράλογη συμπεριφορά σου. Τον τελευταίο καιρό, με το μόλις μπαίνω εδώ μέσα, μου φέρνεσαι σα νά ‘μαι κανένας εγκληματίας. Αλλ’ ακόμη δεν έχω καταλάβει για τι πράγμα κατηγορούμαι. Καλά και σώνει φταίω για κάτι. Εντάξει!.. Μπορεί ν’ αργώ καμιά φορά, τα βράδυα… είμαι επιχειρηματίας… Τώρα που μεγάλωσαν τα παιδιά, νομίζω πως μπορώ να συγκεντρώνομαι λίγο παραπάνω στο χόμπι μου, που δεν είναι άλλο από την επέκταση των επιχειρήσεών μου. Οποιαδήποτε άλλη γυναίκα θα ήταν περήφανη για την συνεχή πρόοδο του συζύγου της. Όχι όμως εσύ! Δεν καταλαβαίνω λοιπόν ποιο είναι αυτό το κάτι για το οποίο κατηγορούμαι; Κι αφού μου απαγγείλεις την κατηγορία σου πρώτα, μετά θα πρέπει να βρεις και τις αποδείξεις; Λοιπόν, σ’ ακούω.
Φρόσω: Απαξιώ να σου μιλήσω! Η όλη σου συμπεριφορά εδώ και καιρό είναι αρκετή να με κάνει να βλέπω σε σένα ένα… σάτυρο. Σου λείπουν μόνο τα μεγάλα αυτιά κι η ουρά!..
Διονύσης: Σ’ ευχαριστώ για το κομπλιμέντο!.. Όσα είπα παραπάνω πέσανε στο κενό. Πόσο μ’ απογοητεύεις Φρόσω! Μ’ απογοητεύεις πολύ!
Φρόσω: Εγώ σ’ απογοητεύω; Είσαι λοιπόν τόσο αυθάδης; Όχι δε θα σου κάνω τη χάρη, ν’ ασχοληθώ άλλο μαζί σου. Τελεία και παύλα.
Ο Διονύσης προσπαθεί να συγκρατηθεί.
Διονύσης: Νάτα και τα ρέστα!.. Γιατί κυρία μου; Σου λείπει τίποτα; Άφησα το σπίτι μου απροστάτευτο; Ή…. ή…. μ’ έπιασες μ’ άλλη γυναίκα; Αλλά σε ποιον μιλάω; Σίγουρα έχεις μεγάλο πρόβλημα. Πρέπει νά ‘ναι τα νεύρα σου!.. Δεν εξηγείται διαφορετικά. Άλλαξες πολύ. Δεν είσαι το Φροσάκι που ήξερα! Μήπως σ’ επηρέασε κι εσένα το women liberation movement και δεν το ξέρω;
Φρόσω: Δεν ξέρω γιατί κάθομαι και σ’ ακούω! Ίσως θα πρέπει να γίνω φεμινίστρια, after all. Καλή η ιδέα σου!.. Σ’ ευχαριστώ γι αυτό.
Ο Διονύσης χαμογελάει με συμπάθεια.
Διονύσης: Μα τι λες Φρόσω μου; Εσύ είσαι μια καθώς πρέπει κυρία, μια αριστοκράτισσα!..
Φρόσω: Ότι και να πω, πάει χαμένο! Έχεις γίνει αετονύχης, και δεν πιάνεσαι με τίποτα!.. Αν σ’ άκουγε κανείς!.. Έχεις γλαφυρότητα στην επιχειρηματολογία σου, τόση, που τα δικά μου τα παράπονα, ακούγονται σαν τ’ αδικαιολόγητα νιαουρίσματα μιας παραχαϊδεμένης γατούλας.
Διονύσης: Τι όμορφα που τα λες! Μπράβο!..
Ο Διονύσης χειροκροτεί. Η Φρόσω φαίνεται πολύ λυπημένη. Ο Διονύσης έρχεται κοντά της. Επιχειρεί να την αγκαλιάσει, αλλά η Φρόσω απομακρύνεται από κοντά του.
Διονύσης: Έλα Φροσάκι μου… Άκουσέ με! Τίποτα δεν άλλαξε ανάμεσά μας. Σου τ’ ορκίζομαι. Πες μου πως όλα είναι ένα γελοίο αστείο!..
Φρόσω: Πάψε επιτέλους! Ένα γελοίο αστείο λέει!.. Δηλαδή το ότι έρχεσαι μετά τα μεσάνυχτα όλο και πιο συχνά -όπως το περασμένο βράδυ- το ότι τα ρούχα σου μυρίζουν από το άρωμα Taboo, το Ότι τα πουκάμισά σου συχνά φέρουν σκιές από το ίδιο lip-stick, θα πρέπει να τ΄αποδώσω σ’ ένα ανάλογο αστείο; Το δικό σου ίσως, το φριχτό αστείο!..
Ο Διονύσης τα χάνει, αλλά μόνο για μια στιγμή.
Διονύσης: Μα υπάρχει εξήγηση γι αυτό. Πίστεψέ με!..
Φρόσω: Δεν αμφιβάλλω καθόλου γι αυτό!.. Μόνο που εγώ έχασα πια το ενδιαφέρον μου και δε θέλω να ξέρω!..
Διονύσης: Μα αυτό είναι πολύ άδικο!.. Ξέρεις κυρία Φρόσω, πόσες γυναίκες μπαινοβγαίνουν στην επιχείρησή μου; Δεν είναι καθόλου παράξενο λοιπόν ν’ ακουμπούν κάπου, και ξέρεις, μπορεί από εκεί να λερωθούν και τα δικά μου πουκάμισα!..
Φρόσω: Με τη δική σου βέβαια λογική, όλα είναι κατορθωτά: όπως τ’ απίθανα να γίνονται πιθανά ή το να προσπαθείς να με πείσεις μ’ ανόητα επιχειρήματα σαν το τελευταίο!
Ο Διονύσης συνεχίζει αγνοώντας την παρατήρηση της Φρόσως.
Διονύσης: Το περασμένο βράδυ, σου εξήγησα, πως ήμουν έξω με το Λιβανέζο παραγγελιοδόχο μου. Σπουδαίοι έμποροι οι Λιβανέζοι, ξέρεις!..
Φρόσω: Πώς… βέβαια… Αλοίμονο!.. Ρωτάς κι όλας αν ξέρω!
Διονύσης: Κουβέντα στην κουβέντα, που λες, πήγαν μεσάνυχτα!..
Φρόσω: Καταλαβαίνω! Καταλαβαίνω παιδί μου!..
Διονύσης: Ξέρεις ότι οι περισσότεροι Λιβανέζοι ζουν έξω από το Λίβανο;
Φρόσω: Μιλήσατε μήπως και για κάποια παραμύθια της Χαλιμάς; Γιατί είναι πολύ ενδιαφέροντα, μ’ εκείνες τις εξωτικές χανούμισσες και τα ουρί του παραδείσου!..
Διονύσης: Α!.. Για να σου πω! Εγώ προσπαθώ να σου εξηγήσω κι εσύ γελοιοποιείς την αφήγησή μου.
Φρόσω: Έχεις δίκιο! Δεν μπορώ πλέον να σε πάρω στα σοβαρά!.. Αναρωτιέμαι μόνο, πώς θα αισθανόσουν αν ήμουν εγώ στη θέση σου κι εσύ στη δική μου. Τελικά πιστεύω αγαπητέ μου, ότι είναι περιττό να προσπαθείς να μιλάς σε ακροατήριο, όπου τα λόγια σου δεν βρίσκουν καμμία απολύτως απήχηση! Καληνύχτα!..
Η Φρόσω αποχωρεί, ενώ ο Διονύσης φωνάζει θυμωμένος από πίσω της.
Διονύσης: Αφού τα βλέπεις έτσι τα πράγματα… Άντε στο καλό!.. Άσε με ήσυχο, γιατί σαν πολύ ασχολήθηκα μαζί σου και με τις ανοησίες όλων σας. Άκου θράσος! Και πού και να μ’ έπιανες με καμιά!.. Φαντάζομαι τις υστερίες σου, και τις κατηγορίες σου!
Ο Διονύσης απομένει μόνος στη σκηνή. Μονολογεί
Διονύσης: “Και στο μπάτο-μπάτο της γραφής, δε δικαιούμαι να ξεσκάσω και λιγάκι βρε αδερφέ; Τόσα χρόνια θάφτηκα στην επιχείρηση και στην ρουτίνα του ζυγού. “Καλύτερα μιας ώρας…” Άντε να μην αρχίσω και διαβολοστέλνω όλα τα θηλυκά που ζεύουνε τον άντρα! Τον κρατάν οι καλές σου στα ηνία, του κολλάνε και δυο παρωπίδες, έτσι, για να μη ξεφεύγουν από τον ίσο δρόμο!.. Κόλαση, κόλαση!… Πραγματική κόλαση! Και να σκεφτεί κανείς το μέγεθος της αντρικής ηλιθιότητας: τον επιδιώκουμε και τελικά τον υιοθετούμε τον περίφημο αυτό ζυγό, υπογράφοντας και νόμιμο συμβόλαιο. Άκου να δεις! Κι όλα αυτά, για τη μονιμότητα και νομιμότητα της σεξουαλικής μας ζωής. Τι λες βρε αδερφέ; Κι όσο το σκέφτομαι τώρα, τόσο επαναστατώ μέσα μου. Γυναίκα, παιδιά, δουλειά, και πάλι από την αρχή, day inn, day out!.. Άει στο διάβολο επιτέλους! Άει στο διάβολο!
Πηγαίνει στο μπαρ και γεμίζει ένα ποτήρι με ποτό. Το σηκώνει, το κυττάει και λέει με δυνατή φωνή.
Διονύσης: Μα το συνονόματό μου, αξίζει το ουίσκι σε τέτοιες στιγμές!.. Άντε στην υγειά του γενναίου ανδρικού φύλου, π’ ανέχεται όλους τους διαφορετικούς ζυγούς, με μαρτυρική ανεκτικότητα, και για το καλό της ανθρωπότητας! Της διαιώνισης του είδους!..
Χαμηλώνει τη φωνή του. Σκέπτεται δυνατά.
Διονύσης: Για φαντάσου τι φοβερή παγίδα!
Έρχεται στο σαλόνι η Τζιούλη.
Τζιούλη: Γειασου πατεράκη! Τι βλέπω; Ποτό πριν από το dinner! Τι γιορτάζουμε;
Ο Διονύσης μονολογεί μια στιγμή, αλλά γρήγορα απαντά στην Τζιούλη με πικρία.
Διονύσης: “Την ανδρική ηλιθιότητα!” Τι dinner κορίτσι μου; Βλέπεις στρωμμένο πουθενά το τραπέζι για δείπνο; Εγώ δεν έχω γυναίκα παιδί μου στο σπίτι μου! Η μάνα σου αντάρτεψε!
Τζιούλη: Τι λες τώρα πατεράκη; Δε μου φαίνεσαι πολύ καλά! Εσύ πάντα έλεγες οτι η μαμά είναι η καλύτερη γυναίκα του κόσμου. Εγώ την αγαπώ τη μαμά και το πιστεύω! Και… μην ανησυχείς. Το φαγητό είναι έτοιμο στην κατσαρόλα… κι η σαλάτα έτοιμη στο ψυγείο. Το ξέρω γιατί βοήθησα τη μαμά να τα ετοιμάσει όλα. Κι αυτό… το τελευταίο, πώς το είπες; Τα τσούγκρισες με τη μαμά λοιπόν;
Διονύσης: Δηλαδή δεν ξέρεις τίποτα; Δε σού ‘κανε παράπονα η γυναίκα μου για την αφεντιά μου;
Τζιούλη: Μα πατέρα… η γυναίκα σου, είν’ η μαμά μου… και δεν καταλαβαίνω τίποτα!..
Διονύσης: Άσε μη σπας το κεφάλι σου κορίτσι μου!.. Δεν αξίζει τον κόπο. Η μάνα σου δεν έχει σκοπό να ετοιμάσει τραπέζι για να φάμε απόψε. Το βλέπω. Φεύγω λοιπόν για μια βολτίτσα και θα γυρίσω… αργότερα. Χρειάζομαι φρέσκο αέρα.
Σηκώνεται, παίρνει το σακάκι του από την κρεμάστρα, και προχωρά προς την πόρτα. Η Τζιούλη τον κυττάζει απορημένη.
Τζιούλη: But dad… wait a sec… what’s mum going to say!
Διονύσης: Χα, χα, χα!.. Αυτό λοιπόν είναι πολύ αστείο! Δε… με νοιάζει! Αρκετά!.. Ζήτω η ελευθερία!.. Κάτω ο ζυγός!..
Η Τζιούλη κυττάζει το Διονύση με ανοιχτό το στόμα καθώς φεύγει. Κουνώντας το κεφάλι της και αποχωρεί από το σαλόνι. Έρχεται τώρα η Φρόσω και κάθεται στον καναπέ. Έχει ακούσει τα τελευταία λόγια του. Σκουπίζει τα μάτια της. Μονολογεί.
