Πιπίνα-Δέσποινα Ιωσηφίδου-Έλλη
ΘΕΑΤΡΟ
Aγγελική
δίπρακτο
Φιλοσοφώντας
το… φιλοσοφείν
μονόπρακτο
Οι “Εκκλησιάζουσες”
μονόπρακτο
Σύδνεϋ 2006
Copyright:
Pipina-Despina Iosifidou Eleftheriadou (Elles)
ISBN 0 9578501 4 Χ
Αγγελική
δίπρακτο
Πρόσωπα:
Αγγελική Περάκη νέα, ωραία και χήρα
Ελπίδα η μέσης ηλικίας, μητέρα της Αγγελικής
Κώστας, νοερή παρουσία ο νεκρός σύζυγος της Αγγελικής
Πίτερ Ανδρεάδης μέτοχος της Κροτέξ, περίπου τριανταπέντε
Μαίρη Πολίτη φίλη της Αγγελικής
Τίμος Πολίτης σύζυγος της Μαίρης
Νότης προγραμματιστής της Κορτέξ, 30 – 35 χρόνων
Μαρί πρώην γραμματέας του Πίτερ
Τζίλντα πρώην γραμματέας – φίλη του Πίτερ
Πρώτη Πράξη
Σκηνή
Ξαπλωμένη στην πολυθρόνα του μικρού σαλονιού η Αγγελική, παλεύει με αγωνία κάποιον εφιάλτη που ταράζει τον ύπνο της. Ξαφνικά πετιέται από την πολυθρόνα μισοκοιμισμένη και επικαλείται τη βοήθεια της μητέρας της.
Αγγελική: Φύγε! Φύγε πια να χαρείς! Μη με βασανίζεις άλλο! Μη… μη σου λέω, με σφίγγεις, δεν μπορώ να αναπνεύσω. Φύγε! Άσε με… άσε με!.. Μάνα… Βοήθεια μάνα, με σκοτώνει!..
Η Ελπίδα που ακούει σταυροκοπιέται φοβισμένη καθώς τρέχει στο σαλονάκι. Πέφτει απάνω στην Αγγελική που τρέμει και την αγκαλιάζει.
Ελπίδα: Θεός φυλάξοι θυγατέρα, Θεός φυλάξοι!.. Τι τρέχει πάλι;
Η Αγγελική πανικόβλητη κρύβει το πρόσωπό της στην αγκαλιά της Ελπίδας, καθώς σφίγγεται απάνω της.
Αγγελική: Αχ! μάνα μου! Ήρθε πάλι και με τράβαγε μαζί του… Τον φοβάμαι μάνα μου όταν το κάνει αυτό, τον φοβάμαι! Τον αγαπάω… όμως… όμως τον φοβάμαι μάνα. Τον φοβάμαι πολύ και τότε δεν τον θέλω! (Κλαίει καθώς ψιθυρίζει) Τι θ’ απογίνω η δύστυχη;
Ξαφνικά αλλάζει. Σπρώχνει τη μάνα της και σηκώνεται όρθια. Είναι σχεδόν θυμωμένη. Κρύβει το πρόσωπό της στις παλάμες της και αμέσως μετά υψώνει τα σφιχτά κλειστά μάτια στο ταβάνι. Η Ελπίδα την παρακολουθεί με δέος, μη ξέροντας τι να κάνει.
Αγγελική: Τι να κάνω πανάθεμά με! Δεν ξέρω πια τι να κάνω!
Ελπίδα: Έλα παιδί μου, ηρέμησε! Ο άνθρωπος είναι πεθαμένος, θεός σχωρέστον… Μην τον φοβάσαι! Τι να σε κάνει μαζί του στην άλλη ζωή; Δικό σου φάντασμα είναι. Δεν το βλέπεις;
Αγγελική: Δικό μου φάντασμα! Τι να κάνω δηλαδή; Να τον ξεγράψω; Δεν μπορώ μάνα, γιατί ακόμα τον αγαπάω. Αγαπάω τον ζωντανό που έφυγε. Στον ύπνο μου όμως γίνεται ένας άλλος, καμμία σχέση με τον αγαπημένο μου. Και κάθε φορά που τον βλέπω, να θέλει να μου κάνει κακό; Γιατί με βασανίζει έτσι η σκέψη του;
Ελπίδα: Εσύ εκεί, κόλλησες! Κατάλαβέ το επιτέλους! Είναι οι παράλογες τύψεις σου, γιατί εσύ είσαι ζωντανή, ενώ αυτός έφυγε. (Μαλακώνει τη φωνή της) Πρέπει να τον ξεχάσεις παιδί μου! Και για να γίνει αυτό πρέπει να βγεις από δω μέσα, να πας να βρεις τις φίλες σου, να ξεσκάσεις. Αρκετά κλείστηκες για το πένθος σου. Τι φταις εσύ αν έφυγε ο κακομοίρης ο Κώστας! Έτσι του τό ‘γραφε η μοίρα του, να φύγει πάνω στον ανθό του κι αυτός. Να ευχαριστείς το Θεό που δε σκαρώσατε κανένα μωρό, γιατί πώς θα το ανάσταινες παιδί πράγμα του λόγου σου, χωρίς τη βοήθεια του πατέρα του; Ξέρει ο Θεός! Κάποιος άλλος θα εμφανιστεί και θα σε θελήσει, όταν έρθει η ώρα η καλή.
Αγγελική: Τι μελετάς βρε μάνα τώρα; Δε ντρέπεσαι; Έτσι με συμβουλεύεις να κάνω; Να βγω, να βρω κάποιον άλλον στη θέση του Κώστα; Ούτε δυο χρόνια δεν πέρασαν από τότε πού ‘φυγε. Και τον αγαπούσα, το ξέρεις δα. Τον αγαπούσα περισσότερο κι από τον εαυτό μου. Τώρα όμως! Θα τρελαθώ μάνα… θα τρελαθώ!
Τα μάτια της δακρύζουν και ένας σιγανός της λυγμός της ανακόβεται από τη θυμωμένη τώρα μάνα της.
Ελπίδα: Α! Να σου πω! Φτάνει πια! Δεν μπορώ ν’ ακούω αηδίες! Άκου λέει θα τρελαθεί! Φτάνει το κλάμα και οι τύψεις για τη ζωή. Πρέπει να γίνεις και λίγο πρακτική. Η ζωή δεν είναι για πάντα. Δεν έμαθες από τη συμφορά σου; Είσαι μικρή ακόμη. Τι είναι εικοσιπέντε-εικοσιέξη χρονών άνθρωπος; Παιδί ‘σαι ακόμη. Γιατί νομίζεις άρχισες να φοβάσαι το φάντασμα του Κώστα στα ονείρατά σου; Δεν είναι αυτά μηνύματα ότι επαναστατείς για την απομόνωσή σου; Ότι πρέπει επιτέλους ν’ αρχίσεις να ζείς; Τι θα κάνεις θα καλογερέψεις; Πρέπει να είσαι γενναία για να αντιμετωπίσεις τη ζωή και να την αξιοποιήσεις!
Η Αγγελική σηκώνεται νευριασμένη τώρα.
Αγγελική: Τα λες, γιατί δε θες να καταλάβεις. Γιατί δεν ξέρεις!
Ελπίδα: Τι δεν ξέρω; Εγώ δεν πέρασα πιότερες συμφορές κι από σένα κι απ’ άλλους πολλούς; Δεν έχασα τον γιο μου και μετά τον άντρα μου; Δεν έμεινα μόνη με μια θυγατέρα, εσένα; Όταν έχασα το γιο μου, δεν έμασα τα κομμάτια της ζωής μου για χατήρι σου; Και τώρα κάθεσαι και μου λες «δεν ξέρω εγώ»; Μην το ξαναπείς ποτέ αυτό.
Αγγελική: Συγγνώμη μαμά! Ίσως δεν ξέρω πώς να ξεφύγω από τη μοίρα μου. Γι αυτό τα λέω αυτά!
Ελπίδα: (ακάθεκτη συνεχίζει) Τι να ξέρω ε; Πες μου! Γι’ αυτό μ’ έκανε μάνα ο θεός για να βοηθήσω τα παιδιά μου, όσο ζω και όπως μπορώ! Τώρα μ’ απόμεινες εσύ. Δε θέλω να πάθουμε κάτι. Πρέπει να ζήσουμε! Καταλαβαίνεις; Πρέπει να ζήσουμε!
Αγγελική: Αχ μάνα, μάνα! Κι εγώ δεν το θέλω; Αφότου έφυγε ο Κώστας, η ζωή μου έγινε δύσκολη. Όταν συναντώ γνωστούς -προπάντων οι γυναίκες- με κυττάζουν με μισό μάτι. Οι άντρες πάλι φοράνε ένα ύφος γεμάτο υπονοούμενα. Οι παλιές φίλες μου μ’ αποφεύγουν. Προπάντων οι αρραβωνιασμένες ή οι παντρεμένες. Λες και φοβούνται για τους άντρες τους! Δε χρειάζεται να είναι έξυπνος κανείς, για να καταλάβει γιατί αντιδρούν στην παρουσία μου.
Ελπίδα: Ε, και; Εσένα τι σε νοιάζει; Μου λες; Αυτές είναι ελαφριές, κουφιοκέφαλες! Δεν εμπιστεύονται τους άντρες τους; Τότε κάτι φταίει, που δεν έχει να κάνει με τους άλλους, παρά με τον εαυτό τους και τον άντρα τους. Τι νομίζουν, πως όλες οι χήρες είναι «εύθυμες»; Φοβούνται μήπως τσιλιπουρδίσουν οι άντρες τους με δαύτες; Λες και οι χήρες άλλη όρεξη δεν έχουν, παρά να γυροφέρνουν σε βρώμικα κρεββάτια. Ο έντιμος άνθρωπος δεν μπορεί να σκέφτεται έτσι. Κάποιες Κατινίτσες όμως…
Αγγελική: Δεν είμαι υπερβολική μάνα. Έχει παραγίνει το κακό!
Ελπίδα: Μία ζωή, οι σαχλές γυναίκες, φοβούνται για τους άντρες τους! Ηλίθιες! Γιατί αν οι άντρες τους είναι ανοιχτομάτηδες, να τους χαίρονται. Ποιος τους υπολογίζει; Και γιατί θαρρείς τους κρατάν ε; Μόνο και μόνο για να κοκκορεύουνται κρεμασμένες στο μπράτσο τους, να καλοπερνούν -όσες βέβαια μπορούν-, και όσες δεν τα βγάζουν πέρα με δαύτους, σκυλοβρίζουν την “κορώνα της τιμής τους”, την κολώνα του σπιτιού τους”, πίσω από την πλάτη τους! Τα ξέρουμε δα! Αχ κόρη μου!.. Η υποκρισία δίνει και παίρνει στο γάμο. Άλλοτε είναι τα συμφέροντα, άλλοτε είναι η φυσική ανάγκη και μόνο, και σπάνια είναι η εκτίμηση και η αγάπη! Ένας καλός γάμος, φαίνεται από μακριά. Και δόξα τω Θεώ, είμασταν τυχερές. Είχαμε καλούς άντρες και τους ζήλεψε κι ο χάρος!
Αγγελική: Ξέρω μητέρα!.. Όλος ο κόσμος τα ξέρει αυτά. Εγώ όμως, δεν ξέρω πώς να φερθώ μάνα! Λες και φταίω για το χαμό του άντρα μου. Κυττάζω τις γυναίκες στα μάτια και μου φαίνεται πως με κοροϊδεύουν. Κάποτε βλέπω μια κατηγόρια σ’ αυτά. Σα να τον έφαγα εγώ τον άνθρωπό μου!..
Ελπίδα: Θα έχω άδικο τώρα, αν πω ότι παραλογίζεσαι; Πώς σκέφτεσαι έτσι βρε παιδάκι μου; Αχ, καλά τα λέω εγώ! Σ’ έφαγε ο πόνος σου, παραλογίζεσαι και ξεχνάς τα νιάτα σου. Μούχλιασες εδώ χάμω, κοντά δύο χρόνια. Άκουσέ με, μια για πάντα. Μη δίνεις σημασία στις γυναίκες του κύκλου σου, του κύκλου μας τέλος πάντων. Στο λέω: σε ζηλεύουν οι σκρόφες, πανάθεμά τες. Σε ζηλεύουν! Πανάθεμα και στο κακότο μάτι!
Αγγελική: Πάλι το μάτι μελετάς βρε μάνα;
Ελπίδα: Καλά-καλά, ξέρω πως εσύ κάτι τέτοια δεν τα πιστεύεις. Κι εγώ δεν τα πίστευα στα νιάτα μου. Ύστερα είδα τόσα πολλά που τρόμαξα και πίστεψα. Και η εκκλησία μας το πιστεύει το κακό μάτι.
Αγγελική: (Ειρωνικά) Ναι ναι το ξέρω. Πώς να μην το ξέρω πια; Το έχω ακούσει τόσες φορές!
Ελπίδα: Μάλιστα! Εσύ κορόϊδευε όσο θες. Πώς όμως το ξέρεις πως δεν ήταν το κακό το μάτι που έφαγε και τον Κώστα;
Αγγελική: Μαμά! Σε παρακαλώ! Άσε τις δυσαιδαιμονίες και συγκεντρώσου εδώ, σ’ εμάς. Τι κάνουμε τώρα, εμείς οι δύο;
Ελπίδα: Τι κάνουμε παιδάκι μου; Θα προχωρήσεις και θα ξεχάσεις το παρελθόν γιατί είναι το εμπόδιο στη ζωή σου. Αυτά δε λέμε τόση ώρα; Ξέχασε τις ζηλιάρες γυναίκες που είναι αφάνταστα ελαφριές και συγκεντρώσου όπως είπες, σ’ εμάς. Είσαι μια κούκλα κόρη μου, μια κούκλα! Σε φοβούνται, γιατί τις σκιάζεις! Κατάλαβέ το επιτέλους!
Αγγελική: Δεν ξέρω μάνα. Νομίζω πως υπερβάλλεις από την αγάπη σου για μένα. (Ειρωνικά) Μήπως θα πρέπει να κρεμάσω κανένα σκόρδο απάνω μου;
Ελπίδα: Α! Μη με προσβάλλεις. Δε θέλω άλλα λόγια. Ακούς; Να βγάλεις και τα τελευταία σκούρα που φοράς. Σαν πολύ τα κράτησες, παιδί πράμα! Στην εποχή μας είναι απαράδεκτα αυτά τα ντυσίματα. Θα τα ξανοίξεις, κι ύστερα τα πράγματα θα έρθουν μόνα τους. Και κάτι άλλο πολύ σπουδαίο: Αύριο κιόλας θα βγεις έξω και θ’ αρχίσεις να ψάχνεις για δουλειά. Θα κυττάξεις να τη βρεις κάπως μακριά από αυτή την περιοχή και θα πιάσεις καινούργιες φίλες. Ευτυχώς που η πολιτεία μας είναι ατέλειωτη. Πρέπει να ξαναβγείς στην κοινωνία, το γρηγορότερο, για να γλυτώσεις τον εαυτό σου από τη μούχλα και τη σαπίλα της μοναξιάς! Κι εμένα βέβαια, μήπως προλάβω και δω καλύτερες μέρες απ’ ετούτες. Ξέρω εγώ τι λέω!
Αγγελική: Μάνα τι να σου πω; Τα λες τόσο ωμά; Θαρρείς πως όλα όσα κάθεσαι και λες είναι εύκολα ή ότι γίνονται από τη μια μέρα στην άλλη;
Ελπίδα: Ναι, μπράβο! Έτσι ακριβώς είναι: και εύκολα τα βλέπω και ότι μπορούν να γίνουν από τη μια μέρα στην άλλη! Αρκεί να το θέλεις εσύ, αρκεί να το βάλεις στο μυαλό σου πως έτσι πρέπει να γίνει. Κι έτσι θα γίνει. Αυτό δα έλειπε! Νέος άνθρωπος εσύ και να φοβάσαι!
Αγγελική: Φοβάμαι; Μάλλον ενοχλούμαι από κάποια φαινόμενα, γύρω μου.
Ελπίδα: Και τι θες να γίνει; Αυτή είναι η κοινωνία μας. Α! Μη νομίζεις ότι άλλοτε ήταν καλύτερα. Ήταν πολύ χειρότερα, σε βεβαιώνω για αυτό. Τουλάχιστον σήμερα, πλάτυναν κάπως τα μυαλά των ανθρώπων. Άκουμε που σου λέω! Τόσες γυναίκες βγάζουν τα μάτια τους με τον ένα και με τον άλλο και κανείς δε δίνει σημασία. Αλλά έτσι είναι. Εκεί που βλέπουν το διαφορετικό, καθώς πρέπει ανθρώπους, εκεί τρέχουν για να κατηγορήσουν, να ψεγαδιάσουν, σαν να πρόκειται για μυίγα μες στο γάλα ανάθεμά τους! Για να σου πω όμως; Εσένα τι σε νοιάζει; Εσύ θα κυττάς τη δουλειά σου και οι άλλοι… τη δική τους. Άστους να τρώγονται με τα ρούχα τους, επιτέλους! Θέλουν να είναι τσιμπούρια; Άστους. Θέλουν να κυττάξουν και να σχολιάσουν; Πάλι δε μας νοιάζει. Κάποια στιγμή θα βαρεθούν και θα πάψουν ν’ ασχολούνται μαζί σου. Έτσι είναι.
Η Αγγελική κουνάει το κεφάλι της σα ν’ ακούει τα παράλογα από την Ελπίδα.
Σκηνή
Αγγελική: Καλημέρα σας!
Πίτερ: Καλημέρα σας δεσποινίς.
Αγγελική: Συγγνώμη που ενοχλώ. Μου είπαν ότι εσάς έπρεπε να δω… Δηλαδή… ήρθα για την αγγελία της εταιρίας σας. Μου υπέδειξαν το γραφείο σας και… Έφερα μαζί μου, όλα τα στοιχεία που ζητάτε.
Η Αγγελική ήταν πολύ ταραγμένη, και κυρίως γιατί ο άντρας απέναντί της δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται πολύ για την παρουσία της. Την κεραυνοβόλησε μια στιγμή με το βλέμμα του και την αποστόμωσε με τα λόγια του.
Πίτερ: Πολύ καλά δεσποινίς. Αφήστε τα πάνω στο τραπέζι. Θα σας ειδοποιήσουμε σε δυο-τρεις μέρες, αν και πότε θα σας καλέσουμε για το interview.
Αγγελική: (εντελώς απογοητευμένη ετοιμάζεται να αποχωρήσει) Ευχαριστώ πολύ. Χαίρετε!
Προχωρεί προς την έξοδο, αμήχανα.
Πίτερ: Μια στιγμή δεσποινίς!
Αγγελική: (Γυρίζει αμέσως ξαφνιασμένη) Μάλιστα;
Πίτερ: Μπορώ να σας ρωτήσω κάτι; Οff the record, βέβαια.
Αγγελική: Μα… Ναι, βέβαια και μπορείτε.
Πίτερ: Είστε καλή στο χειρισμό των computer: word proccessing, excell, nummericals etc?
Αγγελική: (Πιο σαστισμένη τώρα) Νομίζω… ότι εκπληρώνω αυτή την απαίτηση.
Πίτερ: Και με τις γλώσσες, πώς τα πάτε;
Αγγελική: (τον κυττάζει με περισσότερο θάρρος τώρα) Μιλώ αγγλικά, ελληνικά, γερμανικά και αρκετά καλά τα ιαπωνικά.
Πίτερ: Υπέροχα! Τότε λοιπόν ξεχάστε το interview, μας κάνετε. Αρχίζετε και μάλιστα από την επόμενη Δευτέρα, αν βέβαια δεν έχετε κάποια αντίρρηση!
Αγγελική: Μα… φυσικά… Δηλαδή, τι αντίρρηση θα μπορούσα να έχω; Σας ευχαριστώ… σας ευχαριστώ πολύ!
Η Αγγελική τον κυτάζει με μεικτά συναισθήματα: έκπληκτη, χαρούμενη και πριν ακόμη συνέλθει η πει κάτι, ο Πίτερ σηκώνεται, την πλησιάζει και συστήνεται, προτείνοντας το χέρι του.
Πίτερ: Συγγνώμη, για πριν. Με βρήκατε στη μέση κάποιας σοβαρής εργασίας. Να σας συστηθώ: είμαι ο Πίτερ Ανδρεάδης, ο μέλλων προϊστάμενός σας, αν δεν αλλάξετε γνώμη βέβαια και αποφασίσετε να εργαστείτε για μας.
Αγγελική: Χαίρω πολύ κύριε Ανδρεάδη. Ονομάζομαι Αγγελική Περάκη.
Πίτερ: Ελπίζω λοιπόν ότι θα σας δούμε τη Δευτέρα, κυρία μου.
Το επίμονο βλέμμα του και ένα αδιόρατο χαμόγελο στα χείλια του, φέρνουν την Αγγελική σε αμηχανία.
Αγγελική: Ναι βέβαια, τη Δευτέρα.Θα σας δω λοιπόν τη Δευτέρα.
Πίτερ: Τη Δευτέρα, στις 9 α.m., sharp.
Επιμένει ο Πίτερ ερεθίζοντάς την.
Aγγελική: Ασφαλώς. Σας ευχαριστώ πολύ, κύριε Ανδρεάδη.
Η Αγγελική συνοδεύεται στην πόρτα από τον Πίτερ, που χαμογελάει πονηρά με την αμηχανία της. Όταν έχει κλείσει την πόρτα του γραφείου του, μονολογεί.
Πίτερ: «Ασυνήθιστα όμορφο… και σοβαρό κορίτσι… και μάλλον παράξενο. (Σκέφτεται) Θλιμμένο ίσως, αλλά αν έχει τόσες ικανότητες, όπως λέει, είμαι σίγουρος ότι θα κάνουμε χωριό. Ό,τι κι αν της συμβαίνει, εδώ μέσα θα μείνει πολύ ικανοποιημένη. Αγγελική Περάκη… για να δούμε τι είδους γραμματέας είναι, και τι… θηλυκό ε;»
Ο Πίτερ μιλάει στο τηλεφωνικό σύστημα.
Πίτερ: Μαρί… ΄Ελα μέσα μια στιγμή, σε παρακαλώ.
Σχεδόν αμέσως ανοίγει η πόρτα και παρουσιάζεται η Μαρί.
Πίτερ: Μαρί, σε παρακαλώ να ετοιμάσεις το γραφείο για τη νέα γραμματέα μου, την… Αγγελική Περάκη. Αρχίζει την επόμενη Δευτέρα, το πρωί.
Μαρί: Α! Πολύ ωραία κύριε Διευθυντά. Θα θέλατε τίποτε άλλο;
Πίτερ: Ναι βέβαια… Τηλεφώνησε σε παρακαλώ στη Μαίρη Πολίτη και πές της ότι το ραντεβού μας για τη Δευτέρα το πρωί, ματαιώνεται. Έχω κάτι πολύ επείγον να ετοιμάσω. Επίσης για τη Δευτέρα, θα πρέπει να ετοιμάσεις τις απαντήσεις προς τα άτομα που μας παραχώρησαν το βιογραφικό τους σημείωμα για τη θέση της γραμματέα. Να τα ευχαριστήσεις, και να τους ευχηθείς καλή τύχη εκ μέρους της εταιρίας μας.
Μαρί: Μάλιστα, κύριε Διευθυντά.
Η Μαρί πάντα σοβαρή αποχωρεί, κλείνοντας την πόρτα πίσω της.
Μαρί: Επιτέλους! Παραήταν δύσκολος αυτή τη φορά!
Σκηνή
Αγγελική: Μαμά, μαμά! Πού είσαι;
Ελπίδα: Εδώ είμαι, παιδί μου! Πω, πω στις χαρές σου είσαι! Δόξα τω θεώ! Άκουσε επιτέλους τις προσευχές μου!
Αγγελική: Δεν μπορώ να το πιστέψω μάνα. Δεν πρόλαβα να του δώσω το φάκελό μου και καθώς έφευγα μου έκανε δύο μόνο ερωτήσεις. Αυτό ήταν όλο! Με προσέλαβε.
Ελπίδα: Ποιος παιδί μου, ποιος; Μίλα κοριτσάκι μου! Μη με μπερδεύεις περισσότερο. Πήρες αλήθεια τη δουλειά που έλεγες;
Αγγελική: Ναι μαμά… Ναι! Δεν το κατάλαβες; Τι άλλο θα μπορούσε να είναι;
Ελπίδα: Αχ! Έλα να σε φιλήσω κόρη μου! Κάποιος εκεί πάνω σ’ αγαπάει παιδί μου!.. Κάποιος σ’ αγαπάει! Μεγάλο τ’ όνομά Του!
Η Ελπίδα σκουπίζει τα μάτια της. Είναι συγκινημένη. Η Αγγελική την αγκαλιάζει χαμογελώντας.
Αγγελική: Ναι μάνα. Έλα όμως τώρα, χαμογέλα! Να που πραγματοποιήθηκε η ευχή σου. Όπως το έλεγες κι εσύ, από σήμερα, που συνέβη αυτό το σπουδαίο γεγονός, αρχίζει μια νέα σελίδα στη ζωή μας. Είχες δίκιο και χαίρομαι που επέμενες. Με την ιδέα και μόνο ότι βγαίνω από την απομόνωσή μου και γίνομαι χρήσιμη -οριστικά αυτή τη φορά, στο υπόσχομαι- αισθάνομαι κιόλας καλύτερα! Δε θα βλέπω πια το ξυνόγλυκο ύφος της Σόφης, ούτε το καμουφλαρισμένο μίσος της Jannice, και προπάντων το ξελιγωμένο ύφος του Tony, που με γυροφέρνει αφότου έφυγε ο Κώστας.
Ελπίδα: Ωραία λοιπόν. Πότε αρχίζεις είπες; Έλα, έλα λοιπόν, κάθησε και πεσ’ μου τα όλα.
Αγγελική: Είπα: αρχίζω τη Δευτέρα που μας έρχεται. Αφεντικό μου είναι ο Πίτερ Ανδρεάδης και τον υπολογίζω για τριανταπεντάρη.
Ελπίδα: Α, τι καλά! Αφού είναι νέος θα μπορείτε να επικοινωνείτε καλύτερα. Τη Δευτέρα να πας περιποιημένη, όπως σου αξίζει. Να βάλεις και λίγο perfume, έτσι;
Αγγελική: Έλα βρε μάνα, μην αρχίζεις τώρα! Δεν πάω για γαμπρό, για δουλειά πάω. Και μην ξεχνάς ότι πρόκειται για παράρτημα γνωστής εταιρίας και σε παγκόσμια κλίμακα, κι επομένως, σε τέτοιους χώρους, περνάει μόνο η σοβαρή και παραγωγική εργασία. Χωρίς skills mum… ξέχασέ το. Ούτε η ομορφιά, ούτε το ντύσιμο, ούτε… το ωραίο perfume, πρόκειται να μου εξασφαλίσουν τη θέση.
Ελπίδα: Μπράβο παιδί μου! Έχεις κότσια εσύ, γι αυτό μα τω θεώ δε σε φοβάμαι. Μακάρι όλα τα κορίτσια του κόσμου, νά ‘ταν σαν κι εσένα παιδί μου. Δε λέω… μέσα στα βάσανά μου, κάπου-κάπου μου χαμογελάει η παιδεύτρα η τύχη μου.
Αγγελική: Έλα τώρα μαμά! Μην υπερβάλεις! Ευτυχώς που δε μας ακούει κανείς!
Ελπίδα: Ξέρω εγώ τι λέω!..
Η Ελπίδα θυμάται κάτι ξαφνικά.
Ελπίδα: Α! Παρά λίγο να το ξεχάσω. Τηλεφώνησε η Μαίρη. Τ’ αγαπώ αυτό το κορίτσι, ξέρεις!.. Είναι καλό παιδί. Να το χαίρονται εκείνοι που τ’ αγαπούν, μα την αλήθεια!.. Δεν ξέρω και πολλά τέτοια κορίτσια.
Αγγελική: Τι ήθελε μαμά;
Ελπίδα: Πού να ξέρω; Δε ρωτάω, εγώ, μηνύματα μόνο παίρνω. Τηλεφώνησέ της, να δεις.
Αγγελική: Καλά, καλά. Αργότερα.
Χτυπάει το τηλέφωνο. Το απαντά η Αγγελική.
Αγγελική: Α! Γειά σου Μαίρη! Ήμουν έξω για ένα τρίωρο. Ναι, ναι, μόλις μου το είπε η μάνα μου. Δεν ξέρω αν θα μπορέσω. Έχω όμως κάποια νέα να σου πω. Ύστερα από αρκετόν καιρό, είχα αποφασίσει τελικά να κυττάξω για καμμιά αγγελία εργασίας. Κύτταξα μερικές και τελικά υπήρξα πολύ τυχερή. Με προσέλαβαν κι αρχίζω δουλειά τη Δευτέρα. Ναι, ναι, καθήκοντα γραμματέως. Πρόκειται για μία διεθνή εταιρία κι έλεγα, να συγκεντρωθώ λιγάκι στον εαυτό μου, αυτό το Σαββατοκύριακο. Α, έτσι λοιπόν… Και η δική σου ειδικότητα; Μάλιστα. (Ακούει). Ναι, ναι εντάξει, θα σε πάρω κάποια στιγμή. Γι αυτό και μόνο τον λόγο, I should give it a miss. (H Μαίρη επιμένει) Συγγνώμη; Χμ! Ο.Κ… Αφού επιμένεις, θα το σκεφτώ και θα σου τηλεφωνήσω αργότερα. Σύμφωνοι; Bye for now!
