Το ποίημα του Κ. Καβάφη: Άννα Κομνηνή

Το ποίημα του Κ. Καβάφη: Άννα Κομνηνή

(Τόμος Α’, της τετράτομης σειράς Μελέτες, που εκδόθηκε το 2014)

Εισαγωγή

Ο Κωστής Πέτρου Φωτιάδης Καβάφης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια σε ένα σπίτι της οδού Σερίφ στις 29 («17 με το χρησιμοποιούμενο τότε ημερολόγιο»[1]) Απριλίου 1863. Οι γονείς του Πέτρος και Χαρίκλεια (το γένος Φωτιάδη) Καβάφη,  κατάγονταν από την Πόλη, όπου και ζούσαν μέχρι το 1840.  Σύμφωνα με τον Γιώργη Πικρό, «ορισμένοι βιογράφοι» ισχυρίζονται ότι οι Καβάφηδες ήταν «αρμενοϊρανικής καταγωγής»[2]. Ο Καβάφης ωστόσο δεν αναφέρει κάτι τέτοιο και θεωρεί τον εαυτό του «Βιζαντινό».

Ο Κ. Καβάφης γνώριζε καλά τις ακόλουθες γλώσσες: την ελληνική, την αγγλική και την γαλλική και λίγα ιταλικά. Είχε επίσης μελετήσει την ελληνική και την κλασσική ιστορία και την ευρωπαϊκή  φιλολογία.

Στην Αλεξάνδρεια ο Καβάφης ζει μέχρι το 1870. Το 1876 πεθαίνει ο πατέρας του, Πέτρος Καβάφης και η μητέρα του Χαρίκλεια φέρνει την οικογένειά της στην Αγγλία. Εδώ, περνά ένα μεγάλο μέρος από την παιδική του ηλικία και μέσω της εκπαίδευσής του, μυείται στην ζυγισμένη συμπεριφορά, που διακρίνεται για την διακριτικότητα, την τυπικότητα, την ευγένεια και την ψυχρότητα. Πιθανόν σε ετούτη η παιδεία και στην παραμονή του στην Αλεξάνδρεια και μακριά από την ελληνική μητρόπολη, να οφείλεται και ο τρόπος με τον οποίο εκφράζει τις φιλοσοφικές του αντιλήψεις στα συντηρητικά ποιήματά του.  Δε θα πρέπει να αποκλειστεί και η πιθανότητα ο ποιητής να υιοθέτησε και την επιδεξιότητα των «στιχοπλόκων» Αλεξανδρινών επιγραμματοποιών[3].  Όπως τονίζει και ο Άλκης Θρύλος[4] ο Καβάφης τόλμησε να γράψει ποιήματα με έναν «λυρισμό τόσο συγκρατημένο κ’ εσωτερικό ώστε να δίνουν την εντύπωση στην πρώτη ανάγνωση ότι είναι συχνά, ανυπόφορα πεζά»  και μάλιστα σε μία εποχή που στην Ελλάδα «οργίαζε ακόμα ο ρομαντισμός, κι ο συμβολισμός κυριαρχούσε στην υπόλοιπη Ευρώπη». Αλλού το έργο του Καβάφη χαρακτηρίζεται για τη «φυγή» από τη σύγχρονη πραγματικότητα, «ένας ατομιστής» που ζει «…στην  ατμόσφαιρα της ηδυπάθειας και του σαρκασμού, απομονωμένος, τραγικά απομονωμένος από τη ζωή.»[5]

Αργότερα επιστρέφει εκ νέου στην Αγγλία για μικρό χρονικό διάστημα μόνο. Επιπλέον  έρχεται σε άμεση επαφή με την ξένη λογοτεχνία, την γνωρίζει και την εκτιμά, παρά το νεαρό της ηλικίας του. Ο Καβάφης –δεκαέξι χρόνων- επιστρέφει με την οικογένειά του  στην Αλεξάνδρεια. Η Αίγυπτος έχει ήδη περάσει στην περίοδο της παρακμής της.

Στην εφηβική του ηλικία ο Καβάφης έρχεται στην Κωνσταντινούπολη (1882) για δύο χρόνια με την οικογένειά του και γνωρίζει τον παππού του από τη μεριά της μητέρας του, Γεώργιο Φωτιάδη. Με τη βοήθεια αυτού συγκεντρώνει τα περισσότερα στοιχεία για την «Γενεολογία» του. Την περίοδο 1881-1882, φοιτά στην Εμπορική-Πρακτική Σχολή «Ο Ερμής». Υπό την επίδραση του διδασκάλου του Κωνσταντίνου Παπαζή, ο Καβάφης εξελίσσεται σε εθνικιστή και ασπάζεται τον ελληνικό φυλετισμό. Αποκηρύσσει την αγγλική του υπηκοότητα και αποκτά την ελληνική.

Στην Κωνσταντινούπολη ο Καβάφης διαπιστώνει ότι ο εδώ Ελληνισμός του θυμίζει ‘Βυζάντιο’.  Αντιλαμβάνεται ότι η Κωνσταντινούπολη είναι η ψυχή του απανταχού Ελληνισμού, αντίθετα από την Αλεξάνδρεια η οποία φιλοξενεί τμήμα μόνο της ‘Ελληνικής Επικράτειας’. Ο Καβάφης πονά για τις περιπέτειες των  Ελλήνων της ‘Βυζαντινής Πρωτεύουσας’ και υπό την επιρροή ετούτων των συγκυριών, υιοθετεί να περιγράψει μέσω των μύθων του, την Βυζαντινή  περίοδο, όπως ετούτος την φαντάζεται και όπως την αισθάνεται τελικά.

Σχετικά με ετούτο το θέμα  έγραψε και ο  Γ. Π. Σαββίδης έγραψε ένα σχόλιο σε σχέση που φέρει τον τίτλο: G.P. Savidis: Cavafy, Gibbon and Byzantium, όπου μεταξύ σημαντικών απόψεων, καταθέτει και  κάποιες υποθετικές απόψεις του, σε σχέση με την επίδραση του έργου του Gibbon The Decline and Fall στην έκδοση του 1820, στον Καβάφη[6]. Ο Σαββίδης θεωρεί ότι ο Καβάφης δεν μπορεί να μοιράζεται τον θαυμασμό του  Gibbon για την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, γιατί απλά στα ποιήματα της ωριμότητάς του,  τη χρησιμοποιεί ως σκηνικό για να εκφράσει  τις απόψεις του για την Βρετανική Αυτοκρατορία της εποχής του.  Επιπλέον δεν θεωρεί το έργο του Gibbon, ως πηγή πληροφοριών για τα ποιήματά του για το Βυζάντιο ή και άλλα ιστορικού περιεχομένου ποιήματά του. Είναι γνωστό ότι ο Καβάφης είχε επίσης μελετήσει την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους του Παπαρηγόπουλου και επίσης ότι είχε χρησιμοποιήσει  ελεύθερα ειδικές εργασίες,  όπως  των Bury’s and Bouché-Leclercq’s, μαζί με τις αυθεντικές πηγές. Ο  Σαββίδης αναφέρει, ότι ο Καβάφης  μελέτησε τον Julian (Αυτοκράτορας της Ρώμης, 331-363) μάλλον,  μέσω του δράματος του  Kleon Rangabe (1877)[7]  and Ibsen (1873)[8] και ότι ύστερα διάβασε τον Gibbon. Τελικά πιστεύει ότι μέσω της μελέτης του Gibbon, σε μία αποφασιστική περίοδο της ζωής του, ο Καβάφης μετακινήθηκε από τις θέσεις του, του Παρνασσισμού και του παρηκμασμένου Βυζαντίου και επέκτεινε τα ενδιαφέροντά του και τους ορίζοντές των απόψεών του  στον   Ευρωπαϊκό πολιτισμό.  Έτσι εξελίχθηκε  στην πρωτότυπη ποιητική φωνή της εποχής μας.

Ποια είναι Άννα Κομνηνή η ηρωίδα του Αλεξανδρινού Έλληνα ποιητή Καβάφη στο συνώνυμο ποίημά του; Γεννημένη την 1η Δεκεμβρίου του 1083, στην Πορφύρα, στο ανάκτορο της Κωνσταντινούπολης εκεί όπου  γεννιούνταν τα παιδιά των αυτοκρατόρων, η Άννα Κομνηνή, είναι  θυγατέρα του αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού. Μητέρα της είναι η αυτοκράτειρα Ειρήνη Δούκαινα και γιαγιά της η Άννα Δαλασσηνή[9]. Ως τέτοια έτυχε εξαίρετης παιδείας. Το 1091 μνηστεύθηκε τον Κωνσταντίνο Δούκα, γιο του αυτοκράτορα Μιχαήλ Δούκα. Μετά από το θάνατο αυτού, το 1097, παντρεύτηκε τον Νικηφόρο Βρυέννιο.