Φρόσω: “Φύγε λοιπόν σάτυρε!.. Στο καλό!.. Τώρα έχεις την άλλη. Δε με χρειάζεσαι! Φύγε!.. Κι εγώ δε σε χρειάζομαι. Τι θαρρείς; Θε μου!.. Πώς κατάντησε; Υπερασπίζεται τον εαυτό του ακόμη και στην απάτη! Εγώ κουρέλιασα την περηφάνια μου και ταπεινώθηκα στη Μέλπω και στο γαμπρό μου, γιατί τον αγάπησα και τον αγαπώ. Κι αυτός, σαν ένας μπερμπάντης, ένας μάγκας, προσποιείται τον πληγωμένο, για τις δήθεν υποψίες μου! Γιατί θεέ μου τώρα; Γιατί; Τι ντροπή! Έχουμε κόρη της παντρειάς και γιο πάντρεψε. Τι να κάνω; Πρέπει να τελέψει αυτή η κατάσταση, πρέπει.”
Περνούν μερικές στιγμές. Η Φρόσω τινάζεται ξαφνικά επάνω και σηκώνοντας περήφανα το κεφάλι της, κυττάει ψηλά. Σφίγγει τις παλάμες της μαζί.
Φρόσω: “Αρκετά! Πρέπει να το πάρω απόφαση τώρα πια. Έχει αποθρασυνθεί. Ποιος ξέρει ποια κυνηγάει; Όποια κι αν είναι, δε μπορεί παρά να είναι του δρόμου!.. Όχι τι λέω! Παρασύρομαι!.. Κι αν είναι κάποια σοβαρή γυναίκα κι έχει δημιουργήσει δεσμό μαζί της; ”
Η Φρόσω στη σκέψη αυτή κλείνει τα μάτια, και πιάνοντας το μέτωπό της, κάθεται πάλι, γέρνοντας το κεφάλι της στην πλάτη του καθίσματος. Αγωνιά.
Φρόσω: “Είναι δυνατόν ν’ αγαπάει κάποιαν άλλη; Ποια νά ‘ναι άραγε; Γνωστή μου; Είναι Αυστραλέζα, Ελληνίδα, ή κάποια άλλη εθνικότητα; Αλλά και πάλι τι σημασία έχει; Με πρόδωσε! Ο δικός μου ο άντρας!.. Ποιον; Εμένα, τη μητέρα των παιδιών του. Τη “Φρόσω του”, την “κορώνα του” την “τιμή του”, τη “βασίλισσά του”! Τη γυναίκα με “την ατέλειωτη κατανόηση”, που έδωσε νόημα στην ερημιά του. Που τον αγάπησε χωρίς υστεροβουλία. Τη σύντροφο, που του παραστάθηκε, στις δύσκολες στιγμές, “βράχος υπομονής και κουράγιου”. Που του έδινε τ’ αυτιά της, σαν ο “καλύτερος φίλος και συμβουλάτορας”. Που “ήξερε την οικονομία της”. Που τον “έβγαζε ασπροπρόσωπο σ’ όλες τις κοινωνικές μας υποχρεώσεις”… Κούφια λόγια! Ψεύτικα! Διονύση ψεύτη, υποκριτή!.. Κι εγώ η ηλίθια επαναπαυόμουν στις δάφνες της συζύγου ηρωίδας!”
Βρίσκεται σε έξαψη. Ξαφνικά σηκώνεται προχωράει στο μπαρ, ρίχνει λίγο ποτό σ’ ένα ποτήρι και λέει πεισματικά σηκώνοντας το κεφάλι της ψηλά.
Φρόσω: “Δε με νοιάζει… Δε με νοιάζει… Δε με νοιάζει… Δε θέλω να με νοιάζει πια! To hell with him! I will have to manage on my own, if I must!”
Η Φρόσω αποχωρεί από το δωμάτιο, με σταθερά βήματα. Έρχεται ο Ντίνος. Είναι στεναχωρημένος και μονολογεί.
Ντίνος: “Τι σου είπα Ντίνο; Είδες και μόνος σου τι συνεννόηση υπάρχει μέσα στο σπίτι μας! Πω! Πω! Πάει… Αυτοί οι δυο θα το διαλύσουν! Δε μου αρέσει αυτό. Δε μου αρέσει καθόλου σου λέω. Καλά κατάλαβε ο Μάκης. Ο πατέρας μου -from all people- is courting Karen. What a dirty old man!.. Η Κάρεν έχει την ηλικία μου… Τι του βρήκε πάλι αυτή; Ότι του βρήκε κι η μάνα μου, θα μου πεις. Αλλά η μάνα μου τον αγαπάει. Δε θα τον άφηνε ποτέ για κάποιον άλλον. Or would she; Δαίμονα! Είναι παντρεμένοι μαζί… Έχουν παιδιά, μεγάλα, εμάς. My father! But really, come to think of, he has always loved us! I’m sure of that!.. Hell!..”
Χτυπά το τηλέφωνο.
Ντίνος: Hello! Yea mate! Hm? O.K. I’ ll be expecting you!
Ο Ντίνος κλείνει το τηλέφωνο. Ακούγεται η φωνή της Φρόσως.
Φρόσω: Ντίνο… έλα μια στιγμή σε παρακαλώ.
Ντίνος: O.K. I’m coming…
Πηγαίνει στη Φρόσω.
Ντίνος: Yea mum, σ’ ακούω.
Φρόσω: Ντίνο θα βγω έξω. Δεν ξέρω τι ώρα θα γυρίσω. Σήμερα είναι Πέμπτη, δηλαδή late night shopping. Έχω να ψωνίσω κάτι. Η Τζιούλη το ξέρει. Αν πεινάτε, το φαγητό είναι έτοιμο. Κι ότι άλλο χρειάζεστε ξέρετε κι από μόνοι σας. Εντάξει;
Ντίνος: Εντάξει. Μαμά…. μόνη σου θα πας στα μαγαζιά; Κι ο μπαμπάς;
Φρόσω: Τι κι ο μπαμπάς! Γιατί ρωτάς παιδί μου; Πρώτη φορά είναι που πάω late shopping μόνη μου; (Χαμογελάει) Λες να με φάει ο λύκος;
Ντίνος: Ξέρω κι εγώ; Δεν ξέρεις καμιά φορά. Γιατί δεν πας έξω με τη θείτσα;
Φρόσω: Μη στεναχωριέσαι. Ούτε μακριά πάω, ούτε στην ερημιά. Μπορεί να περάσω από τη θεία σου τη Μέλπω μετά. Αν αργήσω κάπως, σίγουρα θα είμαι εκεί. Πες το και της Τζιούλη.
Ντίνος: Yes mum! Εντάξει, εσύ ξέρεις καλύτερα. Σε κάνω trust!
Η Φρόσω χαμογελώντας κινά για να φύγει. Χτυπά η πόρτα. Την ανοίγει.
Φρόσω: Α… ο Μάκης είναι!.. Έλα αγόρι μου, καλώς το μου. Από πού έρχεσαι;
Φιλιούνται, και η Φρόσω τον ακολουθεί.
Μάκης: Γεια σας!.. Από το σπίτι θείτσα μου. Έχεις φιλιά από τη mum και νομίζω πως σε περιμένει… Θα πάτε late night shopping, μου είπε.
Φρόσω: Μετάνιωσε λοιπόν κι αποφάσισε νά ‘ρθει μαζί μου; Καλά που με πρόλαβες! Μόλις έφευγα. Είναι έτοιμη και με περιμένει;
Μάκης: Τι με ρωτάς αν είναι έτοιμη θείτσα; Η μάνα μου είναι πάντα έτοιμη, όταν πρόκειται για βόλτες! Να προσέχετε όμως, ε; Πολλά γίνονται!.. Ομορφοκόριτσα είσαστε, πολλά καμάκια κυκλοφορούν!.. Αν δούνε μάλιστα πώς το φυσσάτε το ψιλό, καλά-καλά!.. Τα ξέρεις θείτσα.
Ντίνος: Έλα τώρα βρε μαμά! Τι τον κρατάς τον άνθρωπο στην πόρτα;
Φρόσω: Εντάξει φεύγω. Έλα Μάκη μου σας αφήνω. Ο ξάδερφός σου βιάζεται να με ξεφορτωθεί!..
Ντίνος: Όχι κι έτσι mum!.. Όχι κι έτσι!
Φρόσω: Εντάξει. Έλα αστειεύομαι. Φεύγω λοιπόν, για να τα πείτε. Γεια σας.
Η Φρόσω αποχωρεί. Ο Μάκης μιλά με χειρονομίες.
Μάκης: What’s wrong man? You sounded worried, on the phone!
Ντίνος: Everything! Everything is wrong! Believe me. Mum and Dad are on each other’s throat. They’ve been torturing themselves, for some time. Tά ‘χω χαμμένα man!
Μάκης: Δηλαδή;
Ντίνος: Τι δηλαδή; Δεν άκουσες τίποτα από τους θείους μου; Τους γονιούς σου ρε! It can’t be! My aunt specializes in criticism! I know.
Μάκης: Calm down man! Όχι δε μιλάνε μπροστά μας. Είμαστε ανήλικα, remember!… Hold on!.. Actually, they were talking about μπάρμπα Διονύση. Now that I remember, you ‘re right! I heard my mother discussing uncle Διονύσης with my dad and his hiding under a table, in -what’s the name?- Lazo’s coffee shop. You know the one, across your father’s shop. Did you know that Karen works there? You remember Karen!
Ντίνος: Yea man, I know her!.. Come on Makis! Με δουλεύεις; Η πρώτη μου φιλενάδα mate!.. As if you didn’t know!
Μάκης: O.K, cousin, only joking! Don’t let your feelings take over!
Ντίνος: Eντάξει, εντάξει. What else did you hear?
Mάκης: Ι think they said -correction, my mother did- that uncle Διονύσης, was hiding under a table in the coffee shop…. Έκανε πως έψαχνε για κάτι… Η mum είπε, ότι κάνει “γλυκά μάτια” στην Κάρεν. You know!
Nτίνος: Χμ!.. Κατάλαβα… Say no more!…
Mάκης: Να σου πω τι άκουσα με τη σειρά. Οι δικοί μου είχαν πάει για να αγοράσουν sweets στου Λάζου το coffee shop. Μόλις τους είδε ο μπάρμπας μου ο Διονύσης, όπως είπε η mum, he was pretending to be looking for something, κάτω από ένα τραπέζι όπως είπα και πριν. Όταν τον ρώτησε η μάνα μου τι έκανε εκεί, της είπε πως έψαχνε για κάτι δολάρια που του είχαν πέσει στο floor.
Ντίνος: Did θείτσα tell my mother about this incidence?
Μάκης: Come on mate! As if she would!.. Είσαι τρελός; Η μάνα μου είπε, if θείτσα Φρόσω finds out about it, she would have a fit!
Ντίνος: Well… She had one, when my dad came from work! I heard everything. But from what I gathered, I’m sure that mum although suspects my father, has no proof of his… τσιλιπουρδιές! Κατάλαβες; Πες μου όμως cousin, γιατί υποψιάζονται τον πατέρα μου ότι τα έχει με την Κάρεν; Σίγουρα με το να προσποιείται ότι ψάχνει για τα δολάριά του κάτω από το τραπέζι, δε θα πει ότι τά ΄ψησε μαζί της! Right?
Μάκης: Έχεις δίκιο… mate! I don’t understand adults man!.. It must have been their behaviour. How would I know? Perhaps their body language! Mum also mentioned karen’s annoyance, when θείο-Διονύσης introduced them.
Ντίνος: Μάκη, I worry sick, man! All of a sudden I have so many problems! It’s not funny! What am I supposed to do? The world around me is shaking. I can’t think straight. I have my own problems, man! My study, you know!..
Μάκης: Come on cousin!.. Κουράγιο man!.. We all are on your side… We are family… Remember? We will think of something! Trust me σου λέω! Τι Μέγας Κωσταντίνος είσαι βρε; Έτσι θα παραδώσουμε την Πόλη, χωρίς καμιά αντίσταση;
Ντίνος: How ρε Μάκη; With words?
Μάκης: No man, with deeds, the Australian way!..
ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΡΑΞΗ
Εικόνα τέταρτη
Κάρεν: Well… O.K… yea!… sure, sure… I will meet you at 7 p.m. after work. Wait for me outside the door… If you come earlier… I will serve you a cup of coffee. O.K? …. Yea!.. (Γελάει). Of course dear, of course!.. Bye for now!..
Ο Διονύσης πίνει τον καφέ του διαβάζοντας την εφημερίδα. Αλλά αρπάζει κάτι από την τηλεφωνική συζήτηση της Κάρεν.
Διονύσης: Are you meeting someone Karen?
Κάρεν: Why do you ask Dennis?
Διονύσης: Because!.. Who was that?
Κάρεν: I beg your pardon?
Διονύσης: I am asking, whom are you meeting after work?
Κάρεν: That is exactly what I thought you asked. But surely Dennis, is none of your business!.. I don’t have to apologise when I speak on the phone with someone, or if I meet someone, or whatever. You are not my husband, or my father. I am free to act as I please, and I am sure, you do that all the time!.. Correct me if Ι am wrong!..
O Διονύσης μόλις που συγκρατεί τα νεύρα του.
Διονύσης: Α, έτσι λοιπόν κορίτσι μου!.. Έπρεπε να το ξέρω. Τι περιμένεις από Αυστραλέζες!.. Άσε κορίτσι μου να μην πω άλλα… Έχουμε και μια αξιοπρέπεια!.. Δεν είμαστε σαλιάρηδες! Who needs whom?
(Well now my girl! I should have known better. What do you expect from an Aussie girl? Let it rest my girl! I don’t want to say anymore! As a Greek I have to protect my dignity. I am not about to beg anyone! Who needs whom?)