Ελπίδα: Τι λέει η Μαίρη;
Αγγελική: Αύριο βράδυ, θα πάνε λέει, με τον άντρα της σε ένα business party, που οργανώνει η εταιρία όπου δουλεύει. Λέει να πάω μαζί τους, για να “ξεσκάσω”! Θα είναι, λέει σοβαροί άνθρωποι κι από άλλες εταιρίες και επίσης ότι το θα περιβάλλον είναι πολύ καλό. Είπε ότι άλλαξε κάτι στη δουλειά της. Η εταιρία της συνεργάζεται με μία άλλη πετυχημένη. (Σκέφτεται) Εντάξει, ίσως και να πάω. Είναι άλλωστε μία ευκαιρία να μιλήσουμε για όλα αυτά.
Ξαφνικά η Αγγελική χαμογελάει. Η Ελπίδα την κυττάζει ερωτηματικά.
Αγγελική: Η Μαίρη με φροντίζει πάντα σαν να είναι αδερφή μου. (Χαμογελάει) Βιάζεται ξαφνικά. Θέλει να μου βρει γαμπρό!..
Ελπίδα: Α, Ναι; Να την έχει καλά ο Παντοδύναμος! Τι να σου κάνω παιδί μου! Έμεινες μονάχη μ’ εμένα. Η τύχη με κατάτρεξε. Μου πήρε πρώϊμα το παιδί μου, αχ, Γιαννάκη μου! (Δακρύζει) ύστερα τον Νικόλα μου και μ’ άφησε μόνη μ’ εσένα. Δύο γυναίκες… Και σα να μη έφταναν όλα όσα είχαμε περάσει, δοκιμάσαμε και την άλλη πίκρα: τον άδικο χαμό του δικού σου! Τώρα όμως παιδί μου, όπως λέει και η Μαίρη, πρέπει ν’ αρχίσεις να βγαίνεις. Αρκετά περάσαμε.
Αγγελική: Καλά μαμά. Μην αγχώνεσαι τώρα και για τις εξόδους μου!
Ελπίδα: Α, όχι «καλά μαμά»! Να επιδιώξεις ν’ αφήσεις πίσω μια για πάντα το παρελθόν και να ξαναφτιάσεις τη ζωή σου. Σαν κάνεις οικογένεια, θα πάψεις να βασανίζεσαι. Οι σκέψεις σου θα γλυκάνουν και θα σου επιτρέψουν να τις φέρνεις στο νου σου, σαν ένα σπουδαίο κεφάλαιο μνήμης. Γιατί, τι είναι ο άνθρωπος χωρίς τη μνήμη; Η Μαίρη σ’ αγαπάει και μπορεί να θέλει να σε βοηθήσει να το πετύχεις.
Αγγελική: Καλά, μαμά, μ’έπεισες όπως πάντα
Η Αγγελική αναστενάζοντας, κατευθύνεται στο τηλέφωνο. Τηλεφωνεί.
Αγγελική: Έλα Μαίρη! Γειά σου και πάλι. Το σκέφτηκα… Ναι, ναι θα έρθω τελικά αύριο. Θα περάσετε να με πάρετε; Α! πολύ ωραία! Γεια σου λοιπόν και θα σας δω… όταν σας δω.
Ελπίδα: (χαρούμενη) Μπράβο κοριτσάκι μου… Χαίρομαι που τ’ αποφάσισες.
Αγγελική: Τι να κάνω μαμά; Προκειμένου να σε ακούω να λες τα ίδια και τα ίδια, day in day out, νομίζω ότι είναι καλύτερα να πάω με τη Μαίρη και τον άντρα της. Άλλωστε είναι business function. Δεν γίνεται σε κανένα club της οκάς, ούτε κι είναι κάποιο βλακώδες party από εκείνα που συνηθίζουν να πηγαίνουν οι περισσότεροι. Θαρρείς πως θα πήγαινα αλλιώς; Ούτε μου ταιριάζουν, αλλά προπάντων δε μου αρέσουν! Τις λίγες φορές που είχα πάει -τότε μωρέ, που ήμουν μικρή- θυμούμαι ότι έφευγα νευριασμένη και ορκισμένη να μη ξαναπατήσω και φυσικά οι φίλοι μου διαφωνούσαν και με θεωρούσαν snob. Θα θυμάσαι πιστεύω ότι δεν πολυέβγαινα έξω. Ώσπου παντρεύτηκα με τον Κώστα. Ήταν ήσυχος άνθρωπος ο Κώστας. Δεν του άρεσαν τα θορυβώδη κέντρα, τα πάρτυ. Του άρεσε η ήσυχη μουσική, οι ήσυχοι άνθρωποι. Συμφωνούσαμε…
Τα μάτια της Αγγελικής γεμίζουν δάκρυα.
Αγγελική: Αχ μανούλα μου! Δε θα τον ξεχάσω ποτέ τον Κώστα!
Η Ελπίδα την πιάνει από τους ώμους.
Ελπίδα: Γιατί να τον ξεχάσεις παιδί μου; Δεν είπαμε ότι είναι ένα πολύ-πολύ σπουδαίο κομμάτι της ζωής σου. Τον αγάπησες, περάσατε καλά αρραβωνιασμένοι και ακόμη καλύτερα παντρεμένοι. Λίγο ήταν αυτό; Η πληγή όμως θα κλείσει με τον καιρό, όπως γίνεται σε κάθε θλιβερή περίπτωση. Σιγά-σιγά, και χωρίς να το καταλάβεις! Κάνε κουράγιο παιδί μου! Ο χρόνος είναι θαυματοποιός!
Αγγελική: (Μελαγχολεί) Μετάνιωσα κιόλας που είπα στη Μαίρη να περάσουν να με πάρουν με τον Τίμο.
Ελπίδα: Α! Μην αρχίζεις πάλι τα ίδια! Μην κάνεις έτσι σε παρακαλώ! Εσύ μόνη σου το είπες ότι είναι business function. Μπορεί να σε βοηθήσει και στη δουλειά που θ’αρχίσεις σε λίγες ημέρες.
Αγγελική: Έχεις δίκιο μαμά. Πάντα έχεις δίκιο (αγκαλιάζει τη μητέρα της συγκινημένη). Ευχαριστώ το Θεό που είσαι μητέρα μου!
Ελπίδα: Εγώ, ευχαριστώ τον Μεγαλοδύναμο παιδί μου. Έμεινα με ένα από τα παιδιά μου, αλλά δόξα στο Θεό, είναι σωστό και μυαλωμένο. Μεγάλη η χάρη Του!
Σκηνή
Μαίρη: Που λες αγαπητή μου, είπαμε με τον Τίμο: κάτσε να ρωτήσουμε και την Αγγελικούλα, που κοντεύει να καλογερέψει, αν θέλει να μας κάνει παρέα.
Αγγελική: Σας ευχαριστώ και πάλι. Όμως, όπως είπα, την επόμενη Δευτέρα πιάνω δουλειά. Επομένως δεν μπορώ να μείνω έξω, πολύ αργά.
Τίμος: Και πώς λέγεται η εταιρία αυτή Αγγελική;
Αγγελική: ΚRΟΤΕΧ
Μαίρη: (Εκπλήσσεται. Ύστερα χαμογελάει πονηρά) ΚRΟΤΕΧ λοιπόν! Φαίνεται πως μαζεύουν όχι μόνο τις πιο ικανές secretary, αλλά και τις πιο εμφανίσημες. Εσύ Τιμ, που ξέρεις καλύτερα, πες τα στην Αγγελική.
Τίμος: (Χαμογελάει) Ω!.. ξέρεις με τη εταιρία έχεις να κάνεις my girl; Η ΚRΟΤΕΧ είναι φοβερά μεγάλη, κι ας κρατάει χαμηλό προφίλ. Κάποια από τα παράρτηματά της εδώ, είναι νεοσύστατα, αλλά στην Ιαπωνία, που είναι η βάση της… καταλαβαίνεις! Δουλεύω κι εγώ σ’ ένα από τα τμήματά της. Έπιασα δουλειά εκεί, πρόσφατα. Δεν το ήξερες πιστεύω.
Αγγελική: Όχι, δεν το ήξερα…
Τίμος: Δεν προλάβαμε να τα πούμε. Απόψε όμως μας δίνεται η ευκαιρία, να σου πούμε κάποια από τα νέα μας και ν’ ακούσουμε τα δικά σου. Λοιπόν… α, ναι! Ήθελα να πω, ότι και η εταιρία της Μαίρης συνεργάζεται με την ΚRΟΤΕΧ. Σου είπε κάτι η Μαίρη;
Μαίρη: Όχι παιδί μου! Πότε; Δε νομίζω ότι τηλεφωνηθήκαμε, ή βρεθήκαμε για 3-4 εβδομάδες τώρα, με την Αγγελική. Ή μήπως και δε θυμάμαι; Χμ! Μωρέ ούτε θυμόμαστε τι κάνουμε πια, δε μας μένει καιρός για να συγκεντρωθούμε. Αυτή η πολιτεία κοντεύει να μας καταπιεί. Τρέχουμε από το σπίτι στη δουλειά και από τη δουλειά στο σπίτι έτσι, που ούτε να επικοινωνήσουμε με τα πρόσωπα που αγαπάμε, μπορούμε. Μιλήσαμε μόνο για την αποψινή δεξίωση… πάρτυ -whatever you may call it. Είπα νομίζω κάτι σχετικό… ή όχι…
Αγγελική: Ναι, κάτι είπες… Έτσι είναι Τίμο, όπως τα λέει η Μαίρη. Όχι, δε θυμάμαι να μου έχετε πει τα νέα σας. Ή κι αν μου είπατε κάτι… μπορεί κι εγώ να μην είχα προσέξει ονόματα ή τα παρόμοια…. Τέλος πάντων! Δεν ήμουν και στα καλά μου πολλές φορές. Διαβολική σύμπτωση όμως στ’ αλήθεια, βρε παιδιά… το γεγονός δηλαδή ότι σχετίζεστε κι εσείς με την ίδια εταιρία… Σοβαρολογείτε βέβαια, δε μου κάνετε πλάκα!
Τίμος: Σοβαρολογούμε, και σίγουρα είναι μεγάλη η χαρά μας να σε βλέπουμε κάπου-κάπου και στη δουλειά.
Αγγελική: Και η ΚRΟΤΕΧ; Για πέστε μου! Ξέρετε δεν πρόλαβα να μάθω λεπτομέρειες, όμως έχω γνώση κάποιων πραγμάτων, γενικά εννοώ.
Τίμος: Η ΚRΟΤΕΧ ασχολείται με εισαγωγές-εξαγωγές και τα παρόμοια. Είναι όπως είπαμε, παγκόσμια αναγνωρισμένη. Καλά μωρέ άσε τώρα, θα τα ξαναπούμε αυτά. Σε πάρτυ είμαστε, όχι στο Board Room. Άλλωστε… αφού θα είσαι με την ΚRΟΤΕΧ, πιστεύω ότι θα έχουμε την ευκαιρία να φάμε και να κουβεντιάσουμε οι τρεις μας, κάποιο μεσημέρι, soon, no dought.
Η Μαίρη συγκατανεύει με τον Τίμο.
Μαίρη: Sure!
Αγγελική: Ναι… βέβαια.
Η Μαίρη γελάει.
Τίμος: Να μην αμφιβάλλεις, γι αυτό κορίτσι μου!
Αγγελική: (Σκεπτική) Έγινε πάντως κάτι πολύ παράξενο, όταν πρωτοπήγα στην εταιρία για τη θέση αυτή. Προχτές πήγα, Παρασκευή και δεκατρείς παρακαλώ. Χτύπησα που λέτε στο γραφείο που μου υπέδειξε η γραμματέας και παρέδωσατο C.V. μου στον αρμόδιο. Κι εκείνος, εκεί που μου μιλούσε για κάποιο interview, ξαφνικά, αναιρώντας όλα τα προηγούμενα, με προσέλαβε. Πώς σας φαίνεται;
Μαίρη: Ασυνήθιστο και εντυπωσιακό. Αλήθεια, έγιναν πολύ γρήγορα όλα αυτά. Και να σκεφτεί κανείς, ότι πριν από μερικές εβδομάδες ούτε καν σκεφτόσουν να πιάσεις δουλειά… Παρασκευή λοιπόν και δεκατρείς εχτές βρε θηρίο, παρουσιάστηκες και υπέβαλες το C.V. σου, μόνο και μόνο για να προσληφθείς!..
Αγγελική: Ναι αυτό ακριβώς. Υποθέτω ότι οι γνώσεις μου, η δήλωση ότι χειρίζομαι άριστα το computer και οι γλώσσες ήταν τα κλειδιά της επιτυχίας μου. Έτσι τουλάχιστον φάνηκε από την ικανοποίηση του ανθρώπου εκείνου.
Μαίρη: Δεν ξέρω τι ακριβώς συνέβη, Αγγελική, εγώ πάντως απορώ πόσο όμορφα και ήσυχα τακτοποιήθηκε αυτό το θέμα. Αν και η καθαυτή εργασία τακτοποιηθεί και μπει στη ρουτίνα της εξίσου εύκολα, ε… τότε έχεις άγιο μαζί σου!
Αγγελική: Χμ! Κι εγώ δεν το ξεπέρασα το σοκ αυτής τη πρόσληψης ακόμα.
Ο Τιμ κυττάζει τη Μαίρη μ’ ένα χαμόγελο και γυρνώντας στην Αγγελική τη ρωτάει.
Τίμος: Πώς λοιπόν λέγεται ο άνθρωπος της ΚRΟΤΕΧ που πήρε το C.V. σου; Δεν μας είπες τ’ονομά του ακόμα.
Αγγελική: Ναι βέβαια! Πίτερ Ανδρεάδης. Ίσως και να τον γνωρίζετε, αφού…
Δεν προλαβαίνει να συμπληρώσει τη φράση της…
Τίμος: (Γελάει με σκοπό) Well, well, my girl! Ο Πίτερ Ανδρεάδης είναι member of the Board of the company! Το ξέρεις;
Την κυττάζει. Η Αγγελική με τη σειρά της κύτταζει τη Μαίρη. Το πρόσωπό της σκοτεινιάζει.
Τίμος: Από το ύφος σου καταλαβαίνω ότι δεν το ήξερες.
Αγγελική: Φοβάμαι παιδιά! Έμπλεξα με μεγάλο κεφάλι.
Μαίρη: Έλα τώρα, μην κάνεις έτσι!.. Έτυχε. Ο άνθρωπος ούτε που σε ξέρει. Είδε μπροστά του ένα καθώς πρέπει κορίτσι και το εκτίμησε. Τα προσόντα σου στο computer και στις γλώσσες, θα τα εκτιμήσει κι αυτά με τη σειρά τους. Πίστεψε ο άνθρωπος όσα του είπες. Εσύ δεν πρόκειται να τον διαψεύσεις γιατί έχεις περισσότερες ικανότητες απ’ αυτές που του έχεις αναφέρει. Δεν βγήκες the secretary of the year στη δουλειά που άφησες, για το τίποτα! Έτσι λοιπόν it will work both ways! Good on you my girl!
Τίμος: Φαίνεται ότι ο άνθρωπος ήταν τυχαία στο γραφείο, και όταν σε είδε εντυπωσιάστηκε.
Αγγελική: (Μονολογεί) Δεν ξέρω αν πρέπει να χαίρομαι γι αυτή τη συνάντηση, ή ν’ ανησυχώ!
Μαίρη: Έλα τώρα Αγγελική. Μη μιλάς έτσι. Πάρε βαθιά αναπνοή and be a professional! (Αλλάζει ύφος, χαμογελάει) Μου φαίνεται μάλιστα ότι έρχεται ο άνθρωπός μας…
Αγγελική: Τι; Ποιος;
Μαίρη: Μα… ο Πίτερ Ανδρεάδης, of course!
Πίτερ: Τίμο, Μαίρη… Καλησπέρα…
Ο Τίμος και η Μαίρη ανταποδίδουν τον χαιρετισμό χαμογελώντας. Η Αγγελική ταράζεται.
Αγγελική: Καλησπέρα σας!
Πίτερ: Τι κάνετε κυρία μου; Χαίρομαι που σας ξανασυναντώ.
Αγγελική: Καλωσύνη σας!
Ο Τίμος ρωτάει με πειραχτικό τρόπο.
Τίμος: Πίτερ! Γνωρίζεστε λοιπόν με την Αγγελική; Γιατί σκεφτόμουν, αν όχι… να σου τη συστήσω, ως τη καλύτερη γραμματέα στον κόσμο! Η Αγγελική, είναι φίλη μας, της γυναίκας μου και δική μου… (χαμογελάει πονηρά) Έλα, έλα, τα μάθαμε, Πίτερ.
Πίτερ: Τα μάθατε; Τι μάθατε δηλαδή;
Τίμος: Ότι η Αγγελική αρχίζει δουλειά από… Δευτέρα κιόλας, στην εταιρία μας.
Ο Πίτερ δεν τον ακούει πια, έχει συγκεντρωθεί στην Αγγελική. Ο Τίμος κλείνει το μάτι στην Μαίρη.
Πίτερ: Δεφανταζόμουν ότι μπορούσα να σας δω απόψε εδώ!
Αγγελική: Τι μπορώ να πω; Σας απογοητεύει αυτό;
Πίτερ: Κάθε άλλο! Χαίρομαι… χαίρομαι ιδιαίτερα, Αγγελική. Κι εσείς;
Αγγελική: Κι εγώ είμαι ευχαριστημένη, δηλαδή… να που σας ξαναβλέπω, θέλω να πω… Πίτερ.
Πίτερ: Αν και συναντηθήκαμε δε θυμάμαι αν έχουμε συστηθεί κανονικά. Η μνήμη μου με προδίδει κάποτε!
Αγγελική: Δεν πειράζει, δε σας παρεξηγώ… Άλλωστε την πρώτη φορά -εχτές Παρασκευή και δεκατρείς!- (χαμογελάει δήθεν πονηρά), ιδωθήκαμε πολύ σύντομα… και αν κατάλαβα καλά, υπήρχε και ο παράγων της πίεσης του χρόνου.
Ο Πίτερ σκύβει στο αυτί της Αγγελικής, ενώ ο Τίμος και η Μαίρη έχουν διακριτικά σταθεί παράμερα.
Πίτερ: Να μου μιλάς στον ενικό και να με φωνάζεις με το όνομά μου, όπως κάνουν όλοι εκείνοι που με γνωρίζουν καλά!
Αγγελική: Όπως νομίζετε… δηλαδή… όπως νομίζεις, Πίτερ (γελούν).
Πίτερ: Λοιπόν Αγγελική, αν δε σε δω ξανά το υπόλοιπο βράδυ, θα σε δω τη Δευτέρα στο γραφείο μου. Μην ξεχνάς ότι από την ημέρα αυτή θα είσαι η ιδιαιτέρα μου!
Αγγελική: Ναι βέβαια! Ευχαριστώ για όλα, Πίτερ. Σ’ ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη σου. Θα σε δω λοιπόν τη Δευτέρα…
Πίτερ: (Γελάει ευγενικά) Αγγελική! Παρακαλώ! Με ενδιαφέρουν τα προσόντα πίσω από τον άνθρωπο και… τανάπαλιν!
Ο Πίτερ απομακρύνεται. Την Αγγελική την έχει πλησιάσει τώρα η Μαίρη που προσποιείται να ψάχνει για κάποιον. Επαναλαμβάνει τα τελευταία λόγια του Πίτερ. Η Αγγελική χαμογελάει.
Μαίρη: «Μ’ ενδιαφέρουν τα προσόντα πίσω από τον άνθρωπο και… τ’ ανάπαλιν!» Φιλενάδα… καλά πας, το ξέρεις;
Αγγελική: Δεν κατάλαβα…
Μαίρη: Ο Πίτερ παιδί μου. Κι εκείνο το τελευταίο… άσε να μην το επαναλάβω…
Η Μαίρη σταματάει χαμογελώντας πονηρά.
Αγγελική: Και … λοιπόν;
Μαίρη: Όλο υποκλίσεις ήταν, όταν απομακρυνόταν από κοντά σου.
Αγγελική: Ναι, ναι, το πρόσεξα. Είναι πολύ ευγενικός απεναντί μου.
Μαίρη: Σιγά, σιγά εδώ! Ο Πίτερ, μόνο αυστηρός ξέρει να είναι και τίποτα άλλο. Τον ξέρω εγώ! Ενώ μ’ εσένα… έλυωσε σαν σοκολάτα ο τύπος.
Αγγελική: Μη με πειράζεις. Έτσι σου φάνηκε εσένα!
Μαίρη: Χμ! Έτσι λες εσύ! Έλα φιλενάδα μου… Πες μου λοιπόν! Τι σου είπε το ιερό τέρας της ΚRΟΤΕΧ;
Αγγελική: Τίποτα σχεδόν. Ότι θα με δει τη Δευτέρα. Μου είπε βέβαια κάτι που δεν ήξερα. Είμαι, είπε, η ιδιαιτέρα του.
Μαίρη: Βρε τη σουπιά! Έτσι ε; Και τι την έκανε τη Μαρί; Ξέρεις, την πρώην secretary του.
Αγγελική: Πώς θες να ξέρω εγώ παιδί μου; Ήμουν κι εχτές εκεί για να ξέρω τη Μαρί ή οποιαδήποτε άλλη… γραμματέα του και τι έκανε με αυτές; Ή μήπως θα πρέπει να αισθανθώ ένοχη για τη θέση που μου δίνει;
Μαίρη: Τι λες κορίτσι μου; Αυτό είναι το πιο καλό νέο που άκουσα τους τελευταίους έξη μήνες! Απλά πονηρεύομαι με τη συμπεριφορά του Πίτερ.
Αγγελική: Τι να πονηρευτείς μωρέ! Αυτός μόλις που με θυμόταν!
Μαίρη: Ναι… Τώρα μάλιστα! Βρε τι σου είναι αυτός! Αυτό είναι το κόλπο του. Να μη θυμάται δηλαδή, για να καλύπτεται. Να μη φαίνεται ότι έχει εντυπωσιαστεί και του ζητάνε και τα ρέστα. Αλλά κατα βάθος είναι όπως όλα τα αφεντικά, τουλάχιστον στον τομέα της δουλειάς. Δεν υπήρξα γραμματέας του, αλλά υπάρχει κάποια συγκεκριμένη άποψη για τον Πίτερ στην εταιρία. Όλοι όσοι δουλεύουν εκεί μαζί του το ξέρουν. Καλή όμως, τελικά. Ο Πίτερ ενδιαφέρεται πάνω απ’ όλα για την εταιρία.
Αγγελική: Αυτό… είναι καλό! Για πες μου τώρα, θέλω να μάθω κι εγώ κάποια πράγματα, για να είμαι προετοιμασμένη. Καταλαβαίνεις!
Μαίρη: Αυτό είναι εύκολο, καθώς συχνά σχολιάζεται σαν προσωπικότητα από τους συνεργάτες του. Λένε λοιπόν πως είναι ευγενικός και καλότροπος. Άκουσα όμως να λένε και το άλλο: ότι είναι πολύ δύσκολος και ότι τα θέλει όλα στην εντέλεια.
Αγγελική: Τελειομανής λοιπόν ο Πίτερ.
Μαίρη: Θα έλεγα ότι είναι απαιτητικός και ίσως… υπερβολικά σοβαρός. Χρησιμοποιεί το «παρακαλώ» για να ενδυναμώσει τα αιτήματά του –πάντα σε σχέση με τη δουλειά του σίγουρα. «Να έχεις έτοιμη την αναφορά, όσο το δυνατόν ενωρίτερα, παρακαλώ» ή «Ειδοποίησε το τμήμα διαφημίσεων, παρακαλώ… Να βιαστούν να ετοιμάσουν τη διαφήμιση για τον τάδε… Παρακαλώ να τους ειδοποιήσεις αμέσως», «Τηλεφώνησε σε παρακαλώ για το αυτοκίνητό μου. Πότε θα πρέπει να πάει να το πάρει ο σωφέρ μου… αγαπητή», «Θύμησέ μου το ραντεβού μου με τον αντιδήμαρχο. Είναι πολύ σπουδαίο!» Σε τέτοιο στυλ… κατάλαβες;
Αγγελική: Πώς τα ξέρεις όλ’ αυτά αφού δεν ήσουν ποτέ γραμματέας του;
Μαίρη: Μην ξεχνάς ότι ο Πίτερ κι εγώ συνεργαζόμαστε σε κάποια projects.
Αγγελική: Ναι, αλλά… όπως είπες είναι ευγενικός. Δεν είναι έτσι, όλα τ’ αφεντικά. Κάποιοι φυλάγονται -όσο μπορούν βέβαια- για να μην τους βαριόμαστε. Και δε μας θέλουν να γίνουμε λαίμαργοι, αν πιστέψουμε ότι παραδουλεύουμε! Αλλά Μαίρη μου, εγώ έχω πολλούς λόγους να είμαι ευτυχισμένη με όλα όσα έγιναν αυτές τις τελευταίες ημέρες. Το σπουδαιότερο απ’ όλα είναι ότι θα πάψει να στεναχωριέται η μάνα μου. Νομίζει ότι θα μαραζώσω, αν δεν πέσω με τα μούτρα στη ζήση. Αλλά φοβάμαι πως αντί να μαραζώνω εγώ… εκείνη τρώγεται από την ανησυχία της, για το δικό μου τρόπο ζωής. Και επί τη ευκαιρεία να σου πω, πως καταχάρηκε που με καλέσατε έξω μαζί σας!
Μαίρη: Εγώ να δεις! Θα ήθελα όμως να σου επιστήσω την προσοχή και σε μια άλλη πλευρά του Πίτερ-άντρα.
Αγγελική: Άρχισε να γίνεται πολύπλοκο το θέμα Πίτερ! Με τρομάζεις παιδί μου! Μήπως να ασχοληθούμε με κάτι άλλο πιο φαιδρό; Δε θέλω να γυρίσω σπίτι μου depressed. Αλοίμονό μου τότε, ποιος ακούει τη μάνα μου!
Μαίρη: Α! Όχι! Αυτά πρέπει να τα ξέρεις απ’ έξω κι ανακατωτά, να τα συνηθίσεις και να τα παραβλέπεις. Είναι ο χρυσός κανόνας συνεργασίας μέσα στην όποια εταιρία.. If you want to survive, this is the right recipe. Έλα πια, δεν είναι η πρώτη φορά που θα δουλέψεις σα γραμματέας!
Αγγελική: Για πες! Για πες! Άρχισε ήδη να παρουσιάζει πολύ ενδιαφέρον αυτή η υπόθεση…
Μαίρη: Να εύχεσαι να σε θέλει μόνο για τη δουλειά… Γιατί κάποτε ξεχνιέται και… ζητάει υπηρεσίες και εκτός του γραφείου.
Αγγελική: (ήσυχη και σοβαρή) Δηλαδή σοβαρός-σοβαρός, αλλά υπάρχουν και κάποια όχι και τόσο σοβαρά σχετικά με τον χαρακτήρα του. Αυτό δεν εννοείς;
Μαίρη: Λένε ότι δίπλα στα άλλα «σοβαρά του», είναι και σοβαρός κορτάκιας…
Αγγελική: Τώρα είναι που με μπέρδεψες! Σοβαρός και κορτάκιας… δεν πάνε μαζί! Ή πάνε;
Μαίρη: Λένε… ότι αν του αρέσει κάποια κοπέλα δεν την πιέζει… απλά της προτείνει και της επιτρέπει να αποφασίσει μόνη της και την επιβεβαιώνει επιπλέον ότι η δουλειά της δε βρίσκεται σε ρίσκο.
Αγγελική: Να και ένας κορτάκιας-κύριος! Τώρα τα ακούσα όλα! Πολλά τα αμφιλεγόμενα, φιλενάδα. Πολλά, κι αρχίζω να μπερδεύομαι. Σοβαρολογώ.
Μαίρη: Έλα μην υπερβάλλεις. Δεν ήθελα να σου τα πω όλα αυτά μαζεμένα. Απλά σαν άντρας και εργένης που είναι, μετά την κούραση του γραφείου, βαρυέται να ψάχνει… και γυρεύει τη σχέση στο δικό του χώρο.
Αγγελική: Τώρα μάλιστα! Τον κατηγοράς, μάλλον για να με προστατέψεις, τον υπερασπίζεις και τονίζεις πόσο έξυπνος είναι… Τελικά απ’ ότι καταλαβαίνω, προτιμάει «παπούτσι ‘απ’ το γραφείο του…’ κι ας είναι μπαλωμένο»!