Ο Νικηφόρος Βρυέννιος: Ο σύζυγος της Άννα Κομνηνής, ο Νικηφόρος Βρυέννιος καταγόταν από αριστοκρατική βυζαντινή οικογένεια. Ο προπάππους του είχε επαναστατήσει κατά  της αυτοκράτειρας Θεοδώρας το 1055. Το 1056 αποκαταστάθηκε από τον Μιχαήλ Στʼ, για να τυφλωθεί τελικά με αυτοκρατορικό διάταγμα το 1057.  Από τους  δυο γιους του Βρυέννιου,  σημαντικότερος ήταν ο Νικηφόρος, ο οποίος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διάρκεια της βασιλείας του Ρωμανού Δʼ και του Μιχαήλ Ζʼ. Επαναστάτησε μάλιστα εναντίον του τελευταίου, αλλά ο Νικηφόρος Γʼ ο Βοτανειάτης, κατόρθωσε  να καταλάβει πρώτος τον θρόνο το 1078, και έστειλε εναντίον του τον στρατηγό Αλέξιο Κομνηνό (τον μελλοντικό Αλέξιο Αʼ, 1081-1118) ο οποίος τον νίκησε και τον τύφλωσε.
Ο Νικηφόρος Βρυέννιος[10], σύζυγος της Άννα Κομνηνής, ο συγγραφέας της Ύλης Ιστορίας, ήταν εγγονός ετούτου του Νικηφόρου. Γεννήθηκε γύρω στο 1080, και 16 -17 χρόνων παντρεύτηκε την κόρη του πρώην στρατηγού Αλέξιου Κομνηνού και νυν αυτοκράτορα, Αλεξίου Αʼ, Άννα. Του απενεμήθησαν ποικίλοι αυλικοί τίτλοι, με κορυφαίο εκείνον του καίσαρα, την περίοδο 1109-1110 και ο αυτοκράτορας  του εμπιστεύτηκε σημαντικές στρατιωτικές αποστολές στις αυτοκρατορικές εκστρατείες. Διηύθυνε μάλιστα την άμυνα της Κωνσταντινουπόλεως εναντίον του στρατού του Γοδεφρείδου της Μπουιγιόν  στην διάρκεια της Πρώτης Σταυροφορίας  το 1097, ενώ το 1116 ηγήθηκε της εκστρατείας των Βυζαντινών εναντίον του Σελτζούκου  σουλτάνου του Ικονίου.

Όταν από τα μέσα της δεκαετίας του 1110 έγινε εμφανές ότι η υγεία του αυτοκράτορα Αλέξιου Α’ επιδεινωνόταν,  στην αυλή του σχηματίστηκε ένα «κόμμα» εναντίον  του νόμιμου διαδόχου του Ιωάννη, σε σχέση με την  άνοδό του στο θρόνο, μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα. Οι ηγηθέντες  της εναντίον του Ιωάννη παράταξης, πρωτότοκος θυγατέρα του Αλέξιου Α’, Άννα η Κομνηνή και η αυτοκράτειρα Ειρήνη η Δούκαινα, σύζυγος του Αλέξιου Α’ και μητέρα της Άννας και του Ιωάννη, απέτυχαν στις προσπάθειές τους να μεταπείσουν τον αυτοκράτορα Αλέξιο, με αποτέλεσμα, μετά τον θάνατο του τελευταίου, το 1118, ο Ιωάννης Βʼ ο Κομνηνός, να στεφθεί ως ο νέος αυτοκράτορας.

Ο σύζυγος της Άννας Κομνηνής,  Νικηφόρος Βρυέννιος, δεν έδειξε ενδιαφέρον ανάλογο με εκείνο της συζύγου του και της πεθεράς του, για τον ρόλο του υποψήφιου διαδόχου του χηρεύοντος θρόνου, του αυτοκράτορα Αλέξιου Α’, καθώς ήταν αφοσιωμένος σε ετούτον και σεβάστηκε την καθιερωμένη διαδικασία: την άνοδο δηλαδή άρρενος τέκνου του Αλέξιου Α΄, τον Ιωάννη. Η Άννα όμως προχώρησε και χωρίς τη βοήθειά του στη συνωμοσία  εναντίον του αδερφού της, γεγονός που αποδεικνύει ότι ήταν αποφασισμένη να παλέψει για το δικαίωμά της στο θρόνο, ως πρωτότοκος. Παρά τα οδυνηρά γεγονότα στα οποία ενεπλάκη η σύζυγός του, Άννα Κομνηνή, ο Νικηφόρος Βρυέννιος, όχι μόνο δεν περιέπεσε στη δυσμένεια του Ιωάννη Β’, αλλά συμμετείχε ενεργά στις εκστρατείες του, μέχρις ότου σε μία από αυτές, στα μέσα της δεκαετίας του 1130, αρρώστησε και πέθανε. Ο Νικηφόρος Βρυέννιος[11] πέθανε το έτος 1137.  Η αποτυχία όμως της συνωμοσίας των δύο, θυγατέρας και μητρός,  τις οδήγησε σε απομόνωση, στην Ιερά μονή της Κεχαριτωμένης στην Κωνσταντινούπολη, μετά από τον θάνατο του Νικηφόρου Βρυέννιου.

Το έργο του Ν. Βρυέννιου: Ενόσω η Άννα Κομνηνή, συνωμοτούσε εναντίον του αδελφού της Ιωάννη, ο Νικηφόρος Βρυέννιος συνέχισε την ενασχόλησή του με τα γράμματα, έγραψε ένα ιστορικό έργο για τον Αλέξιο Κομνηνό και επιδόθηκε επιπλέον στη διατριβή φιλοσοφικών και ρητορικών πραγματειών. Κυριότερο έργο του είναι η Ύλη Ιστορίας[12], όπου ο Νικηφόρος Βρυέννιος στηρίζεται σε προφορικές κυρίως μαρτυρίες, από το οικογενειακό του περιβάλλον και με έμφαση αναφέρεται στην ιστορία των Κομνηνών, των Δουκών και των Βρυεννίων.

Η Ύλη Ιστορίας γράφεται από τον Νικηφόρο Βρυέννιο με την υπόδειξη της πεθεράς του, αυτοκράτειρας, Ειρήνης της Δούκαινας, την δεκαετία του 1110.  Στόχος του έργου ήταν να καταγραφεί κυρίως η δράση του Αλεξίου Αʼ. Το έργο που δεν ολοκληρώνεται την εποχή του θανάτου του Αλεξίου Αʼ, συνεχίζεται και μετά το 1118, χωρίς ωστόσο να ολοκληρωθεί[13] ποτέ.  Η γλώσσα του έργου Ύλη Ιστορίας είναι απλή, με συχνή χρήση εκφράσεων της καθομιλουμένης, τις οποίες απέφευγαν οι περισσότεροι λόγιοι και συγγραφείς του Βυζαντίου. Παρόμοια με πολλούς άλλους συγγραφείς της εποχής του, χρησιμοποιεί ιστορικά παραδείγματα από την αρχαιότητα, αρχαία τοπωνύμια -αντί των συγχρόνων της  εποχής του-, και υποστηρίζει τη συμμετοχή του θείου στη διαμόρφωση της ιστορίας. Ως αριστοκράτης, δεν ενδιαφέρεται για τις κοινωνικές συνθήκες των κατοίκων του Βυζαντίου, και εξυμνεί τα κατορθώματα της τάξης του, υπερβάλλοντας ή και παραποιώντας κάποια από τα γεγονότα[14]. Ο ίδιος αποκαλεί το σύγγραμμά του Ύλη Ιστορίας, γιατί το θεωρεί ως ακατέργαστη  ύλη, από την οποία θα μπορεί  να αντλήσει ο όποιος λόγιος, ο οποίος θα καταγράψει τα καθαυτού γεγονότα και δε θα περιοριστεί στην περιγραφή τους όπως ο ίδιος.

Η ύλη της Ύλης Ιστορίας χωρίζεται σε ένα προοίμιο (αμφισβητείται η πατρότητά του) και 4 βιβλία. Στο προοίμιο (δεν έχει σωθεί ολόκληρο) εξιστορείται η κατάσταση στην αυτοκρατορία μετά την άνοδο στο θρόνο του Νικηφόρου Γʼ (1078) εν συντομία και επίσης οι λόγοι για τους οποίους ήταν αναγκαία η επανάσταση του Αλεξίου Αʼ, το 1081[15]. Την ύλη ετούτη χρησιμοποίησε η Άννα Κομνηνή σαν πρόλογο στην Αλεξιάδα[16].