Κάρεν: What did you say? Speak english Dennis!..
Διονύσης: I said, you’re right. That I shouldn’t really concern myself with your affairs!.. I must admit it… I should’nt really care!..
Ο Διονύσης αφήνει τα χρήματα επάνω στο τραπέζι και φεύγει θυμωμένος, ενώ η Κάρεν τον κυττάζει σύξυλη. Καθώς βγαίνει συναντά μπροστά του το Μάκη. Αν και αναστατωμένος, προσπαθεί να φανεί κύριος του εαυτού του. Ο Μάκης το προσέχει.
Μάκης: Γεια σου θείτσο μου λεβεντιά… (Hello θείτσο μου λεβεντιά…)
Διονύσης: Μπα… μπα… ο Μάκης! Από πού ξεφύτρωσες εσύ; Δε σ’ έχω ξαναδεί εδώ γύρω!
(Well now! Look who is here! My nephew Makis! Where did you come from? I haven’t seen you around here before!)
Μάκης: Τι λες μπάρμπα Διονύση; Πρώτον: ήρθα από την ίδια πόρτα, από όπου εσύ βγαίνεις τώρα, δεύτερον: ξεφύτρωσα γιατί συναντώ κάποιον, και τρίτον: συχνάζω στην περιοχή, έστω κι αν εσύ δεν το ήξερες!… Ε, τι… εμάς τα πιτσιρίκια θα προσέχεις εσύ ολόκληρος businessman!
(What are you talking about uncle? Firstly: I came through the same door as you, secondly: I am here because I date someone and thirdly: I visit regularly the area, even if you haven’t noticed. You wouldn’t be paying attention to us kids! Would you uncle a big businessman like yourself?)
Διονύσης: Έχει και χιούμορ το παιδί και δεν το είχα προσέξει!.. “Το μήλο κάτω από τη μηλιά δε θα πέσει; Ε, βέβαια, θα πέσει!.. Ολόφτυστος η κουνιαδούλα μου”.
(I hadn’t noticed before… Makis is funny as well! Well… the apple will fall under the apple tree! How else could it be? He is just like my sister in law!)
Μάκης: Έλα θείτσο μου, μη στενοχωριέσαι!…
(Come now uncle, you should not worry about me!)
Διονύσης: Δε μου είπες όμως, τι κάνεις όταν έρχεσαι εδώ.
(You haven’t answered my question as yet! Well what are you doing wondering around here!)
Μάκης: Some question! Am I supposed to answer it? Εσύ τι κάνεις μπάρμπα Διονύση όταν έρχεσαι εδώ;
(Some question! Am I supposed to answer it? What are you doing yourself coming in here uncle Dionysi?)
Διονύσης: Μάκη είσαι ανάγωγος. Δεν ντρέπεσαι να απαντάς στο θείο σου με ερωτήσεις;
(Makis you ‘re out of line! Aren’t you ashamed to talk like this to your uncle?)
Μάκης: But uncle, it’s only an expression! I didn’t mean to be rude at all. Well, O.K. You’re probably right… Well, I do drink coffee occasionally… You know… έτσι για να συλλογιστώ σοβαρά τη ζωή μου, το ρόλο μου σ’ αυτή την κοινωνία, τη σάπια!… You do understand uncle!.. Δεν είναι έτσι;
(But uncle, it’s only an expression! I didn’t mean to be rude at all. Well, O.K. You’re probably right… Well, I do drink coffee occasionally… You know… To be able to think seriously about my life, my role in this rotten society. You do understand uncle!.. Isn’t it so?)
Διονύσης: Τώρα μάλιστα!.. Ο Μάκης έγινε ξαφνικά και φιλόσοφος και φιλοσοφεί over a cup of coffee!.. Tου λείπει το τσιμπούκι! Από πότε όλοι αυτοί οι νεωτερισμοί Μάκη;
(Well now! Makis suddenly has become a philosopher that philosophises over a cup of coffee… He should also be smoking a pipe while he does that. Since when have you been like this?)
Μάκης: Μεγαλώνουμε θείε μου, in case you haven’t noticed. Άλλωστε θείε μου πώς μπορείς να τα ξέρεις όλα; Αδύνατον. Unless you ‘re a spy!.. Even so you can’t be sure who comes and goes through this door!
(In case you haven’t noticed uncle, we are growing older you know… However how would you be able to be aware of everything around you? Unless you ‘re a spy!.. Even so you can’t be sure who comes and goes through this door!)
Διονύσης: Λοιπόν; Next. (Well now, what is next with you?)
Mάκης: Δηλαδή; (How do you mean it?)
Διονύσης: Θα πιείς καφέ, και; (You will have your coffee… and then?)
Μάκης: Α… Τώρα κατάλαβα! Εντάξει. I’m meeting someone! (Oh! I see… What you want to know, uncle, is, what I’m doing next!.. O.K. As I have already told you, I’m meeting someone ….)
Διονύσης: Έτσι ε; Κάποιον βρε ή κάποια;
(Well… well… A male… or a female βρε?)
Μάκης: What difference does it make Θείτσο;
Διονύσης: Πάει σάπισε η κοινωνία!.. Άκου λέει… παιδί πράμα!
(This society has gone rotten! Listen to this… coming from a child!)
Μάκης: Είναι λίγο νωρίς, so, if you like, have a cup of coffee on me, θείτσο.
(Uncle Dionysis, it is sill early for my rantevou. Would you like to have a cup of coffee with me?)
Διονύσης: No son, thank you. Some other time. Thank you any way!..
Mάκης: Καλά θείτσο, το ξέρουμε πως εσείς οι μεγάλοι δε θέλετε να κάθεστε και πολύ με τους νέους, φοβάστε το competition!
(O.K. I realize that the grown up men like yourself do not feel very comfortable siting with young men like me… You don’t want to compete for a reason!)
Διονύσης: Δε ντρέπεσαι να μιλάς έτσι παιδί πράμα στους μεγαλυτέρους σου; Τι competition μου λες και πράσινα άλογα Μάκη; Τι εννοείς;
(Makis! You are so disrespectful! Shame on you! Is this a way to treat your uncle? What is all this fairy hairy business… you’re talking about? Listen to this: a competition!)
Μάκης: Έλα μπάρμπα… I am joking! Really!.. I am sorry! Come on uncle, I didn’t mean to be rude! Honest!..
(Oh, come on uncle! I am joking! Really!.. I am sorry! Come on uncle, I didn’t mean to be rude! Honest!..)
Ο Διονύσης φεύγει μουρμουρίζοντας χωρίς να χαιρετήσει το Μάκη, πικαρισμένος από τη συμπεριφορά του. Ο Μάκης ήσυχα κάθεται σε ένα τραπέζι.
Διονύσης: “Παλιόπαιδο… Κύττα γλώσσα… Λες να του τά ‘φτασε κι αυτουνού η Μέλπω; Για κύττα πράγματα! Ρεζίλι μ’ έκανε, η γλωσσού η μάνα του!”
(Paliopaido, what a mouth piece he is! I suspect Melpo… for all this. Is it possible that she talked to him about the incident the other day in the coffee shop?)
Μάκης: “I reckon, I overdid it! Poor uncle Διονύσης!.. If he only knew, he would have killed me!”
Μόλις τον βλέπει η Κάρεν έρχεται προς το μέρος του. Eίναι ψύχραιμη και γελαστή. Ο Μάκης την κυττάζει με πονηρό χαμόγελο. Έρχεται και κάθεται κοντά του.
Κάρεν: Hello Makis. How are you?
Mάκις: Ηi Karen! I feel great, and you? How have you been?
Κάρεν: O.K. I guess. Listen… I’ll get us some coffee and we will chat for a while. It’s not busy, so Mr. Lazos will not mind me sitting with you for a while.
Η Κάρεν φεύγει μια στιγμή και επιστρέφει με δύο κούπες.
Κάρεν: And how is Uni Μakis?
Μάκης: O.K. To be honest with you, it takes most of my time. It’s all hard work!
Κάρεν: Poor thing! I was really surprised to hear from you, after all this time! It has been a long time since high school! Isn’t it almost two years?
Μάκης: Yea, I know. I’ve heard, you were working in this place -someone told me, I don’t even remember now, who was it- and I thought to myself, it would be nice to see you some time!.. When I had the two tickets for the concert, as I have already explained to you, I took it as an opportunity for us, to get together. I consider myself very lucky, for you, accepting my invitation.
Κάρεν: I really like this, Makis. It was very thoughtful of you!
Μάκης: What did my uncle want?
Κάρεν: How do you mean it?
Μάκης: Well you know Dennis from across the road… does he come here very often?
Κάρεν: Oh Dennis! Of course he is your uncle. Dino’s father! He has his business across the road, for a very long time I hear! He made a lot of money, I believe. He comes for coffee on his brakes. Are you spying on him?
Mάκης: Who me? What a question! What made you say this?
Η Κάρεν τον κυττάζει προσεκτικά με ένα ειρωνικό χαμόγελο.
Μάκης: Well you know, Dennis is family. You’re probably informed by now, how us, the Greeks, are. We all keep an eye on each other… Greeks, it is more than just another ethnic group! You know… how we care for each other… Practically, it’s our culture!..
Kάρεν: To my opinion, this is not good. But if your culture dictates to you things, like not respecting each other’s privacy, although it is something that I don’t understand, I respect it. (Σκέπτεται μια στιγμή). Come on Makis! You’re putting me on!.. Dennis is a grown up man, with very-very healthy attitude towards life! Although….
Μάκης: Yes? Τell me more, tell me more!.. I know how to keep a secret!
Κάρεν: There is nothing to tell dear. Ιt’s not even a secret, as far as I know. Ηe asked me a few times out. That’s all! Although lately he has become a little possessive!.. But that’s O.K. I like to think, that he cares!
Μάκης: “Αυτό είναι πολύ κακό νέο!.. Αν το μάθει ο Ντίνος!.. Άσε πια τη θείτσα μου! Χαθήκαμε!”
Κάρεν: I beg your pardon?
Μάκης: Nothing… I said, that this doesn’t surprise me at all.
Κάρεν: What do you mean by that?
Μάκης: Well, my uncle has a certain reputation!.. You know! Well I’ll tell you anyway! He has the reputation of a womaniser!
Κάρεν: He hasn’t given me this impression!
Μάκης: He likes “manulia”, my girl!..
Κάρεν: What’s that?
Μάκης: Μανούλια κορίτσι μου… Κι όπως πάει θα τινάξει το σπίτι του…
(Manoulia my girl… And… the way things are developing… he will blow his house out!)
Kάρεν: Come on Makis!.. Are you giving me Greek lessons?
Μάκης: Let’s be serious. My uncle’s wife -you probably know her- is a very good looking woman, and he loves her. He loves her deeply, passionately…
Κάρεν: Well, this I don’t know! All I know is, that we’ve been out together a few times, we’ve enjoyed ourselves and every time we get a little closer .
Μάκης: A, έτσι; Γαλιφιάρης και κορτάκιας!.. Και δεν του φαίνεται του μπαγάσα!.. (Is that so! Γαλιφιάρης και κορτάκιας!.. And he doesn’t show it, the culprit!) My girl, my uncle is a very special man!.. He’s the Don Xuan type. You know… The one that makes a woman to think, that she is the “one and only”, only to find out eventually that he repeats himself to other women as well!.. Being married, does not stop him, from taking a woman out and complementing her with a Lucullia like dinner, or beautiful pearls… The man leaves up his financial status. He is a very successful businessman. Think of Onassis… I tell you, rich Greeks haven’t just got the reputation of been that! They practice it as well. Do you follow? And something else: being a married man -married the Greek way- it means you are married for ever! “Till death us do part!”
Η Κάρεν ακούγεται ειρωνική.
Κάρεν: Yes I understand… Like Onasis!.. Anything else?
Μάκης: There is actually something else you should really know, for your own safety.
Η Κάρεν αντιμετωπίζει τις κουβέντες του Μάκη με κάποια ειρωνεία.
Κάρεν: Makis I am almost certain now, that you wanted to go out with me, only to discuss your uncle! I am really very disappointed with your attitude you know!.. And if that’s the case let’s forget going out together!
Μάκης: That’s not true Karen! I swear!.. Let me explain. My motive is, for you… to make you see, to understand that this man -my uncle- is not for you. He is very Greek, he is married, he has children της παντρειάς , so much older than you, he does not love you and… he has a very high blood pressure!..
Κάρεν: Oh… Am I supposed to discuss with you your uncle’s health as well? Do I look like an idiot to you Makis? (ειρωνικά).
Ο Μάκης παίρνει πολύ σοβαρό ύφος.
Mάκης: Listen Karen. I like you a lot. I want us to go out and have good time…
You never know. We are young, healthy, good looking and born Australians. When I see my uncle, a rich middle aged man to come around here to court you, two things happen: firstly, I don’t want to compete with anyone else, and secondly I certainly don’t want a competition with a relative, my uncle. Do you see what I mean?
Κάρεν: Hold your horses Makis! This is incredible! You’re really trying to impose your wants on me. Another words, I don’t count. Do I? You might be young, good looking etc, but you are very immature! I am sorry to say that.
Μάκης: O.K. I admit, that I am rushing things a little, but really when I saw my uncle here and I talked to him, straight away I understood that he was dating you. That really made me jealous! I thought to myself: it is not fair, a man of his age to go after a girl like Karen! A real flower! Just because he has a lot of money!
Κάρεν: Makis! Seriously now… do you really want me to believe, you’re jealous?