Μαίρη: Καλά είναι να τα ξέρεις όλα, όσα κυκλοφορούν για τον Πίτερ. Εσύ από μόνη σου θα δεις την αλήθεια κι από πρώτο χέρι. Θα είσαι η ιδιατέρα του, διάβολε! Κανείς δε θα το τολμούσε. Understand? Κάποιοι λένε ότι κανένα θηλυκό στην εταιρία, δεν μπορεί να του αντισταθεί.
Αγγελική: (Πονηρά) Τι κάθεσαι και μου λες τώρα; Σου συνέβη μήπως κι εσένα; Μάλλον όχι. Αυτό μου το λέει το ύφος σου. Συγγνώμη! Αλλά δε μου λες βρε φιλενάδα, τα ξέρει όλα αυτά ο Τίμος;
Μαίρη: (Γελάει) Και ναι και όχι. Συχαίνεται τα κουτσομπολιά. Τι λες τώρα; Ύστερα δεν έχει ν’ ανησυχήσει για μένα. Εγώ… πρώτον δε δουλεύω στην εταιρία, αν και συνεργαζόμαστε με την εταιρία ΚRΟΤΕΧ σε κάποια projects. Διαφέρει. Δε νομίζω όμως ότι ο Πίτερ είναι τέτοιου είδους παλιάνθρωπος. Λένε πως με τη σοβαρότητά του ασκεί μία ακατανίκητη γοητεία. Πρόσεχε λοιπόν!
Αγγελική: Γιατί μου φαίνεται ότι φάσκεις -και συχνά μάλλον-, αντιφάσκεις; Δε μου τα λες καθαρά και ξάστερα. Αλλά εντάξει! Κατάλαβα ότι με τη σοβαρότητά του και τον καλό του τρόπο τουμπάρει τα θηλυκά. Τα ρίχνει με το γάντι, χωρίς δηλαδή να πιέζει. Αυτός είναι καρδιοκατακτητής φιλενάδα και οι γυναίκες της εταιρίας κουτορνίθια. Ίσως όμως να μην είναι και τόσο κουτορνίθια. Απεναντίας μπορεί και να είναι πονηρές. Σίγουρα κάποιες θα πρέπει να επιδιώκουν μία σχέση μαζί του με την ελπίδα να τον αποκτήσουν ψυχή τε και σώματι και μαζί και το πορτοφόλι του!
Μαίρη: Μπράβο Πίτερ! Πήγες καλά στη βαθμολογία έστω και μέσα από ένα μπαράζ κατηγοριών!
Αγγελική: Όχι αγαπητή μου. Για σκέψου όλα όσα είπες ξανά και από την αρχή! Θα δεις και μόνη σου ότι ο Πίτερ μάλλον είναι το θύμα εκεί μέσα και όχι ο θύτης. Ξέρω τουλάχιστον, ότι αν ποτέ του θα επιθυμούσε να με κατασπαράξει αυτό το άγριο αρσενικό, θα το πετύχαινε μονάχα με τη δική μου συγκατάθεση. Και αυτό είναι πολύ καθησυχαστικό. Ευχαριστώ φιλενάδα για την ενημέρωση. Γνωρίζω αρκετά για μία καλή αρχή της δουλειάς μου στην περίφημη ΚRΟΤΕΧ.
Μαίρη: Ποια εταιρία φιλενάδα; Εννοείς το γραφείο του Πίτερ.
Αγγελική: Έστω!
Γελούν ζωηρά. Είναι χαρούμενες.
Μαίρη: Αγγελική σοβαρά τώρα. Αν και δεν έχω προσωπικές εμπειρίες, αυτά που άκουσες είναι τα δικά μου συμπεράσματα από όσα κατά καιρούς έφτασαν στ’ αυτιά μου από το προσωπικό της εταιρίας. Είσαι έξυπνη και ξέρω πως τα λόγια μου έπιασαν τόπο. Πάντως οφείλω να ομολογήσω, ότι προσωπικά τον αγαπάω τον Πίτερ, γιατί είναι αξιοπρεπής και καθόλου πονηρός.
Αγγελική: Γιατί δε μου τα έλεγες πρώτα αυτά Μαίρη μου; Χαλάσαμε τόση ώρα για τη γνώμη του ενός και του άλλου; Η δική σου γνώμη θα μου αρκούσε!
Σκηνή
Πίτερ: Εμπρός!
Αγγελική: Καλημέρα σας κύριε Ανδρεάδη!
Πίτερ: Α! Η Αγγελική! Καλημέρα Αγγελική!
Προχωρά προς το μέρος της.
Πίτερ: Χαίρομαι που ήρθες ενωρίς.
Αγγελική: Ελπίζω να μην είναι πολύ-πολύ νωρίς, αλήθεια. Ξέρετε η κυρία… η Μαρί, έξω από το γραφείο σας, σάστισε μόλις με είδε. Μου είπε όμως τελικά, ότι με περιμένατε.
Πίτερ: Όπως και νά ‘χει το πράγμα, είσαι εδώ κι επομένως ας μπούμε κατευθείαν στα δικά μας. Να μιλήσουμε λίγο για το γραφείο και τη σχέση γραμματέα – προϊσταμένου. Η Μαρί, η κυρία που είδες πριν από λίγο έξω από την πόρτα μου, ήταν η προσωπική γραμματέας μου μέχρι σήμερα. Προ ημερών πήρε προαγωγή κι από αύριο θ’ αρχίσει να εργάζεται στο απέναντι γραφείο, ενώ εσύ θ’ αναλάβεις να εξυπηρετείς αποκλειστικά τις ανάγκες του δικού μου γραφείου. Η Μαρί υπήρξε ικανότατη γραμματέας. Εξυπηρέτησε την εταιρία μας για μεγάλο διάστημα, δηλαδή… τον πατέρα μου αρχικά, και αργότερα συνεργάστηκε μαζί μου, και… μέχρι σήμερα -όπως ήδη είπα-εξακολουθεί να προσφέρει τις υπηρεσίες της σ’ αυτήν.
Η Αγγελική τον ακούει προσεκτικά και τον παρακολουθεί καθώς μιλάει. Ο Πίτερ που το νιώθει, σταματάει και τη ρωτάει τυπικά.
Πίτερ: Θέλεις να με ρωτήσεις κάτι;
Αγγελική: Θα περιμένω από εσάς να μου εξηγήσετε κάποια πράγματα ή ίσως θα θέλατε να μου δώσετε κάποια κατεύθυνση ως προς τις προτεραιότητές σας σε σχέση με την ατζέντα σας.
Πίτερ: Ναι βέβαια… Στο υπολογιστή του γραφείου της γραμματέα, η Μαρί έχει ετοιμάσει κάποιες οδηγίες, απλές πιστεύω, αφού το ημερολόγιό μου των ραντεβού και των υποχρεώσεών μου, βρίσκονται on your desk. Επίσης κάποιες υπαγορεύσεις είναι καταχωρημένες σε κασσέτες, καθώς και κάποιες άλλες, σε σχέση με την επιστολογραφία. Παρακαλώ οι επιστολές να απαντηθούν straight to the point. Η Μαρί θα σε επιβλέπει για μία-δύο ημέρες, και νομίζω ότι αυτή τη στιγμή ίσως και να σε περιμένει στο γραφείο σου. Σου εύχομαι καλή επιτυχία και ελπίζω να μη διαψευστούν οι προσδοκίες όλων μας.
Αγγελική: Είστε πολύ ευγενικός. Εγώ θα έπρεπε να σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μου δίνετε. Και εύχομαι ακόμη να μη σας απογοητέψω.
Ο Πίτερ χαμογελάει συγκαταβατικά. Τη στιγμή που αποχωρεί η Αγγελική χτυπάει η πόρτα του γραφείου. Είναι η Μαρί.
Μαρί: Δεσποινίς, σε πέντε λεπτά θα είμαι μαζί σας. Δεν θ’ αργήσω.
Αγγελική: Σας ευχαριστώ.
Η Αγγελική φεύγει και κλείνει την πόρτα του γραφείου πίσω της.
Πίτερ: Έλα Μαρί. Όλα καλά στο νέο σου γραφείο;
Μαρί: Ναι Πίτερ, ευχαριστώ. Δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού τα ταχτοποιήσατε εσείς προσωπικά!
Πίτερ: Oh! Good, good! Συναντηθήκατε λοιπόν με την Αγγελική. Πώς σου φαίνεται;
Μαρί: Αν μου επιτρέπετε βέβαια, θα έλεγα ότι ο τύπος της δεσποινίδας Αγγελικής, είναι υπερβολικά συμπαθητικός. Κι ετούτη τη φορά όπως και την πρώτη, μου δίνει την εντύπωση καλού κοριτσιού.
Πίτερ: Για να το λες εσύ, με την μακροχρόνια πείρα σου, έτσι θα πρέπει και να είναι. Όπως είπαμε λοιπόν.
Η Μαρί αποχωρεί. Η Αγγελική την περιμένει ήσυχη.
Μαρί: Δεσποινίς…
Αγγελική: Συγγνώμη που διακόπτω. Θα σας πείραζε αν με καλούσατε Αγγελική;
Η Μαρί χαμογελάει συγκαταβατικά.
Μαρί: Αγγελική λοιπόν… και θα έλεγα ότι κι εσείς θα μπορούσατε να χρησιμοποιείτε σκέτο το Μαρί. Ίσως… ίσως ακόμη θα μπορούσαμε να χρησιμοποιούμε τον ενικό μεταξύ μας… Απλοποιεί τις σχέσεις. Δε νομίζεις;
Χαμογελάει ενθαρρυντικά στην Αγγελική που ανταποκρίνεται.
Αγγελική: Ο.Κ. Δε θα το ξεχάσω Μαρί!
Η Μαρί και η Αγγελική χαμογελούν, ενώ η τελευταία δηλώνει πάντα σύμφωνη κουνώντας το κεφάλι της καταφατικά.
Μαρί: Όπως έλεγα λοιπόν Αγγελική, θα μπω κατευθείαν στο θέμα μας. Κατ’ αρχήν θα ήθελα να σε καλωσορίσω στην εταιρία μας. Εκ πείρας και χωρίς να μακρυλογώ, θα υπογραμμίσω, ότι είναι εύνοια της τύχης να έχει κανείς για αφεντικό έναν άνθρωπο σαν τον κ. Ανδρεάδη. Είναι αξιοπρεπέστατος και συνεπής στο καθήκον του, του διευθυντού. Και επειδή ξέρει τη δουλειά του, είμαι βέβαια ότι σε διάλεξε γιατί θεωρεί ότι έχεις τα προσόντα γι αυτή τη θέση. Θέλω να σε ενθαρρύνω λέγοντάς σου, ότι ο κ. Ανδρεάδης θα σου δώσει το χρόνο και την ευκαιρία, ώστε να προσαρμοστείς και ν’ ανταποκριθείς ποιοτικά στα καθήκοντά σου, της ιδιαιτέρας. Θα σε βοηθήσουμε άλλωστε κι εμείς, το παλιό προσωπικό, υποδεικνύοντας και κάνοντας συστάσεις. Όπως βλέπεις τα γραφεία της εταιρίας μας διαθέτουν τα μέσα για τα πιο γρήγορα και σωστά αποτελέσματα. Θα έχεις λοιπόν την ευκαιρία να ξεπεράσεις την όποια δυσκολία, και θα καταλάβεις στην πορεία, ότι η εταιρία μας ευνοεί τους νέους που έχουν τη διάθεση ν’ ακούσουν και να μάθουν. Θέλεις να με ρωτήσεις κάτι;
Αγγελική: Κατ’ αρχήν θα ήθελα να σ’ευχαριστήσω Μαρί, για το καλωσόρισμά μου στην εταιρία. Με ενθάρρυνες κιόλας με τα λόγια σου. Εκ μέρους μου, θα ήθελα να τονίσω πως χαίρομαι πάρα πολύ που θα συνεργαστώ μαζί σου, γιατί χρειάζομαι την όποια βοήθεια και θέλω να υποσχεθώ ότι θα καταβάλω κάθε προσπάθεια για το καλό της εταιρίας.
Μαρί: Κι εγώ είμαι βέβαια ότι όλα θα πάνε όπως πρέπει να πάνε, για το καλό όλων μας.
Κι ενώ η Μαρί συνεχίζει να εξηγεί στην Αγγελική πλησιάζει ένα παλικάρι ο Νότης, που δουλεύει στο τμήμα των λογιστών της Εταιρίας.
Νότης: Γεια σας κυρίες μου!
Μαρί: Καλώς το Νότη, το λεβέντη μας. Ποιος καλός άνεμος σε φέρνει στα μέρη μας;
Νότης: Μιλώντας για άνεμο, θα πρέπει να ομολογήσω πως έμαθα για την αύξηση του προσωπικού της εταιρίας, με την άφιξη νέου μέλους και μάλιστα… εκπροσώπου του ωραίου φύλου. Θεώρησα λοιπόν απολύτως απαραίτητο να το καλωσορίσω.
Μαρί: Α, έτσι! Είσαι πολύ τυχερός αγαπητέ μου. Πρόκειται για τη νέα κυρία που βλέπεις μαζί μου. Αγγελική, να σου συστήσω το Νότη, το καλύτερο παιδί στην εταιρία μας, και από σήμερα οφείλω να προσθέσω στον παραπάνω τίτλο και τον νέο: του ευγενέστερου κόλακα. Νότη, από εδώ… η Αγγελική, παιδί μου.
Γελούν με τα λόγια της Μαρί και ο Νότης προτείνει το χέρι του, συνοδεύοντας την κίνησή του αυτή, με μία ελαφρή υπόκλιση.
Νότης: Χαίρω πάρα πολύ, Αγγελική.
Αγγελική: Κι εγώ χαίρομαι, Νότη. Δουλεύετε σ’ αυτόν τον όροφο κι εσείς;
Νότης: Όχι ακριβώς, αλλά όχι και τόσο μακριά, αφού όλα τα γεγονότα αυτού του ορόφου, φτάνουν αστραπιαία στον δικό μας. Στον αμέσως επόμενο λοιπόν. Είναι πολύ γρήγορο το ανεβοκατέβασμα και… υγειϊνό αναμφίβολα.
Αγγελική: Ωραία, ωραία, λοιπόν.
Μαρί: Ο Νότης είναι προγραμματιστής, και μάλιστα από τους ικανότερους.
Νότης: Άχαρη δουλειά, στ’ αλήθεια!
Αγγελική: Δεν το πιστεύω αυτό. Καμία δουλειά δεν είναι άχαρη και… καμιά δεν είναι τέλεια. Αλλά τι να κάνουμε; Μακάρι να έχουμε πάντα δουλειά, και μακάρι και όλος ο κόσμος, για να μπορούμε να κρατούμε την αξιοπρέπειά μας.
Ο Νότης δεν μπορεί να κρύψει το θαυμασμό του για την Αγγελική.
Νότης: Συμφωνώ απόλυτα, αγαπητή μου. Είναι γνωστές οι συνέπειες της ανεργείας και της στέρησης.
Αγγελική: Αλοίμονο, δεν περισσεύουν οι δουλειές. Κυρίως τώρα με την καλπάζουσα τεχνολογία. Κόβονται τα άλλοτε χρειαζούμενα χέρια. Είμαστε τυχεροί που διαβιώνουμε σήμερα. Πιστεύω ότι οι επόμενες γενεές κι αν ακόμη έρθουν σε μικρότερους αριθμούς ή κι αν είναι πολύ καλύτερα καταρτησμένες από εμάς, συγκριτικά θα απολαμβάνουν λιγότερα ποιοτικά αγαθά, απ’ ότι η δική μας.
Νότης: (σκεπτικά) Δεν έχετε άδικο.
Η Μαρί που παρακολουθεί το διάλογό τους, λέει σε αστείο τόνο.
Μαρί: Βρε σεις! Το ξερετε ότι είστε μια χαρά άνθρωποι; Δες τους που τα βρήκαν κιόλας μεταξύ τους!
Νότης: Αγγελική… πρόσεχε τη Μαρί. Ξέρεις, είναι και… φοβερή προξενήτρα!
Αγγελική: Δεν κινδυνεύουμε από ανθρώπους που είναι γελαστοί και καλότροποι. Άλλωστε ποιος πιστεύει πια στις προξενιές; Άλλαξαν οι καιροί.
Μαρί: Επιτέλους άκουσα και κάτι σωστό, σ’ αυτό το χώρο!
Νότης: Πρόσεχε τι λες, Μαρί, γιατί η Αγγελική θα πιστέψει ότι το προσωπικό της εταιρίας μας δεν είναι τόσο σοβαρό, όσο παρουσιάζεται να είναι. Ίσως μάλιστα να θεωρήσει ότι…
Δεν πρόλαβε να τελείωσει τη φράση του, γιατί ανοίγει η πόρτα και παρουσιάζεται ο Πίτερ.
Πίτερ: Γειά σου Νότη! Πώς κι από ‘δω;
Νότης: Γεια σου Πίτερ! Όσο για την παρουσία μου, οφείλεται μάλλον στο γεγονός ότι δουλεύω κι εγώ εδώ. Άλλωστε είναι η ώρα του καφέ (χαμογελάει ευγενικά).
Πίτερ: Είδες που το ξέχασα; Συγγνώμη Μαρί, Νότη… να διακόψω λίγο την κουβεντούλα σας; Αγγελική, έρχεστε στο γραφείο μου, παρακαλώ!
Η Αγγελική τον ακολουθεί σιωπηλή. Ο Νότης παρακολουθεί με ειρωνία.
Νότης: Τώρα βρήκε να… Άκουσε συζήτηση και δεν του άρεσε. Του γυάλισε η Αγγελική.
Μαρί: Σσσς! Μη μιλάς έτσι εδώ μέσα. Θα βρεις τον μπελά σου παιδί μου! Αστεία-αστεία αν φτάσει κάτι στα αυτιά του… μπορεί και να υπάρχουν κυρώσεις.
Νότης: Αυτό πέστο! Ε, βέβαια. Ο τύπος είναι ατομιστής!
Μαρί: Μα γιατί τον κατηγορείς τώρα; Τι σου έκανε; Ο Πίτερ είναι καλό παλικάρι. Τόσον καιρό δουλεύω εδώ μέσα και πάντα φέρνεται σεβαστικά στο προσωπικό και με το χαμόγελο στα χείλια. Είναι ταπεινός και γεναιόδωρος. Αν τώρα τα κοριτσόπουλα ελπίζουν και μπλέκονται μαζί του… τι να κάνει; Άντρας δεν είναι; Εσύ τι θα έκανες; Ας προσέχουν να μη παρασύρονται από όνειρα. Ο άνθρωπος έχει πολλά στο μυαλό του και η γυναίκα μέσα στην πολυάσχολη ζωή του, περισσεύει.
Βγαίνει η Αγγελική και κατευθύνεται προς το μέρος τους. Την παρακολουθούν προσεκτικά. Η Αγγελική φαίνεται πολύ ήρεμη και τους κυττάζει.
Αγγελική: Συμβαίνει κάτι;
Μαρί: Όχι κορίτσι μου! Τίποτε. Μιλούσαμε.
Νότης: Λοιπόν αγαπητή;
Η Αγγελική εκπλήσσεται από το ύφος του Νότη.
Αγγελική: Δεν καταλαβαίνω την ερώτηση.
Μαρί: Μην τον ακούς το Νότη. Δεν είναι στις καλές του φοβάμαι.
Αγγελική: Εμένα να με συγχωρείτε. Έχω να ετοιμάσω ένα επείγον συμβόλαιο.
Ετοιμάζεται να σκύψει στο γραφείο της.
Νότης: Πριν αρχίσεις, μπορώ να σε ρωτήσω κάτι Αγγελική;
Αγγελική: Παρακαλώ!
Νότης: Δε νομίζεις ότι θα πρέπει ν’ αφήσεις αυτό το σοβαρό ύφος και να χαλαρώσεις;
Αγγελική: (ενωχλημένη) Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς, Νότη.
Νότης: Να… μην παίρνεις τα πάντα εδώ γύρω στα σοβαρά.
Αγγελική: (χαμογελώντας αμήχανα) Θα πρέπει να κάνω και τη δουλειά μου μια και θα πληρώνομαι γι αυτήν! Νομίζω… Θα τα πούμε λοιπόν μια άλλη φορά.
Νότης: Δεν κατάλαβες! Θα ήθελα να σε καλέσω να φάμε μαζί το μεσημέρι. Να χαλαρώσουμε λιγάκι και με την ευκαιρία αυτή, να γνωριστούμε καλύτερα.
Αγγελική: Ευχαριστώ πολύ Νότη, αλλά δε νομίζω πως θα τα καταφέρω σήμερα. Είναι η πρώτη μου μέρα. Μια άλλη φορά, ίσως.
Νότης: Εντάξει λοιπόν, Αγγελική. Η πρόσκλησή μου πάντως παραμένει ανοιχτή, αν αλλάξεις γνώμη.
Η Αγγελική δεν απαντάει και ο Νότης φεύγει θιγμένος από την στάση της. Η Μαρί αναρωτιέται για τη συμπεριφορά του.
Αγγελική: Δεν κατάλαβα. Τι περιμένει; Να του πω να πάμε για lunch; Δεν προλάβαμε να γνωριστούμε… και… έτσι κάνει συνήθως;
Μαρί: Μη δίνεις σημασία. Δεν είναι στα καλά του σήμερα ο Νότης. Κάτι τον απασχολεί. Νομίζω… πως μόλις σε είδε έπαθε την πλάκα του, που λένε.
Αγγελική: Δεν μπορεί! Κάτι άλλο πιθανόν. Ποιος ξέρει! Με συγχωρείς όμως Μαρί, θα πρέπει ν’αρχίσω αμέσως αυτό το συμβόλαιο, αλλιώς θα βρω τον μπελά μου.
Μαρί: Ναι, βέβαια.
Τη στιγμή που απομακρύνεται η Μαρί ανοίγει η πόρτα του γραφείου και εμφανίζεται ο Πίτερ.
Πίτερ: Αγγελική, μόλις τώρα μου τηλεφώνησαν για το συμβόλαιο, ότι δεν το βιάζονται. Μπορείς να το τελειώσεις μετά το γεύμα.
Αγγελική: Μάλιστα κύριε Διευθυντά. Όπως νομίζετε. Εγώ πάντως θα το έχω έτοιμο ενωρίτερα αφού δεν έχω τίποτε άλλο, από του να τακτοποιήσω κάποια από τα ραντεβού σας.
Ο Πίτερ πλησιάζει την Αγγελική στο γραφείο της. Σκύβει πάνω της. Της μιλάει εμπιστευτικά, σιγανά. Εκείνη ακούει με άγχος.
Πίτερ: Μου επιτρέπεις να σε ρωτήσω κάτι Αγγελική;
Αγγελική: Παρακαλώ κύριε Διευθυντά.
Πίτερ: Θα μου κάνεις την τιμή να φάμε μαζί το μεσημέρι; Αν βέβαια δεν έχεις κανονίσει να φας με άλλη παρέα.
Αγγελική: Ναι… Δηλαδή όχι… (χαμογελάει κοκκινίζοντας). Με συγχωρείτε, ήθελα να πω… πως είμαι ελεύθερη.
Πίτερ: Επομένως;
Αδημονεί να την ακούσει. Εκείνη τον κυττάζει με θάρρος.
Αγγελική: Σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση. Δέχομαι.
Πίτερ: Ωραία λοιπόν! Θα είσαι έτοιμη στις 1.30 μ.μ.περίπου; Θα πάμε κάπου όπου είμαι απόλυτα βέβαιος ότι θα σου αρέσει.
Σκηνή
Αργότερα… Ο Νότης στο γραφείο της Μαρί της μιλάει με έντονο ύφος.
Νότης: Μαρί! Ποιους λες, είδα το μεσημέρι;
Μαρί: Πρέπει να ξέρω;
Νότης: Θα πέσεις από τα σύννεφα.
Μαρί: Ποιους επιτέλους;
Νότης: Τον Πίτερ και την… λεγάμενη!
Μαρί: Τη λεγάμενη; Δεν κατάλαβα, ποια εννοείς;
Νότης: Την Αγγελική παιδί μου!
Μαρί: Αναφέρεσαι στην Αγγελική, ως τη «λεγάμενη»; Δεν είναι λίγο υπερβολική η έκφραση αυτή για τη συμπαθητική συνάδερφο, που μόλις γνώρισες; Και αν αληθεύει αυτό, πού είναι το παράξενο;
Νότης: Πού είναι το παράξενο! Αν και δεν μου αρέσει να κουτσομπολεύω, όταν ακούσεις τι έγινε θα καταλάβεις.
Μαρί: (Ειρωνικά) Να πιστέψω ότι δε σου αρέσει να κουτσομπολεύεις; Δεν ξέρω αν πρέπει. (Σχεδόν θυμωμένη) Μα επιτέλους, τι λόγος μας πέφτει, βρε Νότη;
Νότης: Εγώ θα σου τα πω κι εσύ θα κρίνεις.
Η Μαρί τον ακούει χωρίς να τον κυττάζει. Προσποιείται ότι γράφει κάτι. Ο Νότης όμως συνεχίζει ακάθεκτος.
Νότης: Λοιπόν… όπως γνωρίζεις, σήμερα ενωρίς και πολύ πριν από το μεσημέρι, πρότεινα στην Αγγελική να φάμε παρέα. Εκείνη όμως είπε πως δεν μπορούσε γιατί έπρεπε να ετοιμάσει επειγόντως ένα συμβόλαιο.
Μαρί: Λοιπόν; Ας υποθέσουμε ότι έτσι ήταν τα πράγματα.
Νότης: Όταν λοιπόν πήγα για το μεσημεριάτικό μου στο “Λούβρο” -ξέρεις το μικρό ειδυλλιακό ρεστωτάν…- ποιον νομίζεις ότι συνάντησα εκεί;
Η Μαρί που ήδη γνωρίζει τι θα της πει ο Νότης, περιμένει αδημονώντας για να συγκεντρωθεί στη δουλειά της. Δεν τον κυττάζει.
Νότης: Τον Πίτερ και την Αγγελική! Ναι αγαπητή μου. Κάθονταν οι δυο τους τετ-α τετ σε μια γωνιά και κουβέντιαζαν, πίνοντας σε high ball crystals.
Η Μαρί σηκώνει αργά το κεφάλι της και απλά τον κυττάζει.
Νότης: Κατάλαβες τι είπα;
Μαρί: Νομίζω… πως ναι! Άντε, να πάμε τώρα πίσω στη δουλειά μας.
Νότης: Α! Πώς; Έτσι; Δεν έχεις άποψη στο θέμα;
Μαρί: Όχι, Νότη μου! Δεν έχω! Εγώ είμαι εδώ και πληρώνομαι, για να κάνω μία συγκεκριμένη δουλειά και αυτού του είδους η ενασχόληση, το κουτσομπολιό, όπως καταλαβαίνεις καθόλου δε με συγκινεί. Τι πιο συνηθισμένο από του να προτείνει ο προϊστάμενος στην ιδιαιτέρα του να φάνε μαζί το μεσημέρι, όταν μάλιστα ενδέχεται να συζητήσουν για τη δουλειά τους, σε μία πιο χαλαρωμένη ατμόσφαιρα.
Νότης: Α! Όλα κι όλα, σ’αυτό δεν μπορεί να είσαι σωστή! Και ξέρεις γιατί; Γιατί ο Πίτερ την πρόσεχε στα μάτια όταν εκείνη μιλούσε. Ξέρω εγώ τι σημαίνουν αυτά, είμαι άντρας!
Η Μαρί κουρασμένη τον κυττάζει.
Μαρί: Νότη, το καλό που σου θέλω, μην ανακατεύεσαι στα ξένα και προπάντων μην ασχολείσαι με θέματα άσχετα με τη δουλειά μας. Δεν είναι καλό για κανέναν μας.
Νότης: Μπα, γιατί;
Μαρί: Γιατί ο Πίτερ είναι πολύ καθώς πρέπει και ως άντρας και κυρίως ως προϊστάμενος. Μπορώ να το επιβεβαιώσω αυτό καλύτερα από κάθε άλλον. Δούλεψα μαζί του έξη χρόνια όλα μαζί -αν και με αρκετά διαλείμματα- και μπορώ να πω, πως είναι ένας σπάνιος άνθρωπος με πολλά προτερήματα και πάρα πολύ αξιοπρεπής.
Νότης: Σκασίλα μου!
Μαρί: Νότη, σε παρακαλώ! Αν εσύ θέλεις να ασχολείσαι με το τι κάνουν οι εργάτες της εταιρίας, εγώ τι να πω; Αυτό… αφορά εσένα αποκλειστικά, αλλά δε θα πρέπει ν’ ανακατεύεις άλλους, όπως εμένα. Κι ύστερα λες πως δεν κουτσομπολεύεις! (Μιλάει σιγά, προσεκτικά).