Tο έργο της Άννας Κομνηνής, Αλεξιάς: Εκείνο που ξεχωρίζει την Άννα Κομνηνή στο ιστορικό προσκήνιο της εποχής της είναι η συγγραφή του βιβλίου της Αλεξιάς, που το αφιερώνει στον πατέρα της, Αλέξιο Κομνηνό, τον οποίο στο 1.1.1 βιβλίο της τον περιγράφει ως «φιλοπόλεμο νεανίσκο»: «…τὸ ξίφος αὐτοῦ μεθύσει ἀφ’ αἵματος· οὕτως ἦν φιλοπόλεμος ὁ νεανίσκος.». Είναι έργο με ιστορικό περιεχόμενο στην αττικίζουσα γλώσσα και με πρότυπα τον ‘πατέρα της Ιστορίας’ Θουκυδίδη και τον Πολύβιο.  Χαρακτηριστικά του  Αλεξιάς είναι  αφενός η καλή διαχείριση της γλώσσας των λογίων της εποχής, από τη συγγραφέα και αφετέρου  οι πληροφορίες για την Βυζαντινή Αυτοκρατορία του μεσαίωνα. Πέρα από τις πληροφορίες πολιτικής και στρατιωτικής υφής, η Άννα Κομνηνή παρουσιάζει με δεξιότητα τις αντιλήψεις της Ανατολής και της Δύσης στις αρχές του 12ου αι. και τη σύγκρουση αυτών.

Στον Πρόλογο του έργου της Αλεξιάς, η συγγραφέας  καλύπτει τα γεγονότα  της περιόδου 1069-1180.  Σε ετούτο πιστεύεται ότι βασίζει ο Καβάφης το ποίημα του Άννα Κομνηνή.

Η Άννα Κομνηνή, του Κ. Καβάφη

Στον πρόλογο της Αλεξιάδας της θρηνεί,

για την χηρεία της η Άννα Κομνηνή. 

 

Εις ίλιγγον είν΄η ψυχή της. «Και

ρείθροις δακρύων», μας λέγει,  «περιτέγγω  

τους οφθαλμούς….. Φευ των κυμάτων» της ζωής της,

«φευ των επαναστάσεων». Την καίει η οδύνη

«μέχρις οστέων και μυελών και μερισμού ψυχής».

Ας υπογραμμιστεί εδώ ότι ήταν δύσκολη η εντόπιση του «Προοιμίου» του έργου Αλεξιάς, ώστε να εντοπιστούν στη συνέχεια  οι   μικρές φράσεις που αποτελούν τον πυρήνα, την ουσία,  του παραπάνω ποιήματος του Καβάφη: «Και ρείθροις δακρύων», «περιτέγγω  τους οφθαλμούς….. Φευ των κυμάτων», «φευ των επαναστάσεων», «μέχρις οστέων και μυελών και μερισμού ψυχής». Συμφωνεί κανείς απόλυτα με τις παρατηρήσεις του ποιητή, σε σχέση με τη θέση της επαναστάτριας Άννας Κομνηνής, η οποία δεν ήθελε να αποδεχθεί, ότι μολονότι ήταν το πρωτότοκο τέκνο του Αλεξίου Α’, ως θήλυ,  ήταν επιτακτική η ανάγκη   να παραμεριστεί από το θρόνο, και να ανέλθει σε ετούτον, ο αδελφός της Ιωάννης.   Όπως ήδη αναφέρθηκε οι αρχόντισσες του Βυζαντίου ήταν καταδικασμένες να ζούνε στο περιθώριο της εξουσίας. Ο ρόλος τους περιοριζόταν στα αγαθοεργά έργα και κυρίως προς τα μοναστήρια. Η Άννα Κομνηνή είχε λάβει υψηλή μόρφωση, όπως ήδη διαπιστώθηκε σε ετούτο το πόνημα και κυρίως από το τη συγγραφή του έργου της, Αλεξιάς, και ετούτη ήταν που την προώθησε να επιχειρήσει και να παλέψει για το δικαίωμά της ως  πρωτότοκος της αυτοκρατορικής οικογένειας.  Δεν δίστασε λοιπόν να επαναστατήσει ενάντια στην απόφαση του πατέρα της, παραμερίζοντας όχι μονάχα την απόφασή του για την άνοδο του Ιωάννη στο θρόνο του αυτοκράτορα, αλλά και τον Νικηφόρο Βρυέννιο τον σύζυγό της, που ήταν επίσης εκλεγμένος για το ρόλο ετούτο από τον Αλέξιο Α’.  Και εδώ διαπιστώνει κανείς ότι η Άννα Κομνηνή δεν είχε πολλές εκλογές -προφανώς και η μητέρα της Ειρήνη Δούκαινα-, καθώς θα πρέπει και ετούτη να έτρεφε  αρνητικά συναισθήματα  έναντι του συζύγου της Αλέξιου, για τη στάση του απέναντι στα θήλεα της αυτοκρατορικής οικογενείας. Όμως αυτή ήταν η θέση της γυναίκας στο Βυζάντιο και κάθε προσπάθεια,  που υπερέβαινε τα όρια του βυζαντινού κοινωνικού κατεστημένου για την αρχόντισσα, δεν μπορούσε παρά να θεωρηθεί τεχνικά ή και στην πραγματικότητα,  επανάσταση ή συνομωσία.

Η Άννα λοιπόν θρηνεί στο προοίμιο του Αλεξιάς, τον άντρα της καίσαρα Νικηφόρο Βρυέννιο, αλλά και τον πατέρα της Αλέξιο Α’ στο τελευταίο κεφάλαιο του έργου της[17], παρά το γεγονός ότι πολλά είχαν μεσολαβήσει ανάμεσά τους. Αναρωτιέται κανείς αν όλα ετούτα τα δάκρυα έχουν σχέση με την υπόθεση της συγγραφής του Αλεξιάς και την αποδοχή της. Είχε αλήθεια η Άννα Κομνηνή το σθένος να σταθεί υψηλά και να εκθέσει αντικειμενικά και μόνο τα γεγονότα ως είχαν; Και αν είναι έτσι γιατί δεν αναφέρεται στη συνομωσία της κατά του Ιωάννη; Μήπως πρόκειται για  καταγραφή των κατ’ ευφημισμόν μόνο, αισθημάτων της ή   συμπεριφοράς ή και  λόγων, αν όχι μία προσεκτική και συστηματική συγκάλυψη  των συναισθημάτων της και της μητέρας της;  Καθότι ο καίσαρας Νικηφόρος Βρυέννιος όχι μόνο δεν σεβάστηκε τον Αλέξιο Α’, που τον είχε εκλέξει για σύζυγο της θυγατέρας του Άννας Κομνηνής,  για την απόφασή του σχετικά με την εκλογή του διάδοχου του για τον αυτοκρατορικό  θρόνο του, αλλά το απέδειξε δις, ότι ήταν αληθινά έντιμος  και πιστός στον γυναικαδελφό του, τον Ιωάννη ώστε να τον ακολουθήσει σε όλες τις εκστρατείες του, ώσπου τελικά και αρρώστησε και έχασε τη ζωή του.  Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η υπέρμετρα φιλόδοξη Άννα Κομνηνή, που επιδόθηκε  στην κατάληψη του θρόνου έστω και δια συνομωσίας, δεν μπορεί παρά να υποκρίνεται στα γραπτά της, για αμφότερους τους άντρες της ζωής της: τον πατέρα της και τον σύζυγό της! Αυτή η ‘γνήσια γραικιά’, όπως την αποκαλεί ο Καβάφης ήταν μία πραγματική επαναστάτρια και επομένως μία πρωτοπόρος στη για τα δεδομένα στην εποχή της αφού τόλμησε να επαναστατήσει εναντίον της απόφασης του αυτοκράτορα – πατρός της.