Τον κυττάζει με υποψία. Ο Μάκης αναστενάζει.
Μάκης: Remember in the high school. I lost you then to my cousin Dinos. I don’ t want to lose you again and especially to my uncle, this time. It’s an unfair competition!
Κάρεν: Makis, I had no way of knowing, about your feelings. I’m very sorry!.. But that was then… We were very young. Surely, time changes our feelings.
Μάκης: Not always though!… Forgive me, for imposing! I really like you, and I would be very happy if you still wanted to go with me to that concert.
Η Κάρεν φαίνεται να σκέπτεται, κυττάζοντάς τον βαθειά στα μάτια.
Κάρεν: O.K. Only, for old times sake, Makis. Although, I am quite confused, as far as your real motif concerned! Wait for me here, I won’t take too long. I’ll go and get my things.
O Μάκης της φιλά το χέρι. H Κάρεν δεν αντιδρά. Φαίνεται αδιάφορη. Ο Μάκης σηκώνεται και προχωρεί στην πόρτα που ακριβώς τότε ανοίγει. Είναι ο Διονύσης που μόλις συγκρατείται από το θυμό του.
Διονύσης: Βρε Μάκη, ακόμη εδώ είσαι; “Το παλιόπαιδο θα βγει έξω με την Κάρεν. Της φίλησε το χέρι, το παλιόπαιδο. Μ’ αυτόν λοιπόν έχει ραντεβού η Κάρεν”.
(Makis! Are you still here? The bludger is taking Karen out! He kissed her hand! So… this is the man that Karen is dating!)
Μάκης: Ε, να φεύγω τώρα… θείτσο. Το ραντεβού μου περιμένω. “Έχει γούστο να μ’ είδε να φιλώ το χέρι της Κάρεν;”
(See you around uncle! I’m expecting my date any moment now! I hope he didn’t see me kissing Karen’ s hand!)
Διονύσης: Δηλαδή δεν ήρθε ακόμη;
(Didn’t she come yet?)
Μάκης: Έλα τώρα μπάρμπα Διονύση, ανάκριση μου κάνεις;
(But uncle!.. What is this? An interrogation?)
Διονύσης: Ποιον περιμένεις λοιπόν;
(Come out with this! Who are you waiting for?)
Μάκης: Ε, επιτέλους βρε θείε, αφού επιμένεις τι να κάνω; Να την Κάρεν περιμένω! Είσαι ευχαριστημένος τώρα; Δε μπορώ κι εγώ σαν άντρας να έχω τα ραντεβού μου χωρίς ν’ ανακατεύεται το σόϊ μου;
(You are so persistent uncle! O.K. Since you insist I’ll tell you. I’m dating Karen… Are you hapy now? Really uncle… it is amazing… Can’t I have as a man my rendezvous without my family’s interference?)
Ο Διονύσης κοκκινίζει και προσπαθεί να συγκρατηθεί. Ο Μάκης τρομάζει.
Μάκης: Τι συμβαίνει θείτσο μου; Είσαι καλά;
(Uncle Dionysis! Is something wrong?)
Διονύσης: Καλά είμαι! Αλλά εσύ βρε παιδάκι μου… Ελληνόπουλο, να πηγαίνεις με μια dumb Αυστραλέζα;
(I’m O.K. I’m O.K… But… son! A Greek like you to be dating a damn Aussie?)
Μάκης: Σσσσσ! Σώπα βρε θείε μη σε ακούσει!.. Βαλτός είσαι; Εδώ λέμε πώς να το ψήσουμε το κορίτσι κι εσύ πας να μου κάνεις χαλάστρα; Να το σεβόμαστε το κορίτσι, όχι να το εκθέτουμε! Τι θα έκανες αν η Κάρεν καταλάβαινε ελληνικά;
(Σσσσσ! Quiet βρε θείε! She will hear us! What are you trying to do, ruin me? I am trying so hard to convince the girl about my interest and you’re trying to ruin it for me! We should be respecting Karen uncle! Not to be puting her down! What would you be doing if Karen understood Greek?)
Διονύσης: Μάκη παιδί μου… Η Κάρεν είναι μεγαλύτερή σου… Και πάει και με άλλους αντρες… Έτσι δηλαδή έχω ακούσει. Δεν ξέρω!..
(But!.. Makis… Karen is older than you! And… I think you should know this: Karen goes out with more than one man! Well… At least that ‘s what I’ve been told!)
Μάκης: Πω, πω θείε μου!.. Όχι κι έτσι βρε θείτσο μου, όχι και να το μεγαλώνεις έτσι το κορίτσι. Και να λες πως βγαίνει έξω με πολλούς άντρες! Ντροπή θείε να κατηγορούμε έτσι ένα ανυπεράσπιστο κορίτσι. Το ξέρεις ότι η Κάρεν ήταν συμμαθήτρια του Ντίνου και δική μου στο Ηigh school;
( Uncle Dionysis!.. I would never believe it that you would be criticising Karen like this! Shame uncle! To be talking like this behind Karen’s back! Did you now that Karen was going at the same high school with Dino and myself?)
Διονύσης: Και πάει να πει αυτό, ότι είναι ίση στα χρόνια με σας;
(So? What does that mean Ha? She has the same age as you ?)
Μάκης: Μα είναι θείε είναι σου λέω. Πάντα ήταν έξυπνη και καλή κοπέλα θείτσο… Παρ’ όλο που την κυνηγούσαν πολλά παιδιά, αυτή ήταν βράχος! Τι δηλαδή; Επειδή δουλεύει εδώ πάει να πει ότι δεν είναι μυαλωμένη;
(Certainly! She was always a clever girl and a good student. She was a good girl as far as I remember! Why uncle? Just because she works in this coffee shop it means that she is… dump?)
Διονύσης: Ανάλαβες βλέπω την υπεράσπισή της. Τώρα θα μου πεις ότι η Αυστραλέζα είναι ένα καθώς πρέπει κορίτσι. Σοβαρό συμμαζεμένο κτλ…
(Well, well Makis! I can see that you are her defence! Next you are going to say is that she is a girl of principals! Serious… e.t.c.)
Μάκης: Και βέβαια είναι. Και να σου πω θείε. Είναι υπεύθυνη για τις πράξεις της, και δεν έχει παράλογες απαιτήσεις. Σ’ αυτό ναι, είναι Αυστραλέζα. Όχι… γιατί αν ήταν Ελληνίδα… τα ξέρεις. Πάρε παράδειγμα από τη Τζιούλη μας και τη Μαίρη μας. Τις αφήνουμε έξω χωρίς να ανακρίνουμε την υπόθεση; Όχι βέβαια. Είμαστε Έλληνες και πρέπει να κρατήσουμε τις αρχές μας που διαφέρουν από εκείνες των Αυστραλών!.. Και να μη ξεχνάμε και το επάγγελμα. Αν το παιδί που θα βγάλει μια Ελληνίδα έξω δεν είναι γιατρός δικηγόρος, οικονομολόγος… ξέχασέ το… Δεν πιάνει χαρτωσιά στης Ελληνίδας την καρδιά, που κατά τα φαινόμενα την κρατούν μέσα στο πορτοφόλι τους!
(Of course she is uncle Dionysis! She is a responsible person. She is not demanding, and certainly this is an Aussie characteristic! I’m saying this in contrast with a Greek girl uncle Dionysis! Take our Julie for instance or our Mary… When they go out we interrogate them! Since we are Greeks, we have to maintain our principals, that differentiate of those of the Aussies. And we always must remember the profession of the men that our girls date. They must be… doctors… solicitors… economists! Other ways forget them! They have no consideration in the Greek girl’s heart… that it seems to me they keep it in their wallet!)
Ο Διονύσης τον κυττάζει έκπληκτος.
Διονύσης: “Πολύ θράσεψε ετούτο το παιδί… Θα χαλάσει και τον Ντίνο μου μαθές!”
(“This boy lost his mind! He will ruin my son Dino!)
Μάκης: Και κάτι άλλο θείτσο μου -το είπες και μόνος σου- αν η Κάρεν πάει και με άλλους άντρες, γιατί όχι και μ’ εμένα!.. Τουλάχιστο εγώ… έχω και μια προϊστορία με το κορίτσι.
(And something else Uncle Dionysis -you said it yourself: if Karen is going out with other men… why not with me too! At least I’ve been involved with her in the past!)
Διονύσης: Τι εννοείς;
Μάκης: Άκου θα σου πω την ιστορία στα γρήγορα και προτού να έρθει. Στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου, σε μια εκδρομή, είχαμε καθίσει παράμερα μερικά αγόρια και κορίτσια και λέγαμε σόκιν ανέκδοτα. Τότε που λες, θυμήθηκα την ιστορία που μας διηγούνταν ο μπαμπάς ένα βράδυ -είσαστε κι εσείς εκεί-, για ένα πάρτι κάποτε στη Ελλάδα, όταν ήταν πιτσιρικάς και το παιγνίδι με την μπουκάλα. Το είπα λοιπόν στα παιδιά και δέχτηκαν μ’ ενθουσιασμό. Πήραμε που λες ένα άδειο μπουκάλι κόκα-κόλα, και αφού καθίσαμε σ’ ένα κύκλο, παίξαμε με το μπουκάλι σα να ήταν σβούρα. Guess what happen;
(I will tell you a story uncle, before Karen comes. The last year at High school, in an excursion, we had sat all boys and girls and we were talking, saying jokes and the rest… You know! Suddenly I remembered a game my father mentioned that him and his friends back in Greece used to play in my age with a bottle in the middle of a circle. I explained it to the group that became enthusiastic in trying it. So we took an empty Coke bottle and we started playing!)
Διονύσης:.……….
Μάκης: Όταν λοιπόν ήρθε η σειρά μου να γυρίσω το μπουκάλι σαν τη σβούρα, ο λαιμός του μπουκαλιού έδειξε την Κάρεν. Σύμφωνα με τους κανόνες του παιγνιδιού, έπρεπε να φιλήσω την αξιολάτρευτη Κάρεν. Εκείνο το φιλί ήταν η αρχή μιας ερωτικής περιπέτειας, της πρώτης και για τους δυο μας, την Κάρεν κι εμένα. Καλά πήγαιναν όλα, αλλά έπρεπε να σοβαρευτώ και να συγκεντρωθώ στα μαθήματά μου αν ήθελα να περάσω στο Uni. Κι έτσι κόψαμε την σχέση. Αυτά.
(When it was my turn to play the bottle stopped showing Karen. According to the rules I had to kiss lovely Karen. That kiss was the beginning of a love story that lasted till my preparation for my entry to the UNI. After that we stopped seen each other. My studies had absorbed all my attention!)
Διονύσης: Οι γονείς σου τα ξέρουν αυτά σου τα καμώματα;
(Do your parents know about this?)
Μάκης: Τι λες θείτσο μου; Αυτά ήταν παιδικά πράγματα. Εσύ δεν έκανες τέτοια όταν ήσουν νεαρός; Και να σου πω θείε μου. Δεν αξίζει να συζητάει κανείς για ιστορίες που πέρασαν και να πληγώνεται… Άλλωστε δε νομίζω ότι οι γονείς μου θα με θέλουν και να καλογερέψω. Έτσι αποφάσισα να κάνω μια νέα προσπάθεια με το κορίτσι, αφού έχουμε και κοινές αναμνήσεις. Και κάτι ακόμα. Τό ‘ξερες ότι η Κάρεν θα συνεχίσει με τις σπουδές της, as an optometrist next year; Τότε λοιπόν ίσως και να βλεπόμαστε πιο συχνά. Αν και… the future is unknown!
(What are you saying uncle Dionysis? How childish! Didn’t you do things like that in my age? However it is painful to talk about the past! Besides… my parents would never like it to see me becoming a monk. So, I decided that I will approach Karen again since we have so much to remember! And something else uncle: did you know that Karen will continue with her studies as an optometrist next year? We will see each other even more then. Even if at his stage the future is unknown!)
Ο Διονύσης ερεθισμένος σταματάει τη συζήτηση.
Διονύσης: Καλά-καλά, πρέπει να πηγαίνω τώρα. Έχω μια δουλειά. Γεια σου.
(O.K. I’ve got to be going! I’m busy! Good bye!)
Ο Διονύσης φεύγει σκυφτός. Ο Μάκης τον κυττάζει στεναχωρημένος.
Μάκης: Sorry uncle Dennis… Damn it! I was really awful to him!.. He might even going through a middle age crisis. I hope, I won’t make things worse for everyone.
Εικόνα πέμπτη
Διονύσης: Φρόσω!.. Γυναίκα… Πού κρύφτηκες παιδί μου;
Φρόσω: Ήρθες!..
Διονύσης: Ναι ήρθα… Ή μήπως σε απογοητεύει η άφιξη μου;
Φρόσω: ……………….
Πολύ απαιτητικά.
Διονύσης: Τι με κυττάς λοιπόν έτσι αναποφάσιστη; Πήγαινε ετοιμάσου. Θα βγούμε έξω!
Φρόσω: Γιορτάζει κανείς και δεν το ξέρω;
Διονύσης: Μάντεψε!..
Φρόσω: Μήπως είναι η επέτειος του γάμου μας και το ξέχασα;
Διονύσης: Έλα άσε το πνεύμα και την ειρωνεία στην άκρη. Δεν χρειάζονται.
Η Φρόσω τον κυττάζει ερωτηματικά.
