Η πελεκητή πέτρα… μία παρένθεση…
(απόσπασμα από την αυτοβιογραφία μου)
Σχετικά με τα υλικά ή τον τρόπο οικοδομής, θέλω να παρατηρήσω εδώ -και μάλλον παρενθετικά- και το εξής: την περίοδο αυτή που χτίζονταν κυρίως μονοκατοικίες, οι εργοδότες ή οι ιδιοκτήτες που διέθεταν παραπανίσια χρήματα, προτιμούσαν την λευκή πέτρα και μάλιστα επεξεργασμένη. Την ακόμη περισσότερο καλλιτεχνημένη πέτρα, την πελεκημένη ή πελεκητή -πέτρα συνήθως εγχώρια που την έβγαζαν όπως και σήμερα από τα νταμάρια- την χρησιμοποιούσαν γύρω από το οίκημα, αρχίζοντας το χτίσιμο από το έδαφος και αρκετά ψηλά μέχρι ένα σημείο -ίσως μέχρι και ενάμιση μέτρο- ανάλογα με τα γούστα υποθέτω και για την καλύτερη κατασκευή και διακόσμηση της οικοδομής. Αυτού του είδους η σκαλιστή πέτρα απαιτούσε ειδικό τεχνίτη[1]. Στις μέρες μας το πελέκημα της πέτρας, αν και δεν έχει εκλείψει σαν ειδικότητα, θα έλεγα, ότι δε χρησιμοποιείται πλέον συχνά, και όταν γίνεται, αφορά κυρίως παραδοσιακά κτήρια και ίσως τις μονοκατοικίες εκείνων που μπορούν να πληρώνουν, αδρά κάποτε, τον τεχνίτη. Το 2003 που είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ το Μονοδέντρι πλάι στη χαράδρα του Βίκου, με την πολύ αγαπητή φίλη και συνάδελφο Βάσω Κ., φιλοξενούμενη από το ένατο (9ο) Γυμνάσιο Ιωαννίνων, όπου εργάζεται, παρατήρησα ότι εκεί, καλά βαστάει η επίπονη αυτή τέχνη, χάριν στους εντόπιους τεχνίτες, και στην επιμονή των κατοίκων της ή των αρχών της να κτίζουν με τον παραδοσιακό τρόπο, τα ωραία κτήρια που “σκαρώνουν”. Για τον τουρίστα η περιοχή των Ζαγοροχωρίων αποτελεί μία από τις πλέον ελκυστικές της Ηπείρου, για την πολύ ενδιαφέρουσα ορεινή τοποθεσία τους, την οξυγονούχο ατμόσφαιρά τους, το άνισο και ταυτόχρονα ενδιαφέρον περιβάλλον τους που το ποικίλουν τα βουνά πάνω στα οποία κρέμονται χωριά όπως το Μεγάλο και το Μικρό Πάπινγγο[2], που τη γη τους τη διακόπτει με απότομη και βαθιά τομή το φαράγγι του Βίκου[3] και που την γλυκαίνει ο υπέροχος κελαριστός Βοϊδομάτης με τα κρύσταλλα νερά του, και τα τεράστια δέντρα στις όχθες του που και που, με τις ρίζες τεράστια πλοκάμια να διακλαδώνονται ανακατωμένες σε μεγάλη περίμετρο γύρω από τον κορμό τους. Που διακρίνονται επίσης -πάντα τα Ζαγοροχώρια-, για την όμορφη, την παραδοσιακή κατασκευή των σπιτιών τους και των οικημάτων φιλοξενίας, με την πελεκημένη πέτρα από τον ειδικευμένο μάστορα, μία τεχνική που μαζί με τον ιδιάζοντα τρόπο κατασκευής της κατοικίας γενικά, πέτρα και πλάκα στέγης «μολυβένια», που ως παραδοσιακή πλέον Τέχνη πέρασε ατις αρχές του 20ού αι. από τη Βόρειο-ανατολική Ήπειρο και κυρίως από την Κόνιτσα, στην Δυτική Μακεδονία: Σιάτιστα, Γρεβενά, Κοζάνη και αλλού, από μετοικούντες μαστόρους Ηπειρώτες. Που διακρίνονται – φημίζονται για τις πεντανόστιμες πίττες τους -δοκιμάσαμε τις καλύτερες στη Βίτσα και αλλού- και την εν γένει παραδοσιακή κουζίνα τους, που συμπεριλαμβάνει το αρνάκι ή το κατσικάκι στη γάστρα, μοναδικά σε νοστίμια, δοκιμάσαμε τα καλύτερα σε παραδοσιακό εστιατόριο στο Μεγάλο Πάπινγγο. Δε θα μιλήσω για τα υπέροχα παραδοσιακά γλυκά κουταλιού, αλλά και τον μπακλαβά… που η θύμησή τους έντονη κάθε φορά, γεμίζει το στόμα…
Τέλος
Υποσημειώσεις
[1] Τον Πετροπελεκητή, που σμιλεύει με μαστοριά την ηπειρώτικη λευκή πέτρα, κατά παραγγελία, κυρίως για την διακόσμηση τμήματος εξωτερικού τοίχου κατοικίας ή κτηρίου. Μία επίπονη ειδικότητα-δουλειά, αλλά δεν έχω γνώση του τιμήματος.
[2] Δυτικό Ζαγόρι, Ήπειρος.
[3] Μήκους 12 χλμ. και βάθους που κυμαίνεται από 100 μέχρι 400 μέτρα.