Έχοντας γνωρίσει τα γεγονότα και την εξέλιξή τους,  στο αυτοκρατορικό σκηνικό της επικράτειας του Αλεξίου του Α’,  καταλαβαίνει κανείς την ότι η Άννα Κομνηνή θα πρέπει να πέρασε μέσα από όλα αυτά τα στάδια της απογοήτευσης του πόνου και της απόρριψης,  όταν ο σύζυγός της Ν. Βρυέννιος απέρριψε την πρότασή της να συνωμοτήσει μαζί της από κοινού, εναντίον του αδερφού της Ιωάννη. Ο Ν.Βρυέννιος απέδειξε ότι δεν ενδιαφερόταν να καταλάβει την εξουσία του αυτοκράτορα.  Ήταν ευαίσθητος και αφοσιωμένος στους Αλέξιο και Ιωάννη προς μεγίστη πιθανός απογοήτευση της συζύγου του Άννα Κομνηνής.   Εκείνο που δε φαίνεται καθαρά είναι ότι ο Ν. Βρυέννιος ο μάλλον αφοσιωμένος στον Αλέξιο τον Α’, σεβάστηκε την απόφασή του Αλέξιου να ορίσει ως διάδοχό του τον γιο του Ιωάννη και ίσως ακόμα και να του ορκίστηκε αφοσίωση προς ετούτον. Γιατί πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί η αφοσίωσή του στον Ιωάννη και η συμμετοχή του στις εκστρατείες του.

Η Άννα θυγατέρα του αυτοκράτορα Αλέξιου και σύζυγος του καίσαρα Ν. Βρυέννιου,  μετά τον θάνατο του Ν. Βρυέννιου κλείστηκε μαζί με την μητέρα της-αυτοκράτειρα σε μοναστήρι, που ήταν παράλληλα μία φυσική εξέλιξη της χηρείας τους, αποδεκτή από την Βυζαντινή παράδοση[18].  Σε ετούτο τον ειρηνικό χώρο μπόρεσε να συγκεντρωθεί και να γράψει το έργο της Αλεξιάς, που την έκανε αθάνατη.

Βιβλιογραφία

Κρουμπάχερ Καρλ, Ιστορία της βυζαντινής λογοτεχνίας (Geschichte der byzantinischen Literatur von Justinian bis zum Ende des Ostroemischen Reiches (1897), ελληνική μετάφραση Γεώργιος Σωτηριάδης, Αθήνα 1900

Ντιλ Σαρλ, Βυζαντινές μορφές, Δελφοί, Αθήνα ά. χ.

Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος- Λαρούς- Μπριτάννικα, τ. 15, Αθήνα 1996

Χριστοφιλοπούλου Αικατερίνη, Βυζαντινή Ιστορία, έκδοση Γ΄, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1996.

Annae Comnenae ALEXIAS, Pars  Prior, Prolegomena Et Textus, Copyright 2001 by Walter de Gruyter GmbH & Co. KG. D. 10785 Berlin, Printed in Germany, ΙΙΙ,

Άννα Κομνηνή,  Αλεξιάς (Προοίμιο) από Βικιθήκη

Δαράκη Πέπη, Το όραμα της ισοτιμίας της γυναίκας,  Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1995, σ. 49.

Βρυέννιος Νικηφόρος,  Ύλη Ιστορίας (πρωτότυπο κείμενο και μετάφραση Δέσπ.Τσουκλίδου, εκδόσεις “Κανάκη”)

Ηλεκτρονικό Λεξικό της Ελληνικής 2013 (greek greek.enacademic). Dictionary of Greek. 2013

Σταυρόπουλος Βαγγέλης, [Αντί-γραφή ια] Βυζαντινά ιδεολογικά αδιέξοδα ή η Ιστορία ως εκκρεμότητα (α΄), Πηγή: Αντίφωνο, δημοσιεύτηκε την 29 Μαΐου 2014.

Πικρός Γιώργης,  Κ. Π. Καβάφης, 1863-1933, Σύντομο βιογραφικό σημείωμα (από το βιβλίο: Κ. Π. Καβάφης, ποιήματα, Παρουσίαση Γιώργη Πικρού, Εκδόσεις Γιάννη Οικονόμου (Δεν υπάρχει χρόνος έκδοσης) Στο ίδιο βιβλίο γράφουν επίσης:

Ξενόπουλος Γρηγόριος, Ένας ποιητής, αυτόθι.

Νιρβάνας Παύλος, Πώς τον βλέπω, αυτόθι.

Καβάφης, Νέοι Πρωτοπόροι  (Το πιο προοδευτικό περιοδικό της Ελληνικής Νεολαίας ( Σ.ε.ε.), αυτόθι.

Χάρης Πέτρος, Η Ευθύνη μιας γενεάς. αυτόθι.

Θρύλος Άλκης, Μερικές εντυπώσεις από το έργο του Καβάφη, αυτόθι.

Savidis G.P.: Cavafy, Gibbon and Byzantium, 1966, In Μικρά καβαφικά, Α’ Ερμής, 1985.

Beck Hans-Georg, Η Βυζαντινή Χιλιετία, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Μετάφραση Δημοσθένης Κουρτοβικ, Γ’ Έκδοση , Αθήνα 2000, σσ. 15-16.

Ραγκαβής Κλέων, Ιουλιανός ο Παραβάτης (αποσπάσματα), Ιουλιανός ο Παραβάτης, Προλεγόμενα, «Ιουλιανός ο Παραβάτης. Ποίημα δραματικόν εις μέρη πέντε υπό Κλέωνος Ρ. Ραγκαβή, Γενικού Προξένου της Ελλάδος εν Ρωμανία, Αθήνησιν, εκ του τυπογραφείου Πέτρου Περρή, 1877 (σσ. θ΄-ι΄, ιζ΄-κζ΄ [από τα «Προλεγόμενα»] και 1-15 [απόσπασμα από την Α΄ Σκηνή του Α΄ Μέρους])». A new Anthology of Modern Greek Language (19th-20th century (www.greek-languge.gr, Portal for the Greek language- Modern Greek Literature) (Encyclopaedia Britannica TITLE: “Henrik Ibsen (Norwegian dramatist and poet)…drama on the Roman emperor Julian the Apostate had long been on his mind; he finished it in 1873 under the title Kejser og Galilaeer (Emperor and Galilean).

Νικηφόρος Βρυέννιος, Ύλη Ιστορίας, Δίγλωσση Έκδοση (Νέα Ελληνικά και Βυζαντινά Ελληνικά, Μετάφραση: Δέσποινα Τσουκλιδου, Εισαγωγή-Σχόλια: Δημήτρης Τσουγκαράκης, Εκδόσεις: Κανάκη, Έτος έκδοσης: 1996,Έτος πρώτης έκδοσης: Ξεκίνησε να γράφεται λίγο πριν από το θάνατο του Αλεξίου Αʼ(1118) και ολοκληρώθηκε μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα. Πρώτη έντυπη έκδοση 1661,Διαστάσεις: 20,5 x 14,5 cm, Αριθμός σελίδων: 328, ISBN: 960-7420-29-2

………………………………………………………………………………………………

Υποσημειώσεις

[1] Γιώργης Πικρός,  Κ. Π. Καβάφης, 1863-1933, Σύντομο βιογραφικό σημείωμα, από το βιβλίο: Κ. Π. Καβάφης, ποιήματα, Παρουσίαση Γιώργη Πικρού, Εκδόσεις Γιάννη Οικονόμου, σσ. 7-8 (Δεν υπάρχει χρόνος έκδοσης, στο περί ου ο λόγος, βιβλίο. Από τον πρόλογο του Γ. Πικρού μαθαίνουμε ότι το συγκεκριμένο βιβλίο, γράφτηκε πενήντα χρόνια μετά τον θάνατο του Κ. Καβάφη).

[2]Γιώργης Πικρός,  Κ. Π. Καβάφης, 1863-1933, Σύντομο βιογραφικό σημείωμα, από το βιβλίο: Κ. Π. Καβάφης, ποιήματα, Παρουσίαση Γιώργη Πικρού, Εκδόσεις Γιάννη Οικονόμου, σ. 7.

[3] Άλκης Θρύλος, Μερικές εντυπώσεις από το έργο του Καβάφη, από το βιβλίο: Κ .Π. Καβάφης, ποιήματα, Παρουσίαση Γιώργη Πικρού, Εκδόσεις Γιάννη Οικονόμου, σ. 38.

[4]  Άλκης Θρύλος, αυτόθι, σ.37.