Διονύσης: Πήγαινε λοιπόν παιδί μου και ετοιμάσου… Θέλω να βγούμε έξω… Πού είναι το παράξενο; Εσύ κι εγώ.
Φρόσω: Αυτό… Αυτό ακριβώς είναι το παράξενο!.. “Εσύ κι εγώ!”, είπες.
Διονύσης: Γιατί είναι παράξενο; Λίγες φορές βγήκαμε έξω εσύ κι εγώ; Μα τι στο καλό κάθεσαι και μου κουβεντιάζεις κορίτσι μου; Και μη χειρότερα!..
Ο Διονύσης είναι πολύ σοβαρός. Η Φρόσω το προσέχει. Δε φαίνεται να ενθουσιάζεται με την πρότασή του. Είναι όμως έτοιμη να τον ακούσει.
Φρόσω: Ωραία λοιπόν… Πάω… “Kάνει σα να μη συμβαίνει τίποτα. Πριν μια-δυο ημέρες σχεδόν δε μιλιόμαστε. Για να δούμε λοιπόν τι έχει να μας πει ο Διονύσης; Και γιατί όχι; Είναι ίσως μια ευκαιρία να ξεκαθαρίσουμε επιτέλους μερικά πράγματα ανάμεσά μας! Ίσως-ίσως ακόμη και να μου ζητήσει να χωρίσουμε! Θεέ μου! Είναι δυνατόν;”
Η σκέψη αυτή την παγώνει. Με μεγάλη προσπάθεια αποχωρεί σιωπηλή.
Διονύσης: “Επιτέλους, ξεκίνησε… Για φαντάσου… Δε πιστεύω να μη θέλει να βγούμε τώρα έξω μαζί… Δε λέω… Πέρασε αρκετός καιρός αφότου βγήκαμε κάπου μαζί για ρομαντζάδα… Αλλά τι να γίνει; Αυτά έχει η ζωή… Εξάλλου, δεν το κρύβω, καλή ήταν αυτή η λίγη απομάκρυνση. Ο άντρας δε μπορεί να δένεται έτσι σε μια τέτοια σκληρή μονιμότητα. Αυτό έπαθα εγώ. Ε!.. Εντάξει! Μια αλλαγή από καιρό σε καιρό, ανανεώνει το γάμο. Έτσι τουλάχιστο λένε. Θα την κουράρω τη Φρόσω σήμερα, σε σημείο να την εκπλήξω… Είμαι σίγουρος πως δε θα διστάσει να ξεχάσει όλες τις υποψίες της εναντίον μου!.. Θα ανοίξουμε μια νέα σελίδα στη συζυγική μας ζωή. Ίσως και να ξαναερωτευθούμε ο ένας τον άλλο. Ποιος το ξέρει;”
Ο Διονύσης χαμογελάει πονηρά και τρίβει τα χέρια του ικανοποιημένος. Κάτι σκέφτεται ξαφνικά και αναστενάζει λυπημένα.
Διονύσης: “Α ρε Κάρεν… Πώς μου την έφερες έτσι; Κακό πράγμα η χιλόπιττα! Απρόοπτο! Και με το Μάκη! Θεός φυλάξοι… Λες να τά ‘φτασε όλα στη μάνα του; Όχι δεν το πιστεύω! Δεν άκουσα βέβαια καμιά βόμπα μέχρι τώρα… Καλού-κακού εγώ θα τα πατσίσω με το Φροσάκι σήμερα, κι έτσι ότι και να γίνει, θά ‘ρθουν δεύτεροι!..”
Έρχεται κάποιος. Είναι η Τζιούλη.
Τζιούλη: Γεια σου daddy! Μόνος σου μίλαγες;
Διονύσης: Έ, τι πειράζει κι αν μίλαγα μόνος μου; Εσύ δεν το κάνεις ποτέ;
Τζιούλη: Όχι βέβαια!..
Διονύσης: Καλά-καλά! Μήπως… άκουσες και τι έλεγα;
Η Τζιούλη γελάει.
Τζιούλη: Σιγά καλέ μπαμπά!.. Λες και δεν έχω κάτι καλύτερο να κάνω!..
Διονύσης: Πολύ σωστά… Είπα κι εγώ!.. Πώς είναι δυνατόν η Τζιούλη μου να είναι τόσο αδιάκριτη!
Ο Διονύσης μιλάει με κέφι. Η Τζιούλη το προσέχει και κουνάει το κεφάλι της παραξενεμένη.
Τζιούλη: Πού είναι η μαμά;
Διονύσης: Στο δωμάτιό μας… Ετοιμάζεται. Θα βγούμε έξω.
Τζιούλη: Oh… That’s wonderful dad! Mum must be pleased. I haven’t seen you lately doing this together ! Πάω να τη δω για κάτι.
Η Τζιούλη στο δωμάτιο της μητέρας της.
Τζιούλη: Hi mum… I ‘ve heard… You and dad are going out tonight. This is just grate mum!.. I’m so happy for both of you!.. Ο μπαμπάς φαίνεται να βιάζεται να βγείτε έξω!.. Και φέρνεται πολύ παράξενα. Δεν τον είδα τόσο satisfied for a long time! Ξέρετε κάτι που δεν το ξέρω εγώ ;
Η Φρόσω είναι νευρική. Η Τζιούλη προσέχει ότι προσπαθεί να φανεί ευχάριστη.
Φρόσω: Mην κάνεις έτσι. Μια βόλτα θα πάμε. Τι θα κάνεις εσύ απόψε;
Τζιούλη: Θα κάτσω και θα διαβάσω. Σήμερα ειδικά… θα το κάνω με μεγάλη ευχαρίστηση!
Φρόσω: Και πού οφείλεται αυτό;
Τζιούλη: Μα πού αλλού; Είμαι πολύ χαρούμενη που ο μπαμπάς κι εσύ φαίνεται να τα φτιάξατε επιτέλους!..
Η Τζιούλη τρέχει ξαφνικά, πολύ συγκινημένη, και φιλά τη σαστισμένη μητέρα της που προσπαθεί να χαμογελάσει, χωρίς επιτυχία.
Φρόσω: Δεν το ήξερα πως ήταν τόσο φανερή αυτή η διαφορά ανάμεσα στον πατέρα σας κι εμένα!..
Τζιούλη: Μαμά… Ακούμε τόσα πολλά για αντρόγυνα που χωρίζουν… Τόσα παιδιά της ηλικίας μου έχουν χωρισμένους γονείς… Είναι μεγάλη ατυχία να συμβεί κάτι τέτοιο σε μια οικογένεια. Δε νομίζεις;
Η Φρόσω αγκαλιάζει την κόρη της συγκινημένη. Την προσέχει.
Φρόσω: Πώς σου πέρασε κάτι τέτοιο από το μυαλό αγάπη μου; Ήταν μια μικρή παρεξήγηση… που πέρασε. Συμβαίνουν αυτά στα αντρόγυνα!..
Η Τζιούλη προσπαθεί να κάνει κουράγιο.
Τζιούλη: Oh mum!.. Dino is worrying very much, too! He will be, so very happy, when he finds out about this! Σας αγαπούμε τόσο πολύ εσένα και το μπαμπά! Δε θέλουμε να έχετε προβλήματα!
Η Φρόσω που προσπαθεί να φαίνεται ικανοποιημένη, τη σταματά.
Φρόσω: Παιδί μου, να ετοιμαστώ, γιατί περιμένει ο πατέρας σου. Θα τα πούμε αύριο, αν δε γυρίσουμε νωρίς. Αφού θα είσαι εδώ, πες το και του Ντίνου μας.
Τζιούλη: Of course mum!..
Στο σαλόνι στο μεταξύ, χτυπά το τηλέφωνο και το σηκώνει ο Διονύσης.
Διονύσης: Έλα γεια σου Μέλπω. Τι κάνετε; Μπράβο, μπράβο! Α, όχι, όχι σήμερα. Τι… κάθε μέρα πρέπει να βλεπόμαστε; Έλα τώρα… Όχι, παιδί μου, θα βγούμε έξω απόψε. Τι, πώς κι έτσι! Έτσι αδερφέ… έτσι! Και γιατί όχι; Well this is true! Η πολλή δουλειά άλλωστε, τρώει τον αφέντη!.. Γιατί; Θά ‘πρεπε να κάνετε κι εσείς το ίδιο. Επέτειος; Όχι, δε γιορτάζουμε την επέτειό μας… Κύττα δούλεμα το Μελπάκι! Δηλαδή, θέλεις να πεις πως ξέχασες πότε είναι η επέτειός μας; Αν είναι δυνατόν! Πώς; Όχι, πάλι κάνεις λάθος. (Ειρωνικά). Πώς είναι δυνατόν; Αδερφάδες είστε! Λοιπόν για να τελειώνουμε, μια κι η αδερφούλα σου δε μπορεί να σου μιλήσει: δε γιορτάζουμε τίποτα! Είναι απλά θέμα ορέξεως. Εντάξει; Άντε γεια και χαιρετισμούς στο μπατζανάκη μου. Ευχαριστώ!.. Καλά-καλά, θα της το πω! “Βρε την αδιάκριτη! Επειδή είναι γυναικαδέλφη μου, παίρνει δικαιώματα με το έτσι θέλω!”
Έρχεται η Φρόσω. Έχει ακούσει κάτι και ρωτά.
Φρόσω: Ποιος ήταν;
Διονύσης: Η αγαπητή αδερφή σου! Μας ευχήθηκε καλή μας διασκέδαση.
Φρόσω: Θέλει να της τηλεφωνήσω;
Διονύσης: Όχι. Της είπα ότι φεύγουμε.
Φρόσω: Δε μου είπες ακόμη, πού θα πάμε
Διονύσης: Θα μπούμε στο αυτοκίνητο, κι όπου μας πάει ο δρόμος!
Φρόσω: Καλά λοιπόν!
Εικόνα έκτη
Ο Διονύσης και η Φρόσω κάθονται σε ένα παγκάκι. Κι οι δύο φαίνονται πολύ αμήχανοι
Φρόσω: Σ’ ευχαριστώ για το δείπνο. Πολύ elegant το ρέστωραν, το φαγητό περιποιημένο και το κρασί ακριβό.
Διονύσης: Νά ‘σαι καλά, Φρόσω.
Η Φρόσω αναστενάζει ελαφριά.
Φρόσω: Ωραία η αποψινή βραδιά!
Διονύσης: Πράγματι πολύ ωραία! Και… ήσυχη!.. Ξέρεις Φρόσω, χαίρομαι που βγήκαμε μαζί έξω… και που σου άρεσε το ρεστοράν!..
Φρόσω: Έχεις ξαναφάει σ’ αυτό το εστιατόριο;
Διονύσης: Ναι…
Η Φρόσω σωπαίνει. Ο Διονύσης συνεχίζει με ύφος απολογητικό.
Διονύσης: Έχω ξαναπάει μια ή δυο φορές. Πάντα μου άρεσε. Ήθελα λοιπόν κι εσύ να το γνωρίσεις αυτό το μέρος, γιατί θα ήθελα από κάπου ν’ αρχίσω.
Η Φρόσω τον κυττάζει ερωτηματικά, προσεκτικά.
Διονύσης: Δυσκολεύομαι τόσο πολύ να σου μιλήσω για τα αισθήματά μου!..
Φρόσω: Μου κάνει εντύπωση αυτό που λες!.. Τι εννοείς;
Διονύσης: Θέλω να σου εξηγήσω μερικά πράγματα. Το θεωρώ αναγκαίο, μια υποχρέωση απέναντί σου και στον εαυτό μου άλλωστε!
Φρόσω: Υποχρέωση να μου εξηγήσεις; Γιατί ειδικά απόψε; Συνέβη κάτι σπουδαίο;
Διονύσης: Γιατί απόψε; Γιατί πάνε μέρες που σκέφτομαι και τελικά κατάλαβα μερικά πράγματα, για τον εαυτό μου, κυττάζοντας βαθειά μέσα μου. Βλέπεις είναι τόσο εύκολο, η καθημερινότητα να γλυστρά ύπουλα ανάμεσα σε δυο ανθρώπους δεμένους και να τους κάνει να απομακρύνονται σιγά-σιγά, ο ένας από τον άλλο, χωρίς καθόλου να το υποψιάζονται!
Φρόσω: Μιλάς για μας και τη σχέση μας υποθέτω!
Διονύσης: Ναι. Σου φαίνεται παράξενο που τα λέω όλ’ αυτά;
Φρόσω: Δεν ξέρω ακόμη. Περιμένω, να ακούσω.
Διονύσης: Πιστεύω ότι θα σκέφτεσαι πως εγώ φταίω για το δρόμο που έχουν πάρει οι σχέσεις μας!
Η Φρόσω τον κυττάζει λυπημένα.
Διονύσης: Σ’ ευχαριστώ που με ακούς χωρίς να με διακόπτεις. Δε μου είναι εύκολο να απογυμνώσω την ψυχή μου μπροστά σου. Κι όμως είσαι η γυναίκα μου. Το βρίσκεις γελοίο αυτό;
Φρόσω: Όχι, καθόλου!.. Φαντάζομαι πως είναι πολύ δύσκολο!..
Ο Διονύσης την κυττάζει με αγωνία.
Διονύσης: Φρόσω… Θά ‘θελα να ξαναγνωριστούμε!.. Κάποτε αγαπιόμαστε!
Η Φρόσω κουνάει το κεφάλι της και κυττάζει μακριά σα να βλέπει κάποιο όραμα.