Νότης: (Θυμωμένος) Καλά μας τα λες Μαρί! Δεν είναι όμως αλήθεια πως εσείς οι γυναίκες ψοφάτε για γαλόνια; Και μην πεις ότι δεν είναι έτσι! Η αγαπητή νέα συνάδελφος δεν αποτελεί εξαίρεση. Γιατί λοιπόν να πάει στο ρέστωραντ μ’ εμένα, έναν απλό υπάλληλο, κι όχι μ’ έναν από τους μετόχους της εταιρίας, όταν μάλιστα αυτός ο μέτοχος είναι και εργένης;
Μαρί: (σηκώνεται εκνευρισμένη από το γραφείο της) Συγγνώμη Νότη, αλλά πρέπει να πάω στον Άντονυ, για να μου υπογράψει αυτά τα χαρτιά.
Ο Νότης κουνώντας το κεφάλι του απογοητευμένος, μονολογεί.
Νότης: «Δε βαρυέσαι. Η γυναίκα φοβάται και για τη θέση της. Αν την πιάσουν να «κουτσομπολεύει», μπορεί να βρει και τον μπελά της. Θα μου πεις: εσύ σε τι διαφέρεις; Δε διαφέρω, αλλά δεν είναι και τόσο εύκολο να βρουν έναν καλό computer programmer, σαν εμένα!»
Εκείνη τη στιγμή έρχονται η Αγγελική και ο Πίτερ, ήσυχοι και σοβαροί. Ο Νότης που περιφέρεται στο χώρο του γραφείου της Αγγελικής, ξαφνιάζεται στη θέα τους.
Πίτερ: Νότη, θέλεις κάτι;
Νότης: Όχι ακριβώς. Είχα έρθει για να μιλήσω στην Αγγελική… αλλά δεν ήταν… Τώρα όμως είναι εδώ. Λοιπόν…
Πίτερ: (Παραξενεμένος από τη συμπεριφορά του Νότη) Με συγχωρείτε… εγώ πάω στο γραφείο μου.
Αγγελική: Νότη! Με θέλεις για κάτι;
Νότης: Ναι, ναι. Ήθελα να ρωτήσω, πώς σου άρεσε η κουζίνα του Λούβρου!
Αγγελική: (ξαφνιασμένη τώρα) Πολύ ωραία Νότη! Πάρα πολύ ωραία!
Νότης: Πολύ πιο ωραία, ίσως, γιατί πήγες με τον Πίτερ.
Αγγελική: Δεν καταλαβαίνω τα υπονοούμενά σου, Νότη! Με συγχωρείς αλλά μ’ αφήνει άναυδη η συμπεριφορά σου. Και να σκεφτεί κανείς πως γνωριστήκαμε μόλις σήμερα, εδώ σ’ αυτόν το χώρο.
Νότης: Συγγνώμη… Λυπάμαι που αισθάνεσαι έτσι.
Αγγελική: (Σχεδόν μονολογεί) Δεν προλάβαμε να γνωριστούμε, κι εσύ παίρνεις το δικαίωμα να με ελέγχεις. Δεν το πιστεύω! Πως είναι δυνατόν να εργάζεσαι εδώ μέσα με αυτού του είδους το σκεπτικό! Τι μου είσαι τέλος πάντων;
Έχει εκνευριστεί περισσότερο τώρα.
Νότης: Ναι αλλά και τον Πίτερ…
Αγγελική: (δεν τον ακούει πλέον, και είναι έξω φρενών) Σου έδωσα το δικαίωμα ν’ ασχολείσαι μαζί μου και δεν το ξέρω; Το τι κάνω, είναι δική μου δουλειά και δε θα μπω στη διαδικασία να σου εξηγήσω γιατί πήγα ή δεν πήγα μ’ εσένα ή με τον Πίτερ. Σύμφωνοι; (ειρωνικά) Και τώρα με την άδειά σου, θα επιστρέψω στα καθήκοντά μου. (Μιλάει μόνη της) Άκου κάτι πράγματα!
Ο Νότης φανερά ενωχλημένος.
Νότης: Μάλιστα… Δηλαδή… συγγνώμη… Όπως επιθυμείς αγαπητή!
Η Αγγελική χώνει το κεφάλι της στα χαρτιά του γραφείο της. Το λαμπάκι του τηλεφώνου της δείχνει ότι την θέλει ο Πίτερ. Σηκώνεται και παίρνοντας το μπλοκ και το στυλό της κατευθύνεται στο γραφείο του προϊσταμένου της, στέκεται μπροστά στην κλειστή πόρτα και χτυπάει. Ο Νότης την παρακολουθεί. Η πόρτα ανοίγει, και κλείνει πίσω της. Ο Πίτερ μιλάει με σοβαρή φωνή χωρίς να σηκώνει το κεφάλι του.
Νότης: (Ο Νότης που στο μεταξύ παρακολουθεί) Μωρέ… φως φανάρι… Την προορίζει για φιλενάδα του, ο μάγκας!
Στο γραφείο του Πίτερ. Η Αγγελική παραξενεμένη, κάθεται.
Πίτερ: Έλα Αγγελική, κάθησε.
Η Αγγελική στέκεται στην είσοδο και μετά προχωράει προς το κάθισμα που της δείχνει.
Πίτερ: Να σε ρωτήσω κάτι;
Αγγελική: Ναι βέβαια.
Πίτερ: Τον γνωρίζεις το Νότη από καιρό;
Αγγελική: (Σαστισμένη) Συγγνώμη;
Σηκώνει το κεφάλι του και κυττάζει την Αγγελική ανήσυχος, κάνοντάς την να κοκκινίσει. Έντονα σοκαρισμένη εκείνη τον κυττάζει με τη σειρά της.
Πίτερ: Ρωτάω, αν γνωρίζεις τον Νότη από καιρό.
Αγγελική: Αν και δεν καταλαβαίνω την ερώτησή σας, θα σας απαντήσω: όχι! Τον γνώρισα μόλις σήμερα. Αφότου δηλαδή άρχισα να εργάζομαι κοντά σας.
Πίτερ: Γιατί μιλάει με τόση απαίτηση λοιπόν;
Η Αγγελική ακόμη πιο σαστισμένη τώρα, τον κριτικάρει.
Αγγελική: Θα πρέπει να απαντήσω σ’αυτή την ερώτηση;
Πίτερ: Όπως θέλεις. Απλά δεν καταλαβαίνω κάποια πράγματα. Θέλω να έχω καθαρή εικόνα.
Αγγελική: Αν και δεν καταλαβαίνω τι θέλετε να πείτε με όλα αυτά, θα σας πω: δεν τον γνωρίζω ούτε ελάχιστα αυτόν τον κύριο, θα έλεγα. Λίγο λιγότερο από ότι γνωρίζω εσάς, ξέρετε.
Πίτερ: Καλά λοιπόν! Μπορείς να πηγαίνεις.
Αγγελική:Θέλω κι εγώ να σας πω κάτι: μη με παρακολουθείτε σας παρακαλώ!
Η Αγγελική αποχωρεί από το γραφείο του Πίτερ στεναχωρημένη, με ένα αίσθημα ασφιξίας να την κατακλύζει.
Αγγελική: «Κάνε Θεέ μου να μη χάσω αυτή τη δουλείτσα! Τι θ’ απογίνω αν γυρίσω πίσω στη μοναξιά μου;»
Κάθεται στο γραφείο της. Δεν αντιλαμβάνεται τη Μαρί που στέκεται μπροστά της και της μιλάει.
Μαρί: Αγγελική! Γιούχου!.. Τι συμβαίνει κορίτσι μου;
Αγγελική: (Αφυπνίζεται επιτέλους) Τι; Ω! Μαρί… συγγνώμη! Ξέρεις… σκεφτόμουν κάτι!..
Μαρί: Το βλέπω! Έχω κάποια χαρτιά για να τα κυττάξεις, να τα συμπληρώσεις και να τα δώσεις στον Πίτερ. Είναι σπουδαία και επείγοντα. (Την προσέχει καλύτερα) Μα εσύ είσαι χάλια! Τι συμβαίνει επιτέλους;
Αγγελική: Τίποτα! Τίποτα! Είμαι λίγο κουρασμένη. Ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σου.
Μαρί: Άκου Αγγελική μου! Ελπίζω να μη σου είπε τίποτα ο Νότης! Ο άνθρωπος έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Αχ! Πού να το ξέρω πως από την πρώτη κιόλας ημέρα θα έδειχνε τον εαυτό του; Δεν είναι κακός βρε παιδί μου, αλλά ζηλιάρης και κουτσομπόλης… σίγουρα είναι!
Αγγελική: Δεν πειράζει Μαρί, ό,τι κι αν είπε. Δε βαρυέσαι. Εγώ πάντως θα κυττάζω τη δουλειά μου. Αποδεικνύεται άλλη μία φορά, ότι δύσκολα γλυτώνει μια γυναίκα από τα παρόμοια.
Μαρί: Μήπως παραπονέθηκε και τ’ αφεντικό μας για κάτι;
Αγγελική: Όχι, όχι, Μαρί! Όλα είναι εντάξει.
Μαρί: Ωραία λοιπόν! Νομίζω όμως ότι θα σου κάνει καλό, να πιεις λίγο νεράκι. Φαίνεσαι αναστατωμένη.
Αγγελική: Είμαι εντάξει, μην ανησυχείς. Σ’ ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σου, Μαρί.
Μαρί: (Επιμένει) Αν θέλεις να μου μιλήσεις, για ό,τιδήποτε, οποιαδήποτε στιγμή, σε παρακαλώ να το κάνεις.
Αγγελική: Σ’ ευχαριστώ Μαρί! Δε θα το ξεχάσω.
Η Αγγελική σκύβει το κεφάλι της και συγκεντρώνεται στα χαρτιά πάνω στο γραφείο της υποχρεώνοντας τη Μαρί ν’ απομακρυνθεί.
Δεύτερη Πράξη
Σκηνή
Αγγελική: Μαμά!.. Πού είσαι;
Ελπίδα: (Βγαίνει από το μπάνιο και κατευθύνεται στο μέρος της) Εδώ είμαι κορίτσι μου! Καλώς την!
Αγγελική: Γεια σου μάνα!
Η Ελπίδα πλησιάζει την Αγγελική, την πιάνει από το πηγούνι, και την κυττάζει ανήσυχη.
Ελπίδα: Έκλαιγες;
Αγγελική: Πώς σού ‘ρθε τώρα αυτό, βρε μαμά;
Ελπίδα: Τι λες κοριτσάκι μου! Δεν ξέρω εγώ; Δε βλέπω; Μήπως συνέβη κάτι στο γραφείο; Αλλά τι λέω; Τι θα μπορούσε να συμβεί από την πρώτη κιόλας ημέρα!
Αγγελική: Όχι σου λέω μαμά! Τι κάθεσαι και λες τώρα; Αν σ’ άκουγε κανείς, θα νόμιζε ότι δουλεύω σε μοδιστράδικο της δικής σου εποχής!
Ελπίδα: Έννοια σου και θα ήσουν πολύ καλύτερα!
Αγγελική: Εντάξει, εντάξει. Έλα τώρα. Πες μου τι μαγείρεψες;
Ελπίδα: Παστίτσιο και σαλάτα χωριάτικη.
Αγγελική: Ωραία! Κι εγώ έφερα το επιδόρπιο: μία ωραία και μεγάλη σοκολάτα υγείας!
Ελπίδα: Μάλιστα! Τώρα τα κατάλαβα όλα, και πες εσύ ό,τι θέλεις! Είσαι στις μαύρες σου! Σοκολάτα… ίσον αγωνία και άγχος! Γιατί παιδί μου θέλεις να κρυφτείς από μένα! (αγωνιά). Δεν σε ξέρω εγώ; Εγώ σε γέννησα!
Αγγελική: Έλα τώρα μάνα μου, σε παρακαλώ! Πάω να πλυθώ κι όταν είμαι έτοιμη μπορούμε να μιλήσουμε για το πώς περάσαμε την ημέρα μας. Έτσι δεν είναι;
Ελπίδα: Καλό είναι αυτό, δε λέω! (Μιλάει στον εαυτό της καθώς η Αγγελική απομακρύνεται) «Μπορεί και να μάθω τι στο καλό συνέβη στη δουλειά της. Γιατί την ξέρω εγώ. Δεν πήγε δα και πουθενά αλλού: από εδώ στο γραφείο κι από το γραφείο στο σπίτι!»
Μόλις βγαίνει η Αγγελική, τρέχει για βοηθήσει την Ελπίδα που βιάζεται να ετοιμάσει το δείπνο τους.
Αγγελική: Ξέρεις μαμά, συνέβησαν δύο παράξενα σήμερα…
Ελπίδα: Πού; Εννοείς στη δουλειά, υποθέτω!
Αγγελική: Ναι, ναι βέβαια!
Ελπίδα: Καλά βρε παιδάκι μου, πότε πρόλαβαν κιόλας να γίνουν τα παράξενα που λες; Ήμαρτον Κύριε!
Σταυροκοπιέται και την κυττάζει με ανυπομονησία. Η Αγγελική μιλάει αργά, κομπιαστά.
Αγγελική: Άκου και θα δεις. (Κάνει μερικά βήματα) Που λες μαμά, εκεί που προσπαθούσα να μάθω για κάποια πράγματα για τη δουλειά, έρχεται ένας προγραμματιστής υπολογιστών, κάποιος Νότης. Δεν προλαβαίνω να τον γνωρίσω, και νά τον, που με καλεί σε γεύμα. Εγώ όμως -πολύ ευγενικά βέβαια- αρνούμαι να βγω έξω μαζί του, γιατί έχω να τελειώσω μια δουλειά του γραφείου και συγκεκριμένα ένα συμβόλαιο. Δεν προλαβαίνω να τελειώσω με δαύτον και νά σου, έρχεται το αφεντικό μου, ο Πίτερ. Με τη σειρά του μου λέει ότι δεν είναι ανάγκη να τελειώσω το «επείγον» συμβόλαιο, και μου προτείνει να πάμε για μεσημβρινό μαζί, κι εγώ του λέω «ναι»!
Η Ελπίδα προσποιείται ότι δεν εντυπωσιάζεται.
Ελπίδα: Κατάλαβα! Κατάλαβα! Πώς τα πέρασες λοιπόν;
Η Αγγελική περίεργη από τη συμπεριφορά της Ελπίδας, την κυττάζει.
Αγγελική: Εκεί… καλά τα πέρασα. Ύστερα όμως….
Η Ελπίδα περιμένει.
Ελπίδα: Ναι!.. Ύστερα; Πες μου, λοιπόν!
Αγγελική: Ύστερα όμως… δηλαδή… όταν γύρισα πίσω στο γραφείο, έρχεται ο Νότης παρακαλώ, ο οποίος με είχε δει να τρώω με τον προϊστάμενό μου και μου κάνει σκηνή, λέγοντας με τον πιο αλλαζονικό τρόπο, ότι προτίμησα να πάω για lunch με τον Πίτερ αντί με αυτόν. Το φαντάζεσαι αυτό; Είδες θράσος ο κύριος Νότης; Λες και τον ήξερα κι εχτές! Αποδείχτηκε βέβαια ότι έδωσε τις δικές του ερμηνείες, που ποιος ξέρεις ποιες είναι αυτές -αν και τις υποψιάζομαι. Μπορείς να συμπεράνεις τι θα γίνει παρακάτω, αν από την πρώτη κιόλας ημέρα που τον γνώρισα, παίρνει αυτή την στάση απέναντί μου;
Η Ελπίδα δεν μπορεί να κρυφτεί πλέον.
Ελπίδα: Άκου να δεις κάτι πράγματα! Άκου να σου πω παιδί μου, δε θα δίνεις λογαριασμό στον όποιο Νότη. Επομένως τι σε νοιάζει τι σκέφτεται, τι κάνει ή τι λέει;
Αγγελική: Πολύ σωστά… Έλα όμως που ύστερα απ’ αυτό το περίεργο, συμβαίνει ένα άλλο, πολύ πιο περίεργο!
Ελπίδα: Δηλαδή;
Αγγελική: Με φωνάζει ο προϊστάμενός μου και με ρωτάει αν γνωρίζω καλά αυτόν… τον… θρασύτατο άντρα, το Νότη, μόνο και μόνο επειδή στην επιστροφή μας από το lunch, τον είδε να περιφέρεται στο χώρο του γραφείου μου! Α, ναι! Τον είχε δει και προτού πάμε για το περίφημο πλέον μεσημβρινό, τότε που μου τον πρωτοσύστησε η Μαρί.
Ελπίδα: Α, πα, πα! Αυτό πια, κι αν δεν είναι ενδιαφέρον μπέρδεμα! Και γιατί ο… -πώς τον λες;- ο Πίτερ… ασχολείται τόσο πολύ με τη συμπεριφορά του αλλουνού… του… πώς τον είπες; (δεν περιμένει απάντηση) Είδε κάτι που τον βάζει σε υποψίες;
Αγγελική: Τι να δει βρε μαμά; Είσαι καλά; Μήπως είχα καιρό να. κάνω και τίποτα; Στο κομπιούτερ ήμουν όλη την ώρα. Άλλωστε το πρωϊ ήταν παρούσα και η Μαρί, η πρώην γραμματέας του, σ’ όλο το διάστημα που μιλούσε ο Νότης. Στο είπα: αυτή μας σύστησε.
Ελπίδα: Από το πρωϊ και ως το μεσημέρι και μετά από το μεσημέρι… και σου λέει πρώτη μέρα στο γραφείο…
Αγγελική: Νά ’ταν μόνο αυτό; Έπρεπε να δεις το ύφος του Πίτερ, όταν με φώναξε στο γραφείο του μετά από το μεσημεριανό. Πάγωσα. Λες κι είχαμε κάτι, ο Νότης κι εγώ και ότι τον είχα προσβάλλει μ’ αυτή τη σχέση, ας την πούμε! Θεέ μου, τι μπέρδεμα!
Πιάνει το κεφάλι της.
Ελπίδα: Δε νομίζω ότι φταις εσύ για όλα αυτά που συνέβησαν, παιδί μου. Ήταν απλές συμπτώσεις.
Αγγελική: Δεν ξέρω μάνα! Είναι όμως δυνατόν –από την πρώτη κιόλας μέρα- αυτοί οι δύο να υποψιάζονται ο ένας τον άλλον, ως ευνοούμενό μου; Δεν το πιστεύω!
Ελπίδα: Να πω ότι είναι και αμόρφωτοι;
Αγγελική: Ξέρεις τι λέω εγώ; Κακή αρχή έκανα και δε με βλέπω να κάθομαι ούτε σ’ αυτή τη δουλειά, αν τα πράγματα συνεχιστούν έτσι ανάποδα όπως άρχισαν. Έχει γούστο αυτοί οι δυο, χωρίς καθόλου να με ξέρουν, να υποψιάζονται ότι τους παίζω. Πώς έμπλεξα έτσι;
Ελπίδα: Αυτά συμβαίνουν! Σε είδαν ελεύθερη και… Εσύ όμως με τη συμπεριφορά σου, με το ήθος σου, θ’ αποδείξεις σ’ αυτούς τους κυρίους, να μη σε πιάνουν στο στόμα τους άδικα, ούτε να σ’ ενοχλούν με την παρανοητικότητά τους. Άκου να δεις πράγματα! Είπαμε να δείξουν ενδιαφέρον, όχι όμως να είναι και κτητικοί από την πρώτη κιόλας στιγμή; Σαν πολύ ψηλά τον παίζουν τον αμανέ!
Αγγελική: (Σκέφτεται) Δεν ξέρω μαμά! Αν και το σκεπτικό σου είναι σωστό, τελικά και πάλι ανησυχώ για τη δουλειά, που μόλις άρχισα. Όλοι λένε πως ο Πίτερ είναι πολύ σοβαρός και ότι δε σηκώνει τέτοιες συμπεριφορές. Λες να είναι αυτό μόνο; Ή μήπως ζηλεύει το Νότη;
Ελπίδα: Τι συμπεριφορές κορίτσι μου; Εσύ τι έκανες; Ζηλιαρόγατοι είναι και οι δυο τους. Αλλά τι κάθουμαι και λέω; Εσύ ανησυχείς με ψύλλου πήδημα. Επομένως… Άκου λοιπόν τη συμβουλή μου: κάνε εσύ το σωστό και όλα θα θα εξελιχτούν όμορφα και ομαλά. Πίστεψέ με!
Αγγελική: Μακάρι να είναι έτσι, μαμά!
Ελπίδα: Σίγουρα… Να μην αμφιβάλλεις ούτε στιγμή γι αυτό, παιδάκι μου!
Χτυπάει το τηλέφωνο. Σιωπαίνουν αμέσως.
Ελπίδα: Εγώ θα το απαντήσω. (Σηκώνει το ακουστικό) Παρακαλώ, λέγετε! Ναι… Α! Πώς είστε; Όχι βέβαια, δε γνωριζόμαστε, μόνο από όσα μου έχει πει η θυγατέρα μου. (Γελάει) Μα τι λέτε; Τα καλύτερα που μπορεί να πει κανείς για τ’ αφεντικό του. (Σωπαίνει για ν’ απαντήσει) Ναι, βέβαια, θα τη φωνάξω αμέσως. Μία στιγμή μόνο, παρακαλώ!
Η Ελπίδα πάει κοντά στην Αγγελική και κλείνοντας το μικρόφωνο του τηλεφώνου με την παλάμη της, ψιθυρίζει κουνώντας το κεφάλι της.
Ελπίδα: Το αφεντικό σου είναι. Θέλει να σου μιλήσει.
Η Αγγελική αναστατωμένη τώρα, παίρνει το τηλέφωνο.
Αγγελική: (Μιλάει ήσυχα) Παρακαλώ! Τι κάνετε; Ναι…σας ακούω! Χμ! Δε νομίζω ότι μπορώ. Όχι απόψε. Συγγνώμη γι αυτό, αλλά η μητέρα μου έχει στρώσει κιόλας για το δείπνο. Δεν μπορώ να την αφήσω έτσι ξαφνικά. Για ένα ποτό! Μα… Τι να σας πω; Αν επείγει να μου μιλήσετε, όπως λέτε, μπορώ ν’ αρνηθώ; Εντάξει λοιπόν, κατά τις οκτώ. Ναι, ναι… θα σας περιμένω. Γεια σας!
Ελπίδα: Τι σου είπε Αγγελική; Σου ζήτησε να βγείτε έξω;
Αγγελική: Ναι μαμά! Και ήταν τόσο σοβαρός που δεν τόλμησα ν’ αρνηθώ το ποτό που μου προτείνει να πιούμε και να συζητήσουμε -όπως είπε- για κάτι σπουδαίο.
Ελπίδα: Χμ! Σπουδαίο ε; Τι σου είναι αυτοί οι άντρες! Και προπάντων όταν είναι μορφωμένα αφεντικά, σαν το δικό σου! Ποιος ξέρει τι εννοεί; Πάντως εγώ υποπτεύουμαι πράγματα… και θαύματα που λένε… Σοβαρές εξελίξεις κορίτσι μου και πολύ ραγδαίες! Κι εσύ… να προσέχεις, να προσέχεις πολύ! Δεν έκανε τις παρατηρήσεις του για τον άλλον στην εταιρία, χωρίς λόγο! Ακόμα δε σε γνώρισε και σε μονοπωλεί. Καλός είναι κι αυτός. (Σκέφτεται μια στιγμή) Μήπως πρόκειται για κεραυνοβόλο έρωτα παιδί μου;
Αγγελική: Έλα τώρα μαμά! Εσύ πάντα: ή υποπτεύεσαι, ή υποθέτεις… τρέχεις πολύ, δεν το καταλαβαίνεις; Μπορεί να θέλει να μου ζητήσει συγγνώμη για το μεσημέρι.
Ελπίδα: (Ειρωνικά) Ναι, ναι, μπορεί! Εμένα μου λες; Όσο για το αν τρέχω, όπως λες, εγώ ξέρω ότι τα αφεντικά δεν παίρνουν τέτοια ώρα τηλέφωνο, χωρίς καλά-καλά να σε γνωρίζουν, για να προτείνουν δείπνο ή ποτό! Αυτο που λέει «σπουδαίο» εγώ νομίζω ότι αφορά εσένα και μόνο, για να μην πω εσάς τους δύο. Ο άνθρωπος κάνει καμάκι!.. Σιγά και μη δεν ξέρει από τέτοια. Κάθε… γραμματέας και καϋμός!
Αγγελική: Μαμά σε παρακαλώ! Μη συνεχίζεις! Απορώ για τις εκφράσεις που χρησιμοποιείς. Εντάξει βρε μάνα μου. Πώς το ξέρεις; Όλοι οι άντρες δεν είναι ίδιοι. Δεν πιστεύω να νομίζεις πως μόνο οι δικοί μας άντρες ήταν σωστοί.
Ελπίδα: Δεν σ’ αρέσει ν’ ακούς την αλήθεια κόρη μου! Αυτός δεν είναι ένας τυχαίος άντρας. Έχει δύναμη και τη χρησιμοποιεί. Το υπαγορεύει η φύση του. Αν του αρέσεις, θα προσπαθήσει να σε κατακτήσει. Οι γυναίκες έχουν άλλους λόγους, πιο πρακτικούς ίσως… Ξέρει αυτός. Ποιος ξέρει πόσες πέρασαν από το γραφείο του;
Αγγελική: Εγώ μάνα, δεν είμαι οποιαδήποτε… ούτε είμαι έτοιμη για καμία σχέση. Πολύ περισσότερο με τον Προϊστάμενό μου. Κι αν ακόμη είναι όλα αυτά που υποθέτεις… τότε θα πρέπει να του εξηγηθώ, μια και καλή. Άλλωστε δεν ξέρω, αν ποτέ μπορέσω να ξεπεράσω την αγάπη μου για τον Κώστα, κι ας είναι φευγάτος τόσους μήνες.
Ελπίδα: (Αυστηρά) Μη μιλάς έτσι, είναι αμαρτία από το Θεό! Οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους και οι ζωντανοί με τους ζωντανούς! Έλα τώρα να φάμε, γιατί όπως πάμε, θα μείνουμε νηστικές απόψε!
Η Αγγελική κάθεται ανόρεχτα στο τραπέζι. Με το πιρούνι της σκαλίζει το πιάτο της.
Ελπίδα: Έλα βρε κορίτσι μου! Φάε μια μπουκίτσα, τι σκαλίζεις και σκαλίζεις το πιάτο σου! Αχ, και θα μ’ αρρωστήσεις και πού θα βρώ τη δύναμη να σε βλέπω έτσι;
Αγγελική: Συγγνώμη μαμά! Δεν μπορώ να καταπιώ τίποτα.
Ελπίδα: Σε θεωρούσα γενναιότερη παιδί μου! Τι φοβάσαι τέλος πάντων; Γιατί δεν προσπαθείς να μπεις στο ρυθμό της καθημερινότητας και ν’ αφήσεις την πορεία της ζωής σου, στα χέρια της καλομοίρας σου;
Αγγελική: Μη με ρωτάς μαμά! Μη με ρωτάς!
Σηκώνεται από το τραπέζι. Τα μάτια της γυαλίζουν από τα δάκρυα που βαστούν. Τρέχει στο δωμάτιό της.
Ελπίδα: Πανάθεμά με! Δε θα ηρεμήσω μ’ αυτό το κορίτσι, επιτέλους; Σαν άβγαλτο κοριτσόπουλο κάνει. Από τότε που έφυγε ο φουκαράς ο Κώστας, λες κι έχασε την ψυχή της. Τι θ’ απογίνει Θεέ μου! Μη μου το κάνεις αυτό! Βοήθησέ την να ξαναβρεί τη χαρά στη ζωή. Δεν έχω κανέναν άλλο από την Αγγελική μου και το ξέρεις. Λυπήσου με Παναγιά μου, εσύ που καταλαβαίνεις τον πόνο της μάνας! (Ξαφνικάθυμάται) Αμ, κι αυτοί οι αλήτες στην εταιρία; Από αφεντικό, μέχρι υπάλληλο όλοι τους βρωμάνε. Τι ξέρουν αυτοί για το παιδί μου; Τον κακό τους τον καιρό! Κάνε θεέ μου να σκληρύνει λιγάκι αυτό το κορίτσι, κάνε μια φορά στη ζωή της να κυττάξει το συμφέρον της!
Εμφανίζεται η Αγγελική πιο ήρεμη.
Αγγελική: Μαμά μπορώ να σου εξομολογηθώ κάτι;
Η Ελπίδα την κυττάζει παραξενεμένη. Ύστερα πάει κοντά της και πιάνοντάς την από τους ώμους την οδηγεί στον καναπέ.
Ελπίδα: Έλα παιδί μου! Τι ρωτάς; Έλα, να καθήσουμε λίγο, να μιλήσουμε και να μου ανοίξεις την καρδιά σου, ώσπου να έρθει να σε πάρει τ’ αφεντικό σου.
Αγγελική: Μαμά!.. Μου είναι δύσκολο να μιλάω για τα ίδια. Αλλά ξέρω μ’αγαπάς και δε με βαρυέσαι.
Ελπίδα: Άκου τι λέει! Παιδί μου πες μου ό,τι θελεις, ό,τι σε πειράζει, ό,τι σε κάνει να αισθάνεσαι καλά ή άσχημα. Εγώ γιατί είμαι εδώ, ε; (Υποκρίνεται πως είναι χαρούμενη).
Αγγελική: Μαμά, λυπάμαι που ίσως και να σε πληγώσω!