[5] Καβάφης, Νέοι Πρωτοπόροι  (Το πιο προοδευτικό περιοδικό της Ελληνικής Νεολαίας ( Σ.ε.ε.), Κ .Π. Καβάφης, ποιήματα, Παρουσίαση Γιώργη Πικρού, Εκδόσεις Γιάννη Οικονόμου,σ.41

[6] Οι δώδεκα τόμοι του έργου του Edward Gibbon The Decline and Fall στην έκδοση του 1820, φέρουν σημειώσεις του Κ. Καβάφη όχι μόνο στα περιθώρια των βιβλίων  αλλά και σε χωριστές σημειώσεις που επίσης φέρουν τα αρχικά του δικού του ονοματεπώνυμου. Αυτές οι σημειώσεις φέρουν επάνω τους χρονολογίες που συμπεριλαμβάνονται στο διάστημα μεταξύ  του 1896 και 1899 και αποκαλύπτουν επιπλέον τα ερεθίσματα που ένιωσε ο Καβάφης μελετώντας το έργο του Gibbon. Και αιτία αυτών των ερεθισμών του Kαβάφη είναι (“-as one may well imagine-” γράφει ο Σαββίδης ), η στάση του Gibbon έναντι της Ρώμης και του Χριστιανισμού, G.P. Savidis: Cavafy, Gibbon and Byzantium, 1966, In Μικρά καβαφικά, Α’ Ερμής, 1985.

Ο Hans-Georg Beck αναφερόμενος  στην χρήση της έννοιας «παρακμή» «…ως η λέξη κλειδί για την κατανόηση του Βυζαντίου» για ολόκληρες γενιές,  λέει ότι   ο Edward Gibbon, «θεωρείται  συνήθως  υπεύθυνος για την αντοχή αυτής τη έννοιας  σε σχέση με το Βυζάντιο», και προσθέτει ότι δεν είναι ο μόνος υπεύθυνος.  Hans-Georg Beck, Η Βυζαντινή Χιλιετία, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Μετάφραση Δημοσθένης Κουρτοβικ, Γ’ Έκδοση , Αθήνα 2000, σσ. 15-16.

[7] A new Anthology of Modern Greek Language (19th-20th century (www.greek-languge.gr, Portal for the Greek language- Modern Greek Literature) Ραγκαβής Κλέων, Ιουλιανός ο Παραβάτης (αποσπάσματα), Ιουλιανός ο Παραβάτης, Προλεγόμενα, «Ιουλιανός ο Παραβάτης. Ποίημα δραματικόν εις μέρη πέντε υπό Κλέωνος Ρ. Ραγκαβή, Γενικού Προξένου της Ελλάδος εν Ρωμανία, Αθήνησιν, εκ του τυπογραφείου Πέτρου Περρή, 1877 (σσ. θ΄-ι΄, ιζ΄-κζ΄ [από τα «Προλεγόμενα»] και 1-15 [απόσπασμα από την Α΄ Σκηνή του Α΄ Μέρους])».

[8]Στην Encyclopaedia Britannica TITLE: αναφέρεται: “Henrik Ibsen (Norwegian dramatist and poet)…drama on the Roman emperor Julian the Apostate had long been on his mind; he finished it in 1873 under the title Kejser og Galilaeer (Emperor and Galilean), but in a ten-act form too diffuse and discursive for the stage”. Emperor and Galilean (in Norwegian: Kejser og Galilæer) είναι ένα δράμα γραμμένο από τον Henrik Ibsen. Παρά το γεγονός ότι είναι έν από τα λογότερο γνωστά έργα του Ibsen  ο ίδιος σε αρκετές περιπτώσεις δήλωσε για το δράμα του   Emperor and Galilean ως το σημαντικότερο έργο του. Το Emperor and Galilean γραμμένο σε δύο μέρη (το ένα συμπληρώνει το άλλο) με πέντε πράξεις το κάθε μέρος, είναι το μακρότερο έργο του  Ibsen. Και θέμα του είναι ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Αποστάτης.  Το δράμα καλύπτει την περίοδο 351–363. Ο Ιουλιανός 331-363, ήταν ο τελευταίος μη Χριστιανός αυτοκράτορας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η επιθυμία του ήταν να φέρει την αυτοκρατορία πίσω στις αξίες της αρχαίας Ρώμης.» Μετάφραση από το αγγλικό κείμενο (από τη συγγραφέα του κειμένου).

[9] Το 1081, ο αυτοκράτορας Αλέξιος Ι Κομνηνός (1081-1118), προτού να πάει στον πόλεμο, παρουσίασε ένα βασιλικό διάταγμα που έφερε την σφραγίδα του αυτοκράτορα, περνώντας στην μητέρα του Άννα Δαλασσηνή όλες  τις αυτοκρατορικές εξουσίες. Επίσης για την Άννα Δαλασσηνή στο Αλεξιάς, της Άννας Κομνηνής, βιβλίο 2, παράγραφοι: 2.5.1-2.5.9.

[10] Καρλ Κρουμπάχερ, Ιστορία της βυζαντινής λογοτεχνίας (Geschichte der byzantinischen Literatur von Justinian bis zum Ende des Ostroemischen Reiches (1897), ελληνική μετάφραση Γεώργιος Σωτηριάδης, Αθήνα 1900 / Σαρλ Ντιλ, Βυζαντινές μορφές, Δελφοί, Αθήνα ά. χ. /  Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος- Λαρούς- Μπριτάννικα, τ. 15, Αθήνα 1996 / Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή Ιστορία, έκδοση Γ΄, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1996.

Στον πρόλογο του έργου Αλεξιάς η Α. Κομνηνή,   πλέκει το εγκώμιο του συζύγου της Νικηφόρου Βρυέννιου,  αναφερόμενη στην εμφάνισή του, στις συγγραφικές του ικανότητες και τις αναφορές του στον Αλέξιο Α’, τον πατέρα της, στη συμμετοχή του στις εκστρατείες υπέρ του αδερφού της Ιωάννη, και τους λόγους για τους οποίους αρρώστησε και πέθανε: («ΙΙΙ.  (1)… και ο καίσαρ Νικηφόρος, εις των Βρυεννίων σειράν αναγόμενος, ανήρ και κάλλους υπερβολή  και συνέσεως ακρότητι… (2) ην μεν ουν εν πάσιν επιφανέστατος, συνεστράτευσε  δ΄ Ιωάννη τω αυτοκράτορι εμώ αδελφώ … αλλ’ ο γε καίσαρ ουκ ειδώς αμελείν του λόγου και εν κόποις και εν πόνοις, συνέγραφε μεν και άλλα τε συγγράμματα  μνήμης και λόγου άξια, προείλετο δε μάλιστα τα κατά τον Αλέξιον τον αυτοκράτορα Ρωμαίων και εμόν πατέρα συγγράψας εξ επιταγής της βασιλίδος και εν βίβλοις ενθείνα  τις πράξεις της βασιλείας αυτού… (3)…. (4)… αλλά μέχρι τούτων ελθών, καθάοερ είπον, και το σύγγραμμα σχεδιάσας και ημιτελές εκ της τηςρορίας  κομίσας ημίν, συναπεκόμισεν, οίμοι, και θανάσιμον νόσημα, τάχα εκ της απείρου κακοπαθείας…, και πόνοι ανένδοτοι, προς δε και αέρων ανωμαλίαι τε και κακότητες ποτήριον αυτώ θανάσιμο εκεράσαιτο…»), Annae Comnenae ALEXIAS, Pars  Prior, Prolegomena Et Textus, Copyright 2001 by Walter de Gruyter GmbH & Co. KG. D. 10785 Berlin, Printed in Germany, ΙΙΙ,  σσ. 7-8.

[11] Νικηφόρου του Βρυεννίου Ιστοριών Βιβλία Δ’.

[12]Ύλη Ιστορίας είναι χωρισμένη σε τέσσερα βιβλία. Ουσιαστικά πρόκειται για σύγγραμμα με  απομνημονευματικό χαρακτήρα (πρωτότυπο κείμενο και μετάφραση Δέσπ.Τσουκλίδου) εκδόθηκε από τις εκδόσεις “Κανάκη”).

[13] Ολοκληρώνεται όμως από την Άννα την Κομνηνή, στο έργο της  Αλεξιάς.