Φρόσω: Κάποτε!..
Διονύσης: Αισθάνομαι την πικρία της φωνής σου να αγγίζει τη συνείδησή μου…
Όχι… με φοβίζει αυτή σου η στάση. Φάνηκες σίγουρη όταν είπες: “Κάποτε!”
Φρόσω: Τι μπορώ να πω; Δε μπορώ καν να σε διαψεύσω! Το διαπίστωσα, καθώς μας παράσυρε η ρουτίνα. Ξεχάσαμε εμάς, τη σχέση μας. Αυτήν πια, την παραμελήσαμε ολωσδιόλου! Φτάσαμε να μαλώνουμε. Οι υποψίες έρπουν σα φίδια ανάμεσά μας!
Διονύσης: Σσσσ!.. Μη λες τίποτα. Ξέρω. Εγώ… άφησα να κυριαρχήσει μέσα μου το κοιμισμένο ένστιχτο. Παραπάτησα! Το ένιωσα, με συγκλόνισε και ξύπνησα απότομα! Όμως είμαι εδώ, στο πλάι σου, και σε παρακαλώ να με συγχωρέσεις για την ανόητη συμπεριφορά μου! Θέλω να φτιάξω μια νέα σχέση μαζί σου!..
Η Φρόσω τον κυττάζει με αγωνία.
Φρόσω: Δεν καταλαβαίνω. Δε μπορεί να μου ζητάς να συγχωρήσω τη “συμπεριφορά σου” όπως λες, έτσι απλά! Μου κρύβεις λοιπόν κάτι, όπως το φοβόμουν. Το περίμενα, αλλά τώρα που μιλάς, αισθάνομαι μέσα μου τρικυμία. Αυτά που μεσολάβησαν ανάμεσά μας, δεν ήταν τυχαία! Ήταν ίσως αποτέλεσμα -πόρισμα αν θες- μιας μακρόχρονης και άρρωστης κατάστασης ανάμεσά μας!.. Θαρρείς όμως, πως μπορούμε, όλα αυτά που συνέβησαν, να τα παραμερίσουμε στην άκρη, με μιαν απλή χειρονομία, σαν ένα παλιό αντικείμενο και να το αντικαταστήσουμε με άλλο καινούργιο; Μιλάμε για τη σχέση μας, όχι για κάποιο έπιπλο!
Ο Διονύσης ακούει σιωπηλός καθώς η Φρόσω συνεχίζει.
Φρόσω: Θα πρέπει ίσως, κι εγώ με τη σειρά μου, να εξηγήσω για το πώς αισθάνομαι για όλα αυτά.
Ο Διονύσης σηκώνεται. Βηματίζει ένα δύο βήματα. Γυρίζει πίσω και την κυττά. Κάθεται ανάβει ένα τσιγάρο. Η Φρόσω συνεχίζει ήσυχα, μελαγχολικά, κυττώντας ψηλά κάποτε σα να ζητά δύναμη από κάπου.
Φρόσω: Ταπείνωση!.. Αυτό αισθάνομαι. Ταπεινωμένη και αναξιοπρεπής!.. Έφτασα να τρέξω στην αδερφή μου, σα ντροπιασμένη μαθητριούλα, που πιστεύει ότι ο εκλεκτός της την κοροϊδεύει. Ζήτησα βοήθεια μέσα στην ανασφάλειά μου. Τα έμαθε κι ο γαμπρός μου! Άκουσα τις ειρωνείες τους, αν και ίσως από αγάπη, στην προσπάθειά τους να νερώσουν “το κρασί μου”. Ένιωσα τον πανικό που αγγίζει κάποιον, καθώς ανακαλύπτει ξαφνικά πως έχασε, ότι πολυτιμότερο είχε! Ένιωσα να παλεύω σαν την τυφλή, με κάτι το σκοτεινό και αδιόρατο, κι ήταν στ’ αλήθεια τρομερό. Με απόκλεισες θεληματικά από την προσωπική σου ζωή, για ένα μεγάλο διάστημα, τιμωρώντας με στο περιθώριο. Ντρέπομαι για τη συμπεριφορά μου!.. Ήταν όμως μια απεγνωσμένη προσπάθεια για να με ακούσεις. Στα χαμένα, ίσως! Τελικά δεν ήθελα τον οίκτο σου. Δεν ήθελα τα δικαιώματά μου σα συζύγου ή τη δική σου υποχρέωση απέναντί μου. Ύστερα από την αποτυχημένη προσπάθειά μου, θέλω μια εξήγηση. Μια ερμηνεία των πράξεών σου. Μου το οφείλεις!
Διονύσης: Δεν μου είναι εύκολο!
Φρόσω: Φοβάσαι την ταπείνωση;
Διονύσης: Όχι.
Φρόσω: Για χατίρι της παλιάς μας αγάπης τότε, άνοιξέ μου την καρδιά σου!
Διονύσης: Έτσι απλά; Την καρδιά μου!… Πρόκειται για μια ολάκερη ζωή! Τη ζωή μου, τη ζωή μας σ’ αυτό τον τόπο. Τη ζωή μας που την κόψαμε συνειδητά ή ασυνείδητα, αν θες, στα δύο. Χάσαμε τον αληθινό εαυτό μας, καθώς φύγαμε κυνηγημένοι από την ανάγκη και τη στέρηση, για να βρεθούμε εδώ στην άλλη άκρη της γης! Ξεχάσαμε πως είμαστε άνθρωποι με σώμα και αίμα, με καρδιά και αισθήματα!.. Είχα όνειρα, απόκρυφες φαντασιώσεις, τολμηρές επιθυμίες. Ήμουν άντρας!.. Ένας κυνηγός, που τον βασάνιζε το απαγορευμένο, η περιπέτεια!..
Η Φρόσω τον κυττάζει. Δε δείχνει έκπληξη. Ο Διονύσης πετάει το τσιγάρο του.
Ξεσφίγγει τη γραβάτα του.
Διονύσης: Τα έθαψα όλα!.. Τά ‘δωσα όλα στο δολάριο… στα τούβλα!.. Όταν σε γνώρισα, ήταν εκείνη η περίοδο της επιτακτικής ανάγκης για σύντροφο. Χρειαζόμουν μια γυναίκα στο δίπλα μου, ένα δικό μου άνθρωπο να με προσέχει, να εξαρτάται από εμένα, να φέρει τα παιδιά μου στη ζωή, να τ’ αναθρέψει. Ήσουν άλλωστε πολύ όμορφη, έξυπνη και μορφωμένη κι αυτό βοήθησε στην απόφασή μου. Είχες ποιότητες που θ’ άρεσαν σε οποιονδήποτε. Θεώρησα τον εαυτό μου πολύ τυχερό που σ’ είχα συναντήσει. Δεν ήθελα να σε χάσω. Ήμουν βέβαιος ότι θα κάναμε έναν πολύ καλό συνδυασμό σαν αντρόγυνο. Καθώς γνωριστήκαμε περισσότερο, είδα πως είχες και πολλές άλλες ποιότητες. Ήσουν σεμνή, ήσυχη, καλός άνθρωπος, πιστή. Τα είχες όλα!.. Ήμουν πολύ τυχερός!
Ο Διονύσης σταματά και ανάβει άλλο τσιγάρο. Η Φρόσω σκύβει το κεφάλι, κρύβοντας έτσι τα μάτια της που ήταν υγρά. Σφίγγει τις παλάμες της και περιμένει.
Διονύσης: Τι άλλο θα μπορούσε να περιμένει ένας άντρας, από τη γυναίκα που θα έκανε σύντροφό του, στα μάτια του Θεού και των ανθρώπων για πάντα; Μου δόθηκες, όταν παντρευτήκαμε. Τα έκανες όλα όπως έπρεπε! Σ’ αγάπησα. Τ’ ορκίζομαι πως σ’ αγάπησα. Γρήγορα όμως ξεχάστηκα! Έτρεχα πάντα πίσω από τη βελτίωση των οικονομικών μας. Για την “οικογένεια”, έλεγα. Για το μέλλον των παιδιών μας και για τα γεράματά μας. Δικαιολογίες βέβαια. Είχα μάθει έτσι.
Σταματάει τραβάει μια ρουφηξιά με απόμακρο ύφος. Αφήνει ένα ειρωνικό χαμογελάκι. Η Φρόσω περιμένει.
Διονύσης: Βουτηγμένος όλο και περισσότερο, σε μια καταστρεπτική ρουτίνα, έφτασα στα σαρανταπέντε μου! Κάποιο πρωί που κυττάχθηκα στον καθρέφτη, τρόμαξα. Ένιωσα πως έχανα το κοντρόλ στη ζωή μου. Έφευγε διάβολε τόσο γρήγορα! Κι εγώ, ο “πετυχημένος επιχειρηματίας” με την ωραία οικογένεια, είχα θαφτεί στην ανόητη ρουτίνα που οδηγάει σαν το λήθαργο, κατευθείαν στο θάνατο! Θυμήθηκα τις φαντασιώσεις μου. Τις τρέλες τις ανομολόγητες, που δεν είχα την τόλμη, όταν έπρεπε ίσως, να τις πραγματοποιήσω. Δεν ήρθα τότε σε σένα. Ήσουν πολύ φρόνιμη! Δεν ήθελα να φρονιμέψω! Ήταν φοβερό. Ο πειρασμός μ’ έσπρωχνε και είχα αφεθεί στη δίνη του. Δε μπορούσα ν’ αντισταθώ. Ήταν υπεράνω των δυνάμεών μου. Ήθελα να ζήσω σαν κολασμένος! Για λίγο, για στιγμές ίσως… Να δοκιμάσω τον ίλιγγο της αμαρτίας. Να ζήσω εκείνο το κάτι, το διαφορετικό, το τρελά τολμηρό. Να νιώσω μιαν άλλη πρωτόγνωρη ικανοποίηση, στην ηλικία που καθώς λένε, ωριμάζει ο άνθρωπος και φρονιμεύει!.. Ποιος άνθρωπος όμως; Εγώ τι είχα γνωρίσει; Τι είδα άλλο από αγώνες; Αγώνα για προσαρμογή σε μια ξένη γη, ανάμεσα σε ξένους, αγώνα για τη γλώσσα… Μα τι λέω; Τις γλώσσες θέλω να πω. Τη διατήρηση της μητρικής γλώσσας μέσα στο σπίτι μου, τη γνώση της νέας, της μητριάς, που μας αγάπησε ίσως ένα δράμι πιότερο από τη φυσική, έξω στην Αυστραλέζικη κοινωνία!.. Και, και, και!.. Τους ξέρεις, δα τους αγώνες!
Κυττάζει τη Φρόσω. Ξαφνικά τον καίει το τσιγάρο.
Διονύσης: Παλιοτσίγαρο!.. Φαρμάκι!.. Πρέπει να το κόψω! Το ρουφάω εγώ, μου ρουφάει τη ζωή μου πίσω, τ’ άθλιο!
Η Φρόσω ανατριχιάζει. Ο Διονύσης το προσέχει. Βγάζει το σακάκι του και χωρίς να πει τίποτε, το ρίχνει στους ώμους της. Η Φρόσω δεν αντιδράει.
Διονύσης: Το παραδέχομαι, πως μέσα στην τρέλα μου, διάλεξα να σε ξεχάσω. Δεν ήρθα σε σένα! Εσύ βλέπεις ήσουν πάντα εκεί, πιστή, ήσυχη. Μια Πηνελόπη της υπομονής. Η γυναίκα μου. Σκέφτηκα: πόσος καιρός μ’ απομένει να δοκιμάσω; Απολογισμός: μηδέν!.. Δεν είναι τρελό; Τό ‘βλεπα, τό ‘νιωθα μα δε μπορούσα καν ν’ αντισταθώ στον κατήφορο που μ’ οδηγούσε η τρέλα μου. Ξάφνου, μέσα στο παράξενο μεθύσι του πειρασμού, την πρόσεξα. Μια μικρή, που μ’ έκανε να νιώσω σαν πιτσιρικάς. Μια ξανθιά σα movie star, χωρίς προκαταλήψεις. Μου έδωσε αμέσως τη σημασία που περίμενα. Την πλησίασα. Ήταν τόσο απλό κι εύκολο. Είχα τη σιγουριά του ώριμου, του παντογνώστη στον έρωτα, του οικονομημένου. Στα είκοσι της και κάτι, μπορούσε να είναι κόρη μου. Δε μ’ ένοιαξε όμως! Δε ήμουν ηθικολόγος! Όχι, σ’ αυτή την περίπτωση τουλάχιστο. Τι διάβολο!
Η Φρόσω σηκώνει το κεφάλι και κυττάζει τον ουρανό. Δεν αρθρώνει λέξη. Ο Διονύσης την κυττάζει με κάποιο αδιόρατο φόβο. Κάθεται. Ανάβει ένα καινούργιο τσιγάρο, μηχανικά. Το κυττάζει και ξαφνικά το πετάει. Η Φρόσω ψύχραιμη, τον κυττάζει με περιέργεια.
Διονύσης: Ε όχι, δε σε θέλω πια σιχαμερό!.. Αρκετά!.. Έλεγα λοιπόν, πώς οι παραμερισμένες νεανικές φαντασιώσεις, αποδείχτηκαν δυνατότερες από εμένα. Ξύπνησα όμως κάποια στιγμή. Νόμισα πως συνέβηκε σχετικά γρήγορα. Ίσως κάπως ανώμαλα, όταν διαπίστωσα την οικογενειακή γαλήνη να μας εγκαταλείπει, και τη σχέση μας να βουλιάζει. Τα παιδιά μας να μ’ ειρωνεύονται και τελικά να μ’ αποφεύγουν, την κουνιάδα μου να με ταπεινώνει, το μπατζανάκη μου να με λυπάται και τον ανιψιό σου το Μάκη, να με κοροϊδεύει! Πραγματικός ξεπεσμός!