Σιωπαίνει και η Ελπίδα αρχίζει να τρέμει από ανησυχία. Η Αγγελική το προσέχει και προσπαθεί να είναι ήρεμη.
Ελπίδα: Περιμένω παιδί μου! (Μιλάει μόνη)«Τι άλλο μου μέλλεται ν’ ακούσω η κακομοίρα. Βαρέθηκα τη μιζέρια, τα προβλήματα. Δε θα δω μιαν άσπρη μέρα στη ζωή μου; Τι αμαρτίες πληρώνω;»
Αγγελική: Δε θέλω να σε τρομάξω μαμά. (Η Ελπίδα την κυττάζει με αγωνία στα μάτια. Η Αγγελική σπαράζει μέσα της, αλλά συνεχίζει) Ξέρεις… φοβάμαι πως δεν είμαι καλά. Εννοώ ψυχολογικά. Με το παραμικρό στραβό που με στεναχωρεί, εμφανίζεται στο μυαλό μου ο Κώστας. Τόσο έχει παραγίνει το κακό, που αντί να κολακεύομαι από το ενδιαφέρον των αντρών γύρω μου, εκνευρίζομαι αφάνταστα. Προσβάλλομαι από συμπεριφορές απλού ενδιαφέρον, λες και ο άντρας μου ζει και μπορεί να θίγεται ή να ζηλεύει. Δεν μπορώ να σκεφτώ κανέναν άλλον, λες και τον ατιμάζω ή τον απατάω! Καταλαβαίνεις τι σου λέω;
Η Ελπίδα προσπαθεί να είναι ήρεμη. Την αγκαλιάζει από τους ώμους.
Ελπίδα: Καταλαβαίνω. Το λες γιατί έγιναν αυτά τα πράγματα στο γραφείο, κι ακόμη επειδή όπου νά ‘ναι θά ‘ρθει και ο προϊστάμενός σου. Σε καταλαβαίνω κορίτσι μου. Ξέρω εγώ πόσο τον αγαπούσες τον άντρα σου. Ήταν καλός άνθρωπος και όλοι ξέρουν πως σε λάτρευε. Μπορεί όμως για όλα αυτά τα συναισθήματά σου, να φταίει κι η ανησυχία σου για τη νέα δουλειά. Μπορεί και να πιέζεσαι από μόνη σου. Δε μπορεί;
Αγγελική: Όμως μάνα μου! Τον ονειρεύουμαι κάθε βράδυ τον πεθαμένο μου. Δεν μπορώ να τον απομακρύνω στιγμή από τη σκέψη μου. Η δουλειά μου, που νόμιζα ότι θα με παρηγορήσει, από την πρώτη κιόλας ημέρα, άρχισε να γίνεται επικίνδυνος χώρος για μένα.
Ελπίδα: Έλα τώρα Αγγελική. Γιατί μιλάς πάντα αρνητικά; Είπα κι εγώ ότι θα αισθανθείς καλύτερα σε ένα τόσο καλό εργασιακό περιβάλλον.
Αγγελική: Δεν ξέρω πώς και γιατί δύο άντρες ξαφνικά φαίνεται να κονταρομαχούν για μένα. Μου φαίνεται σαν κακό σημάδι: είναι σαν ο ίδιος ο θεός να ορθώνει μπροστά μου τείχη για να κρατηθώ μακριά από τη δουλειά μου, και για να μην απομακρυνθώ από τον πεθαμένο μου. Ή μήπως είναι ο ίδιος ο πεθαμένος μου που μου τα σκαρώνει όλα ετούτα;
Ελπίδα: Χριστός και Παναγία! Τ’ είν’ αυτά που λες παιδί μου;
Αγγελική: Αχ! μάνα μου, άκου με που σου λέω! Μοναστήρι μου πρέπει, στα χάλια που είμαι. Εκεί πάνω που λέω ότι όλα θα φτιάξουν, κάποιος διάβολος χώνει την ουρά του. Ή μήπως είναι το πνεύμα του Κώστα μάνα μου; Είναι δυνατόν αυτό μάνα μου; Έχουν τέτοια δύναμη οι φευγάτοι;
Η Αγγελική έχει χάσει τοχρώμα της. Η Ελπίδα είναι μισοθυμωμένη από το σκεπτικό της κόρης της. Συγκρατείται όμως.
Ελπίδα: Τι κάθεσαι και σκέφτεσαι Αγγελική μου; Αλήθεια είμαι ευχαριστημένη που το αφεντικό σου θα έρθει να σε πάρει, απόψε. Μα τω Θεώ! Παρά είσαι ευαίσθητη. Δεν είναι καθόλου φυσικό που ενοχλείσαι για το ενδιαφέρον που σου δείχνει. Γιατί ενώ χρειάζεσαι όλη την εμπιστοσύνη στον εαυτό σου για ν’ αντιμετωπίσεις τα όποια εμπόδια στη νέα δουλειά σου, η πίεση που ασκεί πάνω σου το ενδιαφέρον των δύο αντρών, προσθέτει στο άγχος σου. Δημιουργείται έτσι μία κατάσταση, δύσκολη να την αντιμετωπίσεις. Έτσι νομίζω εγώ.
Η Αγγελική κουνάει το κεφάλι της απελπισμένη.
Αγγελική: Δεν ξέρω! Πώς σε ταλαιπωρώ κι εσένα μάνα μου;
Ελπίδα: Μη σε στεναχωρούν αυτά. Εγώ θέλω να ηρεμήσεις και να πάρεις κάθε πράγμα όπως έρχεται, αλλά κυρίως πάψε ν’ ανησυχείς για το ένα ή για το άλλο. Τ’ αφεντικό σου δεν είναι ηλίθιος. Ξέρει γιατί σε προσέλαβε κι ακόμη -ποιος το ξέρει;- ίσως και να σε δοκιμάζει μ’ όλα τα καμώματά του. Πρόσεχε λοιπόν! Και μην συγχίζεις το σημερινό επεισόδιο με το παρελθόν. Άκου λέει ο Κώστας! Θεός σχωρέστον τον χριστιανό! Άστον! Ν’ αναπαυτεί η ψυχούλα του!
Η Αγγελική ανασαίνει βαθιά, προσπαθώντας να ηρεμήσει.
Αγγελική: Ίσως και να έχεις δίκιο. Θα προσπαθήσω να μην σκέφτομαι τον Κώστα, θα κάνω υπομονή, και θα περιμένω να δω πώς θα εξελιχτούν τα πράγματα. Ίσως και να υπερβάλω με όλα. Για να το λες εσύ, έτσι θα είναι. Γιατί εγώ από μόνη μου, δεν ξέρω πια!
Ελπίδα: Αγγελική μου, είσαι πολύ ευαίσθητη, αλλά δεν είσαι κουτή. Κάνε υπομονή και μην το βάζεις κάτω με τα πρώτα σύννεφα!
Χτυπάει το κουδούνι. Η Αγγελική αναστατώνεται. Η Ελπίδα την παρακολουθεί.
Ελπίδα: Άνοιξε παιδί μου, σε παρακαλώ!..
Αγγελική: Όχι εγώ, όχι εγώ μαμά! Σε παρακαλώ, άνοιξε εσύ, για μένα. Λες να ήρθε κιόλας αυτός; Μα δεν είναι πολύ νωρίς; Πάω ν’ αλλάξω, και ξέρεις εσύ. Πες του ότι δε θα αργήσω.
Η Ελπίδα ανοίγει την πόρτα. Ένας άγνωστος στέκεται μπροστά της. Είναι ο Νότης.
Ελπίδα: Καλώς ήρθατε κύριε Ανδρεάδη!
Νότης: Με συγχωρείτε που θα σας απογοητέψω κυρία μου, αλλά δεν είμαι ο κύριος που ίσως περιμένετε, αλλά ένας συνάδερφος της Αγγελικής. Λέγομαι Νότης.
Η Ελπίδα ταράζεται, αλλά γρήγορα συνέρχεται.
Ελπίδα: Α! μάλιστα! Ο Νότης λοιπόν! Α!.. Ναι βέβαια, μου μίλησε η κόρη μου για σας.
Νότης: Ελπίζω να μη με περιέγραψε με τα μελανότερα χρώματα.
Ελπίδα: Μα τι λέτε, αλοίμονο! Η Αγγελική μόνο καλά λόγια έχει να λέει για τους συναδέλφους της.
Νότης: Ωραία, χαίρομαι γι αυτό. Μπορώ να της μιλήσω λοιπόν;
Εμφανίζεται η Αγγελική φορώντας ένα κομψό πράσινο ταγιεράκι όμοιο σχεδόν με τα μάτια της. Ο Νότης τα χάνει. Είναι πολύ όμορφη.
Αγγελική: Α! Ο Νότης! Καλησπέρα Νότη! Σε τι οφείλω αυτή την τιμή; Και… πώς βρήκες τη διεύθυνσή μου; (Σωπαίνει μία στιγμούλα) Αλλά τι ρωτάω; Εσύ ξέρεις τη διεύθυνση του καθενός, στην εταιρία! Έτσι δεν είναι;
Νότης: (Χαμογελάει συνεσταλμένα) Γεια σου Αγγελική! Με συγχωρείς που ήρθα έτσι απρόοπτα. Ίσως μάλιστα ν’ αναρωτιέσαι και να θεωρείς υπερβολική, αν όχι θρασύτατη, την επίσκεψή μου.
Η Ελπίδα απομακρύνεται διακριτικά από το σαλόνι.
Αγγελική: Ναι, και απρόοπτη και υπερβολική ίσως. Δε βλέπω το λόγο!
Νότης: (Δυσκολεύεται) Ναι… έχεις δίκιο. Όμως… ήθελα να ζητήσω συγγνώμη για όλα όσα είπα σήμερα στο γραφείο. Συγγνώμη, χίλια συγγνώμη, για το θράσος μου! Υπόσχομαι όμως ότι δε θα ξανασυμβεί. Θέλω να το τονίσω αυτό, Αγγελική. Όλα αυτά, ίσως και να μην έχουν καμμιά σημασία τώρα πια, αλλά αναγνωρίζω την αγένειά μου απέναντί σου. Δεν είχα κανένα δικαίωμα. Δε μου έδωσες το δικαίωμα. (Μιλάει με άγχος, αδέξια, βιαστικά) Θα με συγχωρήσεις λοιπόν;
Η Αγγελική του προτείνει το χέρι ξαφνικά. Ο Νότης πιάνει το χέρι της εγκάρδια και το σφίγγει.
Αγγελική: Έλα Νότη, εντάξει, τα ξέχασα κιόλας όλα. Ας γίνουμε φίλοι κι ας μείνουμε ως τέτοιοι.
Παρουσιάζεται η Ελπίδα που προσποιείται ότι κάνει κάτι.
Νότης: Σ’ ευχαριστώ Αγγελική. Είσαι πολύ γενναιόδωρη. Δεν ξέρω γιατί έκανα, ό,τι έκανα, αλλά πιστεύω ότι παρασύρθηκα από κάποιο άδικο μάλλον συναίσθημα. Ευχαριστώ και πάλι. Θα τα πούμε αύριο στο γραφείο. Να πηγαίνω τώρα. Καληνύχτα Αγγελική. (Η Αγγελική τον καληνυχτίζει) Καληνύχτα σας κυρία μου.
Λέει, χαιρετώντας με μικρή υπόκλιση την Ελπίδα κι εκείνη ανταποκρίνεται ευγενικά.
Ελπίδα: Καλό βράδυ, παιδί μου!
Φεύγει ο Νότης. Η Ελπίδα κάθεται στον καναπέ κουρασμένη.
Ελπίδα: Έκανα μια γκάφα παιδί μου και δεν ξέρω πώς θα την πάρεις.
Αγγελική: Μα τι λες τώρα μαμά. Εσύ να κάνεις γκάφα; Δεν το πιστεύω!
Ελπίδα: Και όμως παιδί μου! Όταν άνοιξα την πόρτα και είδα μπροστά μου αυτόν τον Νότη, μη γνωρίζοντας τον άλλον – το αφεντικό σου δηλαδή- τον αποκάλεσα Πίτερ…
Αγγελική: Ω! (Σιωπαίνει για μια στιγμή) Ας περιμένουμε λοιπόν να δούμε το αποτέλεσμα της «γκάφας σου», όπως αποκαλείς το λάθος σου! Αλλά ό,τι κι αν είναι να γίνει, θα γίνει! Και στο μπάτο-μπάτο της γραφής δεν του πέφτει λόγος του Νότη τι κάνω. Δεν ήρθε και ζήτησε συγγνώμη για την αδιακρισία του; Επομένως…
Δεν προλαβαίνει να πει τίποτα περισσότερα. Ακούγεται ένα νέο χτύπημα στην πόρτα.
Ελπίδα: Κάθησε Αγγελική. Θ’ ανοίξω εγώ.
Ανοίγει. Ένας καλοντυμένος, καλοφτιαγμένος άγνωστος στέκεται εμπρός της, κρατώντας ανθοδέσμη από υπέροχα κόκκινα τριαντάφυλλα.
Πίτερ: Καλησπέρα σας!
Η Ελπίδα τον καλησπερίζει πολύ σοβαρή.
Ελπίδα: Καλησπέρα σας!
Πίτερ: Είμαι ο Πίτερ Ανδρεάδης. Τηλεφώνησα ενωρίτερα για την Αγγελική.
Ελπίδα: Είμαι η μητέρα της Αγγελικής, κύριε Ανδρεάδη. Μιλήσαμε στο τηλέφωνο. Παρακαλώ περάστε.
Πίτερ: Ναι βέβαια… Ευχαριστώ.
Προτείνει στην Ελπίδα, την ανθοδέσμη, πολύ ευγενικά.
Πίτερ: Αυτά είναι για σας, κυρία μου!
Ελπίδα: Για μένα; Τι ευχάριστη έκπληξη! Σας ευχαριστώ πολύ. Αλλά περάστε σας παρακαλώ! Μη στέκεστε στο κατώφλι.
Εμφανίζεται η Αγγελική όπως και πριν, πολύ περιποιημένη.
Αγγελική: Καλησπέρα Πίτερ!
Πίτερ: Ω! Η Αγγελική! Καλησπέρα… Αγγελική! Είσαι έτοιμη;
Η Αγγελική παίρνει τη ζακέτα του κουστουμιού της, και την τσάντα της.
Αγγελική: Ναι είμαι. Μαμά θα σε δω αργότερα… (τη φιλάει)
Πίτερ: (Στρέφεται στην Ελπίδα) Κυρία μου, μας επιτρέπετε; Δε θ’ αργήσουμε, σας το υπόσχομαι!
Ελπίδα: Να περάσετε καλά… και να προσέχετε!
Σκηνή
Στην επιστροφή… Έξω από την εξώπορτα του σπιτιού της η Αγγελική απλώνει το χέρι της και ο Πίτερ το φιλάει. Της μιλάει σιγανά και με πολλή τρυφερότητα.
Πίτερ: Σ’ ευχαριστώ για τις όμορφες ώρες που μου χάρισες. Εύχομαι να το επαναλάβουμε πολύ σύντομα. Θα σε δω λοιπόν αύριο, στο γραφείο. Καληνύχτα Αγγελική.
Ο Πίτερ εξακολουθεί να κρατάει στην δεξιά του παλάμη το χέρι της νέας, δεν ξεκολλάει τα μάτια του από τα δικά της. Η Αγγελική προσπαθεί να λυτρώσει το χέρι της από το δικό του, και τελικά το πετυχαίνει. Ο Πίτερ σκύβει να τη φιλήσει, αλλά η Αγγελική, γλυστράει μακριά του. Μιλάει ψύχραιμα.
Αγγελική: Κι εγώ σ’ ευχαριστώ για όλα! Καληνύχτα Πίτερ. Αύριο λοιπόν στο γραφείο.
Χωρίζουν. Ο Πίτερ περιμένει να μπει στο σπίτι της, ενώ η Ελπίδα την περιμένει υπομονετικά καθισμένη στον καναπέ του σαλονιού. Ακούει το κλειδί στην εξώπορτα. Είναι η Αγγελική. Φαίνεται ήρεμη. Η Ελπίδα ησυχάζει.
Αγγελική: Γεια σου μαμά.
Ελπίδα: Γεια σου κι εσένα, παιδί μου! (Σιωπαίνουν ενώ η Αγγελική κρεμάει την τσάντα της) Πες μου λοιπόν! Πώς τα πέρασες;
Αγγελική: Αν μου δώσεις μία στιγμή μαμά, θα σου πω.
Ελπίδα: Να σου φέρω ένα ποτήρι νερό;
Αγγελική: Όχι, ευχαριστώ.
Περνούν δευτερόλεπτα. Κυττάζονται με μία ανείπωτη αγωνία.
Αγγελική: Μαμά ο Πίτερ μου μίλησε για τον εαυτό του. Μού αποκάλυψε κάποια πράγματα που μόνο σ’ έμπιστο πρόσωπο, μπορεί κανείς να τα πει. Πολύ περίεργη, τον ρώτησα γιατί μου τα έλεγε όλα αυτά.
Η Αγγελική ιστορεί στην Ελπίδα, τι συνέβη μεταξύ του Πίτερ και της ιδίας…
« Πίτερ: Αγγελική αν και δε γνωριζόμαστε σχεδόν καθόλου μου εμπνέεις την ανάγκη να εκμυστηρευτώ… Ωθούμαι από μία παράξενη εμπιστοσύνη στο πρόσωπό σου και ταυτόχρονα νιώθω πως έχω υποχρέωση να σου μιλήσω.
Αγγελική: Αλήθεια δεν καταλαβαίνω πώς και γιατί αισθάνεστε έτσι. Μόλις που αρχίσαμε να γνωριζόμαστε.
Πίτερ: Πρώτα απ’ όλα σε παρακαλώ να μου μιλάς στον ενικό.
Δεν τα είπαμε;
Η Αγγελική χαμογελάει δειλά.
Αγγελική: Εντάξει Πίτερ. Έχεις δίκιο.
Πίτερ: Θ’ απαντήσω λοιπόν στην τελευταία σου ερώτηση. Την πρώτη φορά που σ’ αντίκρυσα -τότε που είχες έρθει για το interview- μου άρεσαν δύο πράγματα σε σένα: η σεμνότητά σου και η καθαρότητα του βλέμματός σου. Με κύτταξες με μάτια ήρεμα, ήσυχα, σα να μην είχες έρθει για να συναγωνιστείς με άλλους για τη θέση, αλλά σα να επικοινωνούσες μ’ ένα δικό σου πρόσωπο. Ένιωσα πως σε γνώριζα από καιρό. Πίστεψα τότε ότι δεν μπορούσε παρά να είσαι αυτό που έβλεπα: μία νέα γυναίκα που ενδιαφερόταν να εργαστεί στην εταιρία. Σε δοκίμασα λοιπόν με την συμπεριφορά μου.
Αγγελική: Αλήθεια! Πολύ φοβάμαι όμως ότι δεν έλαβες υπόψη σου το γνωμικό “τα φαινόμενα απατούν”.
Πίτερ: Γιατί μου το λες αυτό;
Αγγελική: Είχα λόγους να είμαι έτσι εκείνη την ημέρα. Λόγους που είμαι σίγουρη πως δε θα ήθελες να ξέρεις, κυρίως γιατί θα μπορούσες και να αναιρέσεις τη γνώμη σου για μένα.
Ο Πίτερ την κυττάζει ταραγμένος.
Πίτερ: Γιατί το λες αυτό, για να με βάλεις σε υποψίες; Όχι, δεν μπορεί να κάνω λάθος για σένα κορίτσι μου. Αδύνατο! Η διαίσθησή μου είναι πολύ δυνατή για να με κοροϊδέψει. Θα ήθελα ωστόσο να μάθω τα πάντα για σένα από εσένα. Είμαι βέβαιος ότι δε θα με απογοητέψεις.
Αγγελική: Αυτό βέβαια είναι υπερβολή, και το ξέρεις..
Πίτερ: Όχι αλήθεια! Ύστερα ήταν κι εκείνο το business πάρτυ, το επόμενο βράδυ. Μου έδειξες νέες πτυχές της προσωπικότητάς σου.
Έχεις φίλους, που σ’ εκτιμούν και σ’ αγαπούν και που είναι και δικοί μου φίλοι. Αγγελική, ομολογώ ότι μου άρεσες από την πρώτη στιγμή που σ’ αντίκρυσα. (Την κυττάζει) Και τα μάτια σου… τόσο πράσινα…
Αγγελική: (Τον διακόπτει) Πόσο βιάζεσαι Πίτερ! Δεν είναι δυνατόν!
Πίτερ: Αυτό δεν είναι μειονέκτημα! Θα μάθω όσα χρειάζομαι για να σε γνωρίσω από κοντά. Δε φοβάμαι!
Αγγελική: Θέλεις να πεις ότι είσαι έτοιμος ν’ ακούσεις για τη ζωή μου μέχρι τώρα, χωρίς φόβο και χωρίς πάθος; Νομίζεις ότι μπορείς ν’ ακούσεις οτιδήποτε;
Πίτερ: Ναι βέβαια, αυτό είναι! Αν εσύ είσαι έτοιμη… εγώ σ’ ακούω. Έλα λοιπόν!
Η Αγγελική τον κυττάζει άφοβα στα μάτια. Κρατάει το βλέμμα της απάνω του και ούτε στιγμή δεν σκύβει το κεφάλι της ή αποφεύγει τη ματιά του. Παίρνει βαθιά αναπνοή. Μιλάει αργά και ήρεμα. Η φωνή της έχει ωστόσο μία απόχρωση πείσματος και θυμού.
Αγγελική: Εντάξει λοιπόν! Εσύ το ζήτησες! Πριν από τέσσερα περίπου χρόνια γνώρισα έναν μορφωμένο άντρα: νέο, δυνατό, με ήπιο χαρακτήρα. Τελικά βρέθηκε να είναι πολύ ερωτευμένος μαζί μου. Μόλις είχα τελειώσει το πτυχίο μου, κι ήμουν γεμάτη από ελπίδα και χαρά για τη ζωή που ανοιγόταν όλο και πιο όμορφη δίπλα στον νέο αυτόν άντρα. Σε έξη κιόλας μήνες από τη γνωριμία μας ετοιμαζόμαστε να παντρευτούμε. Η ζωή μου ήταν γεμάτη από όλα εκείνα τα όμορφα πράγματα που συμβαίνουν στους ερωτευμένους ανθρώπους. Δεν έβλεπα την ώρα να παντρευτούμε και να κτίσουμε τη δική μας φωλιά.
Η Αγγελική που παρακολουθεί τις αντιδράσεις που αλλοιώνουν την ψυχραιμία στο πρόσωπο του σιωπηλού Πίτερ, δε διστάζει να συνεχίσει την αφήγησή της.
Αγγελική: Τελικά έγινε κι αυτό, με τις ευχές όλων κι όλα φαίνονταν απίστευτα τέλεια. Ναί… απίστευτα τέλεια. Πέρασε κοντά ένας χρόνος απέραντης ευτυχίας. Τον αγαπούσα τον άντρα μου, τον αγαπούσα με πάθος. Κι εκείνος ήταν απέναντί μου τρυφερός, τέλειος, περισσότερο από ότι μπορεί να φανταστεί κανείς. Και ξαφνικά μας χτύπησε η δυστυχία. Ο άντρας μου έπαθε λευχαιμία. Αρχικά ήταν εκείνη η παράξενη κόπωση, και βαθμιαία όλα τ’ άλλα που η προσπάθεια με τη θεραπεία δεν μπορεί να τα βγάλει από το δρόμο του ασθενούς. Ήταν άτυχος. Η μορφή της αρρώστειάς του ήταν ανίατη. Έξη μήνες πήρε για να ταφεί η ευτυχία μου μαζί του.
Πίτερ: (Ταραγμένος μόλις που ακούγεται) Αληθινά λυπάμαι. Όμως είσαι τόσο νέα ακόμη. Θα αναρωτιόταν κανείς… Μα πότε πρόλαβαν κι έγιναν όλ’ αυτά;
Η Αγγελική χαμογελάει με πικρία και σιωπά. Τα γυαλιστερά μάτια της τον κυττάζουν ήρεμα. Δεν τη νοιάζει τι θ’ ακολουθήσει κι αυτό φαίνεται στο πρόσωπό της. Ο Πίτερ σηκώνεται, αλλάζει κάθισμα. Έρχεται δίπλα της. Εξακολουθεί να είναι σοκαρισμένος από την εκμυστήρευση της Αγγελικής.
Πίτερ: Ζητώ συγγνώμη, είμαι λιγάκι αδέξιος! Αν δε σε άκουγα απόψε, ούτε που θα μπορούσα να το φανταστώ. (Σιωπά και πάλι για μία στιγμή) Αλήθεια, είσαι πολύ νέα για να έχεις περάσει μία τέτοια τραγωδία. Πολύ νέα! Τι κρίμα!
Αγγελική: (Χαμογελάει λυπημένα) Φοβάμαι πως κάνεις ακόμη ένα τραγικό λάθος Πίτερ: δεν την πέρασα την τραγωδία, όπως λες. (Σιωπαίνει για μια στιγμή, και συνεχίζει μ’ ένα τρόπο σκληρό, λες και θέλει ν’ απομακρύνει αυτόν τον άντρα μακριά της, μια για πάντα) Δυστυχώς, εξακολουθώ να τη ζω μέρα-νύχτα, και κυρίως όταν δεν ασχολούμαι με κάτι άσχετο, σοβαρό, απαιτητικό, όπως η δουλειά μου στο γραφείο σου. Και τότε ακόμη, η μορφή του παραφυλάει, θαρρείς εκεί στο παρασκήνιο, σιωπηλή. Δεν μπορώ ν’ απαγκιστρωθώ από τον νεκρό μου. (Κυττάζει αφηρημένα) Δεν περιμένω να το καταλάβεις αυτό. Και νομίζω ότι κανείς δεν μπορεί να το καταλάβει. Εγώ… έχω συνηθίσει πια κι οι μέρες μου κυλούν ίδιες, απαράλλαχτες, κυριευμένες από την ανάμνηση του νεκρού μου, που τρέφεται με αυτά τα ίδια τ’ αποθέματα της αλλοτινής τρυφερότητάς του.
Ο Πίτερ την κυττάζει σιωπηλά. Μέσα του παλεύει με τα συναισθήματά του.
Πίτερ: Δεν ξέρω τι να πω! Καταλαβαίνω και λυπάμαι για όλα όσα σου συνέβησαν. Όμως…
Η Αγγελική τον διακόπτει μία στιγμή, κουνώντας το κεφάλι της αρνητικά, ο Πίτερ όμως συνεχίζει.
Πίτερ: Είναι κοινή γνώση το γεγονός ότι ο χρόνος ως “ο πάντων ιατρός”, απαλύνει τα τραύματα μιας τέτοιας απώλειας. Γρηγορότερα ίσως, αν τελικά συμβιβαστείς με το γεγονός και επιτρέψεις στον εαυτό σου να συνεχίσει να ζει. Ν’ αφήσεις νέα πρόσωπα να σε πλησιάσουν. Και προπάντων μην προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι μια φορά ερωτευόμαστε, αγαπιόμαστε ή ακόμη και παντρευόμαστε. Γιατί αυτό είναι αναμφίβολα μύθος. Άλλωστε οι ζωντανοί με τους ζωντανούς, κι οι…!
Αγγελική: (Τον διακόπτει κουρασμένα) Αυτό το τελευταίο το έχω ακούσει πολλές φορές. Ακούγεται απλό! Και όμως!…
Πίτερ: (Σταματάει, αναπνέει βαθιά) Αγγελική άκουσέ με λίγο! Ίσως να σου φανεί υπερβολικό, αλλά θα το πώ ξανά για να καταλάβεις πως η γνωριμία μου με το παρελθόν σου, δεν αλλάζει τα αισθήματά μου απέναντί σου. Θέλω ν’ αρχίσεις να πιστεύεις, ότι σ’ ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή που σε είδα. Εκείνη την ημέρα που πρωτοήρθες στο γραφείο μου, σε σκεφτόμουν όλο το βράδυ. Έμεινα άϋπνος. Τα μάτια σου, μου είχαν αποκαλύψει έναν άλλο κόσμο. Τον κόσμο της ισορροπίας μου.
Αγγελική: Παράξενο. Πώς είναι δυνατόν να έχεις σχηματίσει τόσο θετικές εντυπώσεις για το άτομό μου χωρίς να με ξέρεις; Ω! δε με γνωρίζεις καλά ακόμη. Εγώ -εδώ και καιρό- μόνο τη δυστυχία εκπροσωπώ.
Πίτερ: Κάνεις λάθος Αγγελική. Μπορεί να το νομίζεις, όμως τα μάτια σου αναζητούν έναν απότερο κόσμο ευτυχίας και γαλήνης. Αυτόν είδα εγώ και τα ερωτεύτηκα, και είπα; Πρέπει να γίνουν δικά μου! Εγώ θα τους δώσω τον κόσμο της ευτυχίας που αποζητούν.
Αγγελική: Πίτερ, Πίτερ! Μα δεν βλέπεις πως είσαι ερωτευμένος με μία ιδέα. Η αλήθεια είναι αυτή που σου λέω, και μα τω Θεώ είναι θλιβερή.