[14]Π.χ.  ο ρόλος του Μιχαήλ Δούκα στη μάχη του Ματζικέρτ το 1071, ήταν προδοτικός όπως φαίνεται από το κείμενο του Ατταλειάτη, εδώ είναι άκρως ηρωικός. Ποιος είναι ο Ατταλειάτης; Ατταλειάτης, Μιχαήλ: (Αττάλεια αρχές 11ου αι. – Κωνσταντινούπολη περ. 1080). Βυζαντινός ιστορικός και νομικός. Γνωστός είναι κυρίως για την Ιστορία του, που καλύπτει την περίοδο από το 1034 έως το 1079, δηλαδή τα χρόνια των εσωτερικών ταραχών και των εξωτερικών δοκιμασιών που προηγούνται της δυναστείας των Κομνηνών. Το έργο του, που βασίζεται σε προσωπικές παρατηρήσεις, είναι αξιόλογη πηγή για την εποχή. Στην πάλη ανάμεσα στην πολιτική και στρατιωτική αριστοκρατία, ο Α. τάσσεται με την τελευταία και αποκτά ξεχωριστή θέση στην αυλή στα χρόνια της σύντομης και τραγικής βασιλείας του Ρωμανού Δ’ του Διογένη (1068-1071), που παρουσιάζει το έργο του εκτενέστερα, αλλά και λιγότερο αντικειμενικά. Αξιόλογη είναι και η φιλανθρωπική δράση του Α.: ιδρύει μονές και πτωχοκομείο, και τα καταστατικά της λειτουργίας τους, που έχει συντάξει ο ίδιος, είναι πολύτιμες πηγές για τον πολιτισμό γενικά της εποχής του, Ηλεκτρονικό Λεξικό της Ελληνικής 2013 (greek greek.enacademic). Dictionary of Greek. 2013.

[15] Ο Αλέξιος Α’ Κομνηνός, που αναλαμβάνει πραξικοπηματικά την εξουσία (1081) «…στέλνοντας τον γηραιό προκάτοχό του Νικηφόρο Βοτανειάτη (1078-1081) ντυμένο καλόγηρο στη Μονή της Περιβλέπτου, είχε να αντιμετωπίσει ανοιχτά το στοίχημα της επιβίωσης του κράτους.  Αυτό το στοίχημα σήμαινε δύο πράγματα: α. το ιστορικό μάθημα του 11ου αι. έπρεπε να εμπεδωθεί τάχιστα και σε βάθος, γεγονός που συνεπαγόταν έναν εκ των πραγμάτων  άνευ προηγούμενου μετασχηματισμό της ιστορικής συνειδήσεως…. Το κόστος των επιλογών του θα σήμαινε την επιβίωση του Κράτους. β. ο τρόπος διακυβερνήσεως έπρεπε κατ’ αρχήν  να επιστρέψει σε μία δομική εσωστρέφεια…» Βαγγέλης Σταυρόπουλος, [Αντί-γραφή ια] Βυζαντινά ιδεολογικά αδιέξοδα ή η Ιστορία ως εκκρεμότητα (α΄), Πηγή: Αντίφωνο, δημοσιεύτηκε την 29 Μαΐου 2014.

[16] Αλεξιάς / Στο Βιβλίο 2: (2.1.1.)  η Άννα Κομνηνή ενημερώνει τους αναγνώστες της σχετικά με την καταγωγή του πατέρα της και τις δραστηριότητές του. Αναφέρει επίσης ότι για πολλές από τις πληροφορίες της βασίζεται στο έργο του συζύγου της, καίσαρα Νικηφόρου Βρυέννιου Ύλη Ιστορίας. «2.1.1 Ὅθεν μὲν οὖν ὁ αὐτοκράτωρ Ἀλέξιος ὥρμητο καὶ ἐξ οἵου γένους τὸν βουλόμενον εἰδέναι εἰς τὰς τοὐμοῦ Καίσαρος συγγραφὰς παραπέμπομεν· ἀλλὰ δὴ καὶ τὰ περὶ τοῦ βασιλέως Νικηφόρου τοῦ Βοτανειάτου ἐκεῖθεν ἑλκύσεται.» Μανουὴλ μὲν οὖν τὸν πρωτότοκον ἀδελφὸν Ἰσαακίου καὶ Ἀλεξίου καὶ τῶν λοιπῶν τῶν ἐξ Ἰωάννου τοῦ Κομνηνοῦ καὶ πρὸς πατρὸς ἐμοῦ πάππου κατηγμένων στρατηγὸν αὐτοκράτορα ἡ Ἀσία πάσα εἶχε τοῦ προβεβασιλευκότος Ῥωμανοῦ τοῦ Διογένους τοῦτον προχειρισαμένου, αὖθις δὲ καὶ τὸν Ἰσαάκιον δοῦκα ἡ Ἀντιόχου ἐκληρώσατο, πολλοὺς πολέμους καὶ μάχας ἀγωνισαμένους, πολλὰ δὲ καὶ τρόπαια κατὰ τῶν ἀντικειμένων στήσαντας. Καὶ μετ’ αὐτοὺς οὑμὸς πατὴρ Ἀλέξιος στρατηγὸς αὐτοκράτωρ προὐβέβλητο κατὰ τοῦ Οὐρσελίου παρὰ τοῦ τότε βασιλεύοντος Μιχαὴλ τοῦ Δούκα ἀποσταλείς. 2.1.2 Ὡς δὲ καὶ ὁ βασιλεὺς Νικηφόρος περιδέξιον τοῦτον περὶ τὰ πολεμικὰ ἐθεάσατο, ἀκηκοὼς δὲ καὶ ὅπως περὶ τὴν ἕω συνὼν τἀδελφῷ Ἰσαακίῳ ὑπὲρ τὸν αὐτοῦ χρόνον ἐν διαφόροις ἀγῶσιν ἐμπέπτωκεν ἀριστεὺς ἀναφανεὶς καὶ ὅπως τὸν Οὐρσέλιον κατετροπώσατο, διαφε ρόντως ἠγάπα καὶ τοῦ Ἰσαακίου οὐκ ἔλαττον.» κτλ

[17] Ωστόσο από το 15.11.1 βιβλίο του ιδίου κειμένου και ως το τέλος 15.11.24. περιγράφονται τα τελευταία στάδια της ασθένειας του Αλέξιου Α’ του αυτοκράτορα πατέρα της και τελικά ο θάνατός του και οι αντιδράσεις  της  οικογενείας συμπεριλαμβανόμενης της ιδίας και της μητέρας της. Με το ακόλουθο χωρίο  κλείνει η Άννα Κομνηνή το περίφημο έργο της Αλεξιάς : «15.11.22 Ἐπέσβη καὶ ὁ μέγιστος λύχνος, μᾶλλον δὲ ἡ πάμφωτος ἐκείνη σελήνη, τὸ μέγα τῆς ἀνατολῆς καὶ δύσεως πρᾶγμα καὶ ὄνομα, ἡ βασιλὶς Εἰρήνη. Καὶ μὴν ζῶμεν καὶ τὸν ἀέρα ἐμπνέομεν. Εἶτα ἄλλων ἐπ’ ἄλλοις κακῶν γεγονότων καὶ πρηστήρων μεγάλων καταιγισάντων ἡμᾶς, ἐπ’ αὐτὸ τὸ κορυφαιότατον τῶν κακῶν ἰδεῖν τοῦ καίσαρος θάνατον ἐπηλάθημεν καὶ τετηρήμεθα τοσαύταις κακῶν περιστάσεσι. Μετὰ γάρ τινας ἡμέρας τοῦ κακοῦ δυναστεύοντος καὶ τῆς τέχνης ἀπαγορευούσης, εἰς πέλαγος ἀθυμίας ἐμαυτὴν διαφεῖσα, τοῖς ὅλοις ἠγανάκτουν τοῦτο μόνον ὅτι καὶ ἡ ψυχή μου παρῆν ἐν τῷ σώματι. Καὶ εἰ μή, ὡς ἔοικεν, ἀδαμαντίνη τις ἦν ἢ ἄλλης τινὸς φύσεως διάπλασις …… καὶ ξενίζουσα, κἂν ἀπωλόμην εὐθύς. 15.11.23 Ζῶσα δὲ μυρίους θανάτους ἀπέθανον. Νιόβην <δ’ ἐκείνην> κατά τινων τερατευομένην ἀκούομεν ….. εἰς λίθον μεταβαλοῦσαν διὰ πένθος ….. Εἶτα καὶ μετὰ τὴν ἀμοιβὴν τὴν εἰς ἀναίσθητον φύσιν παραπέμπουσαν τὸ πάθος ἀθάνατον καὶ εἰς φύσιν ἀναίσθητον. Ἐγὼ δ’ ἄρα καὶ κακοπαθεστέρα ἐκείνης, ὅτι καὶ μετὰ τὰς μεγίστας καὶ ἐσχάτας τῶν συμφορῶν μεμένηκα οὕτως αἰσθησομένη καὶ ἄλλων. Ἦν ἄρα πρὸς πέτραν ἄψυχον ἀμει…… τα μου ἀπορέειν δακρύων ἔμενον …… οὕτως ἀναισθήτως ἔχουσα πρὸς τὰς συμφορὰς ….. Τοσαῦτα ὑπενεγκεῖν δεινὰ καὶ εἰς τὰ παλάτια ἐξ ἀνθρώπων ἐπεγείρεσθαί μοι ἀφόρητα κακὰ δυστυχέστερον καὶ τῶν τῆς Νιόβης κακῶν ….. μὲν μέχρι τοῦδε φθάσαντα τὰ δεινὰ τῆς …..ῶς ἔληξεν. 15.11.24 Ἤρκει ἂν ἐπ’ ἀμφοῖν τοῖν βασιλέοιν καὶ ἡ τοῦ καίσαρος συμφορὰ καὶ τὰ ἐκείνων παθήματα εἰς ἐκτριβὴν ἡμετέραν καὶ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος· νῦν δὲ ὥσπερ ποταμοί τινες ἐξ ὑψηλῶν ὀρῶν καταρρέοντες μο…..σί τε τὰ τῶν δυστυχημάτων ῥεύματα ….. ὡς εἰς μίαν χαράδραν συγκατακλύζουσαν …. τὴν ἐμὴν οἰκίαν. Τέλος γοῦν ὁ λόγος ἐχέτω, μὴ καὶ ἀναγράφοντες τὰ λυπηρὰ πλέον ἐμπικραινοίμεθα.»