Η Φρόσω δεν φαίνεται να καταλαβαίνει το τελευταίο με το Μάκη. Κυττάζει το Διονύση περίεργη αλλά δε ρωτά. Περιμένει. Αυτός, σηκώνεται μια στιγμή και στέκεται μπροστά της κυττάζοντάς την. Η Φρόσω δεν τον κυττά. Ξανακάθεται. Μιλά σα να είναι μόνος.
Διονύσης: Ήταν λάθος. Ένα μεγάλο λάθος! Οι νέες με τους νέους… κι εγώ έπρεπε πια να ψάχνω για χαρές κι ελπίδες μέσα στη μικρή μου οικογένεια!
Ακολουθούν στιγμές σιωπής. Η Φρόσω κυττάζει τις σφιχτά ενωμένες παλάμες της.
Φρόσω: Ποια είναι η μικρή;
Διονύσης: Έχει σημασία; Αυτή βρέθηκε μπροστά μου!
Φρόσω: Την ξέρω;
Διονύσης: Γιατί επιμένεις; Πληγώνεις και τους δυο μας.
Φρόσω: ……………………….
Διονύσης: Ίσως να έχεις δίκιο!.. Είναι η μικρή σερβιτόρα απέναντι στο coffee shop!.. Η Κάρεν…
Η Φρόσω με κλειστά τα μάτια υψώνει το πρόσωπό της προς το σκοτεινό ουρανό.
Φρόσω: Παλιά συμμαθήτρια του Ντίνου και του Μάκη στο High school! Ένα παιδί! Πώς μπόρεσες;
Διονύσης: Πώς μπόρεσα!.. Πώς μπόρεσα!..
Ο Διονύσης σηκώνεται. Είναι πολύ νευρικός.
Φρόσω: Πόσο σε λυπάμαι! Τώρα που το σκέφτομαι, αναρωτιέμαι γιατί φώναξα και διαμαρτυρήθηκα εναντίον της συμπεριφοράς σου! Τώρα μπορώ να το πω. Μισώ τους θεατρινισμούς! Άλλωστε είμαστε ώριμοι άνθρωποι. Λυπάμαι και για εκείνη τη συμπεριφορά μου. Ίσως θά ‘πρεπε να σου ζητήσω συγγνώμη γι αυτό! Έχει όμως καμία σημασία τώρα πια;
Διονύσης: Εγώ είμαι ο ένοχος και εγώ πρέπει να εκλιπαρήσω τη συγγνώμη σου! Από τον τόνο της φωνής σου διαγράφεται κάτι το τελεσίδικο. Λες κι όλα τελείωσαν ανάμεσά μας.
Η Φρόσω δεν τον ακούει.
Φρόσω: Τον άλλο μήνα κλείνω τα σαράντα. Ζήσαμε μαζί εικοσιένα χρόνια! Μια ολάκερη ζωή!.. Τα καλύτερά μας χρόνια, αποδεικνύεται εκ των υστέρων, ότι τα ζήσαμε συμβατικά. Κοιμηθήκαμε στο ίδιο κρεβάτι, αγαπηθήκαμε… ίσως μηχανικά… είμαστε παντρεμένοι! Αναρωτιέμαι τώρα, αν υπήρχε ειλικρίνεια σ’ αυτή τη σχέση μας. Φέραμε στον κόσμο δύο παιδιά. Τα μεγαλώσαμε κι οι δυο μας, με πολλή αγάπη. Ξεχαστήκαμε μέσα στην αφοσίωσή μας γι αυτά, σα γονείς. Ο Ντίνος μας και η Τζιούλη μας. Όλοι μας ζήλευαν για την επιτυχία μας σαν αντρόγυνο!
Η Φρόσω αφήνει μικρό, σαρκαστικό γέλιο.
Φρόσω: Μας ζήλευαν για τα καλά παιδιά μας. Για την επιτυχία σου σαν επιχειρηματίας!.. Ήταν ωραία αυτά τα χρόνια της δημιουργίας κι ας μη πλημύριζαν από το ερωτικό πάθος! Σ’ εκτίμησα, σε σεβάστηκα. Ήσουν ο μοναδικός άντρας στη ζωή μου. Στιγμές στιγμές ένιωθα πως σ’ αγαπούσα. Μαγείρευα τα φαγητά που σ’ άρεσαν. Σιδέρωνα τα πουκάμισά σου μ’ όση μαεστρία είχα διδαχτεί από τη μάνα μου. Ήμουν ευτυχισμένη, δε μού ‘λειπαν ίσως αυτά που δεν είχα γνωρίσει.
Ο Διονύσης την κυττάζει πολύ παραξενεμένος.
Φρόσω: Τους τελευταίους μήνες, ένιωσα το φίδι της ζήλειας να μου δαγκώνει την καρδιά. Ήταν ένα αλλόκοτο συναίσθημα, πρωτόγονο!.. Αναστατώθηκα, αγρίεψα, θύμωσα, ήθελα να σε εκδικηθώ… Νόμισα πως αντιδρούσα από αγάπη. Αργότερα διαπίστωσα με δέος, ότι ήταν η αξιοπρέπειά μου κι ο εγωισμός μου που θίχτηκαν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο! Δεν ήταν αγάπη. Εκτός αν αγάπη είναι η ρουτίνα που μας ένωνε, η καθημερινότητα, η σιγουριά, η οικογενειακή εστία σε σύνολο. Εξάλλου μου γεννήθηκε το ερώτημα: τι είναι δικό σου, δικό μου, δικό μας; Πώς μπορεί να καθορίσει στ’ αλήθεια κανείς το είδος των αισθημάτων μας, όταν τα διαμερίσματά τους τα χωρίζουν αδιόρατα σύνορα, που μετακινούνται από την περιστασιακή καθημερινότητα; Αυτή την συμβατική σιγουριά που λέγεται οικογενειακή εστία; Στο τέλος θαρρώ πως όλοι είμαστε μόνοι στον εγωισμό μας! Η αγάπη, η αληθινή αγάπη, ο βαθύς αλληλοσεβασμός, η άμετρη φιλία, η κατανόηση, η συνεχής προσπάθεια να κρατάει κανείς την ευτυχία στο δίπλα του, να μη πληγώνει το ταίρι του!.. Τι ουτοπία!.. Πώς ξεγιελιέται ο άνθρωπος! Νόμιζα πως είχα τα μισά από αυτά, τουλάχιστο ως πρόσφατα.
Ο Διονύσης είναι αναστατωμένος. Σκέφτεται. Μιλάει με φωνή παλλόμενη από αγωνία.
Διονύσης: Φρόσω!.. Τόσα χρόνια στο ίδιο προσκεφάλι και δε σε ξέρω! Δε σε διάβασα! Ούτε που ένιωσα το γλίστρημα μακριά, του ενός από τον άλλο! Εγώ, ο εγωιστής, ο άντρας, που μεγάλωσα τρέφοντας το αίσθημα της υπεροχής!.. Νά ‘ταν άραγε κάτι το προσωπικό ή είναι το πλύσιμο εγκεφάλου από τη μέρα που γεννήθηκα αρσενικό; Πώς άραγε να βλέπει τους άντρες η κόρη μου στο πρόσωπό μου και τι άντρα έφτιαξα με τα χέρια μου στον Ντίνο μας;
Φρόσω: Λυπάμαι… Δε θά ‘θελα να κάνεις αυτή τη σφυγμομέτρηση τώρα. Σ’ εκτιμώ. Έζησα δίπλα σου τόσα χρόνια. Μέσα μου ρίζωσε η συνείδηση της συζύγου, η έννοια του καθήκοντος, του μοναδικού άντρα στη ζωή μου. Είχα κι εγώ τις δικές μου φαντασιώσεις, όπως τις αποκαλείς τις απόκρυφες επιθυμίες σου. Ένιωσα πολλές φορές την ανάγκη να μ’ αγγίξεις με πόθο και τρέμοντας από πάθος να δαγκώσεις τα χείλη μου. Ένιωσα την ανάγκη μιας σχέσης που θα μ’ έκαιγε. Έψαχνα σε σένα τον εραστή των νεανικών μου χρόνων. Εκείνον που πάνω στην ερωτική πράξη, κάποια στιγμή από πάθος και κτητική αγάπη, θα μού ‘λεγε: “Είσαι δική μου, μόνο δική μου. Θα σε σκοτώσω αν ποτέ ρίξεις τα μάτια σου σε άλλον!”. Δεν ακούγεται πολύ γελοίο;
Η Φρόσω ακούγεται εξαντλημένη. Αφήνει ένα πικραμένο γελάκι. Ο Διονύσης την ακούει σαστισμένος. Η Φρόσω συνεχίζει το μονόλογό της. Ο Διονύσης δεν τολμά να πει λέξη.
Φρόσω: Ένιωθα τιποτένια κι αμαρτωλή σ’ αυτές τις σκέψεις. Ένιωθα ένοχη απέναντί σου, γιατί σε κατηγορούσα ενδόμυχα για το σκότωμα των ερωτικών μου ονείρων. Τα περίμενα όλα από εσένα, τον άντρα μου. Περίμενα για πολύν καιρό τη μαγική στιγμή που θα μου αποκάλυπτε σε σένα το θεό του έρωτα που ονειρευόμουν. Δεν έγινε όμως αυτό που ποθούσα. Σιγά-σιγά παραδέχτηκα οτι τα όνειρα τις περισσότερες φορές παραμένουν όνειρα. Ότι οι πίστες μου για τους παθιασμένους έρωτες, έπρεπε νά ‘χαν σταματήσει στα βιβλία του Λώρενς, στον “Εραστή της λαίδης Τσάτερλυ”, ίσως, ή στην “Κυρία με τα Γαρίφαλα” του συμπαθητικού Κρόνιν; Έτσι ησύχασα θάβοντας την χίμαιρα μου. Εκτίμησα τελικά τη συνήθεια, τη συζυγική ρουτίνα, τη μητρική ικανοποίηση, τη γαλήνη της οικογενειακής μας εστίας. Αν κάποτε διάβαζα γι αγάπες και για έρωτες που σάρωναν τα πάντα στο διάβα τους, πέταγα το βιβλίο με απόγνωση. “Βιβλία!” σκεφτόμουν με απόγνωση. Κι ένιωθα ότι φύτευαν μέσα μας άρρωστες, αμαρτωλές ιδέες για τον έρωτα, μόνο και μόνο επειδή εγώ δεν τα είχα συναντήσει!.. Κι ο κινηματογράφος; Η τηλεόραση; Πείστηκα με τον καιρό, πως αυτού του είδους ο ερωτισμός ήταν ανήθικος κι επομένως “ο ερωτισμός στα movies ήταν βρώμικος”! Πολύ βολική απάντηση, βέβαια: Όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει αγουρίδες! Έτσι λέγανε πίσω στην πατρίδα!
Η Φρόσω σηκώνεται. Προχωρεί λίγα βήματα με γυρισμένες τις πλάτες της στο Διονύση που εξακολουθεί να την παρακολουθεί με αγωνία. Γυρίζει αργά και τον κυττάζει. Το φώς της επιτρέπει να βλέπει καθαρά το πρόσωπό του.
Φρόσω: Δεν ήσουν ο έρωτας! Στα σαράντα μου, νιώθω πως έχασα το τραίνο!..
Ο Διονύσης φαίνεται κλονισμένος. Κάνει να σηκωθεί. Τελικά κάθεται. Μιλάει σιγά συντριμμένος.
Διονύσης: Ήμουν τυφλός! Τυφλός! Ένας τρελός εγωιστής!
Μονολογεί κυττάζοντας στο κενό.
Διονύσης: “Η Φρόσω μου!… Η λογική, η ήσυχη, η πιστή σύζυγος, η καλή μητέρα!.. Όλα αυτά! Ποτέ δεν κύτταξα μέσα της. Είναι νέα κι όμορφη! (Την κυττάζει) Είναι πολύ όμορφη μα το θεό! (Αγωνιά) Λες να ονειρεύεται κανέναν άλλον; Μήπως της φάνταξε κανένας από τον κύκλο μας; Ποιος; Εκείνος ο λιμοκοντόρος ο Νικόλας; Σαν πολύ την τριγυρίζει ο ηλίθιος όταν ανταμώνουμε. Όλο: “Φρόσω και Φρόσω” το πάει… Ή μήπως είναι εκείνος ο νερόβραστος Βασίλης, ο πολλά σοβαρός!.. Από τα σιγανά ποτάμια να φοβάσαι!”
Κυττάζει τη Φρόσω σα για πρώτη φορά. Εκείνη φαίνεται μακρυνή. Κυττάζει τις σφιγμένες παλάμες της. Ξαφνικά βγάζει από την τσέπη της ένα μαντήλι. Σκουπίζει τη μύτη της αθόρυβα. Ο Διονύσης την παρακολουθεί.