Πίτερ: Αδιαφορώ! Είμαι ερωτευμένος με την αλήθεια που έχω μπροστά μου. Μην προσπαθείς να είσαι η ίδια η άρνηση. Άλλωστε πρέπει να ξέρεις, ότι δεν απογοητεύομαι εύκολα.
Χαμογελάει με πολύ κουράγιο κι αυτό είναι που τον κάνει γοητευτικό στα μάτια της Αγγρελικής. Τον κυττάζει με θαυμασμό, που δεν μπορεί να κρύψει.
Αγγελική: Πίτερ, είσαι παράξενος άνθρωπος!
Πίτερ: Είμαι ερωτευμένος μαζί σου κορίτσι μου. Πολύ ερωτευμένος! Εξάλλου έχω μάθει να επιμένω στους στόχους μου! Το ξέρεις ότι την επομένη, από εκείνο το Business πάρτυ, έγινα ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου; Γιατί; Θα ρωτήσεις.
Η Αγγελική τον κυττάζει με περιέργεια. Δε ρωτάει αλλά περιμένει.
Πίτερ: Διαπίστωσα πως δεν είχες σύντροφο… Δεν ήθελα να καταλάβουν τίποτα ο Τιμ ή η Μαίρη. Εσύ θ’ απαντούσες σε όλα τα ερωτηματικά μου. Είναι δική μου και δική σου υπόθεση. Τώρα λοιπόν, τρεις μέρες αργότερα, είμαστε εδώ και συζητούμε για τη ζωή μου και το θανατό μου.
Αγγελική: Σε παρακαλώ Πίτερ! Μη μιλάς έτσι. Είσαι υπερβολικός. Αυτή η συνάντηση είναι υπερβολική. Δεν είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να αισθάνεται έτσι σε ένα τόσο μικρό χρονικό διάστημα! Τέτοιου είδους δηλώσεις πονούν.
Πίτερ: (Ξαφνικά ικανοποιημένος, σχεδόν ευτυχισμένος) Σε πονάω! Να το πάρω σαν οίκτο, σαν ενδιαφέρον ή σαν την απαρχή ενός τρυφερού συναισθήματος; Συγγνώμη, αλλά δε φταις εσύ για το παρελθόν σου, ούτε για το δικό μου συναίσθημα. (Αλλάζει ύφος. Χαμογελάει στεναχωρημένα) Δεν καταλαβαίνω κι ο ίδιος γιατί τα λέω όλ’ αυτά. Κι αφού είμαι ερωτευμένος μαζί σου, δεν θ’ αφήσω την όποια αρνητικότητα εκ μέρους σου να με πτοήσει. Τώρα πια το ξέρεις: η τύχη μου, η ζωή μου, είναι στα χέρια σου! Θα μ’ αφήσεις να ελπίζω Αγγελική;
Ξαφνικά η σιωπή στήθηκε ανάμεσά τους να περιμένει. Ύστερα από 1-2 λεπτά, ο Πίτερ συνεπαρμένος από το συναίσθημά του συνεχίζει με τρυφερότητα. Η Αγγελική τον κυττάζει με ορθάνοιχτα μάτια.
Αγγελική: (Σκέφτεται) «Δεν άκουσε τίποτα απ’ όσα είπα!» Πίτερ! Δεν μπορώ να υποσχεθώ για κάτι που δεν υπάρχει. Το να ξέρεις την ιστορία της ζωής μου σε περίληψη, δε σημαίνει ότι γνωριστήκαμε!
Πίτερ: Το καταλαβαίνω. Θα σου πω κι εγώ τα δικά μου… αν θέλεις!
Αγγελική: Δε θέλω να φανώ αχάριστη ή αδιάφορη στα συναισθήματά σου Πίτερ. Μ’ εντυπωσιάζει η καλή σου φήμη και η συμπεριφορά σου απέναντί μου. Όμως αυτά δε φτάνουν. Δε νομίζεις; Έχοντας γνωρίσει το παρελθόν μου, θέλω να πιστεύω ότι έχεις την ευαισθησία να μου δώσεις χρόνο, τόσον όσον τουλάχιστο χρειάζονται δύο άνθρωποι να γνωριστούν. Μη με πιέζεις με δεσμεύσεις και υποσχέσεις που δεν μπορώ να σου δώσω. Ας περιμένουμε. Το σημερινό ήταν ίσως η βασική αρχή για τη γνωριμία μας εργαζόμενης και του προϊσταμένου της. Ας αφήσουμε το χρόνο να μας δείξει το δρόμο. Όμως τώρα αισθάνομαι υπερβολικά κουρασμένη. Αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να χωρέσουν τόσα γεγονότα σε μία ημέρα. Είναι αλήθεια απίστευτο!
Πίτερ: (Πολύ μελαγχολικός)Ναι! Κι εγώ αναρωτιέμαι πώς θα κονταροχτυπηθώ μ’ έναν νεκρό αγαπημένο. Πώς θα μπω μες την καρδιά σου; (Την κυττάζει, θέλει να διαβάσει τα μάτια της) Πες μου πώς θα το πετύχω αυτό κοριτσάκι μου;
Η Αγγελική στεναχωρημένη απλώνει αποφασιστικά τα χέρια της και πιάνει τα δικά του.
Αγγελική: Πίτερ, άκουσέ με. Δε θέλω να νομίσεις ότι παριστάνω το θύμα. Δεν είμαι κάτι άλλο από αυτό που φαίνομαι. Θέλω μόνο να λυτρωθώ από τα φαντάσματα του παρελθόντος για πάντα. Και η μητέρα μου, μου τα ψέλνει καθημερινά. Δεν ξέρω να παίζω παιχνίδια και γιατί να το κάνω αυτό τώρα μαζί σου. Εκτιμώ αφάνταστα την ειλικρίνειά σου και πρέπει να πω, πως το ενδιαφέρον σου με τιμά. Μην αφήνεις λοιπόν την αποψινή μας συζήτηση να σε κάνει μελαγχολικό. Με στεναχωρεί αυτό. Να, κύτταξέ με. Χαμογελάω για χατήρι σου αυτή τη φορά.
Σκεπάζει τα δικά της πάνω στο τραπέζι με τρυφερότητα, κυττάζοντάς την πάντα στα μάτια με το βαθύ του χαμόγελο.
Πίτερ: Νομίζεις;
Αγγελική: (Με φανερή αγωνία) Ναι Πίτερ, έτσι είναι.
Πίτερ: Τα μάτια σου… είναι κρύσταλλα, όμως δε μ’ αφήνουν να σκύψω στην ψυχή σου και να τη διαβάσω! Έβαλες εμπόδια μπροστά μου Αγγελική! Όρους!
Αγγελική: (Χαμογελάει ταπεινά) Πίτερ! Τι όμορφα λόγια! Έχεις ποιητική φλέβα. Είσαι πολύ ρομαντικός, πολύ ευαίσθητος. Μου αρέσει αυτό. «Φαίνεται τόσο γλυκός, σχεδόν ακατανίκητος! Θεέ μου τι λέω; Συγχώρεσέ με Κώστα μου!» (τραβάει τα χέρια της σχεδόν πανικόβλητη).
Πίτερ: Δε μπορεί να σε τρομάζω. Έτσι δεν είναι; Το βλέπω στη συμπεριφορά σου. Το νιώθω αυτή τη στιγμή, είσαι δεμένη με την ανάμνηση εκείνου. Τό ‘πες μόνη σου. Τι φοβάσαι; Ανήκεις στους ζωντανούς και μ’ αυτούς οφείλεις να πορευτείς στη ζωή σου. Γιατί αυτές οι τύψεις; Δεν είσαι υπεύθυνη για το θάνατο του άντρα σου. Θα παλαίψω λοιπόν να σε κερδίσω, γιατί δεν του ανήκεις πια. Θα σε περιμένω όσον καιρό κι αν πάρει. Στο διάστημα αυτό, ελπίζω πως θα μου επιτρέπεις να σου κρατώ συντροφιά σε κάποιο γεύμα ή κάποιο δείπνο, να σε συνοδεύω στο θέατρο ή σ’ έναν περίπατο στη θάλασσα που και πού; Αυτά μου φτάνουν εμένα, ώσπου να ελευθερωθείς.
Η Αγγελική τινάζει το κεφάλι της.
Αγγελική: Ευχαριστώ Πίτερ. Με κολακεύει τρομερά το ενδιαφέρον σου. Εκτιμώ όλα όσα είπες. Αλήθεια χρειάζομαι χρόνο για να συνηθίσω στη νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε ανάμεσά μας. Κι αυτό, γιατί δεν μου είναι εύκολο ν’ αντιμετωπίσω νέα μέτωπα. Τα αναπάντεχα ανάμεσά μας, μοιάζουν με μυθιστόρημα.
Πίτερ: (Βάζει την παλάμη του στο στόμα της απαλά)Είπες μέτωπα; Μιλάμε λοιπόν για θανατηφόρους αγώνες! Μη μιλάς Αγγελική. Μη λες άλλα, με πληγώνεις. Να θυμάσαι μόνο ότι είμαι φίλος σου, δικός σου άνθρωπος. Θα περιμένω να γίνεις δυνατή, να κάνεις ειρήνη με το παρελθόν σου, για το παρόν και το μέλλον το δικό σου – το δικό μου. Κοντά σου θα μάθω κι εγώ να περιμένω για το δικό μου δώρο από τη ζωή, που δεν είναι άλλλο παρά να με δεχτείς! Μου δίνεται η ευκαιρία να διαπιστώσω εκ νέου, πως «τα καλά κόποις κτώνται»!
Αγγελική: Πίτερ, δε φανταζόμουν ότι υπάρχουν άνθρωποι σαν κι εσένα. Είσαι περισσότερο από γενναιόδωρος! Θέλω να πιστέψεις ότι είμαι ευγνώμων που βρέθηκες στο δρόμο μου. Δεν υπάρχει ικανοποίηση στις υποχωρήσεις σου, για χάρη μου. Απεναντίας με στεναχωρεί που τα αισθήματά σου στο πρόσωπό μου σε πονούν. Αναγνωρίζω τον γλυκό άνθρωπο, τον γενναιόδωρο άντρα που μου απλώνει το χέρι, κάτι που δεν θα τολμούσα να ονειρευτώ τα τελευταία δύο χρόνια. Πρόκειται για ένα, μοναδικό δώρο. Τώρα αρχίζω να πιστεύω, ότι ίσως και να είναι δυνατόν να εργάζομαι δίπλα σου και με τη δική σου κατανόηση, να βρώ τη δύναμη ν’ αρχίσω μία νέα ζωή.
Πίτερ: Ω, Αγγελική! Να είσαι βεβαία, ότι μαζί θα πετύχουμε και τα δυνατά και τ’ αδύνατα. Εγώ θα σ’ αγαπάω και για τους δυο μας,
μέχρι να αισθανθείς τελικά ότι τα συναισθήματά σου ταυτίζονται με τα δικά μου.
Χαμογελάει τρυφερά και φιλάει τις παλάμες της. Η Αγγελική χαμηλώνει ταπεινά το κεφάλι της.»
Εδώ τελειώνει η αφήγηση της Αγγελικής στην Ελπίδα…
Αγγελική: Κατάλαβες τώρα μαμά;
Η Ελπίδα σιωπά. Την κυττάζει.
Ελπίδα: Για ένα δεν είμαι σίγουρη, πώς αισθάνεσαι τελικά εσύ, για το Χριστιανό;
Αγγελική: (Ντρέπεται) Είναι πολύ συμπαθητικός άνθρωπος.
Ελπίδα: Μόνο;
Αγγελική: Είναι και πολύ… γοητευτικός άντρας!
Ελπίδα: Για συνέχισε να δούμε!
Αγγελική: Είναι καλλιεργημένος, ευγενικός ευαίσθητος. Πώς μπορούσε να είναι αλλιώς; Μου εξομολογήθηκε με τακτ τα αισθήματά του. (Θυμάται) Με κατέπληξε η εξομολόγησή του. Στην αρχή νόμισα ότι σαν αφεντικό θα επιχειρούσε να συνδυάσει «το τερπνόν μετά του ωφελίμου». Ναι, μου αρέσει ο Πίτερ. Μου αρέσει σαν άνθρωπος. Και… σαν εμφάνιση, είναι πολύ κομψός, φοβερά συμπαθητικός. Για τα παρακάτω… Πώς μπορεί να εξελιχθεί αυτή η σχέση; Δεν ξέρω. Ο χρόνος θα δείξει. Στο μεταξύ…
Ελπίδα: Στο μεταξύ τι; Θα βγαίνετε, θα σας βλέπουν, θα χαριτολογείτε θα σας βλέπουν… Και μετά κορίτσι μου; Μετά; Τι θα πουν ο κόσμος στην εταιρία όπου εργάζεσαι, ακόμη και στον μικρό κύκλο μας… Βλέπω εγώ. Τσιμπήθηκες μαζί του.
Αγγελική: Έλα τώρα μαμά. Ελπίζω να αστειεύεσαι! Ύστερα από όλα όσα άκουσες αλλάζεις γνώμη για την ελευθερία μου, να βρω κάποιον άλλον άνθρωπο και να φτιάξω τη ζωή μου; Όλον αυτόν τον καιρό, νόμισα ότι αυτό ήταν το όνειρό σου. Αυτό μου έλεγαν τα λόγια σου.
Ελπίδα: Ε, ναι, δε λέω!
Αγγελική: Κι αυτό το άλλο που είπες, ότι δηλαδή ανησυχείς για τη γνώμη του κόσμου! Ποιού κόσμου βρε μάνα; Του ξαδέρφου σου, που αδιαφορεί αν ζούμε ή πεθαίνουμε ή της γειτόνισσάς σου, που μια ζωή σε ζήλευε για το ωραίο σου σπίτι; Γιατί νόμιζε πως θα το πούλαγες μόλις πέθανε ο μπαμπάς κι ύστερα ο Κώστας; Να πω και γι άλλους; Και για την εταιρία. Σιγά το πράγμα! Νομίζω ότι στην ηλικία μου δικαιούμαι να διαλέγω την συντροφιά μου.
Ελπίδα: Δεν ξέρω! Πρόσεχε μόνο. Αυτό θέλω να πω.
Αγγελική: Ναι, ναι μάνα, κατάλαβα και πολύ καλά μάλιστα. Μέχρι να βγω με τον Πίτερ, ήταν. Δεν πιστεύω να περίμενες κιόλας πρόσταση γάμου από τον άνθρωπο με τον οποίο βγήκα μία-δύο φορές. Αν και… παρά-λίγο να γίνει κι αυτό απόψε. Ίσως και να πιστεύεις πως αν γινόταν κάτι τέτοιο -με το ένα να πούμε- ότι ίσως και να όφειλα το δεχόμουν! Έτσι δεν είναι;
Ελπίδα: (πονηρά) Συμβαίνουν κι αυτά, να το ξέρεις!
Αγγελική: Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν λογικό με οποιαδήποτε μέτρο, και το ξέρεις πολύ καλά. Ξέρεις τη θέση μου, τα αισθήματά μου. Όχι δε βιάζομαι, και γνωρίζεις τους λόγους. Εκείνο όμως που μ’ ανησυχεί περισσότερο είναι μήπως και με το πέρασμα του χρόνου δεν αλλάξουν τα αισθήματά μου, και οι ενοχές μου για τον Κώστα. Δε θέλω να βρεθώ μπλεγμένη με δύο άντρες. Έναν νεκρό και έναν ζωντανό. Να θεωρώ ότι αγαπώντας τον Πίτερ, απατώ τον Κώστα. Ίσως μαμά -και δε σε κατηγορώ γι αυτό- δεν έχεις αντηληφθεί το βαθύ συναίσθημα της ευθύνης μου, προς το νεκρό μου αλλά και προς τον Πίτερ, τώρα.
Ελπίδα: Α! Να σου πω! Καλά τα λέγαμε ως τώρα! Μη μου τα χαλάς! Μην κολλάς στα παλιά, μην αρχίζεις τα ίδια. Ο Πίτερ είναι εδώ και είναι η πραγματικότητα. Που πας, που πας, πάλι στον Κώστα εσύ. Απαντάς στην έγνοια μου για τον κόσμο κι ύστερα πηδάς και πας στις ευθύνες σου στον νεκρό σου. Ευτυχώς που πρόσθεσες και τον Πίτερ αυτή τη φορά.
Αγγελική: Έλα πια μάνα! Μ’ έχεις μπερδέψει. Ακόμη τον κόσμο έχεις στο μυαλό σου;
Ελπίδα: Όχι… Αυτό είναι το τελευταίο. Πώς σ’ έχω μπερδέψει δηλαδή; Εγώ μιλάω για τον νεκρό σου. Δεν αστειεύομαι καθόλου όταν λέω: άφησε τον Κώστα στην άκρη. Τώρα πια, δημιουργείται μία νέα κατάσταση -πολύ ευχάριστη θεωρώ- και ναι, σίγουρα οφείλεις να προσέχεις τους άλλους, που αφανείς, παρακολουθούν κάθε σου κίνηση και έχουν την τάση να κάνουν το σκοινί, τριχιά, και πού το ξέρεις μπορεί και να προσπαθήσουν να κάνουν χαλάστρα. Κατάλαβες; Έχουν σημασία αυτά για την εξέλιξη του πράγματος!
Αγγελική: Ναι, ναι μαμά, κατάλαβα. Εγώ κοντεύω ν’ αρρωστήσω με τα «φαντάσματα», όπως είπες κάποια στιγμή, και τώρα αναιρώντας όλα τα πριν, μου λες να προσέχω την τιμή μου αφενός, αφετέρου θεωρείς τη νέα κατάσταση ευχάριστη. Αποφάσισε τι επιτέλους εγκρίνεις!
Ελπίδα: Γιατί; Δε μιλάω σωστά; Πέρα από τα συναισθήματα και τις ενοχές υπάρχει και το κοινωνικό καθεστώς που βλέπει, κρίνει κι αποφασίζει. Προσοχή λοιπόν!
Αγγελική: Αχ βρε μάνα! Μιλάς με υπεκφυγές! Αυτά θα μας φάνε! Τα ίδια έλεγες και τότε που είχα πρωτογνωρίσει τον Κώστα. «Μη βγαίνεις μαζί του, σας κουτσομπολεύουν…» κι ένα σωρό άλλα, που αποδείχτηκαν ηλίθια, με τον καιρό. Ε, όχι! Αυτή τη φορά θα ενεργήσω με την εμπειρία της παντρεμένης πού ‘χασε τον αγαπημένο της σύντροφο: με σοβαρότητα, με υπόληψη και με αξιοπρέπεια. Δεν θα κυλιστώ στο κρεββάτι με τον άνθρωπο, κι αν υπάρχουν καλοθελητές που σχεδιάζουν να με κατηγορήσουν, ούτε και που με νοιάζει. Κανείς δε μπορεί να με βοηθήσει να λυτρωθώ από τον πόνο μου. Μόνη μου θα πρέπει να προσπαθήσω να σταθώ στα πόδια μου και να συνεχίσω τη ζωή μου. Ένας άνθρωπος σαν τον Πίτερ, ίσως να είναι η σανίδα σωτηρίας μέσα στην τρέλα μου. Δε θα τον χρησιμοποιήσω όμως ποτέ μου σα σωτηρία. Κατάλαβες; Πρέπει να τον θέλω αληθινά, να τον αγαπήσω για να τον δεχτώ. Όμως αυτή τη στιγμή, τα μέσα μου τα κυβερνάει το πνεύμα του Κώστα.
Ελπίδα: Τι άλλο να πω πια; Τα είπα όλα! Ο Θεός…
Αγγελική: Καταλαβαίνεις όμως τη θέση μου. Έτσι δεν είναι; Ότι και αν πω, δεν έχει μεγάλη σημασία. Η πραγματικότητα είναι ότι στιγμές αισθάνομαι λύπη για το νεκρό, και την ανάγκη να του μιλήσω μέσα από την προσευχή μου κι άλλοτε φόβο και θέλω να τον βγάλω από μέσα μου. Να τον απαρνηθώ μια για πάντα, και να ελευθερωθώ από το φάντασμά του. Ο Πίτερ τείνει το χέρι του για να με βοηθήσει κι εγώ για να μην τρελαθώ τελικά, ναι μα τω Θεώ, δε θα του αρνηθώ το δικό μου.
Ελπίδα: Όχι κι από ανάγκη βέβαια! Μην κάνεις τέτοια λάθη! Θα πρέπει και να τον συμπαθείς τον άνθρωπο… να τον θέλεις… για συντροφιά σου!
Αγγελική: Τι έπαθες βρε μάνα; Δεν το είπα αυτό από μόνη μου; Πώς μου τ’ αλλάζεις όλα ξαφνικά; Θέλεις να βρω άλλον άνθρωπο στη ζωή μου ή όχι;
Ελπίδα: Μα αυτό θέλουμε παιδί μου… να νιώσεις ελεύθερη, όπως πριν γνωρίσεις τον Κώστα. Αν μπορεί να σε βοηθήσει ο Πίτερ… και σε κερδίσει τελικά…
Αγγελική: Ναι…
Ελπίδα: Ε, τότε θα πρέπει να προσέχεις τους μεγάλους -ο Πίτερ δεν αποτελεί εξαίρεση-, που παίζουν με τους μικρούς, γιατί καθώς είναι οικονομικά δυνατοί, ακόμη κι όταν διασύρουν την υπόληψη και την αξιοπρέπεια ενός κατωτέρου τους, εκείνοι, ούτε μία τρίχα της κεφαλής τους μπορούν ν’ αγγίξουν. Αυτό το ξέρεις πολύ καλά Μην επιτρέψεις λοιπόν τα τέτοια.
Αγγελική: Κύτταξε τι φτάσαμε να συζητάμε! Εντελώς άσχετα πράγματα… Να σου πω μαμά, αν δω κάτι τέτοιο τελικά, που θα σημαίνει ότι ο Πίτερ είναι παλιανθρωπάκι, δεν έχω πρόβλημα. Διατηρώ ακέραια την υπερηφάνεια μου, την αξιοπρέπειά μου… οπότε αν δω προβλήματα, μπορώ να βρω μία άλλη εργασία… Δεν εξαρτώμαι από τον Πίτερ… ούτε από κανέναν άλλον όμοιόν του, τώρα ή στο μέλλον. Νομίζω ότι έχω αρκετά προσόντα για να μην εξαρτώμαι από κανέναν. Έχει σημασία ότι μπορώ, και έτσι διατηρώ την ανεξαρτησία μου. Δε νομίζεις;
Η Ελπίδα κουρασμένη θέλει ν’ αλλάξει θέμα συζήτηση, αλλά…
Ελπίδα: Ναι… ναι! Δε… μου λες; Εκείνος ο Νότης… Τι μέρος του λόγου είναι;
Αγγελική: Πού τον θυμήθηκες αυτόν έτσι ξαφνικά, μωρέ μάνα! Ξαφνικά δε σου γεμίζει το μάτι ο Πίτερ, γιατί ανησυχείς και το γυρίζεις στο Νότη; Τι να σου πω; Δεν τον γνωρίζω καλά, κι ούτε μου χρειάζεται… Άλλωστε, δεν μου αρέσει η συμπεριφορά του. Δεν καταλαβαίνω τα πράγματα που κάνει. Οπωσδήποτε ο αντρικός του εγωϊσμός είναι πολύ ανεβασμένος. Ήταν ανάγκη να έρθει απόψε στο σπίτι μας για να μου ζητήσει συγγνώμη; Από πού κι ως πού, παίρνει τέτοιες πρωτοβουλίες! Όχι, άλλο ήταν στη μέση και να μου το θυμηθείς! Βρήκα τον μπελά μου μ’ αυτόν. Ακόμα δεν τον γνώρισα… Αρχίζω ν’ ανησυχώ για την εταιρία. Πολλοί κορτάκιδες!
Ελπίδα: Έλα τώρα, ίσως και να υπερβάλλεις. Είδαν ένα κορίτσι καλό σαν κι εσένα κι έτρεξαν να προλάβουν.
Αγγελική: Πάλι μου τα μπερδεύεις μάνα!Ούτε προϊόν μπακαλικής να ήμουνα!
Ελπίδα: Τι λες! Τι εννοείς; Τι επιτέλους φαντάζεσαι;
Αγγελική: Αχ βρε μαμά… θα ξημερώσουμε! Πού τη βρίσκεις αυτή την όρεξη; Αύριο έχω γραφείο, το ξέχασες; Και θα είναι η δεύτερη μέρα μου στην εταιρία. Μία μέρα… κοντεύει να μοιάζει με ολόκληρο χρόνο! Ποιος θα το πίστευε ότι μπορούν να συμβούν τόσα σε μία ημέρα; Δεν το πιστεύω!
Ελπίδα: Καλά, καλά! Συγγνώμη που παρασύρθηκα με την κουβέντα!
Αγγελική: Έλα μάνα! Έχεις άγχος μετά απ’ όσα άκουσες για τον Πίτερ! Άϊντε να πάμε λοιπόν, γιατί δεν αντέχω άλλο. Καληνύχτα.
Τη φιλάει στο μάγουλο.
Ελπίδα: Καληνύχτα θυγατέρα, καλό ξημέρωμα νά ‘χουμε! (Χαμογελάει ικανοποιημένη) «Συγχώρα με θε μου, για τις μικροπονηριές μου! Από την κουβεντούλα μας κατάλαβα ότι τσιμπάει το κορίτσι μου. Μακάρι Παναγιά μου, να δώσει ο θεός να τον ερωτευτεί τον Πίτερ. Φαίνεται όχι μόνο αισθηματίας αλλά και πετυχημένος άντρας. Πω, πω, τύχη! Τό’πα εγώ, δεν τό ‘πα; Βοηθάει ο θεός τ’ απατεωνάκια, βοηθάει και τ’ ανθρωπάκια».
Σκηνή
Την επομένη στο γραφείο. Ο Νότης αφηγείται και η Μαρί τον ακούει συνοφρυωμένη.
Νότης: Δεν πρόλαβα που λες, να μπω στ’ αυτοκίνητό μου και νά ‘σου ο Πίτερ με το καμπριολέ του…
Μαρί: Τι να σου πω παιδί μου! Έγινες τελικά ένας ανυπόφορος κουτσομπόλης! Και τι σε νοιάζει εσένα τι κάνουν ο Πίτερ και η Αγγελική; Μου λες; Και σα να μη φτάνουν όλ’ αυτά, πήγες και στο σπίτι της κοπέλας, δήθεν για να της ζητήσεις συγγνώμη! Δεν το πιστεύω! Τώρα που σ’ ακούω, αναρωτιέμαι για την τελική αλήθεια.
Νότης: Δεν κατάλαβες λοιπόν τίποτε; Θέλω να εξακριβώσω επιτέλους για τον χαρακτήρα αυτής της περίφημης Αγγελικής!
Μαρί: Της περίφημης Αγγελικής!
Νότης: Ναι, γιατί όχι.
Μαρί: Μπράβο Αγγελική… δεν πρόλαβες να πατήσεις το πόδι σου σ’ αυτό το γραφείο και άρχισαν κιόλας τα παλικάρια να…. μακελλεύονται για χάρη σου!
Νότης: Τα παραλές Μαρί!
Μαρί:Τα παραλέω…Καλά Νότη, παιδί μου, είσαι σοβαρός; Για τ’ όνομα του Θεού! Μία μέρα έχει το κορίτσι στην εταιρία. (Πονηρά) Μήπως παιδί μου, σ’ αρέσει το κορίτσι και ζηλεύεις; Αν πάλι είναι έτσι, τότε γιατί να το κρύβεις; Κι εδώ που τα λέμε… γιατί άλλο θα πήγαινες ως το σπίτι της, αν όχι για να διαπιστώσεις κατά πόσον είναι δυνατόν να την κατακτήσεις. Ε! Το ότι σε πρόλαβε τ’ αφεντικό μου… είναι μάλλον κακοτυχία!
Νότης: Ίσως και να είναι έτσι! Τέλος πάντων εγώ… απλά είπα να κάνω καμάκι! Μετά από το χθεσινό όμως, δεν ενδιαφέρομαι πια!
Μαρί: Έλα δε σε κολακεύουν τα λόγια σου! Μην το ρίχνεις στο καλαμπούρι. Δεν σου πάει, ξέρεις!
Νότης: Τ’ ομολογώ ότι μου άρεσε από την πρώτη στιγμή που την γνώρισα, όμως τώρα πια δεν νομίζω ότι θ’ ασχοληθώ με μία γυναίκα που κυττάζει άλλον και μάλιστα τόσο ψηλά. Ξέρεις τι πάει να πει αυτό;
Μαρί: Άντε πάλι εσύ! Δεν χάνεις τον καιρό σου. Βλέπεις και συμπεραίνεις. Δεν περιμένεις να δεις αν έχεις δίκιο, αν τα συμπεράσματά σου είναι σωστά. Πολύ δεν τρέχεις! Ίσως και να μην είναι έτσι!
Νότης: Τον ξέρω εγώ τον τύπο της σεμνότυφης και τα λοιπά… και τα λοιπά!