[18] Σύμφωνα με τους ιστορικούς στο Βυζάντιο, ανάμεσα στις γυναίκες που άσχετα με το κοινωνικό τους επίπεδο κατέφευγαν στις μονές, υπήρξαν και  αρχόντισσες που είτε είχαν χηρέψει, είτε κατέφευγαν εκεί για να συγκεντρωθούν σε κάτι διαφορετικό ή καλύτερο, (παρόμοια όπως η Άννα Κομνηνή που κατέφυγε μαζί με τη μητέρα της αυτοκράτειρα Ειρήνη, στη Ιερά Μονή της Κεχαριτωμένης στην Κωνσταντινούπολη όπου και συνέγραψε την Αλεξιάδα).  Καθώς τα μοναστήρια του Βυζαντίου είχαν αποβεί κέντρα φιλανθρωπίας, πολλές αρχόντισσες χάριζαν στα μοναστήρια τις περιουσίες τους. Πέπη Δαράκη, Το όραμα της ισοτιμίας της γυναίκας,  Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1995, σ. 49.

[19] Το 1081, ο αυτοκράτορας Αλέξιος Ι Κομνηνός (1081-1118), προτού να πάει στον πόλεμο, με διάταγμα που έφερε τη σφραγίδα του αυτοκράτορα, πέρασε στην μητέρα του Άννα Δαλασσηνή, όλες  τις αυτοκρατορικές εξουσίες. Για την Άννα Δαλασσηνή δες στο Αλεξιάς, της Άννας Κομνηνής, βιβλίο 2, παράγραφοι: 2.5.1 – 2.5.9.

[20] Καρλ Κρουμπάχερ, Ιστορία της βυζαντινής λογοτεχνίας (Geschichte der byzantinischen Literatur von Justinian bis zum Ende des Ostroemischen Reiches (1897), ελληνική μετάφραση Γεώργιος Σωτηριάδης, Αθήνα 1900 / Σαρλ Ντιλ, Βυζαντινές μορφές, Δελφοί, Αθήνα ά. χ. /  Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος- Λαρούς- Μπριτάννικα, τ. 15, Αθήνα 1996 / Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή Ιστορία, έκδοση Γ΄, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1996.

Στον πρόλογο του έργου Αλεξιάς η Α. Κομνηνή,   πλέκει το εγκώμιο του συζύγου της Νικηφόρου Βρυέννιου,  αναφερόμενη στην εμφάνισή του, στις συγγραφικές του ικανότητες και τις αναφορές του στον Αλέξιο Α’, τον πατέρα της, στη συμμετοχή του στις εκστρατείες υπέρ του αδερφού της Ιωάννη, και τους λόγους για τους οποίους αρρώστησε και πέθανε: («ΙΙΙ.  (1)… και ο καίσαρ Νικηφόρος, εις των Βρυεννίων σειράν αναγόμενος, ανήρ και κάλλους υπερβολή  και συνέσεως ακρότητι… (2) ην μεν ουν εν πάσιν επιφανέστατος, συνεστράτευσε  δ΄ Ιωάννη τω αυτοκράτορι εμώ αδελφώ … αλλ’ ο γε καίσαρ ουκ ειδώς αμελείν του λόγου και εν κόποις και εν πόνοις, συνέγραφε μεν και άλλα τε συγγράμματα  μνήμης και λόγου άξια, προείλετο δε μάλιστα τα κατά τον Αλέξιον τον αυτοκράτορα Ρωμαίων και εμόν πατέρα συγγράψας εξ επιταγής της βασιλίδος και εν βίβλοις ενθείνα  τις πράξεις της βασιλείας αυτού… (3)…. (4)… αλλά μέχρι τούτων ελθών, καθάοερ είπον, και το σύγγραμμα σχεδιάσας και ημιτελές εκ της τηςρορίας  κομίσας ημίν, συναπεκόμισεν, οίμοι, και θανάσιμον νόσημα, τάχα εκ της απείρου κακοπαθείας…, και πόνοι ανένδοτοι, προς δε και αέρων ανωμαλίαι τε και κακότητες ποτήριον αυτώ θανάσιμο εκεράσαιτο…»), Annae Comnenae ALEXIAS, Pars  Prior, Prolegomena Et Textus, Copyright 2001 by Walter de Gruyter GmbH & Co. KG. D. 10785 Berlin, Printed in Germany, ΙΙΙ,  σσ. 7-8.

[21] Νικηφόρου του Βρυεννίου Ιστοριών Βιβλία Δ’.

[22] Σύμφωνα με τους ιστορικούς στο Βυζάντιο, ανάμεσα στις γυναίκες που άσχετα με το κοινωνικό τους επίπεδο κατέφευγαν στις μονές, υπήρξαν και  αρχόντισσες που είτε είχαν χηρέψει, είτε κατέφευγαν εκεί για να συγκεντρωθούν σε κάτι διαφορετικό ή καλύτερο, (παρόμοια όπως η Άννα Κομνηνή που κατέφυγε μαζί με τη μητέρα της αυτοκράτειρα Ειρήνη, στη Ιερά Μονή της Κεχαριτωμένης στην Κωνσταντινούπολη όπου και συνέγραψε την Αλεξιάδα).  Καθώς τα μοναστήρια του Βυζαντίου είχαν αποβεί κέντρα φιλανθρωπίας, πολλές αρχόντισσες χάριζαν στα μοναστήρια τις περιουσίες τους. Πέπη Δαράκη, Το όραμα της ισοτιμίας της γυναίκας,  Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1995, σ. 49.

[23] Η Ύλη Ιστορίας είναι χωρισμένη σε τέσσερα βιβλία. Ουσιαστικά πρόκειται για σύγγραμμα με  απομνημονευματικό χαρακτήρα (πρωτότυπο κείμενο και μετάφραση Δέσπ.Τσουκλίδου) εκδόθηκε από τις εκδόσεις “Κανάκη”).

[24] Ολοκληρώνεται όμως από την Άννα την Κομνηνή, στο έργο της  Αλεξιάς.

[25]Π.χ.  ο ρόλος του Μιχαήλ Δούκα στη μάχη του Ματζικέρτ το 1071, ήταν προδοτικός όπως φαίνεται από το κείμενο του Ατταλειάτη, εδώ είναι άκρως ηρωικός. Ποιος είναι ο Ατταλειάτης; Ατταλειάτης, Μιχαήλ: (Αττάλεια αρχές 11ου αι. – Κωνσταντινούπολη  περ. 1080). Βυζαντινός ιστορικός και νομικός. Γνωστός είναι κυρίως για την Ιστορία του, που καλύπτει την περίοδο από το 1034 έως το 1079, δηλαδή τα χρόνια των εσωτερικών ταραχών και των εξωτερικών δοκιμασιών που προηγούνται της δυναστείας των Κομνηνών. Το έργο του, που βασίζεται σε προσωπικές παρατηρήσεις, είναι αξιόλογη πηγή για την εποχή. Στην πάλη ανάμεσα στην πολιτική και στρατιωτική αριστοκρατία, ο Α. τάσσεται με την τελευταία και αποκτά ξεχωριστή θέση στην αυλή στα χρόνια της σύντομης και τραγικής βασιλείας του Ρωμανού Δ’ του Διογένη (1068-1071), που παρουσιάζει το έργο του εκτενέστερα, αλλά και λιγότερο αντικειμενικά. Αξιόλογη είναι και η φιλανθρωπική δράση του Α.: ιδρύει μονές και πτωχοκομείο, και τα καταστατικά της λειτουργίας τους, που έχει συντάξει ο ίδιος, είναι πολύτιμες πηγές για τον πολιτισμό γενικά της εποχής του, Ηλεκτρονικό Λεξικό της Ελληνικής 2013 (greek greek.enacademic). Dictionary of Greek. 2013.