Διονύσης: “Να με πάρει ο διάβολος αν καταλαβαίνω τον ίδιο τον εαυτό μου. Ποιος μου φταίει; Δηλαδή τι θέλω τώρα; Εγώ δεν την απάτησα; Άσχετα αν η περιπέτεια έληξε αδόξως. Η Φρόσω είναι κυρία. Το είπε και μόνη της: είμαι ο μόνος άντρας στη ζωή της. Ο Πρώτος άντρας και ο Μόνος!”
Αγωνιά ξαφνικά. Από τις σκέψεις του διαβάζονται τα ανεβοκατεβάσματα στα αισθήματά του: φόβος, θαυμασμός, ζήλεια. Σωπαίνουν.
Διονύσης: “Ήμουν διάβολε ο Πρώτος και ο Μόνος!.. Τώρα όμως; Εντάξει! Είμαι ένας βλάκας. Η Φρόσω είναι γυναίκα… με τα όλα της!.. Είναι καταπληκτική! Σωστή τίγρης είχε γίνει όταν μαλώσαμε μια- δυο φορές για την “άλλη”! Φοβάμαι!… Πού θα καταλήξει αυτή η συζήτηση;” Φρόσω, θέλω να ξέρεις πως λυπάμαι!.. Λυπάμαι πάρα πολύ για όλα όσα έγιναν ανάμεσά μας! Δε μπορώ να φέρω τα πράγματα εκεί που ήταν. Δε ξέρω τι να πω. Αλλά εγώ…
Φρόσω: Α!.. Μη στενοχωριέσαι. Δεν πειράζει. Μη λες τίποτα!.. Το πιο σωστό που συνέβη σ’ αυτό το διάστημα, ήταν η απόφασή σου να μιλήσουμε. Τουλάχιστον τώρα ξέρουμε λίγο καλύτερα τα αισθήματά μας, τις προσδοκίες μας, τι πετύχαμε και πού αποτύχαμε! Γνωρίζουμε πού βρισκόμαστε και ίσως αυτό θα μας βοηθήσει να διευθετήσουμε το μέλλον. Δε νομίζεις;
Η Φρόσω ακούγεται πολύ ήρεμη κι αυτό κλονίζει το Διονύση. Φαίνεται ξαφνικά χαμένος. Τραυλίζει σχεδόν.
Διονύσης: Δεν ξέρω…. Πώς;
Φρόσω: Θα σε βοηθήσω εγώ. Ίσως να θέλεις να χωρίσουμε. Αν όχι μόνιμα, ίσως για ένα διάστημα. Ξέρεις… για να δοκιμάσουμε τα αισθήματά μας. It’s common practice.
Ο Διονύσης ακούγεται απελπισμένος.
Διονύσης: Γιατί τα λες αυτά Φρόσω; Μήπως είναι κάποιος άλλος στη μέση και δεν το ξέρω;
Η Φρόσω τον κυττάζει με πικρό χαμόγελο.
Φρόσω: Η αιτία στο πρόβλημά μας, δεν είναι ένας “άλλος” ή μια “άλλη”. Όχι!
Διονύσης: Τότε;
Φρόσω: Είμαστε εμείς, και μόνο εμείς! Κανένας άλλος! Πρέπει να σκεφτούμε τη σχέση μας σοβαρά. Τα παιδιά μας μεγάλωσαν. Θα μας καταλάβουν, όποια και νά ‘ναι η απόφασή μας. Ζούμε σε πολιτισμένους καιρούς!..
Διονύσης: Δε μπορεί!.. Δε μπορεί!.. Ο γάμος μας… υπήρξε ευτυχισμένος!
Φρόσω: Ο γάμος μας ήταν καλός στο διάστημα που βάσταξε. Ας μη ασχημίσουμε λοιπόν το παρελθόν, κατηγορώντας ο ένας τον άλλον. Έχουμε μεγάλη ευθύνη απέναντι στα παιδιά μας. Είμαστε το μοντέλο του γάμου στα μάτια τους. Οι δάσκαλοί τους στο θέμα “οικογενειακή εστία”. Ακόμη κι αν ίσως δεν το έχουν συνειδητοποιήσει. Έχεις αρκετά χρήματα, και μια και είχες, όπως όλοι μας φαντασιώσεις και όνειρα, σου δίνεται τώρα την ευκαιρία να πραγματοποιήσεις μερικά από αυτά, αν όχι όλα!.. Είσαι πολύ νέος ακόμα.
Διονύσης: Όνειρα!.. Όχι, όχι!.. Δε μπορώ να σκεφτώ τέτοιες επιπολαιότητες σε μια τέτοια σοβαρή στιγμή. Η σχέση μας σημαίνει τα πάντα για μένα! Το ξέρω είμαι σίγουρος γι αυτό. Αυτή τη στιγμή…
Σηκώνεται έρχεται κοντά της. Απλώνει τα χέρια του, αλλά η στάση της Φρόσως τον παγώνει.
Διονύσης: “Θεέ μου!.. Όχι τώρα!.. Μη μου το κάνεις αυτό!.. Δε θέλω να τη χάσω! Την αγαπώ διάβολε, την αγαπάω! Την είχα σίγουρη τη Φρόσω μου, την Πηνελόπη μου, τη “Γυναίκα μου”, το έτερον μου ήμισυ!.. Τη μάνα των παιδιών μου!.. (Απελπισμένα) Αχ τα παιδιά μας!.. Θα περάσουν κόλαση, θα χάσουν την πίστη τους στο γάμο!..”
Ο Διονύσης πιάνει το κεφάλι του στις παλάμες του. Γυρίζει πίσω στο παγκάκι. Κυττάζει ξαφνικά τη Φρόσω. Φαίνεται άρρωστος. Μονολογεί.
Διονύσης: “Γυναίκα μου!.. Φρόσω… Δε μ’ ακούς; Σ’ αγαπώ!.. Πόσο σ’ αγαπώ!.. Μη μου φύγεις τώρα… Όχι τώρα!..”
Φρόσω: Κάνει ψύχρα!.. Δεν πάμε;
Η Φρόσω χωρίς να περιμένει προχωρεί. Ο Διονύσης τρέχει από πίσω της, απλώνοντας το χέρι του. Κάνει να την αγγίξει, αλλά δεν τολμά.
Διονύσης: “Φρόσω!..” Φρόσω!..
Η Φρόσω σταματά και γυρίζει. Τον κυττάζει αμίλητη. Ο Διονύσης την κυττάζει απελπισμένος. Η Φρόσω περιμένει. Δισταχτικά της πιάνει τα χέρια. Η φωνή του ακούγεται παρακλητική.
Διονύσης: Φρόσω, σε παρακαλώ!.. Πες μου πως υπάρχει ελπίδα για μας! Πες μου πως δεν είναι αργά! Μίλα μου κορίτσι μου! Σ’ αγαπώ… δε θέλω να σε χάσω! Τ’ ορκίζομαι πως σ’ αγαπώ!
Φιλά τα χέρια της Φρόσως με πάθος. Εκείνη προσπαθεί να τον σταματήσει σκύβοντας. Η φωνή της τρέμει.
Φρόσω: Διονύση…. σε παρακαλώ!.. Σύνελθε!..
Διονύσης: Δεν ξέρω τι θ’ απογίνω χωρίς εσένα! Δεν ήξερα καλύτερα… Δεν καταλάβαινα πολλά πράγματα. Δεν τό ‘ξερα πώς αισθανόσουν! Παράβλεψα το θησαυρό μου ο εγωιστής!
Η Φρόσω τον κυττάζει με λύπη, ενώ σκέφτεται με αγωνία.
Φρόσω: “Αισθάνομαι βαθύ πόνο μέσα μου! Νά ‘ναι πόνος της αγάπης ή είναι η λύπη μου γι αυτόν; Δεν το αντέχω να τον βλέπω έτσι. Φαίνεται ειλικρινής. Για πόσον καιρό όμως; Τι θ’ απομείνει από την κρίση του γάμου μας; Και τα παιδιά μας; Αχ τα παιδιά μας! Ποιον λυπάμαι περισσότερο απ’ όλους μας; Αχ πού να το ξέρω η δύστυχη;”
Περνούν λεπτά σιωπής. Η Φρόσω λέει απροσδόκητα.
Φρόσω: Πάμε στο σπίτι μας Διονύση!..
Τον πιάνει μαλακά από το μπράτσο. Ο Διονύσης υπακούει. Προχωρούν μαζί.
Εικόνα έβδομη
Ο Μάκης και ο Ντίνος στο δωμάτιο του δεύτερου.
Ντίνος: Λέγε λοιπόν! Τι περιμένεις;
Μάκης: Σιγά ντε μη μας ακούσουν.
Ντίνος: Δεν είναι εδώ… Σου τό ‘πα! Δηλαδή είναι μόνο η Τζιούλη, αλλά δε μπορεί να μας ακούσει.
Μάκης: Εντάξει…
Ντίνος: Τι θα πει εντάξει κούτσουρο;
Μάκης: Εντάξει σου λέω παιδί μου! Χάριν του Βασιλικού ποτίστηκε κι η γλάστρα!
Ντίνος: Εξηγήσου βρε άνθρωπε!
Μάκης: Α… εσύ δεν παίρνεις φωτιά με τίποτε! Εντάξει σου λέω… meaning.. τά ‘ψησα με την Κάρεν!.. Εσύ τι νέα από το μέτωπο;
Ο Ντίνος δεν προσέχει το ερώτημα του Μάκη.
Ντίνος: Ώστε η Κάρεν δε λέει όχι σε κανέναν;
Μάκης: Σιγά… Τι εννοείς; Σε πειράζει λοιπόν που έγινε αυτό; Θα ήθελες ίσως να είσαι στη θέση μου;
Ντίνος: Σταμάτα να είσαι κυνικός! Απλά διαπιστώνω το ήθος της κοπέλας.
Μάκης: Άκου τι λέει!.. Μια χαρά είναι ξάδερφε το κορίτσι… Έλα άστα αυτά! Πεσ’ μου για τους γονείς σου!..
Ντίνος: Well… when I came home Julie told me that they had gone out.
Μάκης: That’s great man! That means our plan worked! We deserve to be congratulated!..
Ο Ντίνος συνέχισε ήσυχα μη δίνοντας πολύ σημασία στον ενθουσιασμό του Μάκη.
Ντίνος: Περίμενα λοιπόν ώσπου να γυρίσουν, εδώ στο σαλόνι. Ήρθαν πολύ αργά, θά ‘ταν 1-1.30 το πρωί. Όταν έμπαιναν προσποιήθηκα οτι μελετούσα.
Δίνεται αναπαράσταση.
Διονύσης: Γεια σου Ντίνο, δεν κοιμήθηκες ακόμη;
Ντίνος: Γεια σας. Όχι ακόμη. Είχα λίγη μελέτη… Πού πήγατε;
Διονύσης: Πήγαμε μια βόλτα με το αυτοκίνητο.
Φρόσω: Ντίνο μου είναι πολύ αργά. Πώς θα σηκωθείς το πρωί; Έλα παλληκάρι μου, άντε να πας στο κρεβάτι σου. Κι αύριο μέρα του Θεού είναι !..
Ντίνος: Εντάξει πάω. Θα τα πούμε αύριο λοιπόν! Καληνύχτα σας.
Διονύσης: Ναι αύριο… Καληνύχτα.
Φρόσω: Καληνύχτα Ντίνο!.. Και καλή σου ξεκούραση!
Η Αναπαράσταση της συζήτησης τελειώνει.
Μάκης: Πώς σου φάνηκαν λοιπόν;
Ντίνος: Παράξενα ήρεμοι.
Μάκης: Φαίνεται ότι τα βρήκαν ανάμεσά τους!
Ντίνος: Ελπίζω να είναι όπως τα λες!
Μάκης: Άκου λέει! Να μην πάνε κι οι κόποι μου χαμένοι! Αν κι εδώ που τα λέμε αναμεταξύ μας, πολύ γλυκό παιδί αυτή η Κάρεν. Έχω ραντεβού μαζί της ξέρεις αύριο…
Ντίνος: Δεν έχασες τον καιρό σου καθόλου απ’ ότι βλέπω! Πρόσεχε να μη δαγκώσεις τη λαμαρίνα για τα καλά, όπως λένε. Δε θέλω να αισθάνομαι ένοχος για τίποτε. Το κατάλαβες;
Μάκης: Μη φοβάσαι, κι είμαι άτρωτος. Αν κι είναι κακοδαιμονία να προφητεύεις το μέλλον!
Ντίνος: All right!
Γελούν και χτυπάν τις δεξιές τους παλάμες σε ένδειξη αλληλοσυμφωνίας και φιλίας.
ΤΕΛΟΣ
O έρωτας ! ¨ετσι ξεκινάει η σχέση δυο ανθρώπων, η δημιουργία ,οικογένειας καριέρας, η συνήθεια και η τριβή. Το τρίτο πρόσωπο είναι πάντα αυτό που κάνει το ηφαίστειο να εκραγεί , και η αγάπη; Αυτή έχει τον τελευταίο ρόλο στις ανθρώπινες σχέσεις. Πολλά συναισθήματα,εμπεριέχει το θεατρικό σας έργο ,που ο θεατής και ο αναγνώστης θα ζήση με αγωνία. Κυρία Πιπίνα μου δεν με εκπλήσει το γεγονός,ότι με κάνετε να σας θαυμάζω περισσότερο !
Μοῦ ἀρέσειΜοῦ ἀρέσει
Ευχαριστώ Άννα! Το σχόλιό σου όπως πάντα είναι ενθαρρυντικό!
Μοῦ ἀρέσειΜοῦ ἀρέσει