Μαρί: Α, σε παρακαλώ! Η Αγγελική φαίνεται πολύ σωστό κορίτσι. Το καταλαβαίνει κανείς, από τις πρώτες κιόλας ώρες συνεργασίας μαζί της. Άλλωστε απ’ ότι άκουσα, ο Πίτερ την γνώρισε πριν από το interview. Έμαθα επίσης ότι έχουν κοινούς φίλους.
Νότης: Α, τώρα καταλαβαίνω! Ο φίλος… τον φίλο…
Μαρί: (Συνεχίζει ακάθεκτη) Βέβαια στην περίπτωση Αγγελικής-Πίτερ τα πράγματα εξελίσσονται με κάποια ταχύτητα, δε λέω! Το ήξερες εσύ ότι ο Πίτερ την προσέλαβε αμέσως, την πρώτη στιγμή που την είδε; Ήμουν εδώ και ξέρω. Επομένως η Αγγελική δεν είναι απλά ένα ελκυστικό κορίτσι, αλλά έχει και πολλά προσόντα, αλλιώς -αν γνωρίζω καλά τον Πίτερ- μπορώ να πω ότι δε θα την προσλάμβανε.
Νότης: Σιγά τώρα! Πώς και δεν ξέρει ο Πίτερ! Βρήκε μία νέα και ωραία γραμματέα και κυττάζει να βολευτεί: το τερπνόν, μετά του ωφελίμου, όπως και πριν… με την Τζίλντα, να πούμε… Ναι αμέ!
Μαρί: Να μη σ’ ακούσουν αγαπητέ μου. Είναι καθαρό κουτσομπολιό ετούτο που κάνουμε. (Βιάζεται ξαφνικά) Και τώρα συγγνώμη, αλλά πρέπει να γυρίσω στα χαρτιά μου!
Πλησιάζει η Αγγελική. Η Μαρί και ο Νότης την κυττάζουν με ένοχο ύφος.
Αγγελική: Γεια σας και πάλι.
Τους κυττάζει παραξενεμένη
Αγγελική: Συμβαίνει κάτι;
Νότης- Μαρί: (Ταυτόχρονα) Γεια σου Αγγελική!
Μαρί: Όχι βέβαια! Αλλά… σε τι μπορώ να σε βοηθήσω;
Αγγελική: Ο Πίτερ μου σύστησε ν’ απευθυνθώ σ’ εσένα. Μήπως μπορείς να κυττάξεις αυτό το συμβόλαιο σε παρακαλώ; Νομίζω ότι ένα μέρος του, ίσως να μην έχει συμπληρωθεί καταλλήλως. Μπορείς να με βοηθήσεις;
Μαρί: Ναι, βέβαια.
Αγγελική: (Δείχνει) Βλέπεις; Το όνομα αυτού του μετόχου είναι ελλειπές. Μήπως υπάρχει στα δικά σου αντίγραφα;
Νότης: Εγώ… να πηγαίνω. Είμαι… πολύ busy!
Οι δύο γυναίκες δεν απαντούν καθώς είναι συγκεντρωμένες στη δουλειά τους. Μόλις ταχτοποιείται η παράληψη, η Μαρί μιλάει. Ο Νότης έχει ήδη απομακρυνθεί.
Μαρί: Αγγελική, δε θα έπρεπε ίσως, αλλά αισθάνομαι ότι οφείλω να σε συμβουλέψω να προσέχεις λίγο το Νότη. Νομίζω ότι είναι τσιμπημένος μαζί σου και εκτός του ότι παρακολουθεί τις κινήσεις σου… έχει γίνει και αρκετά παρανοϊκός για σένα και τον Πίτερ. Κατάλαβες πιστεύω τι εννοώ.
Αγγελική: Σ’ ευχαριστώ Μαρί για το ενδιαφέρον σου. Δυστυχώς βρίσκω αδικαιολόγητη και πολύ ενοχλητική τη συμπεριφορά του Νότη. Είμαστε συνάδελφοι και θα έπρεπε να σεβόμαστε ο ένας τον άλλον. Δυστυχώς όμως δεν ισχύει πάντα αυτό. Τι να γίνει; Θα πρέπει λοιπόν να κλείνουμε τα μάτια στα στραβά που γίνονται.
Μαρί: Λυπάμαι που από την πρώτες κιόλας μέρες, βρίσκεσαι αντιμέτωπη με τέτοιου είδους ενοχλήσεις, χαίρουμαι όμως που βλέπεις τα πράγματα με νηφάλιο μάτι. (Σταματάει μια σιγμή) Ξέρεις τι σκέφτηκα Αγγελική; Αν δεν έχεις τίποτε καλύτερο, τι θα έλεγες να τρώγαμε μαζί το μεσημέρι. Μια και συνεργαζόμαστε, να γνωριστούμε κάπως καλύτερα, και μάλιστα έξω απ’ αυτό το περιβάλλον.
Αγγελική: Ευχαρίστως. Μόλις είσαι έτοιμη… να με ειδοποιήσεις.
Η Αγγελική επιστρέφει στο γραφείο της. Ο Πίτερ την καλεί τηλεφωνικά. Η Αγγελική μπαίνει στο γραφείο του κρατώντας ένα μεγάλο φάκελλο.
Αγγελική: Ορίστε Πίτερ…
Πίτερ: (Το παίρνει, το ανοίγει, ρίχνει μία ματιά) Ωραία λοιπόν. Θα το κυττάξω με την ησυχία μου. Πιστεύω ότι το συμπλήρωσες όπως έπρεπε, Αγγελική. Είχες όλα τα ονόματα και τις διευθύνσεις των μετόχων;
Αγγελική: Μάλιστα. Εκτός από τα στοιχεία ενός -ήταν ξέρετε ελλειπή- και σ’ αυτό με βοήθησε η Μαρί.
Πίτερ: Πολύ ωραία.
Αγγελική: Με θέλετε για τίποτε άλλο;
Πίτερ: Αρχικά θα ήθελα να μου μιλάς στον ενικό…
Αγγελική: Πίτερ, πάντα κατά τη γνώμη μου, θεωρώ σωστή την τακτική, να κρατάω δηλαδή τις σχέσεις μας στο αυτό επίπεδο όμοια με τους άλλους υπαλλήλους, κυρίως για να μη δημιουργούνται εντυπώσεις ιδιαίτερης μεταχείρησης.
Πίτερ: Έχεις δίκιο καλή μου. Πίσω στη δουλειά λοιπόν. Πιστεύω ότι τώρα ετοιμάζεις τα συμβόλαια της «Κουαφίρ». Έχεις λοιπόν αρκετή δουλειά για σήμερα ως το μεσημέρι. Μπορείς να πηγαίνεις λοιπόν.
Η Αγγελική ετοιμάζεται να φύγει, αλλά τη σταματά πάλι ο Πίτερ.
Πίτερ: Συγγνώμη Αγγελική, μια στιγμή! Τι θα έλεγες να τρώγαμε μαζί σήμερα το μεσημέρι;
Αγγελική: (Αμήχανη) Λυπάμαι πολύ Πίτερ, αλλά έχω κανονίσει να βγω με την Μαρί. Ίσως μια άλλη μέρα.
Πίτερ: Α, τι κρίμα! Ίσως το βράδυ, τότε!
Αγγελική: (Με ταραχή τώρα) Συγγνώμη και πάλι, αλλά είναι αδύνατον. Υποσχέθηκα στη μητέρα μου να πάμε στον κινηματογράφο.
Πίτερ: Εντάξει λοιπόν, θα το κάνουμε μία άλλη φορά. Είπαμε δε βιάζομαι, έχω υπομονή εγώ!..
Χαμογελάει ευγενικά. Η Αγγελική τον κυττάζει στεναχωρημένα.
Πίτερ: Έλα, δεν πειράζει Αγγελική, μη μου στεναχωριέσαι. Εξάλλου είναι πολύ εγωϊστικό εκ μέρους μου να σε μονοπωλώ! Καταλαβαίνω. Θα υπάρξουν άλλωστε πολλές ευκαιρίες για τους δυο μας.
Αγγελική: (Χαμηλόφωνα) Να πηγαίνω τότε κύριε….
Επιστρέφει στο γραφείο της.
Αγγελική: «Διαπιστώνεται κατ’ επανάλειψη, πως είναι αδύνατον μία γυναίκα να δουλεύει χωρίς να υπάρχουν προβλήματα-αντιπερισπασμοί!» (Αναστενάζει).
Σκηνή
Στο καφέ-μπαρ, η Μαρί και η Αγγελική, έχουν αποφάει και πίνουν τον καφέ τους.
Μαρί: Λοιπόν Αγγελική! Δεν σε ρώτησα, πώς σου φαίνεται το περιβάλλον της εταιρίας μας;
Αγγελική: Καλό. Κι ελπίζω να μην είναι έτσι μονάχα στην αρχή. Σήμερα, σχεδόν παντού, οι παρόμοιοι χώροι προσφέρουν κάποια άνεση και τη σχετική ελευθερία. Μακάρι όμως κάποια πράγματα να ήταν διαφορετικά.
Μαρί: Δεν το κατάλαβα αυτό. Εννοείς το Νότη;
Αγγελική: Αυτό είναι το λιγότερο. Είναι αλήθεια ότι θα ήταν ευχής έργο να εργάζεται κανείς απερίσπαστα σε οποιοδήποτε εργασιακό χώρο. Θα ρωτήσεις γιατί αναφέρομαι σε κατι τέτοιο, αφού είναι ήδη γνωστό και αποδεκτό. Μ’ ενοχλεί; Όχι ακριβώς Μαρί. Εσύ, ο Νότης και οι άλλοι συνάδελφοι δεν γνωρίζουν, ότι πίσω από την εμφάνισή μου, της ελεύθερης, της ξέγνοιαστης νέας γυναίκας, κρύβεται ένας άνθρωπος που έχει περάσει κάποιες… πολύ… δύσκολες καταστάσεις.
Η Μαρί την κυττάζει ερωτηματικά.
Αγγελική: Τι θέλω να πω με αυτό; (Σιωπαίνει για να συγκεντρωθεί) Η ζωή μου υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολη τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Χήρεψα πριν από ένα χρόνο και κάτι μήνες. Δεν απαιτώ την κατανόηση των γύρω μου. Όμως αυτό το συμβάν είχε ιδιαίτερη σημασία, καθώς ήταν το οδυνειρότερο από μία σειρά τραγικών γεγονότων. Ίσως και να μου έχει κοστίσει περισσότερο από ότι θα περίμενε κανείς. Καθώς ήμουν πολύ νέα η μάνα μου δεν μ’ άφησε να φορέσω μαύρα πέρα από τον πρώτο χρόνο. Χαροκαμμένη η ίδια –χάσαμε πρώτα τον αδερφό μου έναν λεβέντη είκοσι χρόνων, κι ύστερα τον πατέρα, πριν εφτά χρόνια– τα σιχάθηκε τα μαύρα. Ύστερα εδώ οι άνθρωποι δεν πιστεύουν στο μαύρο.
Μαρί: Ω, Αγγελική μου! Συγγνώμη, που δεν υποψιάστηκα τίποτα από όλα αυτά!
Αγγελική: Πώς θα μπορούσες; Είναι φυσικό, αφού μόλις τώρα άρχισα να εργάζομαι εδώ. Δυστυχώς Μαρί, δεν είναι εύκολο να ξεπεράσει κανείς τόσον πόνο. Ύστερα από το θάνατο του πατέρα μου, είπα κι εγώ ότι η ζωή μου χαμογέλασε. Εμφανίστηκε στο προσκήνιο της ζωής μου ο Κώστας, ένας σπάνιος άνθρωπος. Τον αγάπησα πολύ. Αλλά κι αυτόν τον έχασα τελικά.
Μαρί: Πόσο λυπάμαι αλήθεια!
Η Μαρί απλώνει τα χέρια της και χαϊδεύει τις σταυρωμένες πάνω στο τραπέζι παλάμες της Αγγελικής.
Αγγελική: Επειδή αισθάνομαι ότι είσαι καλός άνθρωπος, θα πρέπει να πω ότι έχω ανάγκη από κατανόηση Μαρί κι όχι από λύπηση. Η πληγή του χαμού τ’ αγαπημένου μου, δεν έχει επουλωθεί. Δεν ξέρω πόσον καιρό θα κρατήσει αυτό. Δε μου είναι εύκολο να το ξεπεράσω. Κουβαλάω τον άνθρωπό μου μέσα μου και όχι μόνο δεν μπορώ, αλλά κάποιες στιγμές δε θέλω, να τον απομακρύνω. Το περιβάλλον της εταιρίας είναι ένας οργανικός χώρος, όπου εντελώς φυσικά οι άντρες κορτάρουν τις γυναίκες και τανάπαλιν. Εντάξει τα δέχομαι όλα και εργάζομαι σε ένα τέτοιο περιβάλλον για να μην τρελαθώ τελικά. Παρόλο λοιπόν που δεν είμαι ακοινώνητη ή παράξενη, είναι δύσκολο να μοιράζεται κανείς ανάμεσα στους ζωντανούς και στους πεθαμένους. Γιατί έτσι ακριβώς αισθάνομαι εγώ, από τότε που έφυγε ο άντρας μου. Και ίσως να μην ήμουν στην εταιρία αυτή τη στιγμή, αν δεν ήταν για το χατήρι στενών, αδερφικών φίλων και κυρίως της μητέρας μου, που παρ’ ολίγο ν’ αρρωστήσει, βλέποντάς με αδιάφορη να συνεχίσω να ζω.
Μαρί: Αγγελική, καταλαβαίνω απόλυτα τον συντηρητισμό σου. Όμως είσαι νέα και πιστεύω πως τελικά θα επιτρέψεις στο παρελθόν να γίνει ανάμνηση κι ακόμη, ότι θα έρθει η μέρα που θα τα ξεπεράσεις όλα αυτά και θα μπορέσεις να συνεχίσεις τη ζωή σου.
Αγγελική: Έτσι λέει και η μητέρα μου. Οι φίλοι μου μάλιστα προσπαθούν με κάθε τρόπο να με πείσουν να βγαίνω έξω συχνά, να συναντώ νέους ανθρώπους, να προσπαθήσω να συνάψω νέες σχέσεις. Μόνο που εγώ κάποτε, δεν έχω τη δύναμη να παλέψω… Αφότου έπιασα δουλειά εδώ μέσα, υποσχέθηκα στον εαυτό μου και σ’όσους μ’ αγαπάν ότι θ’ αφήσω τη ροή τα πραγμάτων στο χρόνο, κι όπου πάει.
Μαρί: Καταλαβαίνω Αγγελική μου. Θα ήθελα κι εγώ να συμβάλω σ’ αυτόν τον αγώνα σου, αν μου επιτρέπεις. Αρχικά να με βλέπεις σα φίλη και να μου επιτρέπεις να σε βοηθάω με τη δουλειά του γραφείου όπου χρειάζεται. Είσαι νέα και έξυπνη και με τη βοήθεια των αγαπημένων σου και του χρόνου, όλα θα φτιάξουν. Θα δεις!
Αγγελική: Ναι, κι εγώ… το ελπίζω.
Τα μάτια της Αγγελικής γυαλίζουν, τα μάγουλά της φλέγονται. Σιωπά. Πίνει νερό.
Μαρί: Ύστερα από μία τέτοια εξομολόγηση, τα δικά μου θα έχουμε ευκαιρία να τα συζητήσουμε κάποια άλλη φορά, σε κάποιο άλλο γεύμα, υποθέτω. Εκτός αν…
Πίτερ: Γεια σας!
Οι δύο γυναίκες ξαφνιασμένες κυττάζουν τον Πίτερ που στέκεται απέναντί τους. Δεν τον είχαν δει να πλησιάζει.
Μαρί: (Πονηρά) Κύριε Διευθυντά, μας ξαφνιάσατε!
Πίτερ: Αυτό ακριβώς επεδίωκα.
Γελάει πονηρά αλλά ταυτόχρονα κυττάζει ερωτηματικά πότε τη μία και πότε την άλλη.
Μαρί: Ποιος καλός άνεμος σας έφερε εδώ;
Πίτερ: Ποιος καλός άνεμος… Διέκοψα κάτι; Απο το ύφος των δυο σας φοβάμαι πως αυτό ακριβώς έκανα. Διέκοψα τη συζήτησή σας για κάτι πολύ συνταρακτικό! Έχω δίκιο ή όχι; Μήπως θα πρέπει να αφανιστώ;
Μιλάει γεμάτος ευχαρίστηση. Κάνει χιούμορ και οι δύο γυναίκες τον κυττάζουν μ’ ευχαρίστηση.
Μαρί: Όχι… όχι! Να τολμήσουμε να σας καλέσουμε να καθίσετε; Να σας κεράσουμε κάτι.
Πίτερ: Κι εγώ που πίστευα ότι υπήρχε κάποια οικειότητα ανάμεσά μας! (σιγανά λες και κρυφά) Μαρί πες μία καλή κουβέντα στη συνάδελφό σου για μένα!
Η Μαρί γελάει. Υπάρχει οικειότητα ανάμεσά τους.
Μαρί: Δε χρειάζεται κύριε Διευθυντά! Η Αγγελική είναι μία έξυπνη γυναίκα και μπορεί από μόνη της να καταλάβει τους χαρακτήρες των ανθρώπων. Τι λέμε τώρα;
Αγγελική: Αφού θεωρείτε ότι έχετε ανάγκη από την αποδοχή μου κύριε Προϊστάμενε, τότε τολμώ να σας ζητήσω να μας κρατήσετε συντροφιά.
Ο Πίτερ κυττάζει τη Μαρί ενώ κάθεται.
Πίτερ: Αφού μου το ζητάει η Αγγελική! (Έχει κιόλας καθήσει)Λοιπόν, μη σταματάτε τη συζήτησή σας. Μου αρέσουν τα κουτσομπολιά.
Μαρί: Α! δεν ξέρω αν πρέπει να γελάσω ή να θυμώσω με αυτό που είπατε! Όχι και κουτσομπολιά! Βρήκαμε μία στιγμή για να γνωρίσουμε η μια την άλλη, κύριε διευθυντά.
Πίτερ: «Κύριε Διευθυντά». Έλα Μαρί! Τόσα χρόνια κι ακόμα με προσφωνείς: «κύριε Διευθυντά». Είσαι πιο κοντά στην εταιρία από μένα. Μην ξεχνάς ότι σε βρήκα όταν ήρθα κι έμαθα πολλά από σένα.
Μαρί: Θεέ μου! Νιώθω σαν αντίκα έπιπλο της εταιρίας σας, Πίτερ.
Γελούν. Έχει σπάσει κάπως η τυπικότητα ανάμεσά τους.
Πίτερ: Ξέρεις Μαρί, η Αγγελική είναι όπως εσύ: συντηρητική, αυστηρή και ευγενική στο έπακρο. Αισθάνομαι όπως με σένα. τόσο κοντά της, λες και την γνωρίζω χρόνια.
Μαρί: Μας κολακεύετε και τις δύο τώρα. Εγώ τουλάχιστον ερμηνεύω τα λόγια σας σαν παλιά υπάλληλος της εταιρίας. Δεν ξέρω βέβαια πώς τα ερμηνεύει η Αγγελική (χαμογελάει).
Αγγελική: Με κολακεύουν τα λόγια του Πίτερ. Σίγουρα!
Πίτερ: Αυτό είναι όλο;
Η Μαρί σηκώνεται. Κυττάζει το ωρολόγι της. Η Αγγελική την κυττάζει ικετευτικά, αλλά εκείνη την αγνοεί.
Μαρί: Αγαπητοί μου, ξέρετε, μ’ όλο που μου αρέσει η παρέα σας, θα πρέπει να βιαστώ να επιστρέψω στο γραφείο μου, γιατί με περιμένουν κάποια έγγραφα που πρέπει να ετοιμαστούν μέχρι τις τέσσερις το απόγευμα.
Αγγελική: (Σηκώνεται) Μαρί, μα έχεις ακόμη αρκετή ώρα από το διάλειμμά σου!..
Η Μαρί χαμογελάει.
Μαρί: Μη βιάζεσαι εσύ Αγγελική. Έχεις ό,τι καλύτερο τώρα, τον Πίτερ. Εξάλλου είναι ο Προϊστάμενός σου…
Πίτερ: Έτσι μπράβο κορίτσι μου! Πες της Αγγελικής πως είναι σε καλά χέρια! Γιατί αν τα πω εγώ, θα τα πάρει για ύβρεις.
Μαρί: (Τον κυττάζει με συμπάθεια) Μα ήδη το ξέρει η Αγγελική αυτό, Πίτερ!
Γελούνε.
Πίτερ: Μαρί, θα σ’ ακολουθήσουμε σύντομα. Δεν έχουμε κι εμείς πολλή ώρα στη διάθεσή μας.
Φεύγει η Μαρί.
Αγγελική: Νομίζω πως έπρεπε να φύγω κι εγώ Πίτερ…
Ο Πίτερ της πιάνει το χέρι.
Πίτερ: (Χαμογελαστός) Δεν είχες την άδειά μου γι αυτό!
Αγγελική: Μα, Πίτερ!..
Πίτερ: Θα παραγγείλουμε τον καφέ μας, θα τον πιούμε και ύστερα, θα γυρίσουμε στο γραφείο. Εξάλλου είσαι η ιδιαιτέρα μου και οι κανόνες της εταιρίας μας επιτρέπουν να συζητούμε για την επιχείρηση, παίρνοντας τον καφέ μας έξω από τα γραφεία μας.
Αγγελική: Δεν τολμώ να πω τίποτα. Ευτυχώς η Μαρί είναι μία πολύ αξιοπρεπής κυρία, διαφορετικά θα αισθανόμουν περίεργα.
Πίτερ: Αγγελική, αδικείς τον εαυτό σου, κι εμένα. Δεν θα έκανα τίποτα που να σε θίξει, ούτε και θα ήθελα να φανώ πρόχειρος στις σχέσεις μου. Νομίζω πως όλοι όσοι με γνωρίζουν, είναι σε θέση να το επιβεβαιώσουν αυτό.
Αγγελική: Λοιπόν; Τι θα έλεγες να πιούμε τον καφέ μας και να συζητήσουμε για τις δουλειές μας;
Ο Πίτερ γελάει διακριτικά. Φωνάζει και παραγγέλνει.
Πίτερ: Αγγελική, περίμενα να αισθάνεσαι άνετα από τη στιγμή που το περασμένο βράδυ, βγήκαμε μαζί έξω και μιλήσαμε για τους εαυτούς μας.
Αγγελική: Εγώ μίλησα Πίτερ. Δεν ξέρω σχεδόν τίποτα για σένα.
Πίτερ: Μα εγώ, είμαι ένα ανοιχτό βιβλίο Αγγελική. Σου το είπα. Είμαι ανύπαντρος, ελεύθερος -χωρίς τραβήγματα και χωρίς δεσίματα του όποιου είδους- χωρίς κακές συνήθειες, συντηρητικός, όχι όμως τσιγκούνης και μου αρέσεις. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Όχι, όχι λάθος! Ξέχασα να πω, πως επιπλέον είμαι τρομερά επίμονος και ότι έχω μεγάλη υπομονή. Μου αρέσεις και δεν το κρύβω πως θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να σε κατακτήσω…
Αγγελική: Με κολακεύεις τρομερά Πίτερ… Κι εσύ, μου αρέσεις σαν άνθρωπος και σαν αφεντικό, σε σέβομαι.
Πίτερ: Αυτά μόνο; Δεν έγινε κανένα κλικ μέσα σου, ώστε ν’ αρχίσεις να με αντιμετωπίζεις σαν φίλο σου… Ε, ίσως και λίγο παραπάνω, βέβαια… Άσε με λοιπόν να σε βοηθήσω Αγγελική. Είμαι τόσο ερωτευμένος μαζί σου!
Αγγελική: Πίτερ, σε παρακαλώ! Μη με φέρνεις σε δύσκολη θέση.
Πίτερ: Καλή μου! Δεν έχω τέτοια πρόθεση. Είμαι σκλάβος σου. Πώς θα μπορούσα;
Η Αγγελική είναι ευχαριστημένη από αυτή την εξέλιξη.
Αγγελική: Είσαι ένας υπέροχος κόλακας, Πίτερ!
Πίτερ: Κάνεις λάθος! Είμαι ένας ερωτευμένος άντρας!
Σκηνή
Νότης: Τζίλντα!
Τζίλντα: Γεια σου Νότη! Τι κάνεις;
Νότης: Εσύ τι κάνεις παιδί μου; Πω, πω ομορφιές!
Τζίλντα: Ευχαριστώ. Κι εσύ… είσαι μια χαρά!
Νότης: Ευχαριστώ, ευχαριστώ… Αλήθεια Τζίλντα, γιατί σε χάσαμε. Είπαμε να φύγεις, όχι και να ρίξεις μαύρη πέτρα πίσω σου.
Τζίλντα: Δε νομίζω ότι έκανα κάτι τέτοιο! Απλά έχω τις δουλειές μου, όπως όλοι.
Νότης: Αφότου έφυγες άδειασε το γραφείο ξέρεις. Έπιασα τ’ όνομά σου μια-δυο φορές στο γραφείο τώρα τελευταία.
Τζίλντα: Αλήθεια; Πώς… κι έτσι Νότη μου;
Νότης: Νομίζω ότι είναι καιρός να μας επισκεφτείς, επιτέλους.
Τζίλντα: Μπορεί και να το κάνω. Ο Πίτερ τι κάνει; Η Μαρί εργάζεται ακόμη σαν ιδιαιτέρα του;
Νότης: Όχι… τώρα τελευταία προσέλαβε μία νέα, την Αγγελική. Νομίζω όμως ότι δεν μπορεί να σε ξεπεράσει καμία. Είσαι αναντικατάστατη.
Τζίλντα: Δεν ξέρω γι αυτό, αλλά επιθύμησα να δω τον Πίτερ. Μου έλειψε πολύ, αν και η σχέση μας είχε τελειώσει πριν ακόμη αποχωρήσω.
Νότης: Αν δεν κάνεις τίποτα τώρα, έλα μια βόλτα, να δεις τη Μαρί, τον Πίτερ και τη νέα γραμματέα του. Εκεί θα είναι όλοι τους.
Τζίλντα: Μπορεί και νά ‘ρθω. Έχω ένα ραντεβού κι ύστερα ίσως να περάσω. Σ’ αφήνω τώρα. Χάρηκα Νότη, και ίσως και να σε δω στην εταιρία.
Νότης: Ναι αμέ, γιατί όχι. Γεια σου λοιπόν.
Τζίλντα: Στο επανειδείν Νότη.
Νότης: «Έχει γούστο ν΄ανέβει ως την εταιρία η Τζίλντα μας. Θέλω να δω τα μούτρα του Πίτερ. Θά ‘χει μεγάλη πλάκα»(Χαμογελάει πονηρά).
Σκηνή
Πίσω στο γραφείο
Νότης: Αγαπητή μου… σε παρακαλώ να δεχτείς αυτά τα λουλούδια.
Αγγελική: Ευχαριστώ πολύ για τη σκέψη σου, αλλά δεν γιορτάζω, ούτε έχω γενέθλια!
Νότης: Έχεις όμως ένα βάζο, που μαραζώνει άδειο μέσα στο γραφείο σου καθώς χρειάζεται να φανεί χρήσιμο, να στολιστεί, να φανεί η ομορφιά του και να τιμήσει τη δικιά σου.
Αγγελική: (Χαμογελάει για να κρύψει την αμηχανία της) Αν είναι έτσι… τότε εντάξει! Τα δέχομαι… και σ’ ευχαριστώ άλλη μια φορά. Αλλά πού είναι το βάζο που είπες; (Κυττάζει με περιέργεια γύρω της, ψάχνοντας) Α… νάτο, απάνω στο ντουλάπι των files. (Ο Νότης το κατεβάζει και ταχτοποιεί τα λουλούδια σ’ αυτό) Ευχαριστώ πολύ Νότη.
Ο Πίτερ που βγαίνει στο μεταξύ από το γραφείο του, βλέπει το Νότη να βάζει τα λουλούδια στο βάζο.
Πίτερ: Νότη! Βλέπω ανάλαβες τη διακόσμηση του γραφείου της γραμματέα μου.
Νότης: Κάποιος έπρεπε να το κάνει επιτέλους! Δε νομίζεις;
Πίτερ: Μου αρέσει η διαθεσιμότητά σου, αγαπητέ.
Αγγελική: (Ντροπιασμένη)Κύριε Διευθυντά, έχω έτοιμα τα χαρτιά που μου ζητήσατε. Θα θέλατε να ρίξετε μία ματιά και να τα υπογράψετε;
Πίτερ: Συγγνώμη Νότη. Πρώτα η δουλειά!
Προχωράει στο γραφείο του ακολουθούμενος από την Αγγελική. Ο Νότης αγανακτεί.
Νότης: «Μάλιστα…. Αυτοί οι δύο τα ψήνουν και προσπαθούν να μας δείξουν ότι δεν τρέχει τίποτα! Δεν τρώμε κουτόχορτο εμείς. Όχι κύριοι! Είμαστε και ξύπνιοι και έξυπνοι!.. Έλεος επιτέλους, έλεος!»