[26] Ο Αλέξιος Α’ Κομνηνός, που αναλαμβάνει πραξικοπηματικά την εξουσία (1081) «…στέλνοντας τον γηραιό προκάτοχό του Νικηφόρο Βοτανειάτη (1078-1081) ντυμένο καλόγηρο στη Μονή της Περιβλέπτου, είχε να αντιμετωπίσει ανοιχτά το στοίχημα της επιβίωσης του κράτους.  Αυτό το στοίχημα σήμαινε δύο πράγματα: α. το ιστορικό μάθημα του 11ου αι. έπρεπε να εμπεδωθεί τάχιστα και σε βάθος, γεγονός που συνεπαγόταν έναν εκ των πραγμάτων  άνευ προηγούμενου μετασχηματισμό της ιστορικής συνειδήσεως…. Το κόστος των επιλογών του θα σήμαινε την επιβίωση του Κράτους. β. ο τρόπος διακυβερνήσεως έπρεπε κατ’ αρχήν  να επιστρέψει σε μία δομική εσωστρέφεια…» Βαγγέλης Σταυρόπουλος, [Αντί-γραφή ια] Βυζαντινά ιδεολογικά αδιέξοδα ή η Ιστορία ως εκκρεμότητα (α΄), Πηγή: Αντίφωνο, δημοσιεύτηκε την 29 Μαΐου 2014.

[27] Αλεξιάς / Στο Βιβλίο 2: (2.1.1.)  η Άννα Κομνηνή ενημερώνει τους αναγνώστες της σχετικά με την καταγωγή του πατέρα της και τις δραστηριότητές του. Αναφέρει επίσης ότι για πολλές από τις πληροφορίες της βασίζεται στο έργο του συζύγου της, καίσαρα Νικηφόρου Βρυέννιου Ύλη Ιστορίας. «2.1.1 Ὅθεν μὲν οὖν ὁ αὐτοκράτωρ Ἀλέξιος ὥρμητο καὶ ἐξ οἵου γένους τὸν βουλόμενον εἰδέναι εἰς τὰς τοὐμοῦ Καίσαρος συγγραφὰς παραπέμπομεν· ἀλλὰ δὴ καὶ τὰ περὶ τοῦ βασιλέως Νικηφόρου τοῦ Βοτανειάτου ἐκεῖθεν ἑλκύσεται.» Μανουὴλ μὲν οὖν τὸν πρωτότοκον ἀδελφὸν Ἰσαακίου καὶ Ἀλεξίου καὶ τῶν λοιπῶν τῶν ἐξ Ἰωάννου τοῦ Κομνηνοῦ καὶ πρὸς πατρὸς ἐμοῦ πάππου κατηγμένων στρατηγὸν αὐτοκράτορα ἡ Ἀσία πάσα εἶχε τοῦ προβεβασιλευκότος Ῥωμανοῦ τοῦ Διογένους τοῦτον προχειρισαμένου, αὖθις δὲ καὶ τὸν Ἰσαάκιον δοῦκα ἡ Ἀντιόχου ἐκληρώσατο, πολλοὺς πολέμους καὶ μάχας ἀγωνισαμένους, πολλὰ δὲ καὶ τρόπαια κατὰ τῶν ἀντικειμένων στήσαντας. Καὶ μετ’ αὐτοὺς οὑμὸς πατὴρ Ἀλέξιος στρατηγὸς αὐτοκράτωρ προὐβέβλητο κατὰ τοῦ Οὐρσελίου παρὰ τοῦ τότε βασιλεύοντος Μιχαὴλ τοῦ Δούκα ἀποσταλείς.» Η αφήγηση συνεχίζεται στο 2.1.2, κτλ.

[28] Ωστόσο από το 15.11.1 βιβλίο του ιδίου κειμένου και ως το τέλος 15.11.24. περιγράφονται τα τελευταία στάδια της ασθένειας του Αλέξιου Α’ του αυτοκράτορα πατέρα της και τελικά ο θάνατός του και οι αντιδράσεις  της  οικογενείας συμπεριλαμβανόμενης της ιδίας και της μητέρας της. Με το ακόλουθο χωρίο  κλείνει η Άννα Κομνηνή το περίφημο έργο της Αλεξιάς : «15.11.22 Ἐπέσβη καὶ ὁ μέγιστος λύχνος, μᾶλλον δὲ ἡ πάμφωτος ἐκείνη σελήνη, τὸ μέγα τῆς ἀνατολῆς καὶ δύσεως πρᾶγμα καὶ ὄνομα, ἡ βασιλὶς Εἰρήνη. Καὶ μὴν ζῶμεν καὶ τὸν ἀέρα ἐμπνέομεν. Εἶτα ἄλλων ἐπ’ ἄλλοις κακῶν γεγονότων καὶ πρηστήρων μεγάλων καταιγισάντων ἡμᾶς, ἐπ’ αὐτὸ τὸ κορυφαιότατον τῶν κακῶν ἰδεῖν τοῦ καίσαρος θάνατον ἐπηλάθημεν καὶ τετηρήμεθα τοσαύταις κακῶν περιστάσεσι. Μετὰ γάρ τινας ἡμέρας τοῦ κακοῦ δυναστεύοντος καὶ τῆς τέχνης ἀπαγορευούσης, εἰς πέλαγος ἀθυμίας ἐμαυτὴν διαφεῖσα, τοῖς ὅλοις ἠγανάκτουν τοῦτο μόνον ὅτι καὶ ἡ ψυχή μου παρῆν ἐν τῷ σώματι. Καὶ εἰ μή, ὡς ἔοικεν, ἀδαμαντίνη τις ἦν ἢ ἄλλης τινὸς φύσεως διάπλασις …… καὶ ξενίζουσα, κἂν ἀπωλόμην εὐθύς. 15.11.23 Ζῶσα δὲ μυρίους θανάτους ἀπέθανον. Νιόβην <δ’ ἐκείνην> κατά τινων τερατευομένην ἀκούομεν ….. εἰς λίθον μεταβαλοῦσαν διὰ πένθος ….. Εἶτα καὶ μετὰ τὴν ἀμοιβὴν τὴν εἰς ἀναίσθητον φύσιν παραπέμπουσαν τὸ πάθος ἀθάνατον καὶ εἰς φύσιν ἀναίσθητον. Ἐγὼ δ’ ἄρα καὶ κακοπαθεστέρα ἐκείνης, ὅτι καὶ μετὰ τὰς μεγίστας καὶ ἐσχάτας τῶν συμφορῶν μεμένηκα οὕτως αἰσθησομένη καὶ ἄλλων. Ἦν ἄρα πρὸς πέτραν ἄψυχον ἀμει…… τα μου ἀπορέειν δακρύων ἔμενον …… οὕτως ἀναισθήτως ἔχουσα πρὸς τὰς συμφορὰς ….. Τοσαῦτα ὑπενεγκεῖν δεινὰ καὶ εἰς τὰ παλάτια ἐξ ἀνθρώπων ἐπεγείρεσθαί μοι ἀφόρητα κακὰ δυστυχέστερον καὶ τῶν τῆς Νιόβης κακῶν ….. μὲν μέχρι τοῦδε φθάσαντα τὰ δεινὰ τῆς …..ῶς ἔληξεν. 15.11.24 Ἤρκει ἂν ἐπ’ ἀμφοῖν τοῖν βασιλέοιν καὶ ἡ τοῦ καίσαρος συμφορὰ καὶ τὰ ἐκείνων παθήματα εἰς ἐκτριβὴν ἡμετέραν καὶ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος· νῦν δὲ ὥσπερ ποταμοί τινες ἐξ ὑψηλῶν ὀρῶν καταρρέοντες μο…..σί τε τὰ τῶν δυστυχημάτων ῥεύματα ….. ὡς εἰς μίαν χαράδραν συγκατακλύζουσαν …. τὴν ἐμὴν οἰκίαν. Τέλος γοῦν ὁ λόγος ἐχέτω, μὴ καὶ ἀναγράφοντες τὰ λυπηρὰ πλέον ἐμπικραινοίμεθα.»

………………

 

Σχολιάστε