Καθώς προχωράει μουρμουρίζοντας, πέφτει πάνω στη Μαρί.
Μαρί: Νότη, καλά που σε βρήκα! Κάτι συμβαίνει με τον υπολογιστή μου.
Νότης: Όχι τώρα, Μαρί! Όχι τώρα.
Μαρί! Σε παρακαλώ Νότη!
Νότης: Εντάξει, μόνο αν είναι κάτι απλό.
Μαρί: Μακάρι να ήξερα.
Νότης: Καλά, καλά! Δείξε μου και γρήγορα, γιατί πρέπει να επιστρέψω στο γραφείο μου επειγόντως..
Φεύγουν. Στο μεταξύ στο γραφείο του Πίτερ.
Πίτερ: Κάθησε ένα λεπτό. Πολύ ενοχλητικός δε σου φαίνεται αυτός ο Νότης;
Αγγελική: Όχι! Δεν ξέρω… δεν έκανε τίποτα κακό!
Πίτερ: Σου έφερε λουλούδια!
Ξαφνικά η Αγγελική νομίζει ότι βλέπει μπροστά της τον Κώστα. Μιλάει ενώ ο Πίτερ δεν καταλαβαίνει.
Αγγελική: «Εσύ πάλι! Τι θέλεις να κάνω μαζί σου; Είσαι φευγάτος. Να με πάρεις θέλεις; Είναι νωρίς ακόμη. Φύγε… μιλάω στο αφεντικό μου! Δείξε λίγο σεβασμό! Φύγε!»
Συνέρχεται όμως και σα να μην είχε συμβεί τίποτα συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε.
Αγγελική: Ναι! Ήταν πολύ ωραίο εκ μέρους του Νότη. Τι άλλο θα πρέπει να πω!
Πίτερ: (Την κυττάζει με πόνο) Είμαι παράλογος ε; Ίσως και να σου φαίνομαι ζηλιάρης… όπως ο Κώστας… που του εξηγούσες πριν ένα λεπτό… που του ζητούσε να δείξει σεβασμό.
Κατεβάζει το κεφάλι της μία στιγμή, και ύστερα σηκώνεται ταραγμένη. Προσποιείται άγνοια για τον παραλογισμό της και επιστρέφει στο επεισόδιο των λουλουδιών.
Αγγελική: Προς Θεού Πίτερ! Δεν είπα κάτι τέτοιο. Όμως όλα όσα διαδραματίζονται τις τελευταίες ημέρες σε σχέση με το πρόσωπο μου, δε με κάνουν να αισθάνομαι καλά. Τι έχετε πάθει επιτέλους εσείς οι δύο; Δεν καταλαβαίνω! Θα μου εξηγήσει επιτέλους κάποιος; Έτσι γίνεται εδώ μέσα, κάθε φορά που πατάει το πόδι της μία γυναίκα; Με ανακρίνεις, και παρόμοια ο Νότης, όταν βρίσκει την ευκαιρία.
Ετοιμάζεται να φύγει. Ο Πίτερ την πιάνει από το χέρι.
Πίτερ: Σε παρακαλώ μη βιάζεσαι καλή μου! Συγγνώμη, δεν ήθελα να σε προσβάλλω.
Αγγελική:(Τραβάει το χέρι της) Πίτερ, άφησέ με σε παρακαλώ. Και μια και είσαι ο εργοδότης μου σου ζητάω να μου επιτρέψεις να πάω στο σπίτι μου.
Εκείνη τη στιγμή χτυπάει η πόρτα. Η Αγγελική προσπαθεί να ηρεμήσει.
Πίτερ: Εμπρός
Τζίλντα: Μου επιτρέπεις Πίτερ;
Πίτερ: Τζίλντα!
Τζίλντα: Ω! Συγγνώμη, δεν ήξερα ότι είχες κάποιον μαζί σου! Δεν είδα κανέναν έξω στο γραφείο της γραμματέα και σκέφτηκα να δοκιμάσω την τύχη μου.
Αγγελική: Εμένα με συγχωρείτε!
Η Αγγελική προχωράει στην πόρτα, βιαστική.
Πίτερ: Αγγελική… περίμενε! (Υπάρχει έντονη αγωνία στη φωνή του)
Αγγελική: Θα σας δω ύστερα κύριε Διευθυντά! Βγαίνει από το γραφείο του.
Τζίλντα: (Ειρωνικά) Πίτερ! Είναι αλήθεια ότι δεν είχες ποτέ πρόβλημα με τις γυναίκες!
Πίτερ: (Βιαστικά) Λες;
Τζίλντα: Κάνω λάθος;
Πίτερ: Συγγνώμη αγαπητή μου, αλλά δεν καταλαβαίνω ακριβώς που το πας. Πάντως με βρήκες σε άσχημη στιγμή και ζητώ συγγνώμη! (Τρέχει πίσω από την Αγγελική)
Τζίλντα: Χμ, το βλέπω το βλέπω!
Η Αγγελική που βγαίνοντας από το γραφείο, αρπάζει την τσάντα της και τρέχει στο ασανσέρ, όταν ο Πίτερ ακολουθεί, έχει ήδη εξαφανιστεί. Ο Πίτερ στέκεται για λίγο. Δεν είναι κανείς εκεί. Επιστρέφει στο γραφείο του. Η Τζίλντα είναι ακόμη εκεί.
Πίτερ: Αγαπητή μου Τζίλντα, ζητώ συγγνώμη και πάλι, αλλά είμαι φορτωμένος. Θα σε παρακαλούσα να με συγχωρήσεις και θα τα πούμε κάποια άλλη φορά.
Τζίλντα: (Ειρωνικά) Δε χρειάζεται αγαπητέ μου. Εσύ είσαι πάντα απασχολημένος, όταν δε θέλεις. Απορώ πώς μπόρεσα και το ξέχασα αυτό.
Η Τζίλντα βγαίνει από το γραφείο και πέφτει πάνω στη Μαρί.
Μαρί: Τζίλντα!
Τζίλντα: Γεια σου Μαρί!
Μαρί: Τι ευχάριστη έκπληξη!
Τζίλντα: Για σένα ίσως Μαρί, όχι όμως και για κάποιον άλλον εκεί μέσα (έδειξε το γραφείο του Πίτερ, με το χέρι της).
Μαρί: Ε, τον ξέρεις τον Πίτερ… Είναι πολύ απασχολημένος…
Τζίλντα: Ναι… τον ξέρω! Λοιπόν Μαρί, χάρηκα που σε ξαναείδα.
Μαρί: Μη φεύγεις έτσι. Κάθησε να πιεις έναν καφέ.
Τζίλντα: Όχι ευχαριστώ… Όχι και τον καφέ της παρηγοριάς, μετά απ’ αυτό!
Μαρί: (Ταραγμένη) Να σε ξαναδούμε Τζίλντα. Μη σε χάσουμε.
Τζίλντα: Αστειεύεσαι; Οπωσδήποτε (είναι ειρωνική μέσα στην απογοήτευσή της). Γεια σου λοιπόν Μαρί. Χάρηκα.
Μαρί: Κι εγώ! Γεια σου!
Τζίλντα: (Καθώς απομακρύνεται) «Δεν άλλαξε σταλιά ο Νότης. Ζηλόφθονος και ανεύθυνος. Έπρεπε να το καταλάβω ότι είχε κάτι στο μυαλό του, όταν μου έλεγε να περάσω από την εταιρία. Τώρα ξέρω ότι το έκανε για να εκθέσει τον Πίτερ, στη νέα γραμματέα του. Φαίνεται ότι και ο ίδιος κάνει καμάκι στο κορίτσι. Δεν του πέρασε όμως!»
Φεύγει η Τζίλντα.
Μαρί: Μα πού πήγε επιτέλους η Αγγελική; (Πληκτρολογεί στο τηλέφωνό της) Κύριε Διευθυντά ήθελα να δω την Αγγελική. Μήπως είναι μαζί σας; …. Όχι; Έφυγε σπίτι της; Δεν ήταν καλά; …. Κακόμοιρο κορίτσι! …. Ναι, βέβαια θα τα κάνω εγώ, μην ανησυχείτε …. Ναι, βέβαια …. μέχρι να έχουμε νέα της. «Έχει γούστο να έπεσε η Τζίλντα πάνω στην Αγγελική. Λες; Μαύρα μαντάτα για τον Πίτερ! Ίσως όμως και να μην κατάλαβε τίποτα η Αγγελική. Δεν είναι πονηρή κοπέλα. Άλλωστε δεν έχει ακούσει για την Τζίλντα. Ή μήπως έχει;».
Σκηνή
Πίτερ: Αγαπητή κυρία… καλησπέρα σας.
Ελπίδα: Καλησπέρα σας κύριε Ανδρεάδη!
Πίτερ: Συγγνώμη που σας ενοχλώ… Μπορώ να μιλήσω στην Αγγελική;
Ελπίδα: Είναι στο κρεββάτι… έχει πυρετό κύριέ μου!
Πίτερ: Σας παρακαλώ, είναι ανάγκη.
Παρουσιάζεται η Αγγελική στην πόρτα του δωματίου της.
Αγγελική: Είμαι εντάξει μαμά. Άφησε να περάσει μέσα ο κύριος Ανδρεάδης. (Μόλις μπαίνει ο Πίτερ) Σε παρακαλώ μαμά, άφησέ μας μόνους!
Ο Πίτερ πλησιάζει την Αγγελική και της πιάνει το χέρι. Εκείνη τον αφήνει απαθής. Κάθεται στον καναπέ και του δείχνει την πολυθρόνα.
Αγγελική: Έλα Πίτερ κάθησε. Πρέπει να μιλήσουμε…
Πίτερ: Ήρθα να σου ζητήσω συγγνώμη, για τη συμπεριφορά μου στο γραφείο.
Αγγελική: Δεν πειράζει πια, Πίτερ. Καλά που ήρθες. Θα ήθελα να σου γνωστοποιήσω ότι δε θα έρθω αύριο στο γραφείο.
Πίτερ: (Μιλάει βιαστικά, και με κάποιο πανικό)Είσαι πολύ άρρωστη; Είδες το γιατρό; Δεν πειράζει, πάρε όσον καιρό θέλεις παιδί μου!
Αγγελική: Όχι, Πίτερ. Δε χρειάζεται. Δεν πρόκειται να επιστρέψω στο γραφείο… Σου υποβάλλω την παραίτησή μου αυτή τη στιγμή!
Πίτερ: (Ξαφνιασμένος, αναστατωμένος) Μα γιατί;
Αγγελική: Δεν έχω ειδικούς λόγους… Απλά δεν έχω τη διάθεση που χρειάζεται μία δουλειά σαν τη δική μου.
Πίτερ: Δεν σε πιστεύω ούτε στιγμή. Άλλοι είναι οι λόγοι. Είμαι βέβαιος!
Αγγελική: Όχι, Πίτερ κάνεις λάθος. Δεν είναι έτσι. Πίστεψέ με!
Πίτερ: Εντάξει, σέβομαι την απόφασή σου, αλλά μην ξεκόβεις την πιθανότητα να επιστρέψεις. Θα μείνει ανοιχτή η θέση αυτή για σένα, και όταν θα είσαι έτοιμη επιστρέφεις. Ή ακόμα καλύτερα, πάρε όσες διακοπές χρειάζεσαι, και όταν αισθανθείς καλύτερα, επιστρέφεις.
Αγγελική: Όχι Πίτερ, δεν καταλαβαίνεις. Δε θέλω να επιστρέψω! Δεν μπορώ. Άλλωστε δε νομίζω ότι έχεις πρόβλημα με την αντικατάστασή μου!
Πίτερ: (Πανικόβλητος) Αγγελική! Ξέρω ότι εγώ φταίω για όλα. Αλλά μη μου μιλάς με υπονοούμενα. Με αδικείς. Και δεν ξέρω από πού ξεκίνησε αυτή η υπόνοιά σου.
Αγγελική: (Τον κυττάζει λυπημένη) Έχεις δίκιο. Βγάζω συμπεράσματα χωρίς λόγο. Συγγνώμη δε θά ‘πρεπε να το πω αυτό. Όχι, ειλικρινά δε φταις εσύ.
Πίτερ: Κύτταξέ με στα μάτια και πες μου το ότι δεν φταίω για την απόφασή σου!
Αγγελική: Δε φταις εσύ Πίτερ, δε φταίει κανείς για τίποτα.
Πίτερ: Τότε; Μήπως εκείνος ο σαχλός, ο… Νότης! Τον υποψιάζομαι τον άνθρωπο. Και βάζω στοίχημα ότι αυτός είπε στην Τζίλντα να έρθει στο γραφείο μου.
Αγγελική: Σε παρακαλώ μην ανακατεύεις τα πράγματα. Για τ’ όνομα του θεού! Αυτό έλειπε τώρα να ενοχλούμαι και από τα άτομα που σε επισκέπτονται. Με ποια ιδιότητα θα έκανα κάτι τέτοιο; Όχι, όχι! Ακόμη κι αν έκανε κάτι τέτοιο ο συνάδελφος, δε θα πρέπει να με αφορά.
Πίτερ: Μα δεν μου είναι τίποτα αυτή η γυναίκα, τ’ ορκίζομαι.
Αγγελική: Σε ρώτησα κάτι τέτοιο; Γιατί με προσβάλλεις;
Πίτερ: Συγγνώμη, είμαι ανω-κάτω! Αν δεν είναι αυτό τότε τι είναι; Τι συμβαίνει;
Αγγελική: Τι συμβαίνει! Κι εγώ έχω κάνει την ίδια ερώτηση στον εαυτό μου πολλές φορές και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι δε μου φταίει κανείς και για τίποτα και προπάντων εσύ Πίτερ. Απλά είμαι άρρωστη, πολύ άρρωστη. Πρέπει λοιπόν για τολόγο αυτόν, να με ξεγράψεις από τη λίστα των ανθρώπων σου στην εταιρία ή από την λίστα των… κατακτήσεών σου! (Ακούγεται ειρωνική)
Πίτερ: Δε σε καταλαβαίνω… δεν καταλαβαίνω αυτό που είπες τελευταίο: «να σε διαγράψω από τη λίστα των κατακτήσεών μου». Δε βλέπεις πόσο με πληγώνει αυτή η συμπεριφορά σου; Τι συμβαίνει επιτέλους; Άκουσες κάτι για μένα;
Αγγελική: Συγγνώμη, συγνώμη δεν ξέρω γιατί το είπα αυτό το τελευταίο.
Πίτερ: Αγγελική…. σε παρακαλώ!
Αγγελική: Όχι Πίτερ. Εσύ είσαι τέλειος απέναντί μου. Ούτε άκουσα κάτι εναντίον σου. Τ’ ορκίζομαι. Όμως θα ήταν παράλογο εκ μέρους μου να πιστεύω ότι δεν υπήρξαν γυναίκες στη ζωή σου. Εξάλλου και η ίδια έχω το παρελθόν μου.
Πίτερ: Είσαι πολύ σκληρή και στους δυο μας! Γιατί;
Αγγελική: (Δεν του απαντά και συνεχίζει) Πέρα λοιπόν από όλα αυτά, θέλω να τονίσω πως τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει την απόφασή μου! Δεν λειτουργώ σωστά. Μείνε λοιπόν μακριά μου αν δεν θέλεις προβλήματα. Έκανα μία δοκιμή, αλλά δυστυχώς απέτυχα. Πρέπει να μείνω ξανά μόνη μου. Να γίνω πρώτα απ’ όλα καλά. Να ελευθερωθώ από τα φαντάσματα του παρελθόντος. Η παρουσία σου με γεμίζει τύψεις. Αισθάνομαι ότι απατάω τον πεθαμένο μου. Αμαρτάνω με τη σκέψη σου. Δε μ’ αφήνει καταλαβαίνεις; Δεν προλαβαίνω να κλείσω τα μάτια μου κι έρχεται μπροστά μου γεμάτος κατηγόρια για σένα και για μένα. Τα ξέρει όλα αυτός. Και κακεύει! Όταν βρίσκομαι στο γραφείο σου, στο γραφείο μου, μόλις κάθομαι να πιω έναν καφέ, εμφανίζεται με κυττάζει με μομφή κι είναι έτοιμος να με καταδικάσει για την συμμετοχή μου στη ζωή! Το βλέμμα του τα λέει όλα. Με μισεί που θέλω να ζήσω, ν’ αγαπήσω. Είναι φαντάσματα του νου μου και το ξέρω. Πρέπει να πεθάνουν, να μ’ αφήσουν ελέυθερη. Πώς όμως;
Ο Πίτερ συγκινημένος σηκώνεται και κάθεται στον καναπέ δίπλα στην Αγγελική. Πιάνει τα χέρια της. Η Αγγελική δεν αντιδράει.
Πίτερ: Αμαρτάνεις με τη σκέψη μου! Μα αυτό είναι θαυμάσιο γλυκειά μου! Άραγε… με σκέφτεσαι! Να μια καλή αρχή για τη λύση των προβλημάτων σου. Δεν το βλέπεις; Τώρα είμαι βέβαιος ότι όλα θα πάνε καλά ανάμεσά μας. Μπορούμε ακόμη να συμβουλευτούμε ένα ψυχολόγο, ώστε ν’ απαλλαγείς από τα όποια ίχνη ενοχής μέσα σου.
Αγγελική: Ξέρεις τι λες τώρα;
Πίτερ: Ναι βέβαια! Για όλ’ αυτά ίσως να φταίει το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσες. Η προσήλωση στους νεκρούς γίνεται από ανθρώπους κάποιας ηλικίας. Άλλωστε ποιος λέει ότι πρέπει να ξεχάσεις το παρελθόν σου; Δεν είναι μέρος της ζωής σου; Πρέπει να μάθεις να ζεις με την εικόνα του νεκρού σου, ώσπου να ξεθωριάσει μέσα σου, να γίνει μια γλυκειά ανάμνηση.
Αγγελική: Τα ξέρω όλα αυτά, Πίτερ! Χαμένες προσπάθειες!
Πίτερ: Λάθος! Αυτό θα συμβεί, όταν αφεθείς ελεύθερη να γνωρίσεις το νέο σου σύντροφο. Ω, Αγγελική! Πες μου πως θα προσπαθήσεις! Είμαι τόσο ερωτευμένος μαζί σου. Δώσε μου την ευκαιρία να σου δείξω πόσο σε χρειάζομαι!
Αγγελική: Πίτερ, νά ‘ξερες τι σημαίνει αυτή η επιμονή σου! Φοβάμαι όμως ότι δεν είμαι άξια αυτής της αγάπης. Δε θέλω να σου φορτώσω τα προβλήματά μου. Έχεις πολύ ομορφιά μέσα σου. Αλλά εκείνο που με κάνει να απορώ περισσότερο, είναι η εμπιστοσύνη σου σ’ εμένα, στον εαυτό σου, στην αγάπη σου και στον χρόνο.
Πίτερ: Αυτά θα πρέπει να ενδυναμώσεις μέσα σου κι εσύ, καλή μου! Έτσι θα κερδίσεις τη μάχη με την φόβο και τις ενοχές που δεν στέκουν πουθενά. Έτσι θα μάθεις ότι η ευτυχία δεν έρχεται μόνη της, αλλά ότι κερδίζεται. Στηρίξου απάνω μου. Σε ικετεύω!
Η Αγγελική τον κυττάζει με δέος, με θαυμασμό, μ’ ένα είδος λατρείας ζωγραφισμένη στα μάτια της.
Αγγελική: Δεν ξέρω γιατί συμβαίνουν όλα αυτά σε μένα την ανάξια!
Πίτερ: Γιατί σε αγαπάω Αγγελική, γιατί σε αγαπάω!..
Τη φιλάει στα χείλια με απόλυτο πάθος.
Σκηνή
Μαρί: Ναι παντρεύτηκαν παιδί μου. Φάνηκε από την αρχή το πράγμα! Ο Πίτερ την είχε ερωτευτεί από την πρώτη στιγμή που την αντίκρυσε.
Νότης: Ε! Αυτό πια φαινόταν από τις σκηνές επιβλητικότητας στο γραφείο του και εκτός αυτού!
Μαρί: (Δεν τον ακούει) Θυμάμαι πόσο είχε εντυπωσιαστεί, όταν η Αγγελική είχε έρθει για το interview, τότε που ήθελε τη θέση της γραμματέα. Από τότε πέρασε ένα χρόνος. Παιδεύτηκε πολύ να την καταφέρει να τον παντρευτεί, αλλά τελικά την έπεισε.
Νότης: Εμένα όμως δεν με πείθεις, ότι την έπεισε! Ήξερε κόλπα η γυναίκα. Ήξερε τι έπρεπε να κάνει για να τον τραβήξει κοντά της.
Μαρί: Είσαι άδικος. Κι εσύ την ήθελες. Δεν είναι έτσι; Τι είχε κάνει για να το καταφέρει αυτό; Όχι μην λες άλλες κατηγόριες! Είναι ντροπή. Η Αγγελική είναι ένας άγγελος, όνομα και πράμα. Πίστεψέ με. Τέτοιες γυναίκες σπανίζουν στ’ αλήθεια.
Νότης: Σα γυναίκα… υποστηρίζεις τη γυναίκα!
Μαρί: Φτάνει πια. Επιτέλους, μην είσαι τόσο μνησίκακος.
Νότης: Καλά… καλά!
Μαρί: Εγώ… θέλω να σου ευχηθώ και στα δικά σου! Είσαι καλό παιδί, έστω και λίγο ζηλιάρης και λίγο κουτσομπόλης!..
Νότης: Όχι παιδί μου! Προτιμώ τη λευτεριά!
Μαρί: Μην είσαι τόσο δύσκολος ή απόλυτος! Θα έρθει και η μέρα που θ’ αποφασίσεις το πέρασμα του Ρουβικώνα, Νότη…
Νότης: Δεν ξέρω πού βασίζεσαι!
Μαρί: Εγώ θέλω να πω και κάτι άσχετο ίσως. Θέλω λοιπόν να το τονίσω πόσο κουτό ήταν να εγκαταλείψεις την εταιρία μόνο και μόνο επειδή θεώρησες ότι ο Πίτερ σε πρόσβαλε μπροστά στην Αγγελική… Πήρες τόσο κατακαρδα εκείνο το επεισόδιο με τα λουλούδια παιδί μου!
Νότης: Μην τα σκαλίζεις τώρα αυτά.
Μαρί: Όχι καλέ μου! Πρέπει. Και κάτι ακόμα βρε Νότη. Αλήθεια εκείνη τη μέρα που ήρθε η Τζίλντα στο γραφείο, έμεινα με το ερώτημα: ποιος ήταν ο λόγος που παρουσιάστηκε ύστερα από τόσον καιρό στην εταιρία. Μήπως ξέρεις;
Νότης: Μην τα σκαλίζεις είπα. Από πού να ξέρω;
Μαρί: Καλά, καλά. Εντάξει, έστω. Άξιζε λοιπόν ν’ αφήσεις την παρέα μας γι αυτά τα μικροπράγματα;
Νότης: Μπορεί να μην το πιστεύεις, αλλά έχω κι εγώ κάποια αξιοπρέπεια. Δε δέχομαι να μου φέρνονται σα να είμαι ο μικρός άτακτος της παρέας. Δοκίμασα την τύχη μου εκεί μέσα.
Μαρί: Δεν ξέρεις; Μια μέρα ίσως και να θέλεις να επιστρέψεις στα ημέτερα, στα οικεία!..
Νότης: Δεν ξέρω που βασίζεσαι, Μαρί. Καλώς-κακώς τώρα πια… γι αλλού φυσούν οι άνεμοι καλή μου! Γι αλλού!
Σκηνή
Ο Πίτερ έρχεται ασυνήθιστα ενωρίς στο γραφείο. Φαίνεται αϋπνος… χάλια. Κινείται αργά και αναπνέει βαριά. Πετάει ένα μασημένο χαιρετισμό στη Μαρί, που έχει επιστρέψει στην παλιά της θέση της ως γραμματέας του Πίτερ και προχωράει σκυφτός προς το γραφείο του.
Πίτερ: Καλημέρα Μαρί.
Η Μαρί έχει μείνει άναυδη και αργάει να απαντήσει στον χαιρετισμό του. Τελικά ψιθυρίζει ένα:
Μαρί: Καλημέρα Πίτερ! «Τι του συμβαίνει; Δεν τον έχω δει ποτέ έτσι. Μήπως είναι άρρωστος;»
Αναρωτιέται αλλά για λίγο είναι αναποφάσιστη. Ξαφνικά σηκώνεται και χτυπάει την πόρτα του γραφείου. Δεν απαντάει κανείς. Η Μαρί ανησυχεί. Τολμάει να ανοίξει την πόρτα του γραφείου. Ο Πίτερ είναι καθισμένος μπροστά στο γραφείο του και έχει κρύψει με τις παλάμες του το πρόσωπό του. Η Μαρί κάνει ένα βήμα πίσω και πλησιάζοντας το γραφείο του τολμάει να ρωτήσει:
Μαρί: Πίτερ!.. Τι σου συμβαίνει; Είσαι άρρωστος; Θέλεις να σου φέρω κάτι; «Τι να κάνω Θε μου; Δεν μου ζήτησε βέβαια βοήθεια. Μήπως θα πρέπει ν’ αναλάβω εγώ αυτή την κίνηση πρωτοβουλίας;»
Η αγωνία της είναι μεγάλη. Έχει παραμερίσει τις τυπικότητες και του μιλάει στον ενικό. Πλησιάζει ακόμη περισσότερο και τον παρακαλεί:
Μαρί: Έλα παιδί μου σε παρακαλώ, πες κάτι!
Ο Πίτερ σηκώνει το κεφάλι του. Τα μάτια του είναι κόκκινα και γυαλιστερά. Έκλαιγε.
Μαρί: Θεέ μου, Πίτερ! Μίλησέ μου. Τι σου συμβαίνει;
Ο Πίτερ με φωνή σπασμένη μόλις που τα καταφέρνει να αρθρώσει λίγες λέξεις.
Πίτερ: Έφυγε Μαρί…
Μαρί: Ποιος;
Πίτερ: Ο άγγελός μου!
Μαρί: Πίτερ τι λες;
Πίτερ: Ναι Μαρί… Έφυγε για πάντα. Μου άφησε εντολή σ’ ένα κομμάτι χαρτί να μην κυττάξω γι αυτήν, να μην ψάξω, γιατί εκεί που πήγε δεν μπορώ να τη φτάσω, λέει…
Η Μαρί έχει παγώσει. Ο Πίτερ συνεχίζει στον ίδιο τόνο.
Πίτερ: Μου την πήρε Μαρί. Μου την πήρε, εκείνος που ζηλόφθονα την κρατούσε αιχμάλωτη, εκείνος που την είχε κατακτήσει ως το θάνατο!
Η Μαρί αδέξια του χαϊδεύει τα μαλλιά.
Μαρί: Παιδί μου!..
Ο Πίτερ με το βλέμμα καρφωμένο στο κενό λες και οραματίζεται τη φρίκη συνεχίζει σα σε παραλήρημα. Η Μαρί αποτραβιέται και τον κυττάζει με φόβο.
Πίτερ: Ίσως έτσι να είναι καλύτερα. Δεν την άκουσα. Μου το είχε πει από την αρχή ότι ο πεθαμένος της δεν την αφήνει. Δεν την καταλάβαινα, δεν ήθελα. Η δύστυχη δεν είχε ζωή, παρά μία αγωνία και μία τύψη: την αγάπη της για μένα! Χάθηκε και πάει, έτσι ξαφνικά, όπως είχε μπει στη ζωή μου. Εχτες, όταν γύρισα στο σπίτι μας, είχε ήδη
αφανιστεί αφήνοντας ένα άψυχο σημείωμα, σκέτο δηλητήριο, για να με σκοτώσει. Ω, άγγελέ μου εσύ θα πάρεις τη δική μου τη ζωή. Κι εγώ ο τρελός που πίστεψα πως η αγάπη μου -ενός ζωντανού- μπορούσε να νικήσει την αγάπη εκείνου του άλλου, του φευγάτου.
Ο Πίτερ σταματάει. Κατεβάζει το κεφάλι του και προσθέτει.
Πίτερ: Χτες βράδυ… ειδοποίησα την αστυνομία. Ήρθαν στο σπίτι μας. Τους έδωσα το γράμμα της και μία φωτογραφία της. Την κύτταξαν με ενδιαφέρον… Θα ψάξουν είπαν να την βρουν. Με επεβεβαίωσαν… θα το έκαναν είπαν, όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Ύστερα κρεμάστηκα πάνω από το τηλέφωνο και περίμενα. Ακόμη περιμένω… Ναι, θα περιμένω… Ίσως όμως και να τηλεφωνήσω. Ναι… ίσως και να τηλεφωνήσω… ξανά… και πάλι… ίσως… ίσως!..
Η Μαρί κουνάει το κεφάλι της και τον κυττάζει πονετικά, ενώ ο Πίτερ αβέβαιος έχει αρχίσει να πατάει μηχανικά τα πλήκτρα του τηλεφώνου. Πέφτει η αυλαία.
ΤΕΛΟΣ